Further tags

Απαστράπτουσα χλιδή, πραγματική ή επινοημένη. Οι φέροντες χαρακτηριστικά γκλαμουριάς αποκαλούνται γκλαμουράτοι.

Η έκφραση συνήθως εμπεριέχει ψήγματα σαρκασμού, εκτός εάν ο χρήστης της στερείται παντελώς της αίσθησης του γελοίου.

Είναι απίστευτο, αλλά η λέξη αποτελεί Ελληνικό αντιδάνειο: γκλαμουριά > glamour > gramarye (μαγεύω, στα Σκωτικά) > grammar (η μάθηση, κυρίως απόκρυφων και μαγικών τεχνών, στα μεσαιωνικά Αγγλικά) > γραμματική. (Βλέπε www.etymonline.com)

«Ένα στίγμα που ανάλογο δίνουν πια σχεδόν όλα τα ξένα φεστιβάλ- η γκλαμουριά, η νοτιοευρωπαϊκή κυρίως ιδέα του φεστιβάλ ΄ντυνόμαστε καλά και πάμε να δούμε τον σταρ΄ εξαφανίζεται, ακόμα και στη Βερόνα.» (Τέρμα στους σταρ και στην γκλαμουριά, ΤΑ ΝΕΑ, 28 Ιουνίου 2008)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο διερμηνέας, ρίζα αραβική < αραβ. targumān -ος με μετάθ. του [r] και τροπή του αρχικού [t > δ], η οποία πέρασε εν συνεχεία στα τουρκικά. Μέγας δραγουμάνος ήταν τιμητικό αξίωμα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι διερμηνείς μετέφεραν εντολές σε ξένους στρατιώτες, επισκέπτες και όπου τέλος πάντων χρειαζόταν συνεννόηση. Μετέφραζαν έγγραφα, έγραφαν εντολές και γενικά ήταν μεσάζοντες σε συμφωνίες και εντολές.

Ο Μέγας Δραγουμάνος της Πύλης κατέφθασε στο αρχηγείο του Ρωσικού Στρατού, προκειμένου να μεταφέρει την οθωμανική πρόταση για ανακωχή.

(από krepsinis, 12/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο σκυθρωπός και κακόκεφος άνθρωπος. Μάλλον η λέξη προέρχεται από τα λατινικά [λατ. murcus (κουτσουρεμένος) + flexus (γερμένος προς τα κάτω) = μουρτζού φλ(ης) -α]

- Πέρασα το πρωί από το σπίτι και είδα τον πατέρα σου. Πολύ μουρτζούφλης ρε φίλε, μπας και με αντιπαθεί;
- Όχι ρε, τον έχει πάρει από κάτω με τις πανελλήνιες, επειδή ο αδερφός μου δεν πέρασε, γι' αυτό είναι έτσι.

Mourtzoufliko poniroskylo (από Vrastaman, 11/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πραγματική σημασία της λέξεως είναι η παρδαλή κατσίκα ή προβατίνα, άνω των 6 ετών, που δεν γεννάει πια. Υβριστικά χρησιμοποιείται ως χαρακτηρισμός άσχημη γυναίκας προχωρημένης ηλικίας. Κατά πάσα πιθανότητα προέρχεται από τα αλβανικά [αλβ. gjosa, γίδα].

  1. Ο Εθνικός Σταρ είμαι εγώ και όχι η γριά γκιόσα! (δήλωση Εθνικού Σταρ Ανδρέα Ευαγγελόπουλου).

  2. (καταχώρηση από το Agrotravel.gr)
    «Επισκεφθείτε τα «γκιοσάδικα» στο Δήμο Μiδέας της Αργολίδας. Κάθε χρόνο, από τον Απρίλιο , την Κυριακή του Θωμά, έως τις 14 Σεπτεμβρίου (συνήθως), είναι η καλύτερη εποχή για τα παραδοσιακά εστιατόρια της περιοχής να ετοιμάσουν , με τον μοναδικό τους τρόπο, την γκιόσα , ψημένη σε πετρόχτιστο φούρνο. Πλησιάζοντας, η μυρωδιά προμηνύει τι «μέλλει γενέσθαι» και αποχωρώντας …δεν είστε σε θέση να σκέφτεστε καθώς η γαστριμαργική σας εμπειρία και το ντόπιο κρασί δεν σας το επιτρέπουν».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αδερφή του ελέους, η κραγμένη, πιθανόν και πρόεδρος του τοπικού σωματείου.
Έχει βγει, ο απεόφοβος, από την ντουλάπα εδώ και πολύ καιρό και μάλλον δεν τό 'χει ξαναμπαίνει γιατί φοβάται το σκοτάδι.

- Πστ! Πάρ' έναν γκέυλορντ με φτερά και πούπουλα!
- Δεν είναι σήμερα η γκέυ πράιντ ρεεεεε!!!

στο 8.25 (από jesus, 04/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αρχική σημασία της λέξης, η οποία είναι τουρκικής προελεύσεως (çavus), είναι στρατιωτικός βαθμός υπαξιωματικού. Το μεταφορικό της νόημα είναι ο ξεροκέφαλος και απαιτητικός άνθρωπος, που χαρακτηρίζεται από δυναμισμό και επιθετικότητα. Σχεδόν αποκλειστικά χαρακτηρίζει γυναίκες.

- Ωραίο γκομενάκι η ξαδέρφη του Γιώργου, αλλά πολύ τσαούσα ρε παιδί μου. Αν δε γίνει το δικό της φέρνει τα πάνω κάτω και τους παίρνει όλους ο διάλος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικός χαρακτηρισμός για την (όχι συμπαθή σε μας) γκόμενα ενός ερωτοχτυπημένου. Από τον Δον Κιχώτη, βέβαια.

- Πώς πήγε χθες;
- Καλά.
- Α, τόσο;
- Ε αφού μας κουβάλησε ο μαλάκας την Δουλτσινέα του και δεν μπορέσαμε να πούμε μια κουβέντα της προκοπής όλη νύχτα...

Got a better definition? Add it!

Published

Ο άνθρωπος που επιδεικνύει έντονη αγάπη και φροντίδα με ό,τι καταπιάνεται, προκειμένου να πετύχει το καλύτερο αποτέλεσμα και να κρατήσει τους πάντες ευχαριστημένους. Ασχολείται δηλαδή με κάτι έχοντας άφθονο μεράκι. Χρησιμοποιείται συχνά για μάγειρες και μάστορες. Ως ρήμα (μερακλώνομαι) σημαίνει ότι επιδεικνύω έντονο κέφι και νταλκά, ειδικά σε γιορτές. Η προέλευση της λέξης από τα τουρκικά.

Πήγαμε στον Τούρκο χθες φίλε μετά το κλαμπ και φάγαμε σαν βασιλιάδες. Πολύ μερακλής ο τύπος μιλάμε, τέτοιο ψητό και τέτοια λαδερά δεν κάνει ούτε η μάνα μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο σιωνισμός απετέλεσε εθνικοθρησκευτικό κίνημα που ιδρύθηκε τον 19ο αιώνα από τον Θεοδωρή Herzl με σκοπό την δημιουργία Εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη. Μετά την ίδρυση του κράτους, σιωνιστές πλέον θεωρούνται όσοι υποστηρίζουν και προωθούν ενεργά τα συμφέροντα του Ισραήλ.

Στο μυαλό πολλών e-λληναράδων ωστόσο, οι σιωνιστές, παρέα με μασόνους, Illuminati, και τις λοιπές αντιδημοκρατικές δυνάμεις, αναπτύσσουν και εξαπολύουν επί 24ώρου βάσεως δόλια και νοσηρά σχέδια με σκοπό να πατάξουν παρασκηνιακά το Ελληνικό έθνος, τα χρηστά ήθη, την ελληνική γλώσσα, την ορθοδοξία, κλπ. Θεωρούν ότι η παγκόσμια και σκοτεινή αυτή συνωμοσία εβραίων κρύβεται πίσω από την τουρκοκρατία, την μικρασιατική καταστροφή, τον εμφύλιο, την χούντα, το κυπριακό, το μακεδονικό.

Η αντίληψη αποκτά ιονεσκικό χαρακτήρα καθώς αγριοχρίστιανοι e-λληναράδες κατηγορούν τους σιωνιστές ότι υποσκάπτουν την Ορθοδοξία, ενώ νεοπαγάνεςe-λληναράδες κατηγορούν τους σιωνιστές ότι μας επέβαλαν τον χριστιανισμό για να μας ευνουχίσουν.

Η πικρή αλήθεια είναι ότι οι πραγματικοί σιωνιστές χέστηκαν πατόκορφα για όλα αυτά. Προτεραιότητα είναι να προασπίζονται τα συμφέροντα του Ισραήλ. Έστω όμως ότι μισούσαν τον Ελληνισμό: η καλύτερη στρατηγική τους θα ήταν μας αφήσουν σε αυτόματο πιλότο, καθώς κανείς άλλος δεν μπορεί να μας βγάζει τα μάτια με την δεξιότητα με την οποία βάζουμε αυτογκόλ!

«....η παρακμή των ελλήνων ιερεωνσε ένα κράτος που η κυβέρνηση του έχει υποταχθεί στο σιωνισμό και βρίσκεται σε μια γενικότερη παρακμή σε αυτή δυστυχώς θα πέσουν και κάποιοι ιερείς του Χριστού...» (απάντηση Χριστιανικού site σε νεοπαγάνες που κατηγορούν τον χριστιανισμό σαν δούρειο ίππο του σιωνισμού).

«..1959 Το σιωνιστικό σχέδιο της Κυπριακής Ανεξαρτησίας υπό την εγγύηση της ΤΟΥΡΚΙΑΣ, δηλαδή η συμφωνία Ζυρίχης-Λονδίνου..» (από site)

«..το χρηματοδοτούμενο από τον Σόρρος σιωνιστικό ανθελληνικό και θολοκουλτουριάρικο blog...» (από site)

«..Το ακατασίγαστο μίσος που επί αιώνες ο σιωνισμός τρέφει για τον Ελληνισμό, βρήκε την αποκορύφωσή του κατά τη διεξαγωγή της Μικρασιατικής εκστρατείας...» (από site)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O νωθρός και βαρύθυμος μετά από πολλές ώρες ύπνου, ο διακατεχόμενος από σπαρίλα. Αραβική λέξη που στη συνέχεια πέρασε στην τουρκική γλώσσα (mahmur = νυσταγμένος).

- Πρέπει να είναι μεγάλη περίπτωση ο γιος του διαχειριστή.
- Πως κι έτσι;
- Πήγα σήμερα κατά τις 18.00 και μου άνοιξε την πόρτα. Ξαφνικά βλέπω έναν έναν μαχμουρλή που χασμουριόταν και φορούσε μόνο το βρακί του. Στη κυριολεξία κοιμόταν όρθιος.

(από krepsinis, 24/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified