Είναι αυτός που έχει διαχρονική ιδεοληπτοκαυλίαση με τη Ρωσία, όποιο καθεστώς και πολίτευμα και νά 'χει. Υπάρχουν όλα τα στάδια και διαβαθμίσεις, από τον ανιδιοτελή ρωσόγκαβλο, στον κατάπτυστο ρωσόδουλο: ρωσόκαυλος, ρωσοζητιάνος, ρωσοπροσκυνημένος, ρωσοτσολιάς, ρωσόδουλος.

Σε μια κοινωνία που περιμένει σταθερά εδώ και 2-3 αιώνες να τη σώσει το ξανθό γένος, τώρα, με την πρώτη φορά συριζαία αλλά και αρκούντως πcεκαcμένη κυβέρνηση και τα ταξίδια των Τσιπροκαμμένων, Κοτζιά, κ.ά., απ' το γαλανό Λαφαζανιστάν στον Πουτινιάρη βορρά 'ένα τσιγάρο δρόμος', ο πληθυσμός των ρωσόδουλων/ ρωσσόκαυλων έχει αυξηθεί κατακόρυφα, περιμένοντας εις μάτην τον Μόσκοβο να φέρει το σεφέρι και να μας ζέψει στο γεωπολιτικό άρμα των χωρών του κακουχιστάν, όπως ο τρισμέγιστος σαμάνος Ντούγκιν*** ο τρομερός πυροκαυλίζεται.

εδώ.
-Ο Καμμένος έκλεισε συμφωνία με τους Ρώσους ώστε το αέριο να περνάει κατευθείαν στην Ελλάδα με μηχανή τηλεμεταφοράς ύλης.
-Μέγας ρωσόκαβλος ο πρόεδρος ως γνωστόν
Ο ΚΑΜΜΕΝΟΣ ΣΤΗ ΜΟΣΧΑ!...
εδώ.
-Ρωσόδουλο χαρακτηρίζει τον Ομπάμα το ΟΑΚΚΕ. Δεν έχουμε εκτιμήσει αυτό το κόμμα όσο θα έπρεπε
-Μουνόδουλος είναι

"Γιατί το ρωσόδουλο καθεστώς έβαλε τόσο πολύ στο στόχαστρο την ΑΕΚ;" εδώ.

Από το 2012 και τον αγά Κhαn όστις είχε καταγράψει αναφορές για ρωσσο-τσολιάδες, τα πράγματα άλλαξαν, οι λερές ρωσοφουστανέλλες πλήθυναν και τώρα τις φορούν εκτός άλλων ο Κωστάκης της Ραφήνας (κλασικά) κι ο Ομπάμα !!!.

εδώ
ΕΡΩΤΗΜΑ ΠΡΟΣ ΚΑΘΕ ΡΩΣΟΤΣΟΛΙΑ ...που γνωρίζει αλλά δεν μιλά...: Ποιος ανέβασε το επίμαχο βίντεο "Μπαλτάκου" ...?

εδώ
-Ρωσόδουλοι ή ρωσοτσολιάδες..??
-Ρωσοπροσκηνυμένοι! -Καραμανλικοί, απλά! -Ρωσοζητιανοι
-ρωσοτσολιάδες, βενεζουελόδουλοι, αργεντινόκαβλοι

Ρωσόδουλοι ή ρωσοτσολιάδες..??
Ρωσοτσολιά δε ντρέπεσαι να κυβερνάς με ΠΝΠ και να κάνεις πλιάτσικο στα αποθεματικά των Ταμείων και των ΟΤΑ?? εδώ.

Οι Ρωσοτσολιάδες του Πούτιν ψάχνουν για ρούβλια αλλά με 3.8% ύφεση που προβλέπεται για τη ΡωσικήΟικονομία το 2015 μία μπαμπούσκα θα μας στείλουν. εδώ
μία μπαμπούσκα θα μας στείλουν

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γνωστός λεβεντομαλάκας πύρκαυλος, αξιότιμο μέλος μιας κενωνίας μπούληδων, τσάτσων ή απλά νταήδων που ακόμα και στην κηδεία θύματος μπουλίζειν, το ρίχνει στις μπαλωθιές, αφήνοντας -όχι σπάνια - θύματα.

Κρήτη: Ο μεγαλύτερος πληθυσμός μπαλωθόκαυλων έβα!

● Μπλέξαμε με τους μπαλωθόκαυλους σήμερα, κάθε μέρα πανηγύρι, που ζούμε ρε πούστη

● Η κηδεία Γιακουμάκη με μπαλωθιές είναι όσο τρικυμία εν κρανίω είναι η ταρατατζούμ παρέλαση από «αριστερή» κυβέρνηση. Σούργελα παντού

● Μπαλωθιές για την εκλογή #pavlopoulos άλλη μιά ανάσα εθνικής υπερηφάνειας!

● Ισόβια για τις «μπαλωθιές» που στέρησαν την ζωή του Γ. Γυπαράκη

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βήτα συνθετικό της αργκό που δημιουργεί επίθετα.

Συνδυάζεται ελεύθερα με ουσιαστικά, και έχει τη σημασία «υπερβολικά παθιασμένος», «πωρωμένος» με αυτό που δηλώνει το εκάστοτε άλφα συνθετικό, ίσως και «παραμυθιασμένος» από αυτό, είναι λοιπόν αρκετά κοντινό στο -μανής των τυπικών ελληνικών: αρχαιόκαυλος, θαλασσόκαυλος, στρατόκαυλος (δες και στα παραδείγματα). Βγαίνει από το ρήμα καυλώνω με τη σημασία «ενδιαφέρομαι», «γουστάρω», «παθιάζομαι» (με κάτι).

Εναλλακτικά, μπορεί να αναφέρεται είτε στο πέος καθαυτό, είτε στον άντρα που το κουβαλάει, και σχηματίζει έτσι όνομα που χαρακτηρίζει τον ενλόγω άντρα κατά τον ομιλητή: oλόκαυλος, πυρόκαυλος, σουρουμπόκαβλος. Στην περίπτωση αυτή βγαίνει από το καυλί. Δες και -καύλης.

Τέλος, μπορεί να αναφέρεται στο σεξουαλικό ερεθισμό, οπότε βγαίνει από το καύλα: έγκαυλος, τρίκαυλος.

Το επίθημα γράφεται και -καβλος ή -γκαβλος, όπως συνήθως με τα ομόρριζα του καυλί.

  1. Loipon, gia na exigoumaste kai gia na diaxorizontai oi politikokavloi (exete alla meri na kanete spam kai na grafete pipes) apo tous upoloipous, i Ellada san xora kai oi anthropoi pou tin plaisionoun (oxi oloi) GAMAEI. [...] Ta ellinika panepistimia exoun upsilo epipedo morfosis an einai kaneis uperanthropos kai borei na antexei tin MHDENIKH organosi kai tin adiaforia tou 95% ton kathigiton, se sunduasmo me tin piesi tis ellinikis koinonias gia apodoxi kai tin oikogeneiaki piesi tis klasikis ellinikis manas pou nomizei oti ola tora einai eukola giati kapote eixame xounta. [...] (από φόρουμ)

  2. Έχω κουραστεί πραγματικά από την ειρωνεία-χιούμορ-σαρκασμό όλων των «άθεων» [σ.ς., δες σχόλια στο αρνησίθεος]. [...] Το μόνο που λένε είναι ότι δεν έχουν επιστημονικές αποδείξεις [...] για ύπαρξη Θεού και γενικά για το αν κάπου κάποτε έγιναν κάποια γεγονότα [...] Είναι δυνατόν να αποδειχθεί ποτέ ότι υπάρχει Θεός; Οι απανταχού επιστημονόκαυλοι νομίζουν ότι έχουν ανοιχτούς ορίζοντες και αγνοούν ότι το τι διαχωρίζει κάτι επιστημονικό από κάτι άλλο είναι εντελώς σχετικό. [...] (από φόρουμ)

  3. — Ειναι γνωστο ότι εισαι μεταλοκαυλος... Για μιλησε μας λιγο γι αυτο το κομματι της ζωης σου.
    — Το μεταλλοκαυλιλίκι μπήκε αργά στη ζωή μου… Αλλά ήρθε για να μείνει! Ενώ για πολλά χρόνια άκουγα disco και pop από 80s, κάποια φιλαράκια με οδήγησαν να ακούσω και το Metal εκείνης της εποχής. Από τότε 99.69% της μουσικής που ακούω είναι ατόφιο, ακατέργαστο, True Metal από 80ς. Death to False Metal! Fuck the world, Hail ‘n’ Kill! \m/ (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν ο διακατεχόμενος από έντονο και σφοδρό σεξουαλικό πόθο βρίσκεται σε πλήρη και περήφανη στύση. Ο όρος απαντάται κυρίως στην Κρήτη και τυγχάνει κυριολεκτικής αλλά και μεταφορική χρήσης, εκφράζοντας ακατανίκητη επιθυμία.

