Κολωνακιώτικη έκφραση που δηλώνει ξάφνιασμα ή έκπληξη, στο πνεύμα του «α στο διάλο!» (της εκπλήξεως) και πολλών άλλων συναφών εκφράσεων, όπως:

- Μάντεψε ποιους είδα τυχαία χεράκι - χεράκι το Σαββάτο στο κέντρο!
- Ποιους;
- Τη Σούλα με τον Ιεροκλή!
- Ε, ποτέ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νυστάζω πολύ, κλείνουν τα μάτια μου από τη νύστα και συνεπώς, τρεκλίζω, σκοντάφτω και κουτουλάω τους γύρω μου, τοίχους, πόρτες, κολώνες της ΔΕΗ κ.ο.κ.

Έχει μεταφορική χροιά, χωρίς όμως να αποκλείεται και η κυριολεκτική, σε extreme καταστάσεις.

- Έλα ρε, που είσαι; Πάμε για κανα γκαϊφέ;
- Μπαα, δε το βλέπω... είχα εφημερία ρε φίλε και πάω να την πέσω... κουτουλάω...

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Πηγαίνω κάπου, μεταβαίνω. Το τράβηγμα = η μετάβαση. Συνήθως (αλλά όχι πάντα) η χρήση του υπονοεί ότι η μετάβαση αυτή προκαλεί δυσφορία στον μετακινούμενο, ότι είναι γι' αυτόν σκέτη ταλαιπωρία. Επί το κοσμιότερον, αλλά με την ίδια σχεδόν σημασία, χρησιμοποιείται το πολύ ευρύτερα διαδεδομένο «τρέχω» (αν δεχθούμε ότι το «τραβιέμαι» προκαλεί σεξουαλικούς συνειρμούς). Το «τρέχω» και το «τρέξιμο», αν και πιο πολιτικώς ορθά, δηλώνουν κατά κανόνα ένα βαθμό δυσφορίας του υποκειμένου. Αντίθετα, το «τραβιέμαι» παίζει να χρησιμοποιείται και ουδέτερα, ως ένας εξαιρετικά μαγκιόρικος τρόπος να πεις απλώς «πάω» κάπου.

  2. Βρίσκομαι μέσα σε μια ορισμένη κατάσταση, περνάω μια ορισμένη φάση στη ζωή μου με τις ιδιαιτερότητες και τα προβλήματά της. Εν προκειμένω δλδ, το ρήμα δηλώνει περισσότερο την εν χρόνω διάρκεια μιας κατάστασης ενώ στην περίπτωση 1 δηλώνει την κίνηση.

Παραδείγματα: τραβιέμαι με τα ναρκωτικά απ' τα 14, τραβιέμαι πολύ με τη δουλειά αυτό τον καιρό, τραβιέμαι τώρα 3 μήνες μ' ένα γκομενάκι, η Ρούλα τραβιέται με τα ψυχολογικά της τα τελευταία 2 χρόνια κ.ο.κ.

Τράβηγμα = η όλη φάση, το όλο σκηνικό με τα παλούκια του και τις μανούρες του (αλλά ενίοτε και τις καλές του στιγμές). Και εδώ παίζουν εναλλακτικά τα «τρέχω» και «τρέξιμο», αλλά σε λιγότερες περιπτώσεις. Π.χ. μπορείς να πεις «η Ρούλα τρέχει με τα ψυχολογικά της τα τελευταία 2 χρόνια» αλλά χλωμό να ακούσεις «τρέχει με τα ναρκωτικά από μικρός».

  1. Βρίσκομαι σε μπελάδες. Σημασία συναφής με την 2 (της οποίας ενδεχομένως θα μπορούσε να θεωρηθεί υποκατηγορία). Εδώ τα τραβήγματα είναι απλώς και μόνο μπελάδες, ενώ η όλη φάση μπορεί ανέτως να χαρακτηριστεί ως εξόχως μανουριάρικη. Τα «τρέχω» και «τρέξιμο» χρησιμοποιούνται σε απόλυτη αντιστοιχία, διαφέρουν όμως όσον αφορά την ένταση της μανούρας. Όταν σε έχει χώσει το αφεντικό να δουλεύεις υπερωρίες απλήρωτες, το λες «τρέξιμο», το λες και «τράβηγμα». Όταν όμως σε κυνηγάει κάποιος πιστωτής σου να τον ξοφλήσεις και απειλεί ότι, αν δε το κάνεις, θα σε θάψει, τότε έχεις απλά πολύ χοντρά τραβήγματα.

Γενικά και για τις τρεις περιπτώσεις: το «τραβιέμαι» είναι πιασάρικο διότι γραμματικώς ανήκει στη μέση φωνή, η οποία διατηρεί στενές επαφές τρίτου τύπου με την παθητική φωνή (και κλίνεται όπως αυτή). Τονίζει δλδ τη διάσταση του πάθους, του ακούσιου, του αναγκαστικού. Βλ. και το κλασικό «τραβάτε με κι ας κλαίω». Γιατί όλους μας αρέσει κατά βάθος να μας τραβολογάνε κι ας μη το παραδεχόμαστε. Έχει τη καύλα του ενίοτε να αφήνεσαι, να παρασύρεσαι, να άγεσαι και να φέρεσαι, να είσαι άθυρμα στον άνεμο, να μην προσπαθείς ψυχαναγκαστικά να τα έχεις διαρκώς όλα υπό τον έλεγχό σου, να αφήνεις και λίγο τα πράματα στην τύχη.

Some of them want to be abused, όπως έλεγαν και οι Ευρυθμικοί.

  1. - Μαλάκα ψάχνω να βρω λίγη φούντα για την Κυριακή που θα 'μαστε με τη Γωγώ. Γουστάρω να 'χω κάτι να την κεράσω, μη με πάρει και για μαλάκα... Tραβιόμαστε καμιά Ομόνοια λες;
    - Είσαι άσχετος τελικά. Στην Ομόνοια πας μόνο για ζαπρέ αγόρι μου, δεν πας για μαύρο... Για μαύρο μόνο στους γύφτους.
    - Ε άντε λοιπόν ρε φίλε, θα με πετάξεις με το μηχανάκι να ψωνίσουμε; Θα σου βάλω και βενζίνη...
    - Δε θα 'σαι καλά μου φαίνεται. Δεν τραβιέμαι τέτοια ώρα Ζεφύρι για κανένα λόγο... Αύριο και βλέπουμε...

  2. - Πόσα χρόνια τραβιόσαστε με το φροσάκι βρε μαλάκα; Τρία, τέσσερα; Πώς και την παλεύεις ακόμα;
    - Το κέρατο όμως που της έχω περάσει δεν περιγράφεται.

  3. - Πριν δυο χρόνια που λες, ο Γιαννάκης κι ο Τάσος κάνανε την κέντα και πήρανε το εκείνο το μπαράκι που πουλιότανε στο Μαρούσι. Το δούλεψαν καλά στην αρχή, κονομάγανε, γαμούσαν και τα γκομενάκια που πήγαιναν να ζητήσουν δουλειά... Κομπλέ η φάση, αμέρικαν ντρημ σου λέω κι έτσι...
    - Και μετά τι χάλασε;
    - Μετά ο ένας έμπλεξε με τα κοκορέτσια, τον άλλο τον έβαλε μες το βρακί της μια καριόλα μπαργούμαν που γνώρισε εκεί... Το παράτησαν το μαγαζί, άρχισαν να μπαίνουν μέσα... Χρώσταγαν στην εφορία, στο προσωπικό, στον προηγούμενο ιδιοκτήτη. Στο τέλος έβαλαν λουκέτο. Και τώρα έχουν όλους αυτούς να τους κυνηγάνε, χώρια τα δικαστήρια για τα ναρκωτικά. - Πω ρε φίλε, αυτά είναι χοντρά τραβήγματα.

αφού κορόιδο πιάνεσαι τί θέλεις και τραβιέσαι; (από joe909, 06/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

H λέξη σαρανταποδαρούσα αποτελεί κοινή ονομασία της σκαλοπένδρας. Αυτή είναι ένα μικρό έντομο, που έχει επίμηκες σώμα, σαρανταδύο πόδια και φαιοκίτρινο χρώμα. Πιάνει τη λεία της με το δηλητήριο που εκκρίνει απ' τα δυο μπροστινά της, που μοιάζουν με αγκίστρια. Το δηλητήριο αυτό, προκαλεί τον... πόνο (στον άνθρωπο, τα άλλα ζωάκια τα στέλνει θυμαράκια μεριά). Αυτή περπατάει ξυπόλητη στα αγκάθια και έχει τελική 1 km/h. Όχι σπουδαία πράγματα δηλαδή.

Αυτό το βιντεάκι δείχνει πως μια σαρανταποδαρούσα ξηγάει το όνειρο σε μια ταραντούλα.

