Further tags

  1. Το κομμάτι μιας ερωτικής συνάφειας που προηγείται χρονικά αυτού που παλιά ελέγετο «ολοκλήρωσις», δηλαδή, του γαμησίου νοούμενου ως κολπική διείσδυσις.

Η προγαμησιαία σχέση μπορεί να περιλαμβάνει κάθε είδους μη διεισδυτική του πέοντος πρακτική που παλιά λεγόταν φάσωμα (και λέω παλιά γιατί μου φαίνεται πως φάσωμα έχει αρχίσει να λέγεται το one night stand ή και το πίκι-φίκι).

Η τάση είναι πλέον και ο στοματικός έρως να θεωρείται συμβατός με τον προγαμησιαίο χαραχτήρα μιας σχέσης. Τα χρηστά ήθη έρχονται να συναντήσουν εδώ την κλασική ανατομία, σύμφωνα με την οποία ο πεπτικός σωλήνας θεωρείται εξωτερική επιφάνεια ου σώματος.

  1. Η σχέση μιας γυναίκας ή ενός άντρα που ανήκει στην περίοδο της ερωτικής της/του προϊστορίας, πριν δηλαδή παραπέσει κάπου η παρθενιά.

Το Βατικανό και γενικά οι Χριστιανικές εκκλησίες τις καταδικάζουν, και γι΄αυτό εργάζονται σθεναρά για την συντομότατη εξάλειψή τους.

  1. - Πιστεύω ότι το πράμα πάει καλά με την Μάρω, έχω συνάψει προγαμησιαία σχέση... λίγο θέλω και θα της τον ακουμπήσω.... φάση γυμνάσιο... - Ναι ε;
    - Μου 'χει γίνει εμμονή σου λέω....
    - Μάλλον αλλού πάει και το δίνει λέω 'γω....

  2. -Αααααχ, την είδες αυτή την κρητικιά στα playmate; άμα σου πω ότι τα είχαμε στην 1η γυμνασίου προγαμησιαία σχέση...

(όλοι τα είχαμε στο δημοτικό / μέχρι 1η γυμνασίου με μια μετέπειτα playmate που τότε δεν άνηκε στις ωραίες του σχολείου ή που και δεν βλεπότανε, και που τώρα χτυπάμε το κεφάλι μας στον τοίχο γιατί την είχαμε χωρίσει εμείς και μας το κρατάει ακόμα και δε μας μιλάει όταν την βλέπουμε στην επαρχιακή μας πόλη).

Σύλβια Παπαδάκη - ακόμα φυσάει τον χυλό του Χαλικού από την 1η γυμνασίου και δεν κρυώνει... (από Vrastaman, 24/03/09)(από nick, 24/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λίστα αυτή αποτελεί μικρό συμπλήρωμα του ανύπαρκτου λεξικού που ανάρτησε ο χρήστης acg. Δεδομένου ότι το φαινόμενο Miesens είναι πραγματικά απύθμενο, κρίνεται αναπόφευκτη την ανάγκη και για γ’ τόμο!

  • Μαύρα μιζάνυχτα, τα: έχουν όσοι δεν συμμετέχουν στο πάρτι αυτό!
  • Μιζαλίνα, η: η Μάτα Χάρη που χρηματίζεται εκατέρωθεν.
  • Μιζαλλόδοξος, ο: αυτός που δεν έχει πρόβλημα να χρηματίσει ή να χρηματιστεί σε διεθνές περιβάλλον.
  • Μιζεγγύηση, η: ειδική μορφή παρακαταθήκης, κατά την οποία πράγμα κινητό ή ακίνητο διεκδικούμενο παραδίνεται ανεπιστρπτί σε τρίτον (τον μιζεγγυητή) για διεκπεραίωση «εκκρεμών υποθέσεων».
  • Μιζέλληνας, ο: ο Έλληνας που χρηματίζεται και χρηματίζει.
  • Μιζθοδοσία, η: οι μηνιαίες αποδοχές πολιτικών όλων των κομμάτων από την Siemens.
  • Μιζοαστός, ο: το τυπικό κοινωνικό προφίλ του χρηματιζόμενου.
  • Μιζογειακά Προγράμματα, τα: κοινοτικά προγράμματα με χοντρό παραδάκι.
  • Το ποτήρι είναι μιζογεμάτο ή μιζοάδειο; : απορία αυτού που είτε λόγω ηθικών αναστολών είτε λόγω ανικανότητας δεν άρμεξε το σύστημα στο έπακρον.
  • Μιζογύνης, ο: αυτός που χρησιμοποιεί την θέση του σαν μοχλό για σεξουαλική ικανοποίηση με υφιστάμενες σου.
  • Μιζοξενία, η: Βλ. μιζαλλόδοξος
  • Μιζοτάκι, το: η κοτόσουπα στα γιαπωνέζικα. Εκ των miso (ζωμός) και take (κότα).
  • Μιζοτοιχία, η: συνέργειες πλουτισμού ανάμεσα σε τμήματα ιδιωτικής ή δημόσιας επιχείρησης, το αντίθετο των «σινικών τοίχων»
  • Ο Μιζτικός Δείπνος, ο: ακα το μεγάλο φαγοπότι
  • Πολιορκία του Μιζολογγίου, η: Η παρατεταμένη πολιτικοοικονομική μας κατάσταση τα τελευταία 30 και πλέον έτη.

- Είχα μαύρα μιζάνυχτα ότι για να χειρουργηθεί η φουκαριάρα η σλανγκομούnα μου έπρεπε να βάλω το σπίτι μου μιζεγγύηση στην μιζαλίνα μεγαλογιατρό!

- Ο τυπικός μιζοαστός μιζέλληνας δεν είναι καθόλου μιζαλλόδοξος! Δέχεται μιζοξενία από κάθε φυλή του Ισραήλ εν μέσω πολιορκίας του μιζολογγίου!

- Ο Krokus ήταν πρώτα στην μιζοδοσία της Ανατολικής Γερμανίας και μετά της Miesens!

- Κατά τον μιζτικό δείπνο, πολλοί αναρωτήθηκαν εάν το ποτήρι είναι μιζογεμάτο ή μιζοάδειο. Αυτά είναι ψευδοδιλλήματα είπε ο μεγάλος, φάτε μπόλικο μιζοτάκι να συνέλθετε γιατί έπονται και μιζογειακά προγράμματα!

Όταν η Τσέκου επισήμανε στον μιζογύνη Ζαχόπουλο για την ύπαρξη βίντεο, αυτός τραγούδησε πικρά: «Αχ ρε παλιο-μιζοφόρια τι τραβάν για σας τα’ αγόρια!»

- Οι μιζοτοιχίες επιτρέπουν στο τμήμα ανάλυσης της χρηματιστηριακής να πληρώνεται από τις εταιρείες που αναλύει!

Ο Μιζτικός Δείπνος (από Vrastaman, 25/03/09)(από Vrastaman, 29/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η δραστηριότητα της ταυτόχρονης διενέργειας δύο εκ των φυσικών αναγκών του ανθρώπου. Ενώ κάποιος προσπαθεί να αεριστεί κάνοντας την χαρακτηριστική γκριμάτσα με τα σφιγμένα χείλια ο οργανισμός αποφασίζει πως είναι μεγάλη μαλακία μια τέτοια οδός να εξυπηρετεί μόνο ένα ρεύμα και την ίδια στιγμή δίνει προτεραιότητα και σε κάποια υποτυπώδους μορφής κουράδα. Άμεση συνέπεια είναι η αλλαγή του βηματισμού του εν λόγω ατόμου σε πιο «μάγκικη» και η στάμπα στο παντελόνι που δικαιολογείται πολύ εύκολα με τον σιχτιρισμό του ανυποψίαστου βοηθού σερβιτόρου, επειδή και καλά σκούπισε την καρέκλα που κάθισε ο μάγκας πλέον με βρεγμένο πανί. Η μυρωδιά είναι βέβαια ένα θέμα, αλλά αν είστε στο κατάλληλο σημείο αυτό είναι το τελευταίο που σας απασχολεί, μιας και το περιβάλλον είναι σύμμαχος, πχ Ψυρρή.

Ο ήχος την στιγμή της πραγματοποίησης του φαινομένου, γιατί περί τέτοιου πρόκειται, είναι τόσο απολαυστικός και τόσο σκανδαλιστικά και τσαχπινογαργαλιάρικα υγρός, που θα θέλετε να τον ακούτε συνέχεια. Κι αν συνέβη σε μέρος με θόρυβο τότε είναι ακριβώς σαν να σας έρχεται μωρό έξω από την πόρτα χωρίς πριν να έχετε καν ζμπρώξει, εκμηδενίζοντας δηλαδή το κομμάτι «αμιγές καλού» της γνωστής ρήσης.

- Τί έγινε ρε Σάκη τελικά; Το έχωσες στην Κικίτσα;
- Άσε ρε, χτύπησε πάλι ο Μέρφυ. Ήταν αμόλυντη παρθένα η μικρή.
- Και δεν ήθελε ε;
- Όχι ρε, δεν έβλεπε την ώρα, αλλά τα είχα και αξύριστα.
- Και δε γούσταρε με τρίχες ε;
- Όχι ρε, τρελαινόταν με τις τρίχες, αλλά εχέκλασα.
- Και σιχάθηκε ε;
- Όχι ρε, ήταν κρυωμένη και δεν κατάλαβε τίποτα, αλλά δεν είχα καπότες.
- Και φοβόταν ε;
- Όχι ρε, ήθελε την πρώτη της φορά να το νιώσει καλά.
- Ε τι σκατά έγινε τότε ρε;

και τα ιγκουάνα εχεκλάνουν! (από Jonas, 04/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εμμονή, η τρέλα προς την τελειότητα, την οποία πολλοί βρίσκουν στο νυστέρι του πλαστικού χειρουργού... Δυστυχώς τώρα τελευταία το φαινόμενο αυτό παρατηρείται πολύ πιο συχνά απ' ό,τι παλιότερα...

- Ρε μαλάκα, την είδες τη Λιλιαν; Πώς έγινε έτσι; Τι στο διάολο έκανε στη μάπα της;;
- Ε, φαίνεται έχει αγαμίες και την έπιασε νυστερία..

(από nick, 25/03/09)(από EvoOz, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τι θέλει να πει ο Παλαμάς εδώ πέρα;

Μιλάμε για παπάρια παρέμβαση, ή μ' άλλα λόγια, για gtp παρέμβαση.

Ας δούμε λίγο πιο αναλυτικά τη σκέψη του δημιουργού του «δεκάλογου του γύφτου». Ποιου; Του Παλαμά ντε.

Εκφέροντας τον όρο μιλάμε για:

1) Παρέμβαση που έπρεπε να γίνει μα δεν έγινε, γιατί:

- Τα γράψαμε στα αρχίδια μας.

- Κάποιοι άλλοι τα' γραψαν και δε μας ενημέρωσαν πως έπρεπε να ενεργήσουμε.

- Δεν ενεργήσαμε για να μην πέσουμε στη λούμπα, παρεμβαίνοντας. (εσκεμμένα, ή όχι).

Τελικά, κανείς δεν ενέργησε κι όλοι μαζί οι εμπλεκόμενοι ενεργηθήκαμε πάνω στο θέμα και το κάναμε ανάθεμα. Ατομική ή Συλλογική μαλακία; Δεν έχει σημασία. Ό,τι και να' ταν... το χάσαμε το κορμί ... πατριώτη!.

2) Παρέμβαση που άργησε να γίνει, γιατί... και καλά!:

- Ξεψειρίζαμε τις παραμέτρους

- Ψάχναμε τις παραμέτρους

- Άργησαν νά 'ρθουν οι πληροφορίες, ή άργησε να γίνει η διασταύρωσή τους.

Αποτέλεσμα; Κάναμε στο τέλος κάτι σπασμωδικές κινήσεις, μα ήταν πολύ αργά για δάκρυα.

3) Έπεσε η μελέτη... μα η παρέμβαση ήταν αναποτελεσματική . Στην περίπτωση αυτή και χρόνο είχαμε και μπορούσαμε να μελετήσουμε το θέμα. Εδώ, θα μπορούσε να ισχύει κάτι απ' τα παρακάτω:

- Δεν μας έκατσε η χημεία. (ανόργανη ή οργανική, στην περίπτωση που η παρέμβαση αφορά θέμα εισαγωγών-εξαγωγών). Εφταίξαν τα πρωκτόκολλα βρε αδερφέ!

- Έγινε απόδοση δικαιώματος παρέμβασης σε κάποιον ανίκανο ξερόλα, που μας έπεισε για τις ικανότητες του.

- Όταν γεννηθήκαμε, στο μπαλκόνι του ουρανού οι πλανήτες μας βαρούσαν μαλακία και έτσι ότι κάνουμε έχει τη σφραγίδα του λούζερ. Κάποιοι στις επετείους των γενεθλίων μας, μας εύχονταν να βγούμε ασπροπρόσωποι στη ζωή μας. Και βγήκαμε, μόνο που το άσπρο χρώμα, ήταν το χρώμα της πλανητικής μαλακίας. Γι' αυτό και πλανηθήκαμε πλάνην οικτράν. Και φυσικά... την κάτσαμε την έρμη τη σχεδία.

Κάποιοι μπορεί να πουν: έφταιξε ο πούστης ο ανάδρομος Ερμής που αποφάσισε στο κρίσιμο timing, αντί να πάει να μας βοηθήσει, να πάει ο παπάρας να πηδήξει την Αφροδίτη, μ' αποτέλεσμα στην κρίσιμη στιγμή να:

- λειτουργήσουμε κουτά
- αλλάξουν οι συνθήκες
- μας γελάσουν οι πληροφοριοδότες, κλπ.

4) Παρέμβαση κάποιων, εις βάρος κάποιων άλλων (π.χ: οικονομικά σκάνδαλα κυβερνητικών παραγόντων). Αυτή την παρέμβαση, τη θεωρούμε παπαρέμβαση, με την έννοια πως είναι gtpπαρέμβαση ως προς τα συμφέροντα αυτών που αδικήθηκαν.

Το καλό με την παπαρέμβαση είναι πως, όποιον δρόμο και να πάρεις, θα καταλήξεις στο ίδιο σημείο. Α, όχι, όχι, ούτε στη Ρώμη, ούτε στη Βρώμη θα πας. Μην το κουράζουμε. Στο Μούτι πας! (αρβανιστί: σκατά).

Τι κάνεις από δω και πέρα; To αξιολογείς λίγο, χτυπάς ένα χαιρετισμό των τριών δακτύλων και μετά... Ε... μετά... ή στρώνει η επόμενη φάση, ή πάμε για άλλες μαλακίες ιστορικές (ειδικά αν είμαστε γκαντέμηδες).

Σημείωση: Για λόγους μεγαλύτερης εκφραστικότητας θα μπορούσαμε, εκφέροντας τον όρο, να κάνουμε τη γνωστή σημειολογική παλινδρομική κίνηση δια χειρός Βαράγκη (Gtp σήμα).

