Further tags

  1. Ανοίγω λογαριασμό στη Google
  2. Κάνω chat μέσω google

Ουδέν σχόλιον..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Διατηρώ blog στο internet
  2. Ασχολούμαι με blogs
  1. - Ρε Γιάννη κάνε και κάτι άλλο! Δεν μπορεί όλη τη μέρα να κάθεσαι και να μπλογκάρεις!!

  2. - Έλα ρε τι γίνεται...;
    - Καλά μωρέ, ήσυχα, σπίτι... Βλέπω TV... Μπλογκάρω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από τη νήσο Φολέγανδρο και τη σφολιάτα. Χαϊδευτικά λέγεται και σφολάκι. Προσδιορίζει με τρόπο αρνητικό την ποιότητα έμψυχου ή άψυχου υλικού.

  1. - Τι έγινε εχθές με το γκομενάκι, όλα καλά;
    - Ντάξει μωρέ, σφολιατάκι ήταν!
  1. Ξύπνησα με χανγκόβερ σήμερα το πρωί, μάλλον φταίει το κρασί πού ήταν τρελό σφόλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δε χρειάζονται και πολλές επεξηγήσεις για ετούτη εδώ τη λεξούλα, αναφορικά όμως: το άτομο που στηρίζεται στις οικονομικές χορηγίες της οικογένειάς του πραγματοποιώντας μια χλιδάτη ζωή στα πλαίσια ανεύρεσης εργασίας. Συνήθως έχουν πολλά σπουδαστικά χρόνια στην πλάτη, αλλά η κοινωνία τους κρίνει υπερπλήρεις.

Συζήτηση σε γνωστό καφέ στη Γλυφάδα :
- Πώς πήγε η η συνέντευξη;
- Πάτος! Μου δίναν 700 καθαρά και γω ζητούσα 1100.
- Το Πάσχα λέω να πάω κάνα ταξιδάκι για ξεκούραση, θα πάρει ο πατέρας μου το δώρο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βρίσκομαι σε πολύ δύσκολη θέση, δυσκολεύομαι.

- Πως πήγε η βόλτα;
- Τα είδα όλα ρε, δεν έχει ιδέα από οδήγηση και έτρεχε σαν παλαβός!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε όταν κάτι μας ξαφνιάζει ή όταν χάσουμε κάτι.

  1. Κάθεσαι στο μπαλκόνι με φιλαράκια, καλοκαίρι, ώρα 5 παρά. Ξαφνικά βγαίνει η απέναντι γιαγιά και καθαρίζει το μπαλκόνι της: - Ωχ, ρε φίλε, κοίτα! Λόλα!

  2. Χάνεις ένα 50ευρο... -Φιλαράκι, πού πήγε το 50ευρο; Λόλα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

τα ακούω, την ακούω

Δέχομαι παρατήρηση, σε κάπως αυστηρό τόνο.

Χτες την άκουσα κανονικά από τον καθηγητή, για την κοπάνα που έκανα χθες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ασήμαντο, ανάξιο λόγου.

Αυτή είναι τραγουδίστρια του κώλου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα «μπιχλιμπίδια», τα κοσμήματα.

Την είδες την Πόπη; Όλο φρου φρου κι αρώματα είναι τώρα τελευταία. Θα βρήκε γκόμενο φαίνεται.

Got a better definition? Add it!

Published

Από το hardcore (σκληροπηρυνικό). Έκφραση για δύσκολες καταστάσεις και σκληρούς προγραμματιστές με μεγάλα @@. Κυκλοφορεί ως έκφραση στην ελληνική demoscene community.

Πώπω ο τύπος έγραψε ολόκληρο τον κώδικα 100% σε assembly. Μιλάμε για πολύ κορίλα!!!

(από GATZMAN, 22/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified