Ο οδηγός νταλίκας, ο νταλικέρης, με ολίγον υποτιμητική και ειρωνική διάθεση.
Δες και νταλίκαμαν.
Ο οδηγός νταλίκας, ο νταλικέρης, με ολίγον υποτιμητική και ειρωνική διάθεση.
Δες και νταλίκαμαν.
Got a better definition? Add it!
Που έχει σχέση ή θυμίζει ή αρμόζει σε κλαμπάκι.
Κλαμπίσιο λέμε συνήθως ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής, ως προς το ύφος και τον ήχο του (δηλ. να χαρακτηρίζεται από έντονο και χορευτικό μπιτ και να έχει μεγάλη διάρκεια, ή έστω να έχει ηχητικά εφέ που χαρακτηρίζουν συνήθως ένα τέτοιο κομμάτι).
Λέμε όμως και τον ήχο αυτό καθεαυτόν που βγαίνει από ηχεία τα οποία «φωνάζουν», δηλ. προορίζονται για τις παραπάνω μουσικές και όχι πχ για τζαζ ή κλασική, οι οποίες έχουν μεγαλύτερες απαιτήσεις (όγκο, βάθος, ευκρίνεια κλπ)
Κλαμπίσιο λέμε και το ύφος ενός μαγαζιού ή μια φωνή ή, τέλος, ένα στυλ ντυσίματος που συνηθίζεται στα κλάμπζζζ, δηλ. σέξυ, φανταχτερό, αποκαλυπτικό κλπ.
Από το αγγλικό club.
Σπανίως λέγεται και για κλαμπ με την έννοια της λέσχης (βλ. παρ. 7).
Ζορικο ειναι,κλαμπισιο.Ραδιοφωνικο δε θα το λεγα,εχει κάπως ένα undergroud υφακι. Γερμανικό electro gothic μου κάνει σαν ατμοσφαιρα
Ευτυχώς η μουσική προχωράει και εξελίσσεται σε άλλα μέρη του κόσμου οπότε δεν στερούμαστε μουσικών ακουσμάτων...και ναι φίλε μου, ακόμα και. «κλαμπίσια»
Ο δισκοθέτης επέλεγε μουσική κλαμπίσια, αισθητικώς ανώτερη των γραικυλικών αλυχτισμάτων.
Σκέφτομαι να στήσω ένα συστηματάκι ηχείων κλαμπίσιο για να έχω «εικόνα» ήχου στυλ club
Όπα ρε μάστορα θα μου πείτε(με το δίκιο σας) και απο ποιότητα τί γινεται;Άμα είναι απλά να φωνάζουν πάω και αγοράζω 2 κλαμπίσια ηχεία και ξεμπερδέυω.
Τόπος συνάντησης της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας το Villa Mercedes, έδωσε στο Γκάζι την κλαμπίσια αίγλη που χρειαζόταν.
Οι Llumar Titanium μπήκαν σήμερα, στο κατάστημα Ψυχικού. Όλα καλά και τιμή κλαμπίσια...
με γεια σου σταυρο! σου ζήτησαν κάρτα μελους ή απλα ειπες οτι εισαι απο το club;
Got a better definition? Add it!
Μάλλον καταθλιπτικό λήμμα, αλλά τείνει να πάρει διαστάσεις κανονικής λέξης και όχι απλής slang. Πρόκειται για χαρακτηρισμό των συμβασιούχων εργαζομένων, οι οποίοι σύμφωνα με το Προεδρικό Διάταγμα «Παυλόπουλου» (Π.Δ. 164/2004), μετά το πέρας 24 συνολικά μηνών εργασιακών τους συμβάσεων υπό ενός φορέα, δεν έχουν το δικαίωμα να ξανασυνάψουν σύμβαση εργασίας υπό αυτόν τον φορέα ποτέ ξανά στη ζωή τους.
Μερικά επαγγέλματα δεν επηρεάζονταιι τόσο, όπως π.χ. οι γεωπόνοι, οι οποίοι μετά το πέρας των 24 μηνών μπορούν να ανοίξουν δικό τους γραφείο.
Άλλα, επηρεάζονται λιγότερο από αυτό το διάταγμα, π.χ. οι δασονόμοι, οι οποίοι μετά το πέρας της διετούς τους εργασίας υπό τη δασική υπηρεσία ενός νομού μπορούν να συνάψουν σύμβαση μόνο με δασική υπηρεσία κάποιου άλλου νομου -με την οποία φυσικά δεν έχουν συμπληρώσει 2 χρόνια σύμβασης κατά το παρελθόν και βέβαια, ο χρόνος εργασίας τους εκεί, δε θα ξεπερνάει αυτό το πλαφόν χρονικό διάστημα.
Τέλος, υπάρχουν άλλα επαγγέλματα που παρέλυσαν με αυτό το διάταγμα, όπως αυτά του Υπουργείου Πολιτισμού, αφού οι συμβασιούχοι εκεί αναγνωρίζονται ως εργαζόμενοι ενός και μόνο φορέα: του αυτού υπουργείου. Ως αποτέλεσμα, μετά το πέρας των 24 μηνών, οι συμβασιούχοι του Υπουργείου Πολιτισμού δεν έχουν δικαίωμα ουδέποτε να συνάψουν σύμβαση δημοσίου δικαίου και άρα να ξαναεργαστούν στον τομέα τους (για όσους απορούν γιατί πέρυσι έκλεισε η Ακρόπολη από απεργούς).
Οι 24μηνίτες είναι μια από τις πιο πρώιμες εκφάνσεις της κρίσης που χτύπησε την Ελλάδα, μιας και η εν λόγω νομοθεσία ψηφίστηκε εν έτει 2007. Φυσικά, δεν πρόκειται να αλλάξει: απώτερος στόχος είναι ο εκάστοτε συμβασιούχος να μην καταφέρει ποτέ να μαζέψει μέσω συμβάσεων τα απαραίτητα για τη μονιμοποίησή του μόρια. Και εις άλλα!
λοιπόν πάρτε αποφάσεις και ανακοινώστε μας το τι θα κάνετε. Δεν μπορεί κάποιοι που δεν έχουν το δικαίωμα που έχουμε εμείς τώρα να το έχουν αργότερα και εμείς όχι!
Αναρτήθηκε από σωματειο αδιοριστων 24 μηνιτων του ΑΣΕΠ στις 8:45 π.μ. (εδώ)
Εμείς ως μέλη του σωματείου 24μηνιτών με ΑΣΕΠ στηρίζουμε των αγώνα του πολύπαθου κλάδου των συναδέλφων μας και δηλώνουμε την αμέριστη υποστήριξή μας. (εδώ)
Got a better definition? Add it!
Αυτός / αυτή που ξεπετάει κάτι με με μεγάλη ευκολία ή που ξεπετιέται εξίσου εύκολα (στην περίπτωση αυτή είναι συνώνυμο της ξεπέτας).
Ο υπάλληλος ήταν σπίντα, μεγάλη ξεπεταδούρα σου λέω, τελειώσαμε σε 5 λεπτά ενώ στο διπλανό ταμείο είχε ουρά 7 άτομα.
Υπηρεσία: Χιουμοριστική από μία άποψη, αλλά όταν της ζήτησα να ψεκάσει το δωμάτιο με αρωματικό επειδή μύριζε κλεισούρα ή τσιγαρίλα ή και τα 2, μου είπε δεν έχω. Το κορυφαίο ήταν όταν μπήκε μέσα πριν ανοίξω την πόρτα εγώ, για να φύγω και μου λέει:-«Νόμιζα ότι είχες φύγει!». Πως θα έχω φύγει; Μήπως διακτινίστικα και δεν το ξέρω; Μου είχε πέσει το ρολόι κάτω :angry:και προσπαθούσα να το φτιάξω, αλλά και πάλι δεν έκανα τόσο πολύ, οπότε ξεπεταδούρα και η υπηρεσία.
(από το νέτι)
Got a better definition? Add it!
Αστειατόρικη έκφραση που σημαίνει «είσαι ωραίος» ή σωραίος. Λέγεται επιβραβευτικά όταν κάποιος έχει κάνει ή πει ή εξιστορήσει κάτι ωραίο. Δηλαδή από τον χαρακτηρισμό ναζωραίος για τον Χριστό κρατάμε μόνο το τέλος «ωραίος». Πιθανότατα επέδρασε και αυτό το ανέκδοτο για την έκφραση, η οποία πάντως είναι, νομίζω, λιγότερο συχνή από τα ζαγωραίος και Ζαγοράκης.
- Παιδιά αφήστε θα κεράσω εγώ, αύριο είναι τα γενέθλιά μου!
- Ναζωραίος!
Ο παλιός είναι ωραίος, κι ο νέος είναι Ναζωραίος (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Το ελληνικό αντίστοιχο του αγγλικού frenemy. Πρόκειται για συμφυρμό από τα άσπονδος εχθρός και φίλος. Άσπονδος εκ του στερητικού άλφα και της λέξης σπονδή σημαίνει τον εχθρό με τον οποίο δεν έχουμε κάνει καμία σπονδή, δηλαδή συμφωνία με θρησκευτική επίκληση, οπότε η έχθρα μας δεν ακολουθεί κανένα κανόνα, και όλα τα χτυπήματα επιτρέπονται σε μία μάχη έως εσχάτων. Οπότε το άσπονδος φίλος είναι μια contradictio in adjecto (που λένε και στο χωριό μου), ένα οξύμωρο σχήμα.
Ο άσπονδος φίλος είναι είτε ένας εχθρός μεταμφιεσμένος σε φίλο, είτε, κυρίως, ένας φίλος και συνεργάτης, που είναι όμως ταυτόχρονα ανταγωνιστής, και όπου εντέλει η ζήλια, ο φθόνος και τα πισώπλατα αδελφικά μαχαιρώματα υπερισχύουν της φιλίας. Μπορεί να ισχύσει για προσωπικές σχέσεις, λ.χ. για μια κολλητή που από ζήλια τρώει τον γκόμενο της φίλης της, αλλά και για επαγγελματικές συνεργασίες ή και για σχέσεις μεταξύ ομάδων, θεσμών, κρατών κ.ο.κ.
Ο όρος δεν αποτελεί ακριβώς σλανγκιά, αλλά κάνει μια επιτυχή καριέρα ως το αντίστοιχο του frenemy, που είναι αρκετά δημοφιλές. Στην Λεξιλογία βλέπουμε έναν ενδιαφέροντα προβληματισμό για το πώς θα μπορούσε να μεταφραστεί ο αγγλικός όρος στα ελληνικά. Θα μπορούσαν να υπάρξουν και λεξιπλασίες, όπως το φίλεχθρος, που θα είχαν το πλεονέκτημα ότι είναι πιο κοντά στο λεξιπλαστικό πνεύμα του αγγλικού πρωτοτύπου. Από την άλλη, το άσπονδος φίλος έχει το πλεονέκτημα ότι έχει προκύψει πιο αυθόρμητα στην ελληνική γλωσσική κοινότητα, αν και έχω την εντύπωση ότι μέρος της επιτυχίας του όρου οφείλεται στην αντίστοιχη επιτυχία του frenemy.
Τέλος, ο Ν. Σαραντάκος εδώ ονομάζει άσπονδους φίλους τις ομόρριζες πολύ συγγενείς λέξεις διαφορετικών γλωσσών, οι οποίες όμως έχουν καίρια διαφορά σημασίας, που καθίσταται επικίνδυνα παραπλανητική κατά την μετάφραση. Λ.χ. όταν το γαλλικό assister à un viol (=βλέπω/ παρακολουθώ έναν βιασμό) μεταφράζεται λανθασμένα ως to assist a rape (=βοηθώ σε έναν βιασμό) ο απλός μάρτυρας καθίσταται συνεργός με επικίνδυνα αποτελέσματα.
Η ταινία του Φίντσερ αγγίζει ένα μάλλον άβολο θέμα για τον Ζούκερμπργκ, τις διενέξεις και τις δικαστικές του περιπέτειες με τους αδελφούς Γουίνκελβος που θεώρησαν ότι τους έκλεψε την ιδέα, αλλά και τις κατηγορίες του φίλου και συνιδρυτή του Facebook, Εντουάρντο Σάβεριν. Ο δεύτερος θεώρησε ότι ο «άσπονδος φίλος του» τον απέκλεισε από το δημιούργημά τους, το οποίο είχε μάλιστα χρηματοδοτήσει στα πρώτα του βήματα. Ο καβγάς στην προκειμένη περίπτωση έγινε για έναν ηλεκτρονικό κολοσσό που αποτιμάται σήμερα γύρω στα 25 δισεκατομμύρια δολάρια. (Εδώ).
Όταν θα βρεθεί κατηγορούμενος για τη δολοφονία του Μπούγκι, άσπονδου φίλου της νεανικής του ζωής και στα πρόθυρα το Αλτσχάιμερ να βυθίσει στο σκοτάδι όλες του τις αναμνήσεις, αποφασίζει να διηγηθεί τη δική του εκδοχή ξεκαθαρίζοντας τους λογαριασμούς του με το παρελθόν και συμπληρώνοντας καρέ - καρέ τα κομμάτια του παζλ της ζωής του. (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται για γυναίκες οποιασδήποτε ηλικίας, αν και ταιριάζει περισσότερο στις λιιιιίγο μεγαλύτερες...
Υποδηλώνει είδος γυναίκας που της αρέσει ιδιαιτέρως το ξενύχτι, το ποτό, τα μπουζούκια, το clubbing, το χέσιμο γενικότερα και ενίοτε = συχνά, επιδίδεται ιδιαιτέρως ευχαρίστως και χωρίς δισταγμούς σε ακόλαστα one night stand.
- Έλα ρε μαλάκα, πώς πέρασες το Σάββατο;
- Πωπω μαλάκα χέσιμοοοοοοοο... Πήγα στο shark, με τραπεζάρα και βρήκα την Ζέτα και καταλήξαμε σπίτι μου!!
- Ψωλάρα;
- Ναι ρε μαλάκα και την επόμενη μέρα μ' έλεγε αγάπη μου η βρωμο-κοπράνα!!
Got a better definition? Add it!
Χύσια-Θήκη: η γυναίκα που παραδόξως αφήνει έναν άντρα να χύσει μέσα της (συνήθως στην πίσω πόρτα).
Επίσης η γυναίκα που καταπίνει τα χύσια κατά την διάρκεια της πίπας.
Αλλά και η γυναίκα που όταν θέλει σεξ θυμάται τους πρώην (μάλλον γι 'αυτή την περίπτωση χρησιμοποιείται άλλη έκφραση, εκτός από πουτανάκι).
- Ρε με πήρε τηλέφωνο η τάδε, πολύ πιπατζού αλλά και χυσοθήκη, δεν αφήνει τίποτα, τα καταπίνει όλα'!
- Μαλάκες κάθεστε; Χθες έχυσα μια γκόμενα.''
- Έλα ρε, τι μας λες! Και 'γω νόμιζα ότι χύνουν μόνο οι μπαμπουίνοι...«
- Όχι ρε, μέσα στο μουνί''
-...Μπράβο μαλάκα, θα σε δούμε στα βαφτίσια''
Got a better definition? Add it!
Από τις λέξεις καμαρώνω + καυλί: λέγεται για εκείνους που καμαρώνουν για το πέος τους και τα κατορθώματα τους, αλλά επίσης χρησιμοποιείται και από γυναίκες που σχολιάζουν το πέος ενός που περνάει από μπροστά τους ή οτιδήποτε.
- Αχ αχ κοίτα αυτόν!
- Αχ αχ πού, πού;;
- Α, αυτον τον καμαροκαύλη λές;
- Ναι, όντως πετάγεται πολύ από το τζίν-φόρμα
Got a better definition? Add it!
Παγκάρι-Γλείψιμο: η ιδιάζουσα περίπτωση αυτής της γλείφτρας ακόμη προβληματίζει την κοινωνία, καθώς κανένας δεν ξέρει εάν σημαίνει γυναίκα που πήγε με παπά ή γυναίκα που χρηματίζεται για μία (μπορεί και 2 αν είναι παρέα) πίπα.
Η λέξη χρησιμοποιείται επίσης και για αυτούς που λαμβάνουν «λάδωμα» από ανωτέρους τους.
Επίσης επειδή η διαδικασία του γλειψίματος περιλαμβάνει κάτι σαν να το λαμβάνουμε (δηλαδή όπως το φάγωμα) μπορεί να σημαίνει και κλέφτης παγκαριών.
Ο τάδε χθες πιάστηκε από την αστυνομία, ήταν παγκαρογλύφτης.
Χθες μια παγκαρογλύφτρα μου πήρε 30 ευρώ για μια πίπα, κλέφτρα ρε φίλε έχουν κρίση και οι πουτάνες να πούμε.
Got a better definition? Add it!