- Οι διάφορες κυβερνήσεις που έχουν περάσει απ' τη χώρα έκαναν τις παπαρεμβάσεις της αρκούδας.
- Δηλαδή;
- Ή δεν παρέμβαιναν, ή αργούσαν να παρέμβουν, ή παρέμβαιναν λανθασμένα, ή παρέμβαιναν επιτυχώς για πάρτη τους.
- Ναι, αλλά τους έπιαναν κάποτε.
- Ναι, αλλά όταν κάτι, αντί να γίνεται εγκαίρως, γίνεται κάποτε, πρόκειται για παπαρέμβαση β' είδους. Πέρα από αυτό όμως, χάνονται κάποιοι πόροι που, σε δεδομένη συγκυρία, θα μπορούσαν να βελτιώσουν τη θέση της χώρας, αντί να τη ζημιώσουν και να χαλάσουν μακροπρόθεσμα τη φήμη της.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το άθλημα του σούρσινγκ, που σημαίνει ότι σέρνομαι από καναπέ σε καναπέ, ή από καναπέ σε πολυθρόνα.

Βασική προϋπόθεση είναι ότι δεν χρησιμοποιώ τα πόδια μου, αλλά σέρνομαι με το σώμα μου σαν το φίδι.

Ιδιαίτερα δημοφιλές άθλημα στις λεγόμενες καφετέριες, στέκι όπου συναντιέται όλη η παρέα και υπάρχουν φυσικά καναπέδες.

Επίσης σούρσινγκ γίνεται και στα φοιτητόσπιτα όπου οι φοιτητές, άκα λιωμένοι φοιτητές, μετακινούνται στον χώρο με την χρήση αυτού του αθλήματος.

- Ρε μαλάκα... Πάμε έξω;;
- Κάαααααατσεεε να καταφέρουμε να κάνουμε σούρσινγκ... να πάμε στο σαλόνι να πιούμε νερό... τι έξω να πάμε είσαι με τα καλά σου;

αρκούδα που κάνει sourcing! (από sexpeer, 26/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εφόσον ετυμολογείται από την σαύρα, σημαίνει την ακαυλία ή μαλακοκαυλία.

Ο Μαθουσαλίδης έχει φτάσει πλέον σε μια εποχή μακάριας ασαυρίας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λιώμα από LSD. Από τα τριπ + πίτα.

Πηγή: GATZMAN.

Μαζευήκαμε όλοι στο μπαφόσπιτο και γίναμε τρίπιτο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκική εκφορά της ουτοπίας και εν γένει ενός φανταστικού / ιδεατού / ονειρικού κόσμου. Από λεξιπλασία του Ευγένιου Τριβιζά για ομώνυμο κόμικ / τηλεοπτική σειρά με πρωταγωνιστές φρούτα.

Είναι μία, μόνο μία, η ονειρεμένη Φρουτοπία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχω ρεπό από τη δουλειά. Και γαμώ τις φάσεις όταν το ρεπό αυτό είναι αφιερωμένο σε ατελείωτο κοπροσκύλιασμα, πίκρα όμως όταν στο ρεπό πρέπει να κάνουμε διάφορες βλακείες, όπως το να τρέχουμε σε δημόσιες υπηρεσίες ας πούμε.

Συνήθως το ρεπάρω σημαίνει ότι παίρνω άδεια σε δουλειά με μη σταθερές μέρες εργασίας, χρησιμοποιείται όμως και γενικότερα.

  1. (από εδώ)
    μπορείτε όταν ριμαδο-«ρεπάρω» τα ΣαβΚυρ να μην κάνετε μaλakiες εδώ μέσα και μετά να τα φέρνετε Δευτέρα πρωί να τα διορθώσω;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;

  2. (από εδώ)
    Σημερα ρεπαρω και ρεπαρω και ρεπαααααααααααααααρω................ και αραζω επιτελους..βεβαια ολοι οι αλλοι δουλευουν και δεν εχω ανθρωπο να παω για καφε... αλλα WHO CARES; εγω ρεπάρω...ξυπνησα στις 12.30 και το απογευματακι απο νωρις θα βολταρω στις δουλειες των αλλων να τους ξεσηκωνω!! (χεχεχε)

Θα γυρίσει ο τροχός, θα γαμήσει κι ο φτωχός!! (από Cunning Linguist, 28/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published