Παραλλαγή: ολοκαύλωτος.

  1. - Ξαπλωμένος όλο το βράδυ δίπλα της και αυτή να τρίβεται συνέχεια πάνω στη γκλίτσα. Καταλαβαίνεις, να προσπαθώ όλο το βράδυ να κοιμηθώ, ολόκαυλος!

  2. - Θα κατέβουμε στον αγώνα ολόκαυλοι και δεν σας βλέπω να την βγάζετε καθαροί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(και θαλασόγκαβλος και θαλασόγκαυλος και θαλασσόκαυλος)

Ουσιαστικό από τα θάλασσα + (γ)κάβλα ή καύλα, που αναφέρεται σε άτομο που εμφανίζει ακατάσχετη προσκόλληση με το υγρό στοιχείο. Η έννοια της λέξης είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον πατέρα της ψυχολογίας τον Φρόυντ και την εμμονή του στο υγρό στοιχείο. Εξ ου και η ικανοποίηση των λουόμενων κατά τη διάρκεια της διακόρευσης των κυμάτων.

- Πόση ώρα είναι μέσα ο άλλος;μΛες να πνίγηκε;
- Όχι ρε συ, μην ανησυχείς... Αφού σου το 'χω ξαναπεί... είναι μεγάλος θαλασσόκαβλος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που σουρώνει το καβλί του από την κάβλα και την αγαμία.

- Καλό το γκομενάκι ε;
- Ρε σουρουμπόκαβλε, τόσο καιρό που έχεις να γαμήσεις, όλες καλές σου φαίνονται.

Βλ. και σχετικά λήμματα: αγαμησιά, καυλί

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ελληνοκεντρομανής, ο Ελληναράς, αυτός που ηδονίζεται να φαντασιώνεται ότι είναι π.χ. κατευθείαν απόγονος του Αρχίδαμου.

Τον είδες πάλι τον αρχαιόκαυλο χθες το βράδυ στην τηλεόραση; Επί μισή ώρα έχεζε μάρμαρο το σούργελο!

Στην αρχή (από Khan, 22/05/11)(από Khan, 09/12/13)

Δες και -καυλος. Για την cyber εκδοχή, βλέπε e-λληναράς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καυλωμένος, κυριολεκτικά ή μεταφορικά. Η λόγια αυτή έκφραση χρησιμοποιείται κατά κόρον από τον Α. Εμπειρίκο στο αριστουργηματικό του έργο Μέγας Ανατολικός.

Πρωί-πρωί και με την τσίμπλα στο μάτι το αφεντικό ήρθε έγκαυλο για δουλεία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πρησμένο και ερεθισμένο σε τρομακτικό βαθμό από τη στύση υπερμεγέθες ανδρικό μόριο! Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι είχαν θεοποιήσει την απόλυτη αυτή κάβλα και λάτρευαν τον ομώνυμο θεό. Ο Πυρόκαβλος ήταν ο 13ος θεός του Ολύμπου και μαρτυρίες λένε ότι το καβλί του ξεπερνούσε ουρανοξύστη στο περίπου! Τη σήμερον ημέρα ή χρησιμοποιούμε τη λέξη αυτή αναφερόμενοι σε καραπουτσακλάρα ή καρατουμπανιασμένο παπάρι,το μήκος του οποίου είναι μεγαλύτερο από 20 εκατοστά.

- Πώς πήγε χτες ρε; ;Το γάμησες το Μαράκι;
- Άσε με ρε μαλάκα... Μια χαρά πήγαινε η δουλειά αλλά μόλις είδε τον πυρόκαβλο τρόμαξε και έφυγε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που είναι πολύ καυλωμένος.

Ώπα ρε τρίκαυλε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified