Further tags

Ο λόγος για τον παλιό πολιτικό, πρώην υπουργό της Νέας Δημοκρατίας και πρώην βουλευτή Κοζάνης, Μιχάλη Παπακωνσταντίνου, για την αγάπη του στο ούζο και τα άλλα αλκοολούχα που τον χαλάρωναν, τον αναψοκοκκίνιζαν και, γι' αυτό, αυτός ήταν συνέχεια μέσα στην καλή χαρά και στο τσακίρ κέφι.

Κάπου στην Κοζάνη μετά από λόγο του εν λόγω πολιτικού:
- Είδες τι ωραίο λόγο έβγαλε ο Μιχάλης; Δεν ήταν σφιγμένος σαν τους άλλους. Δεν είχε ξύλινο και τυποποιημένο λόγο. Τα λόγια του έδιναν ελπίδα.
- Ε βέβαια, όταν το ούζο δώδεκα τα πίνει, το αίμα αραιώνει, τα προβλήματα φαίνονται λιγότερο δύσκολα απ 'ο,τι είναι κι έτσι ο λόγος του δίνει ελπίδα.
- Α... γι' αυτό ξεκίνησε τον λόγο του με: «χικ» και τον έκλεισε λέγοντας: «στην υγεία μας».

(από GATZMAN, 23/09/08)(από GATZMAN, 23/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο άσχημος.
  2. Αυτός που έχει άθλια εμφάνιση λόγω χρήσης (ή κατάχρησης) ναρκωτικών ουσιών ή αλκοόλ.

- Τι μάπα είναι αυτή που έχεις ρε φίλε... Σαν τον κώλο μου ξενύχτη.

σαν το κώλο μου νυχτοφύλακα (από xalikoutis, 31/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Τζακ ο αντεροβγάλτης αποτελεί αδιάσπαστο μέλος κάθε παρέας που σέβεται τον εαυτό της. Αποτελεί τον μόνιμο περίγελο και όπλο κατά της βαρεμάρας. Αν και η ονομασία παραπέμπει σε φρικιαστικά εγκλήματα, στον Τζόνι Ντεπ και σε κόμικ του Φρανκ Μίλερ (κι όμως!) το πραγματικό της νόημα διαφέρει πάρα πολύ. Στην ουσία είναι προσωνύμιο εκείνου του ατόμου που ξερνοβολάει τα άντερά του μόνο με τη σκέψη του «θα βγούμε έξω».

Συνήθως είναι ο κλασσικός τύπος που δεν πίνει εκείνος το ποτό αλλά εκείνο τον πίνει. Το στομάχι του δεν μπορεί να αντέξει όχι αλκοόλ αλλά ούτε και ένα ποτήρι χαμέμηλο. Παρ' όλα αυτά πίνει σαν πούστης (κολλάει και το σαν μαύρος αλλά ποτέ δεν ανέβασα λήμμα της κατηγορίας Ρατσιστικά και ούτε θα το κάνω). Αφού έχει πιει σαν πούστης πίνει ακόμη λίγο και σε χρόνο dt έχεις δει τι έχει φάει όλη την προηγούμενη εβδομάδα, γιατί ο άτιμος είναι και δυσκοίλιος και το φαΐ μένει στο στομάχι όσο χρόνο χρειάζεσαι εσύ για να στήσεις την τραπεζαρία HARKA μαζί με τις καρέκλες από τα ΙΚΕΑ (μιλάμε έφτυσα αίμα...). Βέβαια υπάρχουν και οι τύποι που δεν χρειάζεται να κατεβάσουν ολόκληρο το αμπάρι του Cutty Sark για να νιώσουν τις ευεργετικές ιδιότητες του εμετού. Αρκεί μια ματιά στο πιοτί, η μυρωδιά της ανάσας κάποιου που έχει πιει ή έστω το σλόγκαν «Μια ζωή ρετσίνα Μαλάματινα!» για να μάθετε τι σκατά βάζει η μάνα του στα κουλουράκια της και είναι τόσο νόστιμα.

Το λήμμα είναι εξαιρετικά ευέλικτο ως προς τον τρόπο εκφοράς του. Μπορεί να ακουστεί ως έχει, μπορεί να ακουστεί ως [όνομα φίλου] ο αντεροβγάλτης, μπορεί να ακουστεί ως αντεροβγάλτης σκέτο ή ακόμη, για πολύ προχώ καταστάσεις εμπειρίας 50 και άνω εμετών, σκέτο Τζακ (καμιά σχέση με παραγγελία το τελευταίο, το αντίθετό του δεν είναι Τζόνι κόλα).

(Θα ήταν προτιμότερο να έγραφα «Ο φίλος μου ο Βασίλης» και να ανέβαζα ένα βίντεο αλλά είναι και τα προσωπικά δεδομένα. Οπότε ο Κλέαρχος μαζί με την Μαρίνα την γκόμενά του συζητούν για τον κοινό τους, όχι ψηλό, φίλο)

Μ: - Αφού τον ξέρεις τι του δίνεις να πιει. Πάλι ξέρασε ο Τζακ ο αντεροβγάλτης και πάνω στα παπούτσια μου!
Κ: - Καλά τρελή είσαι; Μόνος του το άρπαξε το μπουκάλι! Πάντως από ό,τι βλέπω το χρώμα του ξερατού πάει τέλεια με το γούστο σου!
Μ: - Το καταλαβαίνω κάθε φορά που μου λες καλημέρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο όχι απαραίτητα εύσωμο ή με μπυροκοιλιά, που μπορεί όμως και καταναλώνει απίστευτες ποσότητες αλκοόλ χωρίς να έχει ιδιαίτερη προτίμηση σε συγκεκριμένο είδος. Συνήθως σταματάει να πίνει όταν εξαντλούνται όλα τα διαθέσιμα αποθέματα αλκοόλ, ή όταν πέσει αναίσθητος από το ποτό.

- Βάλε να πιούμε ένα ποτάκι ρε φίλε.
- Άσε μεγάλε, πέρασε ο Διονύσης απο 'δω χθες βράδυ και τα στράγγιξε όλα. Μέχρι και το Creme de Menthe ήπιε ο αθεόφοβος. Μου άφησε το σπίτι στεγνό.
- Τι νεροχύτης είναι αυτός ρε μαλάκα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιο μάγκικη απόδοση του λήμματος κλάνω μέντες χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψουμε κατάσταση που επέρχεται μετά από κατάχρηση αλκοόλ ή ουσιών.

- Που ήσασταν εχθές ρε μαλάκες και σας περίμενα;
- Άσε πήγαμε για μπύρες και γίναμε κλασμεντέν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γίνομαι / έγινα γκολ: έχω λιώσει στο μεθύσι.

Άστα δικέ μου, ήπιαμε τα ξύδια μας χθες και γίναμε γκολ.

Δες και λιάρδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που είναι μεθυσμένος.

- Ήρθε μέσα στο μαγαζί ο Νίκος και ήταν τελείως γκολ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έκδηλης μέθης άνθρωπος ο οποίος σαρώνει τα πάντα στο διάβα του.

- Χτες πήγαμε για μπύρες με τον Τάκη και έγινε τέροριστ. Έπασε 2 stand και την τζαμαρία και δεν κατάλαβε τίποτα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης, σκωπτικά, και ο γνωστός οινοποιός και δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης.

Άγαλμα του Κεμάλ στη Θεσσαλονίκη θέλει να στήσει ο Μπουτάρης

Άγαλμα του σφαγέα του Ελληνισμού θέλει να στήσει στη Θεσσαλονίκη ο Γιάννης Μπουτάρης. Συνεχίζει να προκαλεί ο εθνικά επικίνδυνος κρασοπατέρας στην πρωτεύουσα της Μακεδονίας, θέλοντας να αυξήσει τον αριθμό των Τούρκων τουριστών, στο πλαίσιο του σχεδίου «Ottoman Heritage Tour». Επιπλέον, θέλει να ανακαινίσει τεμένη και παλιά οθωμανικά κτήρια και να οργανώσει «ξενάγηση οθωμανικής κληρονομιάς». Είναι ο ίδιος άνθρωπος που ήθελε να απαγορεύσει στους Ποντίους να τιμήσουν τη μνήμη των σφαγιασθέντων προγόνων τους από τον Κεμάλ. Και τώρα θέλει να στήσει άγαλμά του στην πλατεία Αριστοτέλους. Και ωραία, το στήνει. Πόσο καιρό θα μείνει...;
(εδώ)

Από το παράδειγμα δεν φαίνεται να είναι παρατσούκλι του Μπουτάρη, αλλά απλός χαρακτηρισμός. Παρακαλούμε αν κάποιος έχει άλλο παράδειγμα να το καταθέσει στα σχόλια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που κάνει σε υπερβολικό βαθμό ό,τι έχει σχέση με αλκοόλ, φαΐ, χέσιμο κλπ. Συνήθως δεν συμπεριφέρεται καθωσπρέπει και καταλήγει τις πρώτες πρωινές ώρες, έχοντας καταναλώσει αμέτρητες ποσότητες αλκοόλ και έχοντας χτυπήσει το after πιτόγυρο/-α (τούμπανο απ' όλα) να ροχαλίζει σαν το χοίρο, να ρεύεται και να κλάνει ασύστολα. Όταν ξυπνήσει, η πρώτη κίνηση του είναι ένα απαίσιο, βαρβάτο και βρώμικο χέσιμο, κάτι που θα επαναληφθεί σίγουρα κατά την διάρκεια της ημέρας. Εθισμένος στα λιπαρά φαγητά και αποκρουστικός. Θυμίζει μονίμως γουρούνι που κυλιέται στις λάσπες.

Τρώω σαν τον λασπόχοιρο, πίνω σαν τον λασπόχοιρο κλπ κλπ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified