Further tags

Οι επιεικείς δικαστές:

  • Με την καλή / ιστορικά ακριβή έννοια: όσοι αδέκαστοι δικαστές ξελασπώνουν εξόφθαλμα αθώα θύματα σκευωριών, αψηφώντας άνωθεν πιέσεις και συχνά βάζοντας το κεφάλι στον τορβά (βλ. παράδειγμα 1).
  • Με την κακή / κυνική έννοια: Όσοι δικαστές ξελασπώνουν εξόφθαλμα λαμόγια λόγω αναβλητικότητας ή / και ανικανότητας ή / και χρηματισμού (βλ. παραδείγματα 2,3).

    Κρεψινισμός εκ του ονόματος του αγωνιστή τση Επαναστάσεως και μετέπειτα δικαστικού Γεώργιου Τερτσέτη, ο οποίος αρνήθηκε να υπογράψει την απόφαση αποκεφαλισμού για εσχάτη προδοσία των Κολοκοτρώνη, Πλαπούτα κ.ά. Την απόφασή του αυτή πλήρωσε με απόλυση, φυλάκιση και άγρια κακοποίηση.

3.
Ελπίζω γρήγορα να τελειώσει για όλους μας αυτή η δύσκολη οικονομική περίοδος. Εγώ είμαι από τους αισιόδοξους που πιστεύουν ότι θα περάσει, οπότε νομίζω ότι θα γευτούμε όλοι μας και πρώτοι εσείς τα αγαθά που θα προκύψουν από τη νέα εποχή. Σας εύχομαι ακόμα μία φορά καλή δύναμη και Τερτσέτηδες να είστε και να αντιμετωπίσετε όλα τα δύσκολα (Καρόλος Παπούλιας)

2.
ΕΝ ΤΩΝ ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΝΥΧΤΟΣ «ΤΕΡΤΣΕΤΗΔΕΣ» ΑΠΗΛΛΑΞΑΝ ΤΟΝ ΚΟΥΒΕΛΟ ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΚΟΥΡΓΗΜΑ ΓΙΑ ΤΟ 1 ΕΚ $

3.
Την τιμητική τους έχουν οι συνήθεις «τερτσέτηδες», οι γενναίοι εισαγγελείς που διατηρούν στα συρτάρια τους τρία χρόνια υποθέσεις που στηρίζονται σε «πολιτικές καταγγελίες», χωρίς να περιέχουν αποδεικτικά στοιχεία εμπλοκής των «κατηγορουμένων»

Γεώργιος Τερτσέτης (από σφυρίζων, 14/10/13)

Got a better definition? Add it!

Published

Έτσι αποκαλούν ο ένας τον άλλο οι αστυνομικοί της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. (ομάδα Δίκυκλης Αστυνόμευσης). Έχει διακριβωθεί και διασταυρωθεί στην περιοχή των Εξαρχείων, από αυτήκοους μάρτυρες και από ανθρώπους που ξέρουν Διάδες προσωπικά. Ναι, το ξέρω ότι ακούγεται κάπως, αφενός γιατί είναι πολύ γενικευμένος χαρακτηρισμός για να χρησιμοποιείται με τόσο τεχνικό νόημα, και κυρίως, γιατί από το μέσο μπάτσο δεν περιμένει κανείς αυτοσαρκασμούς, πολλώ μάλλον κάτι που μοιάζει με την ευφυή απαλλοτρίωση αρχικά μειωτικών εννοιών από τις υποκουλτούρες.

Αλλά δεδομένου ότι κάπως πρέπει να φωνάζει ο ένας τον άλλον, δεδομένου ότι έχουν στρατολογηθεί από καγκουροφάσεις, και δεδομένου ότι αν χρησιμοποιούσαν το δημοφιλές λαμόγιο για να φωνάζει ο ένας τον άλλον θα τους καλούσε το εσωτερικών υποθέσεων, το ζώο αβίαστα προκύπτει, και μια χαρά κάνει για προσφώνηση, αφού προφανώς τονώνει και το ηθικό των συμπαθών δικάβαλων, κάνοντας τους να πιστεύουν ότι συμμετέχουν κι αυτοί στο ιδανικό της Κ.Δ.Ο.Α. όπως και οι συναδέλφοι τους από άλλα σώματα που έχουν πιο φαντεζί και επιβλητικό λουκ.

(Διάς στο ζευγάρι του)
- Έλα ρε ζώο.

(Διάς, πάλι στο ζευγάρι του)
- Έρχεται ασφάλεια και ζώα (ενισχύσεις).

(σόρυ για τα ανέμπνευστα παραδείγματα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανκοπρεπέστερη εκδοχή τση πουτάνας, με ό,τι καλό ή κακό συνεπάγεται.

Γιατί όμως το πουτανί να θεωρείται πιο πουτανιάρικο από την πουτάνα; Δράττομαι της ευκαιρίας να επισημάνω και να πανηγυρίσω τον σχετικό κανόνα τση σλανγκογραμματικῆς: παν γένος ουδετεροποιούμενον εκγκαυλίζεται.

Ετς, το πουτανί θα προκαλεί πάντα περισσότερο σοκ και πέος από την σκέτη ποττάνα. Ετς, και η αμαρτωλή Καυλάουρα πάντα θα τρώει τη σκόνη του αμαρτωλού Λίλιαν.

Βλ. επίσης: χαζοπουτανί, πουτανάκι.

Ασίστ: Πάτσμαν, από το δουπού.

1.
τα πουτανί που ήρθαν απ το ανατολικό μπλόκ ξελογιαζουν παντρεμένους και διαλύουν οικογένειες

2.
Ο μουρόχαυλος! Μαλθακός σαν τον μακαρίτη τον πατέρα του είναι. Κάθεται ένα πουτανί σαν τη Φροσάρα, να τον ξεζουμίζει και να τον κερατώνει κι από πάνω.

3.
αυτό το πουτανί η ψευτοψυχολόγα η Στέλλα, με τον φασιστικό τρόπο που έχουν όλοι οι μοντεράτορς- αυτή ήταν η χειρότερη, βαθειά κομπλεξικό πουτανί μιλάμε- με διέγραψε, και ξανά και ξανά όταν μπήκα με άλλα παρεμφερή ονόματα, χωρίς ιδιαίτερο λόγο.

4.
Τι να αγαπήσεις από το μέσο εφηβικό πουτανί που τα πετάει όλα έξω μου λέτε ; Ή από έναν παλιόπουστα με τα μαλλιά κοκοράκι;

5.
♪♫ Αχ πουτανί, Αχ πουτανί
Εσύ για όλα φταίς εσύ
Αχ πουτανί, Αχ πουτανί
Σε φάγανε οι πουριτανοί ♪♫

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τάδε είναι λαγός του δείνα: δρα δηλαδή ως εντολέας / αχυράνθρωπος / αβανταδόρος του, προκειμένου να επηρεάσει στα μουλωχτά το αποτέλεσμα μιας πολιτικής, επιχειρηματικής ή άλλης μηχανορραφίας, ή να απλώς για να συλλέξει χρήσιμες πληροφορίες.

Εκ των μηχανικών λαγών που παρακινούν τα greyhound σε κυνοδρομίες.

1. Επανήλθε ως λαγός του Τσίπρα ο Τατσόπουλος στη συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ-Ν.Δ. Εκπλήσσει η εμμονή του βουλευτή για σύμπλευση με το μεγάλο αντίπαλο (σ.ς. απάντηση Τατσόπουλου: Δεν είμαι λαγός του Τσίπρα! Πρόσεξε γιατί τα ίδια έλεγε και ο Κουνέλης, εδώ)

2.Λαγος” του Παπανδρέου ο Λοβέρδος. Τα βρήκαν και έκανε την δήλωση για τον Παπακωνσταντίνου.

3.
ο Δημήτρης Παπαδημούλης ενεργεί από τώρα ως «λαγός του Τσίπρα» με σκοπό να εξωθήσει τον Παν. Λαφαζάνη σε εσπευσμένη δημοσιοποίηση των εσωκομματικών πολιτικών του προθέσεων, ώστε ο εντολεύς του να εξασφαλίσει το ταχύτερον δυνατόν χρόνο γιά την προετοιμασία των κινήσεων προς αναδόμηση μιάς δεύτερης υποψηφιότητος.

4. Ο λαγός του ΔΝΤ - Πριν αρχίσουν να λαμβάνονται τα σκληρά μέτρα εις βάρος των δημοσίων υπαλλήλων προηγήθηκε μια εκστρατεία διασυρμού τους με κύριο όχημα τη θεωρία των τεράστιου αριθμού τους.

(από σφυρίζων, 17/07/13)Μηχανικός λαγός νέας κοπής (από σφυρίζων, 17/07/13)Μηχανικός λαγός παλαιάς κοπής (από σφυρίζων, 17/07/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προμηθεύει με στόρια εμπορικά πλοία. Από τον αγγλικό όρο «ships chandler».

Μεγάλη γκαντεμιά αυτό το μπάρκο. Δεν θα φουντάρει το βαπόρι, οπότε άδικα περιμέναμε τον σιψάντη. Πάλι με βαπορέτα θα την βγάλουμε...

Chas Chandler, o μπασίστας των Animals (από allivegp, 05/07/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξύλινο μπινελίκι για τους σε-διατεταγμένη-υπηρεσία τραμπούκους νεροκουβαλητές πολιτικών ρευμάτων ή κομμάτων, και πάσης φύσεως συμφερόντων.

Μονίμως έγκαυλα για γαβγάδες, τα μαντρόσκυλα υπερασπίζονται λυσσαλέα τα αφεντικά τους. Η παρούσα οικονομική και κοινωνική κρίση ευνοεί την ανάπτυξη μαντρόσκυλων ανθεκτικών στην φόλα (βλ. ενδεικτικά: Η. Κασιδιάρη, Ζ. Κωνσταντοπούλου, Α. Γεωργιάδη).

1. Φασισμός: Το μαντρόσκυλο του καπιταλισμού.

2. ΤΟ ΠΡΩΗΝ «ΜΑΝΤΡΟΣΚΥΛΟ» ΤΗΣ ΝΤΟΡΑΣ, Ο ΣΚΥΛΑΚΑΚΗΣ, ΕΓΙΝΕ ΚΑΙ ΠΡΟΕΔΡΑΣ... ΣΤΗΝ ΔΡΑΣΗ!

3. Κουνήσου τώρα όσο προλαβαίνεις μαντρόσκυλο, γιατι στις εκλογές θα σε ξεχάσει κι η μάννα σου θεομπαίχτη …

2. Και ως Πλεύρης, και ως ΛΑΟΣ που ήσαστε παλαιότερα, και ως οπαδός της 4ης Αυγούστου που ήσαστε πιο πριν και ως μαντρόσκυλο της ΝΔ που είστε τώρα.
(Δέσποινα Κουτσούμπα, εκπρόσωπος ΑΝΤΑΡΣΥΑ, προς Θάνο Πλεύρη)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρεμπέτικη φρασεολογία για το λαθρεμπόριο και τον κοντραμπατζή, αντίστοιχα. Επί τουρκοκρατίας, μια μεγάλη μερίδα Ρωμιών θησαύριζε διακινώντας λαθραία καπνά. Οι σύγχρονοι κατσιρματζήδες διακινούν λαθραία τσιγάρα με κακοτάξιδα πατατάδικα.

Ως ναρκοσλάνγκ, κατσιρματζής αποκαλείται επίσης το βαποράκι που (συχνά εν αγνοία του) μεταφέρει πράμα (βλ. εδώ).

Εκ του τουρκικού kaçırma / kaçırmasi (απαγωγή). Στην γουγλογραφία εμφανίζεται κι ως κατιρματζής.

1.
Επαγγελματίες βαρκάρηδες, ξεμπαρκάρανε τους επιβάτες από τα μεγάλα βιαστικά βαπόρια, τα ποστάλε, που δεν μπαίνανε μες στο λιμάνι, μόνο αράζανε μισό η κι ένα μίλι στ' ανοιχτά. Κοντά σ' αυτό, λίγο ψαράδες, λίγο κατσιρματζήδες, λίγο νταβατζήδες στα καφέ σαντάν και τα καφέ αμάν του λιμανιού. Ποτισμένοι άρμη, ψημένα παλικάρια κι από τις δυο μεριές.

  1. ♪♫ Μες τα Βουρλά κατιρματζής
    αντάμης και κοντραμπατζής
    και της τουρκιάς ο τρόμος
    καβάλα σε λιγνό φαρί
    το μάτι του θόλο βαρύ
    πατούσε κι έτρεμε ο δρόμος

Είχε σκοτώσει τσαντιρμά
Όταν περνούσε κατσιρμά
Μπροστά απ’ το καρακόλι
Για να γλιτώσει τα καπνά
Σκαρφάλωσε από τα βουνά
Και τα φευγάτισε στην Πόλη ♪♫ («Ο μπάρμπας μου ο Παναγής», Μιχ. Ζαμπέτας)

3. Κατιρματζής είναι ο λαθρέμπορος. Επί Οθωμανών υπήρχε ένας τεράστιος υπόκοσμος που ζούσε από το λαθρεμπόριο καπνών για το οποίο υπήρχε αυστηρότατος έλεγχος. Οι Έλληνες της ανατολής πρωτοστατούσαν σε αυτή τη δραστηριότητα.

(από Khan, 19/06/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εξαπάτηση, το παραμύθιασμα: όταν σου πουλάνε φίδι κι εσύ το χάφτεις. Εκ του παπατζή, της επιτομής του φτωχομπινεδιάρη λαμόγιου.

Βλ. επίσης: παπάτζας, πουλάω παπά, διθυραμβική παπάτζα, παπατζιλίκι, παπατζού, χλιδοπαπάτζα, παπάτζαρχος, παπατζοχαύτης, παπατζεμένος, παπατζάρχης, παπατζαρχίδης, παπατζολόγος, παπατζέμπορας, και ταλιμπάν.

1. Πάντως παίζει πολλή παπάτζεμα στην αγορά, πολλοί προσπαθούν να πουλήσουν φύκια για μεταξωτές κορδέλες.

2. Εκτός και εισαι κανενα από τα τσιράκια που εχει ξαμολήσει για να παπατζωνει τον κόσμο σε όλα τα φαρμακευτικά σαιτ.

3. «Θα χρησιμοποιήσω μία έκφραση που μου έμαθε ο κ. Παναγιώταρος, κύριοι της Χρυσής Αυγής, είστε παπάτζες, παπατζήδες», είπε ο βουλευτής της ΝΔ, ενώ έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για τον κίνδυνο που ελοχεύει από τον λαϊκισμό ορισμένων πολιτικών σχηματισμών.

(από σφυρίζων, 13/06/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το φιλοδώρημα, το πεσκέσι, ο άξιος μισθός. Επί τουρκοκρατίας, η αμοιβή των αρματολών· σήμερα, η μίζα των πάσης φύσεως παρακρατικών.

Πιο αδόκιμα: ναρκοσλάνγκ για τον μεσάζοντα διακινητή. Ο λουφές αμείβεται με ποσοστά επί των πωλήσεων και κατά κανόνα δεν είναι χρήστης. Καμία σχέση με το βαποράκι που μεταφέρει αλλά δεν διακινεί πράμα.

Εκ του τουρκικού ulufe (αμοιβή μισθοφόρου).

Βλ. και λουφετζής.

1.
«-Καπετάνιε,πάρε κι εσύ το λουφέ σου..» Ο Νικηταράς έπιασε το σπαθί,κοίταξε τα στολίδια του και το πέταξε μπροστά του. Είπε: «-Αυτός είναι ο λουφές της πατρίδας..» Αμέσως ένας-ένας άρχισαν να αφήνουν χάμω τα λάφυρα σχηματίζοντας ένα σωρό ,το πρώτο ταμείο του έθνους. Από τότε έχει να πάρει η πατρίδα λουφέ..

2.
Ποιος όμως είναι ο… λουφές της εξουσίας για τους νικητές; Κανείς δεν ξεχνά τη φράση του Βύρωνα Πολύδωραμ που είχε κάνει αίσθηση λίγο πριν την αναρρίχηση της Ν.Δ. στην εξουσία το 2004, που έκανε λόγο για «δέκα χιλιάδες κομματικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ που ήταν διορισμένα σε θέσεις ευθύνης του Δημόσιου Τομέα». Η Νέα Δημοκρατία είχε υποσχεθεί προεκλογικά «επανίδρυση του κράτους», αλλά δυστυχώς οι «κουμπάροι», οι «κολλητοί» και οι «ημέτεροι» δεν έλειψαν και πάλι...

  1. ♪♫ Περιμένω τον λουφέ μου
    26 ευρά ανά χείρας ♪♫

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λολοπαίγνιο για τα μέλη γκρουπούσκουλων (groupuscules), περιθωριακών δηλαδή πολιτικών οργανώσεων.

Εκ του γαλατικού groupe (ομάδα) και του γαμοσλανγκοτέτοιου -σκυλο (κατά τα κομματόσκυλο, δαπόσκυλο, κ.ά.)

Achtung τουκανιστές: πρόκειται και για σύνηθες τυπογραφικό λάθος τςη λέξης γκρουπούσκουλο.

1.
- Κοινή συμπόρευση απο τα κάτω χρειάζεται η κοινωνία μας και άμεση δημοκρατία.
- Μέσα κι εγώ ρε φίλε. Θα συμπορευθώ μαζί με αυτόν (τον μη γραφειοκράτη, μη ιντριγκαδόρο, μη σπεκουλαδόρο, μη γκρουπόσκυλο) από τα κάτω.

2. Ούτε γκρουπόσκυλο είμαι, ούτε διασπαστικός. Άντε να κάνεις δηλώσεις τύπου «Εμείς ως αναρχικοί» τώρα.

3. Τελικά στερούνται απλής λογικής ή πραγματι είναι επικίνδυνοι εκεί στην Κουμουνδούρου. Τρέχαν ξοπίσω απο κάθε γκρουπόσκυλο όταν είχαν το 3% και παίζονταν η είσοδος στη Βουλή, τρέχουν και τώρα που είναι αξιωματική αντιπολίτευση

4. στις γενικές συνελεύσεις είχαμε το κάθε γαμημένο γκρουπόσκυλο, να κάνει τερτίπια και να βγάζει λόγους, προκειμένου να «πουλήσει» την ιδεολογία του, ώστε να ψηφιστεί αυτή έναντι των άλλων.

Λουκάνικος, the original γκρουπόσκυλο :-) (από σφυρίζων, 30/04/13)Πού φτάσαμε... (από Khan, 28/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published