Further tags

Υπερηφανεύομαι. Από την υπερηφάνεια που έχει ο κόκορας ανάμεσα στις κότες.

-Έλα Μιχάλη, τόσο καιρό μας κοκορεύεσαι για τα μπράτσα που έχεις κάνει στο γυμναστήριο. Ε, καιρός είναι να πιάσουν τόπο. Έλα να βοηθήσεις να ανεβάσουμε τον καναπέ στον 5ο γιατί στο ασανσέρ δεν χωράει με τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η επανάληψη των λεγόμενων, το να λες συνέχεια το ίδιο πράγμα και να επιμένεις σε αυτό χωρίς ούτε να μπορείς να το αιτιολογήσεις αλλά ούτε και να ακούς την αντίθετη άποψη.

(τηλεόραση:)
- Θα γίνουν προσλήψεις, θα ρίξουμε την ανεργία στο 1%, θα κάνουμε αυξήσεις, θα πέσουν οι φόροι! - Καλά καλά παλιομαλάκες, λες και δεν σας έχουμε μάθει πια με αυτή την καραμέλα! Κάθε 4 χρόνια πλούσιους μας κάνετε παλιοξεφτίλες! Δεν σας ξαναψηφίζω ρε που να μου κοπεί το χέρι!

Δες και βάζω την κασέτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρώω πακέτο, δηλαδή έχω πρόβλημα, ζορίζομαι, ταλαιπωρούμαι.

- Πακετώθηκε ο Στάθης, έχασε όλα του τα λεφτά, του κατέσχεσαν το σπίτι, τον άφησε η γυναίκα του, χάθηκε και ο σκύλος του, του κάηκε και το βίντεο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαγόρευση εισόδου. Τρώγεται ή ρίχνεται. Προκύπτει απ' το τελευταίο πράγμα που βλέπει (ή τρώει στη μάπα) κανείς πριν τον πετάξουν έξω από κάπου.

Μερικά πράγματα δεν τα καταλαβαίνω ρε φίλε. Πήγα στην «Έκθεση Δίκαννου 2006» κι άρχισα να δοκιμάζω καραμπίνες με δικά μου φυσίγγια που έφερα απ' το σπίτι, και μου ρίξανε πόρτα ρε! Μα αν δεν το δοκιμάσω ρε άνθρωπε, πώς θα το πάρω;!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό ban (απαγορεύω).

Σημαίνει δεν εγκρίνω, ρίχνω πόρτα, πετάω έξω κ.τ.λ.

- Με κάλεσε η Σούλα στο σπίτι των δικών της στην Εκάλη.
- Εκάλη; Και πώς θα πας; Με τις κάλτσες με τα ξεχειλωμένα λάστιχα που έχεις και το παπί; Θα σε μπανάρει ο πατέρας της!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ξενέρωμα, η απογοήτευση, το πρόβλημα. Συνήθως το «τρώμε», αλλά πολλές φορές απλά εννοείται. Όσο πιο τραβηγμένο είναι το «ε» και το «ο», τόσο πιο μεγάλο είναι το πακέτο.

  1. - Πού χάθηκε ο Δημήτρης;
    - Έχει πέσει πολύ δουλεία στην εταιρεία που δουλεύει και αναγκάζεται να κάθεται στο γραφείο μέχρι αργά το βράδυ. Έχει φάει μεγάλο πακέτο.

  2. - Πω ρε φίλε, 4 πήγε η ώρα!
    - Σοβαρά;; Εγώ δουλεύω στις 9 το πρωί!
    - Πακεεεετοοοοο!!

(από xalikoutis, 22/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πρόβλημα, το ξενέρωμα, η απογοήτευση, το πακέτο. Συνήθως την τρώμε ή την παθαίνουμε.

Έφαγα νίλα το πρωί. Είχα αργήσει για την δουλειά και δεν έπαιρνε μπροστά το αυτοκίνητο και έχουν απεργία και τα λεωφορεία. Ευτυχώς άργησε και το αφεντικό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ξενέρωμα, η απογοήτευση, το πακέτο. Συνήθως την «τρώμε», αλλά πολλές φορές απλά εννοείται.

Είχε παρκάρει πάνω στην Ερμού και ο μισός έκλεινε ένα δρομάκι. Ε, γυρίζει να πάρει το αυτοκίνητο και του το είχε πάρει ο γερανός. Έφαγε μεγάλη ήττα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περνάω πολύ καλά, διασκεδάζω υπερβολικά. Από το σπάσιμο των πιάτων στα μπουζούκια που για κάποιους αποτελεί σημάδι διασκέδασης.

Τόσο καιρό έβγαινα με την Μαρία και ξενέρωνα. Χτες βγήκα με τους φίλους και τα σπάσαμε! Ποτά, σφηνάκια, χορός, γκόμενες άλλες γνωρίσαμε, χαμός σου λέω! Στις 6 το πρωί γύρισα! Άλλο βέβαια που η Μαρία με περίμενε ξύπνια και τα άκουσα πρωινιάτικα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπέροχα, τέλεια. Από το αγγλικό fine. Έκφραση ξεπερασμένη, την χρησιμοποιούσαν πολύ την δεκαετία του '80.

Πήγαμε το Σάββατο στην disco που είχε party με αφρούς και περάσαμε φίνα, έγινε χοντρή φάση σου λέω!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified