Further tags

Γουστάρω, και γαμώ, ούμπερ, τέλειο, καταπληκτικό, και λοιπά καλολογικά. Επιρρηματική έκφραση των ογδόνταζ.

Προφ επειδή όταν είναι κάτι τόσο καλό το αγοράζουμε (ψωνίζουμε).

Πάσα: μπουρέκι στο μου 'χεις ξύσει τ' άντερα

- Καλό το μαγαζί; - Ψώνιο φάση μιλάμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που δηλώνει πως κάτι είναι από κάθε άποψη εξαιρετικό και αξίζει και με το παραπάνω, ή ακόμη πως το κάτι αυτό είναι το βασικό στοιχείο ή χαρακτηριστικό που υπερτερεί έναντι όλων των υπολοίπων. Είναι συνώνυμη στο λόγο και στη χρήση με την φράση όλα τα λεφτά.

Αρκετά παλιά έκφραση που χρησιμοποιεί την συμπαραδήλωση χαρτί = λεφτά, η οποία χρονολογείται από τις ημέρες που δέναμε τα σκυλιά με τα λουκάνικα κι η Γλυκερία αναρωτιόταν στις πίστες γιατί τα πεντοχίλιαρα δεν είναι πετσετάκια. Ωστόσο, αν και παλιά, η έκφραση λέγεται (και γράφεται) ακόμη, και είναι υφολογικά αρκετά μαγκιόρικη έτσι ώστε να γλιτώνει την κατάταξη στους μπαμπαδισμούς.

  1. Eίναι παραγωγής, αλλά σε πολύ λίγα κομμάτια. Το πλαίσιο είναι όλο το χαρτί, ο κινητήρας είναι TZR250 και η μοτοσυκλέτα εχει στήσιμο GP250. Είχα υποσχεθεί φωτό, την εχω σε βιβλίο στο γκαράζ, αλλά σήμερα με ξελόγιασε πάλι η bimota και το ξέχασα τελείως. (Από εδώ)

  2. Το διπλό πλάνο της Όλγας Τρέμη με τον πατατοπαραγωγό Ξανθόπουλο είναι όλο το χαρτί και αποτυπώνει άψογα την εικόνα της σημερινής Ελλάδας της κρίσης! (Από εδώ)

  3. Ο πορωτικότατος ήχος που ακούγεται από την σκάστρα είναι όλο το χαρτί! Πρόκειται για μία διπλοέμβολη της HKS που κάνει το Subaru στο πέρασμά του να ανασταίνει και νεκρούς! (Από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κρητική λέξη που σημαίνει κάτι το καλό, κάτι το κουλ. Συναντάται και ως «εκλεμπεριά».

- Καλό το καινούργιο Immortal;
- Έκλεμπερ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη αυτή έχει προέρθει από τη ταλαντούχα Βούλα Βαβάτση την οποία την μάθαμε μέσα από πορνοταινίες. Το βαβατσελέ το χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να εκφράσουμε κάτι με ένα επίθετο και δεν μας έρχεται κανένα! Τότε πετάμε ένα βαβατσελέ και τελειώνει εκεί.

Αυτό το πράγμα ήταν πολύ...πολύ...πολύ... βαβατσελέ ρε παιδί μου!

Για γερά νεύρα. (από Mr. Cadmus, 30/01/12)όρος που παραπέμπει λόγω επωνύμου και στον υπόγειο εδώ και κάμποσα τέρμενα,  Τώνη  (από GATZMAN, 31/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published

Τρε καυλωτίκ υποκείμενο ή αντικείμενο έμμονου και βασανιστικού πόθου.

Ενίοτε χρησιμοποιείται και ως ουσιαστικό.

Αντώνυμο: ντεκαυλέ.

- Τι πατούρι είναι αυτό, τι καυλιδερό ψαρωμένο ύφος, πιπίνι σούπερ... από επιδόσεις φυσικά δεν έχω ιδέα γιατί δεν μπήκα. Αλλά κ γαμώ ...
(crash test μπουρδέλων, εδώ)

- το γκαζι ειναι το πιο καυλιδερο πραγμα σε ενα αυτοκινητο και οσο πιο πολυ μπορεις να παρεις τοσο το καλυτερο :rtfm:
(crash test αυτοκινήτων, εκεί)

- Πάρε το New dark age να ακούσεις πρόστυχο, επικό, καυλιδερό και ανυπόταχτο doom!
(crash test συγκροτημάτων, παραπέρα)

- Πως το λένε το καυλιδερό του Πέρι;
- Εεε, πιέρ;
- Όχι ρε, για το άλλο λέω...
(ως ουσιαστικό, περισσότερα εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι μια σουηδική βότκα. Αλλά το λέμε και όταν κάποιος είναι ο number one, ο τελειοτερότερος, πολύ καλός ή πολύ κουκλί, γκόμενος ή γκόμενα (εξαρτάται απ' το φύλο).

Και υπάρχει και το επίρρημα αμπζοφακινλούτλυ, που θα πει σίγουρα, οπωσδήποτε, δε σηκώνω αντιρήσεις φίλε! Το 'πε ο Παπακαλιάτης σε μια σειρά και μετά έμεινε.

  1. - Είδες το νέο γκόμενο της Μαρίας*;
    - Ναι.
    - Μιλάμε είχαμε πάει για μπάνιο, και έχει τον άμπζολουτ κώλο!!!!
    - Έχει όμως και ωραία γκριζογαλάζια μάτια.
    - Αλλά κυρίως άμπζολουτ κώλο!!
    - Λολ φιλενάδα.....
  • φανταστικό όνομα.
  1. - Θα έρθεις το βράδυ στο Άνιμαλ**;
    - Αμπζοφακινλούτλυ!!!!!
    - Έτσι μπράβο!

** Η συζήτηση ήταν τον Σεπτέμβριο.

(από Mr. Cadmus, 22/01/12)Αψολούτ φιάλη (από Vrastaman, 22/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που είναι φουλ κιτς. Η κατάληξη -άτος ελληνοποιεί και σλανγκοποιεί τη λέξη.

Υπερθετικό: καρακιτσαριό

  1. ...καρφάκι δεν μου καίγεται αν είσαι κιτσάτος ή μπαλαλάικα... τι έχουνε δηλαδή οι λαϊκογκόμενες και τα γκαραζότεκνα... μια χαρά είσαι...

  2. ...πλακόστρωτο δάπεδο, ένας γύψινος κιτσάτος Βούδας στην είσοδο και τρία λαχταριστά πλάσματα γένους θηλυκού (ζωντανά αυτά)...

  3. Όποιος εδώ μέσα είναι κιτσάτος, ας έχει κιτσάτη υπογραφή. Όλοι οι υπόλοιποι φροντίστε να ακολουθείτε τις βασικές αρχές της φορουμικής καλαισθησίας.

  4. ...στον κυριακατικο μπουφε και να φαει μεχρι σκασμου...πολυ καλο σερβις και ο χωρος κιτσατος, οπως αρμοζει σε ενα τετοιου υφους εστιατοριο!

από το δίχτυ

Got a better definition? Add it!

Published

Από τη λέξη πάτος + κατάληξη -ίλα.

Χρησιμοποιείται για να περιγράψει:

α) αντικείμενα του πεταματού, υπό την έννοια ότι βρίσκονται στον πάτο της ποιοτικής κλίμακας του ομιλούντος,

β) (συχνότερα) καταστάσεις / εμπειρίες έσχατης κατάντιας (βλ. και πιάνω πάτο) ή, στην πιο ελαφριά εκδοχή, με κατάληξη τουλάχιστον απογοητευτική ως προς τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Η χρήση μπορεί να επεκταθεί και για παρακμιακά μέρη.

Στις περισσότερες περιπτώσεις ο όρος είναι αμοιβαίως εναλλάξιμος με τη λέξη σαπίλα. Ωστόσο, ενώ ο χαρακτηρισμός πατίλα μπορεί να μεταφέρει αποκλειστικά μειωτική διάθεση (η εκφορά συνοδεύεται από ξινισμένη γκριμάτσα, βλ. παράδειγμα 1), συχνότερα υπαινίσσεται χαρά, ευχάριστη έκπληξη ή επιδοκιμασία του ομιλούντος για την καλτίλα του σκηνικού (συνοδεύεται από χαμόγελο και ανασήκωμα των φρυδιών, βλ. παράδειγμα 2). Η «κατάντια», δηλαδή, που αναφέρθηκε προηγουμένως, αφορά μόνο στην αντικειμενική εκτίμηση της κατάστασης, που συχνά ουδεμία σχέση έχει με την υποκειμενική!

Συναντάται επίσης ως πατιλιά.

[i]1. - Έλεος ρε φίλε! Δηλαδή εγώ που ξεσκίστηκα όλο το εξάμηνο με τις εργασίες και έτρεχα σαν το Βέγγο να προλάβω τις προθεσμίες, πήρα τον ίδιο βαθμό με την άλλη που κατέβηκε μόνο στο τέλος στις εξετάσεις;! Τι πατίλα είναι αυτή ρε γαμώτο;!
- Κάτσε ρε... ξεχνάς τη μοριοδότηση...

  1. - Έχουμε πάει που λες για το χαβαλέ με τον Κώστα στο ζιγκολάδικο στην Πατησίων, μια υπόγα, και έχουμε αράξει στην μπάρα με γυαλί ηλίου, πουκαμισιά ανοιχτή και δε συμμαζεύεται, και καλά γόηδες. Τα ποτά μπόμπα, οι γυναίκες όλες πάνω από 50, στην πίστα ένας τύπος με διχτυωτή μπλούζα να «χορεύει» - «δρομέα» τον λέγαμε - και Σώτης Βολάνης να παίζει στα ηχεία... σαν τα «Παρατράγουδα» σου λέω!... Και εκεί που το τραγούδι έλεγε κάτι «στέλνεις SMS στην καρδιά μου» και κάτι τέτοια, έρχεται μια μπάμπω και μου λέει με βλέφαρα πεταριστά: «Εσύ; Θα μου στείλεις κανένα SMS;»... Της λέω: «Μπαα... δεν έχω κάρτα...»!
    - Πω ρε φίλε! Πατίλα! Αυτά είναι!
    [/i]

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Που έχει σχέση ή θυμίζει ή αρμόζει σε κλαμπάκι.

Κλαμπίσιο λέμε συνήθως ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής, ως προς το ύφος και τον ήχο του (δηλ. να χαρακτηρίζεται από έντονο και χορευτικό μπιτ και να έχει μεγάλη διάρκεια, ή έστω να έχει ηχητικά εφέ που χαρακτηρίζουν συνήθως ένα τέτοιο κομμάτι).

Λέμε όμως και τον ήχο αυτό καθεαυτόν που βγαίνει από ηχεία τα οποία «φωνάζουν», δηλ. προορίζονται για τις παραπάνω μουσικές και όχι πχ για τζαζ ή κλασική, οι οποίες έχουν μεγαλύτερες απαιτήσεις (όγκο, βάθος, ευκρίνεια κλπ)

Κλαμπίσιο λέμε και το ύφος ενός μαγαζιού ή μια φωνή ή, τέλος, ένα στυλ ντυσίματος που συνηθίζεται στα κλάμπζζζ, δηλ. σέξυ, φανταχτερό, αποκαλυπτικό κλπ.

Από το αγγλικό club.

Σπανίως λέγεται και για κλαμπ με την έννοια της λέσχης (βλ. παρ. 7).

  1. Ζορικο ειναι,κλαμπισιο.Ραδιοφωνικο δε θα το λεγα,εχει κάπως ένα undergroud υφακι. Γερμανικό electro gothic μου κάνει σαν ατμοσφαιρα

  2. Ευτυχώς η μουσική προχωράει και εξελίσσεται σε άλλα μέρη του κόσμου οπότε δεν στερούμαστε μουσικών ακουσμάτων...και ναι φίλε μου, ακόμα και. «κλαμπίσια»

  3. Ο δισκοθέτης επέλεγε μουσική κλαμπίσια, αισθητικώς ανώτερη των γραικυλικών αλυχτισμάτων.

  4. Σκέφτομαι να στήσω ένα συστηματάκι ηχείων κλαμπίσιο για να έχω «εικόνα» ήχου στυλ club

  5. Όπα ρε μάστορα θα μου πείτε(με το δίκιο σας) και απο ποιότητα τί γινεται;Άμα είναι απλά να φωνάζουν πάω και αγοράζω 2 κλαμπίσια ηχεία και ξεμπερδέυω.

  6. Τόπος συνάντησης της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας το Villa Mercedes, έδωσε στο Γκάζι την κλαμπίσια αίγλη που χρειαζόταν.

  7. Οι Llumar Titanium μπήκαν σήμερα, στο κατάστημα Ψυχικού. Όλα καλά και τιμή κλαμπίσια...
    με γεια σου σταυρο! σου ζήτησαν κάρτα μελους ή απλα ειπες οτι εισαι απο το club;

Kλαμπίσιο σάντουιτς (από Vrastaman, 18/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Αυτός που θυμίζει κουφέτο ως προς τη γεύση ή το χρώμα ή το μέγεθος ή όλα μαζί.

  2. Ο ρομαντικός με την έννοια του παραμυθένιου, του ψεύτικου.

  3. Ο εξαιρετικά καλοντυμένος, λες και πάει σε γάμο ή παντρεύεται ο ίδιος.

  4. Ο επίσημος γενικά.

1.α. Disaronno 28% vol. Δυνατή μύτη φρέσκου πικραμύγδαλου, νότες καφέ και καψίματος. Στο στόμα στρογγυλό, πλούσιο, αρκετά γλυκό, με ξεκάθαρη γεύση αμυγδάλου και μακρά επίγευση με κουφετένιο χαρακτήρα.

  1. β. Η μαμά Halle φαίνεται ότι έχει γούστο αφού έχει ντύσει την μικρή με ένα κουφετένιο ροζ καφτάνι που της πάει πολύ.

1.γ. Στην ακτή με το κουφετένιο βότσαλο (τ΄τιλος ποστ)

2.α. Γιατι εχουν ενα τεραστιο μεινεκτημα αυτοι οι « κουφετενιοι κοσμοι » : εχουν αποκλεισει δρακους , μαγισσες και τερατα , μ' ενα λογο το Κακο , που τοσο ρεαλιστικα αντισταθμιστικα λειτουργει στα παραμυθια . Βιαιη επιβολη του « ροζ » που λειαινει ολες τις «οξειες γωνιες » .Κι αυτη τη φιλοσοφια ζωης τη θεωρω οχι μονο αντι -ρεαλιστικη , αλλα και κραυγαλεα επικινδυνη για τα μικρα κοριτσια . Που θα την « κουβαλησουν » μοιραια στη μετεπειτα ενηλικη ζωη τους με τα γνωστα αρνητικα αποτελεσματα .

2.β. Οι αναρτήσεις πάνε κάπως έτσι: «θα σας μιλήσω λοιπόν για το μεγάλο όνειρο που θέλω να ζήσω με τον θαυμάσιο, μοναδικό, πανέμορφο ευγενικό και ολόδικό μου κουφετένιο πρίγκηπα που θα γνωρίσω

2.γ. Οσο για το χιόνι θα πρειπει να ήταν αρκετά ρομαντικό - κουφετένιο ε;

3.α. είπα να μην εμφανιστώ τόσο κουφετένιος και κρίνοντας εκ των θαμώνων χθες...μάλλον ορθώς έπραξα

3.β. Γιατί όχι καφέ κουστούμι με μαύρη γραβάτα;
Μπουμπούκα μου ναι, αλλά παραείναι «κουφετένιος» συνδυασμός.

  1. Συγχαρητήρια για το στολισμό γλυκός και κουφετένιος όπως πάντα...

από το νέτι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified