Further tags

Αυτός που έχει χαλασμένο μυαλό. Μπορεί να είναι και σκατόψυχος σαν χαρακτήρας, αλλά η έμφαση είναι και στο ότι έχουν επίσης διαταραχτεί οι διανοητικές του ικανότητες από τη σκατοψυχία του.

  1. Θα ήθελα να ήξερα ποιος σκατόμυαλος υπουργός υγείας έδωσε εντολή στα νοσοκομεία όταν βγάζουν ακτινογραφίες να ΜΗΝ τις εκτυπώνουν σε εκείνα τα κλασικά μαύρα και διάφανα φιλμ αλλά σε χαρτί Α4 ή Α3!!! (Εδώ).
  2. ΣΚΑΤΟΜΥΑΛΟΣ ΓΑΙΔΑΡΟΣ ΠΑΡΑΤΗΣΕ ΤΟ ΜΕΡΣΕΝΤΕ ΤΟΥ 2 ΜΕΡΕΣ ΤΩΡΑ ΣΤΗ ΜΕΣΗ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ. (Εδώ).
  3. Ρε τι κανετε κουβεντα με το παληκαρι δε βλεπετε ποσο σκατομυαλος και σκατόψυχος ειναι??? Περηφανος Ελληνάρας και και τα μυαλά στα κάγκελα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ή αχαμνοξύστης. Ότι προτιμάτε :)

Ξύνω χαμηλά (κοινώς στα άχαμνα). Είμαι δηλαδή ξυσαρχίδας. Φυσικά, δεν χρειάζεται να είμαι ΔΥ για να τα ξύνω.

Είναι η πιο ευγενική εκδοχή, καθώς δεν περιλαμβάνει το "πρόθεμα" αρχιδ-

Οι φοροχωροφύλακες χρειάζονται ζεστό αίμα (ευρώ) για να πληρώσουν τα δανεικά στα αφεντικά τους, τα χιλιάδες ρουσφέτια, τους δεκάδες χιλιάδες αχαμνοξύστες και τις προεκλογικές σπατάλες της κάθε κυβέρνησης, αλλά μένουν με τα ντουβάρια στο χέρι (βλ. κτήρια Γαβαλά σε Κολωνάκι και Κορωπί (*))

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται κυρίως για άτομα μπουχέσες οι οποίοι κλάνουν μεντολάστιχα σε καθετί που τους τρομάζει ή δεν μπορούν / φοβούνται να το πράξουν, ενώ φαίνονται αρχιδάτοι.

Πορτιέρης σε νυχτερινό κέντρο που του λες γαμώ την μάνα σου και κλαίει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άξεστος, ο βάρβαρος, ο βρωμιάρης. Κοινώς ο χοντρόπετσος. Το αντίθετο του ευγενικού.

Η τραγίλα δεν είναι απαραίτητα υποτιμητική προσφώνηση γιατί πολλές φορές συμπίπτει με την αυθόρμητη ειλικρίνεια και στη σημερινή κοινωνία πρέπει να είσαι και λίγο τράγος!

Επίσης: τραγί, τραγόπουλο=τραγόπαιδο (λίγο τράγος), αρχιτράγος (ουγκ...)

  1. - Χθες ήσουν με τον χοντρό, ρε Μάκη;
    - Γάμα τα ρε... μπήκε μέσα να μου δώσει λεφτά και βρώμαγε σαν τραγί... Άσε που μπαστακώθηκε και δεν έλεγε να πάρει πούλους...
    - Αρχιτράγος δηλαδή...

  2. - Ήσουν με την πρώην καριολίτσα σου πριν;
    - Ναι ρε, της τα έχωσα κανονικά σαν τράγος και δεν την άφησα να πει κουβέντα... το ζώο.
    - Καλά έκανες... καλό τραγόπουλο είσαι!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που βρωμάει έντονα.

-Πλύσου λίγο, μπόχας έγινες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυναίκα ή άνδρας που είναι πιο λέρα και από χρησιμοποιημένη σερβιέτα. Ίδια σημασία με την λέξη μουνόπανο, μόνο που είναι ακόμα πιο υποτιμητική.

- Την παλιοσερβιέτα, πού να άκουγες τι μου είπε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υβριστικός χαρακτηρισμός ανθρώπου νωθρού, αργόσχολου, τεμπέλη.

Από το «Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής», Τριανταφυλλίδη.

- Πω πω μαλάκα μου, η ομαδάρα φέτος πάει απ' το κακό στο χειρότερο. Στον κώλο μας θα το βάλουμε το διαρκείας.
- Άσε με ρε, με τις κοπριές που έφερε ο πρόεδρος να παίζουν, θα τελειώσουμε τη σεζόν με το γήπεδο ζούγκλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που πουλάει αέρα - κοροϊδεύει δηλαδή.

- Θα ψωνίσουμε από τον Τάκη;
- Τι λες ρε... απ' αυτόν τον κουραδέμπορα;

Got a better definition? Add it!

Published

Η περίεργη, η κουτσομπόλα γκόμενα, αυτή που θέλει να τα ξέρει όλα και στήνει αυτί συνέχεια.

Ρε Βίκυ τι θέλεις γαμώτο; Σα τη χεζόμυγα έρχεσαι δίπλα μου σε ότι λέω και ότι κάνω τόση ώρα;

Got a better definition? Add it!

Published

Ονομάζεται ο μεθυσμένος ως «χεσμένος απ' το αλκοόλ».

Πάλι ξέρναγες χθες το βράδι βρε χεζμεντέν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified