Further tags

Αυτός που αντέχει σε δύσκολες συνθήκες ή την κακομεταχείριση ή χωρίς φροντίδα / συντήρηση ή όλα μαζί.

Καλά, μιλάμε το μηχανάκι το 'χω λιώσει και δε βγάζει άχνα, ούτε συνεργεία ούτε τίποτα. Σκυλί μαύρο σε λέω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατόφια καλό / χρήσιμο.

- Και είναι καλό ρε αυτό το σταφ;
- Λίρα εκατό ρε λέμε!

(από filologas, 20/03/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για τον πούτσο, άχρηστο.

Τι κινητό είναι αυτό που δεν έχει ούτε κάμερα, για τον πέουλα είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ένθερμος -κι επί του πρακτέου- υποστηρικτής του «ό,τι κινείται πηδιέται». Αυτός που διατηρεί πολύ χαμηλά, αν διατηρεί, στάνταρντς ως προς τις επιλογές του για το αντίθετο φύλο. Ο σαβουρογάμης.

(Sexpyr - Sexpyrience - Σάββας)

Όποια γυναίκα δει
της την πέφτει στη στιγμή
όπως να 'ναι του κάνει
του Σάββα Ουρογάμη

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποιος ή κάτι που είναι για πέταμα, άχρηστο ή άσχημο.

- Πήγα και πήρα αυτή την οθόνη που είχα βρει στην αγγελία και είναι για τα μπάζα, μια θολούρα βλέπεις μόνο! - Ε τι περίμενες με 50ευρώ που έδωσες;!;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάρα πολύ, εξαιρετικά πολύ.

- Γουστάρεις σήμερα μπαρότσαρκα;
- Άσε ρε, αύριο δίνω κι'έχω να βγάλω του κώλου την ύλη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φουσκωτή κούκλα με τα ανατομικά και γεννητικά χαρακτηριστικά της γυναίκας, που εξυπηρετεί παθολογικούς αυνανιστές και περιστασιακούς αυνανιζόμενους.

Προτιμάται και από φανατικούς εργένηδες.

Προφανώς, ο όρος προέκυψε απ' το προτέρημα της φουσκωτής έναντι της αληθινής, ν' αναδιπλώνεται και να περιορίζεται, χωρίς πολλά-πολλά, σε μια βαλίτσα μετά τη χρήση.

- Τι μούτρα είναι αυτά ρε Ευγένιε; Μη μου πεις... Τσακώθηκες πάλι με την Τασούλα;
- Άσε ρε Γιωργάκη... ΓΥΝΑΙΚΕΣ... δεν τις ξέρεις ρε; Μ' άρχισε πάλι τα τρελά της, και την έστειλα σούμπιτη... Έτσι όπως πάει, θα ψωνίσω και γω μια απ' αυτές τις μαντάμ ντε σακ ντε βουαγιάζ να βρω επιτέλους την υγεία μου...

(από xalikoutis, 04/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σκουπιδιάρα στα ελληνικά στρατά.

- Τι υπηρεσία έχεις σήμερα;
- Πλοίο της Αγάπης...

Captain Stubing (Καπετάν Στουμπωμένος) (από Vrastaman, 31/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πουκάμισο συνήθως χαβανέζικο, αμφιβόλου αισθητικής το οποίο συνηθίζει να φοράει ο συμπαθής ηθοποιός με τα νεύρα τσατάλια. Το λέμε για να τονίσουμε την κακογουστιά.
Το πουκάμισο «Γιώργος Κωνσταντίνου» φοριέται μονάχα άμα πας διακοπές στην Καραϊβική, Μπαχάμες, Χαουάη κ.λπ.
Οπουδήποτε αλλού σε κοροϊδεύουν πίσω από την πλάτη σου.

- Ρε Ερρίκος να το πάρω;
- Καλά είσαι μαλάκας ρε Φώντα; Πουκάμισο «Γιώργος Κωνσταντίνου» θα πάρεις;;; Δεν βλέπεις ότι φούξια ανανάδες με κίτρινες φοινικιές σε ροζ φόντο δεν παλεύεται με τίποτα; Απαπαπα. Καλύτερα να κυκλοφορείς γυμνός.

Το φόρεσε και ο Αdrianno Celentano (από allivegp, 12/08/11)Το φόρεσε και ο Αdrianno Celentano (από allivegp, 12/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απογοητευτικά φτωχό σάντουιτς που διαψεύδει τις προσδοκίες του παραγγείλαντος. Συνοδεύεται δε τις περισσότερες φορές με κιτριτάτες.
Παράφραση του γνωστού πια σε όλους club sandwich.

Είπα κι εγώ θα χορτάσω... Αυτό το κλαψ σάντουιτς όμως ήταν όλο κι όλο δυο ψωμάκια ρε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified