Further tags

Ο ανώμαλος, αυτός που έχει παρεκκλίσεις.

  1. Απίστευτος πλέιερ, ελέγχει τον μισό νομό. Σκοτεινούλης, επίσης, Ανωμαλάκιας. Απαγορευμένα πάρτι, σαδομαζό, τέτοιες φάσεις. (Μάκης Μαλαφέκας, Deep Fake, Αντίποδες, Αθήνα 2024, σ. 82).
  2. Λίγο ανωμαλάκηδες. Λίγο ημιεπαγγελματίες φαφλατάδες. Και γενικά. Λίγο λίγοι· Αλλά στην τελική με γεια σας με χαράς σας. Ρε γαμημένοι. Δεν πειράζει, μπράβο σας. (Εδώ).
  3. Ο ανωμαλάκιας ό διπολικά διαταραγμένος Βασιλακόπουλος πρέπει νά έχει γραφείο τελετών αυτός ή ή γυναικα του ή άλλο στενό συγγενικό του πρόσωπο,αλλιώς δέν εξηγείται ή εμμονή του γιά τόν θάνατο.”θεωρούμε ότι 40 νεκροί είναι οκ”.Κανονικά δέν χαίρεται κανείς όταν πεθαίνει άνθρωπος. Εκτός άν πρόκειται γιά πολύ μισητό πρόσωπο όπως τόν γουρλομάτη,οπότε δικαιολογείται ή φράση “κακό ψόφο νά ‘χει”. (Μακελειό).
  4. Δε το'πιασα.Τι υπονοείς με τις παραπάνω φωτογραφίες;Ότι το μέρος το'καναν μπουρδέλο ή ότι κάποιος ανωμαλάκιας αρέσκεται να..."παίζει" με τα προφυλακτικά;Με δαυτές ζητάς κιόλας την επέμβαση εισαγγελέα; Πες μου,διότι κτυπάω το κεφάλι μου στον τοίχο,για να καταλάβω γρυ.. (Athens Indymedia).
  5. Ένας ανωμαλακιας εδώ μέσα θέλει να φιλάει πόρνες..... Ρε μπαγασες μπας και τις πάτε και για κάνα φαγητό μετά ?? (Μπου).

Got a better definition? Add it!

Published

Το άτομο που μένει μόνο του, δηλαδή δεν έχει γάμο ή συγκατοίκηση, αλλά είναι ανοικτό σε πολλαπλές ερωτικές σχέσεις και σε πολυσυντροφικότητα. Εκ του solo polyamorous.

Δεν είμαι μπακούρης, είμαι σόλο πόλυ.

Got a better definition? Add it!

Published

Στο ιδίωμα της BDSM κοινότητας είναι η θηλυκότητα αντικείμενο λατρείας από υποτακτικούς σούμπηδες.

  1. Εχτες που ειχα παει στο fetish ball και ειδα την Lola μου γεννηθηκε η εξης απορια: Ας υποθεσουμε οτι ειμαι δηλωνω Αφεντης η Κυριαρχος και βλεπω αυτο το θεικο πλασμα μπροστα μου να μαγευει. Αν εκεινη την στιγμη μου ερθει σαν κεραυνος η επιθυμια να αφεθω στα χερια της θα παψω να ειμαι Κυριαρχος; Και γιατι να μην το κανω οταν εχω μια ΘΕΑ διπλα μου; Προσωπική μου γνώμη - όπως έχω δηλώσει και αλλού: Αν κάτι θέλουμε και με αυτό δεν βλάπτεται κανείς δεν υπάρχει λόγος να αφήσουμε την όποια "ταμπελά" να μας σταματήσει. Είμαστε εδώ γιατί μας αρέσει. Γιατί λοιπόν να μην κάνουμε το κέφι μας υπακούοντας σε συμβατικότητες τη στιγμή που είμαστε στο χώρο αυτό και τις αποφεύγουμε? την γνωριζεις ως Ελληνάρας...την πολιορκεις ως Αφεντης...χαιροσαστε τον ερωτα σας οπως θελετε εσεις...δεν υπαρχουν περιορισμοι η ταμπελες Δεν καταλαβαίνω γιατί συνδέεται η ομορφιά με την επιθυμία υποταγής ή Κυριαρχίας εν προκειμένω, εφόσον δεν είναι κανένας παγκόσμιος νόμος πως η Κυριαρχία και η υποταγή έχουν άμεση σχέση με το θαυμασμό για την ομορφιά. Σε άλλα υποκείμενα δεν έχουν. Αν λοιπόν εσένα σου βγαίνει έτσι, τότε εξέτασε την πιθανότητα να επιθυμείς τη δική σου υποταγή σε μία γυναίκα Κυριαρχικής ψυχολογίας, που θα σε ελκύει όσο αυτή. (τι μου θύμισες τώρα, έχω διαβάσει "Αφέντρες" να καυχιούνται πως "έσπασαν" Μαστεράδες, και τους έκαναν να κυλιούνται στα πατώματα γι αυτές -με δικά μου λόγια, τα δικά τους ήταν αρκετά πιο άκομψα- πάντα θεωρούσα τέτοιες αυτάρεσκες δηλώσεις γελοίες και υποτιμητικές για το ίδιο άτομο που τις εκφέρει). Σε δεύτερη ανάγνωση, πάντα οι Κυριαρχικές μου κεραίες οσμίζονται ενοχική αντιμετώπιση της υποτακτικής επιθυμίας, όταν διαβάζω κάτι που μυρίζει "παρά τη θέλησή μου". Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η Ομορφιά είναι ένα προπέτασμα για την ενοχή νομίζω. Σκέψου κι αυτό. Αν πραγματικά θέλει κάποιος να υποταχθεί, δε χρειάζεται πέπλα. (Εδώ).
    1. Προσευχή στη θεά. Μήτηρ ημών ενσαρκωθείσα επί της γης, 
% δοξασθήτω το όνομα Σου.
      
% Ελθέτω η βασιλεία Σου. 
% Γενηθήτω το θέλημα Σου, ως εν δώμασι και επί σκηνής.
      
% Τον πόνον ημών τον επιούσιον δος ημίν σήμερον.
      
% Και άφες ημίν τας ανυπακοάς ημών,
      
% ως και ημείς αφίεμεν τοις ορίοις ημών.
      
% Και εισένεγκαι ημάς εις πειρασμόν,
      
% και ουκ αν ρύσαι ημάς από του πονηρού. 
% Αμήν! (Προσευχή τελειωμένων σούμπηδων στη θεά τους εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published

Ως ανήκον στο ιδίωμα της BDSM κοινότητας (σαδομαζοχιστές- bondage), αποτελεί μια προσπάθεια να μεταφερθεί στα ελληνικά ο αγγλικάνικος όρος switch

Το άτομο που αντλεί ικανοποίηση και απόλαυση αλλάζοντας κατά το δοκούν ρόλους από υποτακτικό σε κυριαρχικό και αντίστροφα. Αποσαφήνιση: Γίνεται αναφορά σε εναλλαγή ρόλων και όχι προσανατολισμού διότι είναι μάλλον αδύνατο να μιλήσει κάποιος με βεβαιότητα για συγκεκριμένο προσανατολισμό στην περίπτωση των switch. Παραταύτα, εντός της BDSM-ικής κουλτούρας η έννοια switch προσλαμβάνεται ως αυτόνομη ιδιότητα (status) με τις δικές της διακριτές ιδιαιτερότητες και λειτουργίες.

Εδώ

Switch: ον του οποίου η επιθυμία και δυνατότητα για ερωτική επικυριαρχία εναλλάσσεται με την επιθυμία και δυνατότητα για ερωτική υποταγή, ανάλογα με την ερωτική ισχύ του καθενός που το προσεγγίζει ερωτικά. Λειτουργεί ενεργειακά ως διακόπτης, συχνά χωρίς έλεγχο ή συναίσθηση του γεγονότος. Κάποιες φορές νιώθει ενοχές για τη λειτουργία του αυτή, κυρίως λόγω της προκατάληψης που υπάρχει εναντίον των switch, σχετικά με την αυθεντικότητά τους.

εδώ

Απόσπασμα ιστορίας: Σε λίγο ήσουν κιόλας εκεί... χύθηκα στην αγκαλιά σου με το που σε είδα. Χαιδεύω το πρόσωπό σου, κοιτάζω τα μάτια σου που τόσο μου έχουν λείψει και σε φιλάω. Ενα φιλί βαθύ και γεμάτο. Όπως μόνο εμείς ξέρουμε. Δεν αργούμε να φτάσουμε σπίτι. Ανοίγω τον υπολογιστη για να βάλω μουσική και σε ακολουθώ στο μπάνιο. Αλλάζεις κι εγώ όπως είμαι ντυμένη κάθομαι πάνω στη λεκάνη. "κάτσε μωρό μου, θέλω να κατουρίσω","ε κατούρα!" σου απαντάω με χαμόγελο κατεβάζοντάς σου το εσώρουχο. [...] Σχόλιο: Το να μιλήσω εγώ είναι μάλλον περιττό, αφού κατέθεσαν την άποψή τους οι ανωμαλότεροι των ανωμάλων του φόρουμ! Μας ιντριγκάρισες και έχουμε ένα σωρό απορίες! Υπάρχει διακόπτης στη συγκεκριμένη ιστορία; Θέλεις όντως να κρύψεις το σημάδι; Γιατί διαβάζοντάς σε, κάτι μου λέει πως θα το κυκλοφορείς "παρασημότερο" και από το Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Αγίου Μάρκου του Μεγαλομάρτυρος; Κυρίως όμως και πρώτα απ' όλα: γιατί, ρε πουλάκι, μου μας κατακαυλώνεις πρωί πρωί;;;;; ;)

Got a better definition? Add it!

Published

Η γυναίκα που έχει η ίδια καύλα και προκαλεί καύλα και στους άλλους.

  1. Ψηλή κι αφράτη καυλογκόμενα, με έξτρα λάρτζ βυζιά και καυτή κωλάρα! (Κουρσάρος)
  2. Δεν είναι πιτσιρικι αλλά είναι καυλογκομενα όπως ανέφερα και σίγουρα στην ηλικία που λέει. Προσωπικά με καυλώναν τα μάτια της. (Μπου).
  3. Οκ, σου αρέσει η γεύση του σπέρματος και νιώθεις καυλογκόμενα όταν σε χύνουν στο στόμα. Οκ, τα χυσαμόλια είναι το κάτι άλλο για σένα και έτσι δείχνεις αγάπη. (Blog).
  4. Όντας η πιο "καυλογκόμενα" που είχα ποτέ, έκανα απίστευτα γλέντια επάνω στο θεϊκό κορμί της. (BDSM).

Got a better definition? Add it!

Published

Η γυναίκα που έχει φαρδύ κόλπο, που έχει "ξεχειλώσει" το αιδοίο της από το πολύ σεξ. Κατ' επέκταση η εύκολη, η νυμφομανής, η πόρνη.

"Το Μαράκι δεν έχει αφήσει άντρα για άντρα στο γραφείο, με όλους έχει πάει. Μεγάλη μητροφάλαγγα λέμε".

Got a better definition? Add it!

Published

Μην μπερδεύεστε. Το λήμμα δεν αποτελεί ούτε προσταγή, ούτε προτροπή. Είναι επιθετικός προσδιορισμός που χαρακτηρίζει περιφραστικά μια γυναίκα θελκτική, παθιάρα, με ωραίες αναλογίες και καμπύλες, με σαγηνευτικό ντύσιμο και βλέμμα, έναν κόμματο, μια μουνάρα, μια θεογκόμενα και πάει λέγοντας.

Ο αφηγητής στην αντροπαρέα: -Κι εκεί που καθόμαστε στο καφέ, σκάει η Σούλα μαζί με την ξαδέλφη της απ το χωριό, που ήρθε να την δει στην Αθήνα. Μια γκόμενα, μα τι γκόμενα ?! :"μαζευτείτε να την παίξουμε".

Got a better definition? Add it!

Published

Από τις λέξεις καυλαντίζω + δεινόσαυρος. Ο άντρας που καυλαντίζεται για μεγάλο χρονικό διάστημα με κάποια γυναίκα αλλά δεν προχωρά σε σεξουαλική πράξη μαζί της.

-Πως τα πάει ο Γιάννης με την Κατερίνα;
-Άσε ρε τον μαλάκα, ένα μήνα καυλαντίζονται κι ακόμα να την πηδήξει. Καυλαντόσαυρος κατάντησε.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο λάτρης των ωραίων γλουτών, σε μια πιο μέτα προσέγγιση του λήμματος. Ο αισχρός, ανήθικος, εγωιστικός και ύπουλος τόνος της πιο διαδεδομένης σημασίας παραμένει, όμως τώρα καλύπτεται από ένα πέπλο λαγνείας. Με αυτή τη σημασία χρησιμοποιείται ως λογοπαίγνιο.

Συνώνυμα: κωλάκιας

- Ρε, ρε! Την τσέκαρες αυτή με το χρυσό κολάν;
- Εγώ ρε; Αφού ξέρεις ότι είμαι μεγάλος κωλάνθρωπος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γκέι άνδρας, συνώνυμο του τρύπιος.

- Πως είναι η κατάσταση στο γραφείο; - Άστα μαν, 3/5 είναι τρυπάτοι.

Got a better definition? Add it!

Published