Όταν σλανγκίζουμε μιλάμε: 1) για έναν ενιαίο πολυπλόκαμο οργανισμό, π.χ. σε μεγάλη πολυεθνική εταιρεία, σε πολυδαίδαλα κυκλώματα συνωμοσίας (βλ. ομάδα Ε, η), όπου τα διάφορα γρανάζια του συνεργάζονται μεθοδικά και αποτελεσματικά με στόχο να ολοκληρωθεί κάποιο πολύπλοκο πρότζεκτ(δημιουργίας προϊόντων ή υπηρεσιών).

Στο background του οργανισμού υπάρχει δαιδαλώδης δενδροειδής μορφή (π.χ. κάποιο πολύπλοκο οργανόγραμμα), μέσω της οποίας μεταβιβάζονται και ελέγχονται οι δοθείσες εντολές από τον ανώτερο της ιεραρχίας στα ενδιάμεσα ιεραρχικά όργανα και από 'κει στα τελευταία στην τάξη εκτελεστικά όργανα (όπως άλλωστε μεταβιβάζονται και ελέγχονται οι πληροφορίες από τον εγκέφαλο της σαρανταποδαρούσας στα πόδια της, μέσω των ενδεδειγμένων ζωτικών οργάνων της).

Ο όρος βρίσκει καλύτερη εφαρμογή σε περιπτώσεις δολιότητος, λόγω του ότι ο τρόπος που δρα η original σαρανταποδαρούσα μας φαίνεται υποχθόνιος (για αυτήν βέβαια είναι κάτι το εντελώς φυσιολογικό. Τής πήρα συνέντευξη. Δεν το λέω τυχαία).

Για την περίπτωση αυτή βλ. παρ. 1.

2) Για τσιπάκι (ολοκληρωμένο κύκλωμα εντός ηλεκτρονικού στοιχείου) με πολυάριθμους ακροδέκτες (ποδαράκια), βλ. σχετική φωτό. Πολλά από αυτά έχουν πολύ περισσότερους από σαράντα ακροδέκτες, ειδικά στο χώρο των Η/Υ.

Κοιτώντας κανείς τα ποδαράκια τους μπορεί να τα αποκαλέσει ως σαρανταποδαρούσες, ειδικά αν τα τσιπάκια αυτά είναι μακρόστενα ώστε να θυμίζουν περισσότερο το σχήμα της original.

Η κυκλωματική τους σχεδίαση είναι πολύπλοκη κι οι διαστάσεις τους είναι μικρές, όπως άλλωστε είναι πολύπλοκο και το νευρικό σύστημα μετάδοσης των πληροφοριών από τον εγκέφαλο στα πόδια της original σαρανταποδαρούσας, εντός του μακρόστενου σώματος της (μάκρος: 5-30 cm).

Για την περίπτωση αυτή, βλ. παρ. 2.

  1. Περί υποκλοπών ο λόγος

Κατά τη γνώμη μας έχουμε να κάνουμε με μία σαρανταποδαρούσα: Το κορμί είναι ενιαίο, τα πόδια 40 και το πράγμα δεν μπορεί κανένας να το βλέπει με κατακερματισμό. Εδώ αποδεικνύεται το εξής: kράτος, κυβέρνηση, κόμματα εξουσίας, διεθνείς μυστικές υπηρεσίες, ηγετικές δυνάμεις-ναυαρχίδες του ιμπεριαλιστικού κόσμου, οι ΗΠΑ αλλά και ευρωπαϊκές χώρες, έχουν διαμορφώσει έναν ενιαίο πολυπλόκαμο μηχανισμό παρακολούθησης πριν από όλα των λαϊκών κινημάτων αλλά και μεταξύ τους αλληλοπαρακολούθησης, λόγω των ανταγωνισμών που έχουν και που είναι και πολιτικοί και οικονομικοί. Οι επιχειρηματίες είναι μέσα σε αυτό το κόλπο. Είναι ένα πράγμα κράτος και επιχειρηματίες. Μπορεί να εκφράζονται με διαφορετικό τρόπο στη δημόσια ζωή, μπορεί να έχουν ιδιαίτερα και επιμέρους συμφέροντα, αλλά κινούνται στην ίδια ρότα. Γι' αυτό, λοιπόν, πιστεύουμε ότι ακόμα και εάν αποδειχθεί ότι κάποια πρόσωπα έχουν μια προεξέχουσα ευθύνη στις υποκλοπές, δεν πρόκειται να ομολογηθεί η αλήθεια.
Δες.

  1. Πρόκειται για τη δεύτερη πρωτότυπη διάταξη τεχνολογίας Millipede που παρουσιάζει η ΙΒΜ.To 2002 η Μπλε Κυρία είχε παρουσιάσει το πρώτο πειραματικό τσιπ με πλευρά τριών χιλιοστών. Η τεχνολογία τους ονομάζεται Millipede [σαρανταποδαρούσα] και δανείζεται την ιδέα των διάτρητων καρτών που χρησιμοποιούσαν οι πρώτοι υπολογιστές.
    Δες

    **Παράρτημα**

    Σχετικό Ανέκδοτο

Ένας τύπος πηγαίνει σε ένα pet shop αποφασισμένος να αγοράσει το πιο περίεργο ζώο που θα βρει. Μετά την σχετική συνεννόηση με τον υπάλληλο, ο τελευταίος του προτείνει ένα εξωτικό ιγκουάνα.
- Αααα, ιγκουάνα μέχρι και η πεθερά μου έχει πάρει, τι άλλο έχετε;
- Έχουμε επίσης και αυτόν τον απίθανο σκίουρο ο οποίος πλένει πιάτα! λέει ο υπάλληλος.
- Καλή φάση, σκέφτεται ο τύπος, αλλά έχω πλυντήριο σπίτι οπότε μάλλον αχρείαστος θα μου είναι. Τίποτα άλλο;
Έπειτα από αρκετή ώρα καταλήγουν στο πιο εξωτικό ζώο του καταστήματος, μία σαρανταποδαρούσα που μιλάει!!! Ενθουσιασμένος ο παίχτης τρέχει στο σπίτι όπου και τακτοποιεί το ζωάκι σε μια πολυτελή γυάλα με τα νεράκια της το φαγάκι της και τα σχετικά. Στο καπάκι όμως δέχεται τηλέφωνο από φίλο για μπίρες στο κοντινό μπαράκι. Στρέφεται λοιπόν στην σαρανταποδαρούσα για την πρώτη επικοινωνία:
- Θα πάω δίπλα για μπίρες, είσαι μέσα;
Μούγκα η σαρανταποδαρούσα.
- Εσένα μιλάω ρε! Θα έρθεις για μπίρες; συνεχίζει ενοχλημένος.
Τάφος η σαρανταποδαρούσα.
- Λοιπόν εγώ πάω εσύ θα χάσεις ...
- Άκουσα άκουσα ρε μαλ@κα, παπούτσια δένω !!!!!!!!!!!!!!!

(από GATZMAN, 12/04/09)(από GATZMAN, 12/04/09)ηλεκτρονική σαρανταποδαρούσα (από GATZMAN, 12/04/09)Λιακό:Τα Νεφελίμ δίνουν τις εντολές τους μέσα συνωμοσιακές σαρανταποδαρούσες  (από GATZMAN, 12/04/09)(από GATZMAN, 12/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που έχει περάσει στο πάνθεο των κλασσικών και την ακούμε συχνάκις.

Το νόημα που ενέχει είναι απλό: κάνω κάτι που είναι κατακριτέο και λανθασμένο, αξιόμεπτο και παράλληλα γίνεται αντιληπτό.

Ακριβώς όπως η χεσμένη φωλιά μυρίζει και γίνεται αντιληπτή, παρομοίως και η πονηριά.

  1. Αααα έχεις χεσμένη την φωλιά σου... Και μας το παίζεις και υπεράνω!

  2. Απόσπασμα άρθρου εφημερίδας το Ποντίκι:
    «Οι «πράσινοι» είχαν, λοιπόν, «χεσμένη τη φωλιά» τους, γι’ αυτό και ψέλλισαν τον Νοέμβριο κάποιες αντιρρήσεις, αλλά δεν ξεφώνισαν την ιστορία του Δούκα».

  3. Τίτλος άρθρου της εφημερίδας Μακεδονία:
    ΥΠΕΕ: Με... λερωμένη φωλιά οι τέσσερις στις δέκα επιχειρήσεις Εκτυπώσιμη σελίδα

Φωλιά χρηματιστηριακής εταιρίας και χεσμένη... (από krepsinis, 12/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ των υστέρων (λίγο έως πολύ) χαρακτηρισμός λέξης, ή και σύντομης φράσης, που απεύθυνε σε συνομιλητή ή συνδαιτυμόνα του κάποιος, με σκοπό να του «την πει».

— Του είπε να πάει να γαμηθεί, έτσι «ξερά», η Μάριον του τυπά και την έκανε...
— Μπράβο είπωμα το Μαρίδι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να εκφράσει ότι μια κατάσταση ή πρόταση είναι εντελώς ακατανόητη.

Σε περιπτώσεις που κάποιος δε μιλάει σωστά μια ξένη γλώσσα, κάποιος μπορεί να παρομοιάσει τα Αγγλικά του (π.χ.) με τα Αραμαϊκά.
Επίσης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και με συνδυασμό άλλων γλωσσών για να δώσει μεγαλύτερη έμφαση (π.χ. Ελληνοαραμαϊκά, Γαλλοαραμαϊκά)

  1. - Τελικά ο Κώστας θα έρθει το βράδυ;
    - Του μίλησα και μου έλεγε κάτι Αραμαϊκά ότι έχει να πάει κάπου και καλά σε μια δουλειά.

  2. (Σε κατάστημα με πουκάμισα στο Λονδίνο)
    - This good for me.
    - Τα μιλάς άπταιστα τα Αραμαϊκά ρε πούστη...

  3. (Αργοπορημένος Έλληνας φοιτητής μπαίνοντας στην αίθουσα)
    - Sorry sir, Ι lost the bus
    - Πάλι Ελληνοαραμαϊκά του το 'πε ο μαλάκας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται ως έκφραση για να περιγράψει μια δραστηριότητα που είναι ή πρόκειται να είναι ανιαρή.

- Τι λέει για το βράδυ ρε;
- Μαλακίες θα αράξω σπίτι.
- Λευκό κρασί και ποίηση;
- Κάπως έτσι.

(από jesus, 05/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επρόκειτο δια χαρακτηρισμό κατάστασις η οποία είναι εξαιρετικά δυσμενής δια τον λέγοντα (και εννίοτε δε κλαίγοντα)! Συνιρμηκώς προέρχεται παρά της λέξεως «πουταναριό». Ενδεχομένως, συμφωνα με άλλη ερμηνεία, αι καταβολαί της λέξεως προέρχονται από τον κόσμο των οίκων ανοχής και υποδηλεί (τοιαύτη λέξη) τον χαμηλής υποστάθμης οίκο ανοχής.

Κλέων, εν ώρα αναμονής στο ΙΚΑ: «Μα αγανακτώ και εξίσταμαι πλέον! Περιμένω εις την ουρά ήδη μίαν ώρα δια μίαν σφαγίδα μετ' υπογραφής!»

Μήτρουλας: «Εμ, κι τι να γίν' δηλαδ' κύριος; Δε ξες ούτι ιδώ γίνεται καραπουτσαριό;»

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Είμαι υπεραπασχολημένος και αγχωμένος με κάτι, είμαι πολυάσχολος.

  2. Ως μεταβατικό ρήμα

(α) τρέχω κάποιον: κρατώ κάποιον απασχολημένο, αγχώνω κάποιον αναθέτοντάς του καθήκοντα. Συνώνυμα: αγγαρεύω (β) τρέχω ένα πρόγραμμα (ζαργκόν πληροφορικής): εκτελώ το πρόγραμμα (γ) τρέχω μία επιχείρηση: διευθύνω/είμαι υπεύθυνος για την επιχείρηση

  1. Ως απρόσωπο ρήμα τρέχει: συμβαίνει (κάτι απρόοπτο).
  1. - Μη χάνεσαι ρε βλάκα έτσι, πάμε για έναν καφέ στην τελική.
    - Δεν προφταίνω ρε συ, τρέχω ακόμη με την διπλωματική. Αν δεν τελειώσει αυτή η μαλακία, δεν με βλέπω να χαλαρώνω καθόλου.

  2. (α) Διδακτορικό είναι αυτό ή χαμαλίκι ρε πούστη; Ό,τι γραφειοκρατία και να προκύψει, εμένα θα τρέξει ο μαλάκας...
    (β) Διόρθωσα εκείνο το μπαγκ που σού 'λεγα, αλλα πάλι δεν μπορώ να το τρέξω το γαμίδι...
    (γ) Έπαθε ένα ατύχημα ο κυρ-Γιώργης, και το ουζερί για την ώρα το τρέχει ο γιος του.

  3. Τι τρέχει ρε, γιατί τέτοια μούτρα; Συνέβη κάτι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified