Further tags

  1. Γενικά κάποιος που βρίσκεται υπό την έντονη επίρροια ουσιών ή/και αλκοόλ.

  2. Αυτός που βρίσκεται υπό την επίρροια κοκαΐνης ή (σπανιότερα) γενικά ο χρήστης κοκαΐνης.

-Πω ρε, μες την τσίτα είναι ο Μπάμπης.
- Ε ναι ρε αφού είναι γνωστό κόκκαλο.

Δες και λιάρδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία του αποκαΐδι. Αρχικά: ο κατεστραμμένος από drugs, ξίδια και άλλες έξεις. Πλέον συνδέεται με κάθε είδους κολλήματα και μονομανίες, αλλά και συγκεκριμένες στυλιστικές επιλογές και το όλο πλασάρισμα.

- Πάμε Mall να δούμε καμμιά ταινία;
- Άσε ρε μαλάκα, είναι πήχτρα από emo καΐδια, μου έρχεται να τα ψεκάσω τα μαλακισμένα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που είναι μεθυσμένος.

- Ήρθε μέσα στο μαγαζί ο Νίκος και ήταν τελείως γκολ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βγαίνει από την λέξη μαστούρι, για ευκολία. Μετά την χρήση ουσιών από κάποιον που είναι φανερά υπό την επήρεια χόρτου.

- Χα... Κοίταξέ τον πως έχει γίνει... Λέει ό,τι του κατέβει στο κεφάλι. Είναι πολύ στούρι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποια πολύ χοντρή ή κάποια που πίνει πολύ.

- Πολύ μπράσκα αυτή η γκόμενα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο άσχημος.
  2. Αυτός που έχει άθλια εμφάνιση λόγω χρήσης (ή κατάχρησης) ναρκωτικών ουσιών ή αλκοόλ.

- Τι μάπα είναι αυτή που έχεις ρε φίλε... Σαν τον κώλο μου ξενύχτη.

σαν το κώλο μου νυχτοφύλακα (από xalikoutis, 31/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έμπορας ουσιών.

Πάω στον Μπομπ Ντίλιαν να μου πει κανα τραγούδι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πρεζάκι.

- Τσεκάρισε τον κόμη τζάνκουλα, σέρνεται το λείψανο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το άτομο που έχει γίνει λιώμα στο μεθύσι.

Ο Γιώργης έγινε κουρούμπελο απόψε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαστουρωμένος που δεν έχει επαφή με το περιβάλλον. Βρίσκεται ένα βήμα πριν τον θάνατο και ένα βήμα μετά τον κλασμένο.

Καλά ήταν στο πάρτυ, αλλά όταν ήπιαμε και το βρομά με βρήκανε χεσμένο στο μπάνιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified