Selected tags

Πλιζ, απόφυγε αυτήν την ετικέτα, καθώς πρόκειται σύντομα να απαλειφθεί!

Αν δεν βρεις ετικέτες που να ταιριάζουν στον ορισμό σου, ανέβασέ τον χωρίς ετικέτες και στείλε κατόπιν αναφορά στους συντονιστές υποδεικνύοντας τις ετικέτες που θα ήθελες να του προσαρτηθούν.

Η καθαρή εξήγηση που είναι καθαρή σαν την λεπίδα του σπαθιού και αιθέρια σαν την κόψη του, χωρίς τσιριμόνιες και τσιριτσάντζουλες, καθαρά και νέτα σκέτα χωρίς μισές αλήθειες.

Του εξήγησα το πρόβλημα μου νέτα σκέτα, ότι δεν είχα άλλα χρήματα, και η εξήγηση του ήταν σπαθί... δεν θα ξαναέπαιζε τζόγο, το ορκίστηκε κιόλας. (Σιγά μην τον πίστευα).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άρες, μάρες, κουκουνάρες, κοινώς όταν η κατάσταση είναι μπαχαλότερη του μπαχάλου, όταν οι ασυναρτησίες πάνε σύννεφο και γενικώς χρησιμοποιούμε την έκφραση όταν θέλουμε να εκφράσουμε τα... ανέκφραστα.

Τον είχα βάλει κάτω και τον ρωτούσα ποιο ήταν το γκομενάκι που τον τσίλιαραν μαζί τις προάλλες και άρχισε να μου λέει, να μου λέει, στο τέλος ούτε ο ίδιος δεν καταλάβαινε τι μού' λεγε, τσουλουμουτζουκούμ τσιτσιρή η κατάσταση παίδες... το πήρα απόφαση, θα τον στείλω στην μάνα του!

Επίσης δες και σουλουμουτούκουμ τσιτσιρί

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν σημαίνει ακριβώς «μη μασάς» ή «μην τσιμπάς», καθότι είναι ήδη αργά: το έχουμε ήδη τσιμπήσει το δόλωμα. Σημαίνει: «αφού τσίμπησες σα μαλάκας, φέρσου έξυπνα, κατάπιε τον μεζέ και φτύσ΄τ' αγκίστρι, να μη σε έχουν για τελείως μαλάκα...».

- Ρε μαλάκα!!! Τά' μαθες; Η Ειρήνη θα κάνει αλλαγή φύλου και θα λέγεται Ηρακλής!
- Φτύσ' τ' αγκίστρι ρε μαλάκα, πλάκα σου κάνανε ρεεε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική ερώτηση ψευτόμαγκα προς αδαείς και μη, με στόχο να αποδείξει την εμπειρία του σε πλείστους τομείς, την καπατσοσύνη του και ότι γενικώς δεν μπορεί να τον ξεγελάσει κανείς. Όλα αυτά βέβαια ισχύουν αν όντως πέσει σε φελλό τύπο, γιατί άμα πέσει σε κανέναν πιο έξυπνο, την έβαψε.

Προς κατανόηση του ορισμού, όρα παράδειγμα.

- Άσε μας ρε, που θα μας υποδείξει πώς να συμπεριφερθούμε στην γκόμενα! Άντε τράβα πες μας από πού κλάνει το μπαρμπούνι!
- Δεν κλάνει ρε ούφο, αν έκλανε δεν θα ήταν κόκκινο!!!

(από Vrastaman, 22/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρεμφερής όρος με το έλα στον θείο, με τη διαφορά ότι ο παππούς προσδίδει μεγαλύτερο κύρος και δέος σχετικά με το αντίτιμο / βραβείο που λαμβάνει ο προσερχόμενος σε αυτόν. Χρησιμοποιείται κυρίως ως απειλή και σε περιπτώσεις που, αυτός που το λέει, υπονοεί ότι κάτι κακό περιμένει αυτόν στον οποίο απευθύνεται.

Ουδεμία σχέση με το άσμα του πλανητάρχη:

[i]έλα στον παππού
αυτόν που τα 'χει όλα
και μην κοιτάς αλλού.[/i]

Εδώ.

- Μετά από αυτό που μου έκανες, αν σε πιάσω την έχεις βαμμένη.
- Εδώ είμαι. Έλα στον παππού.

(από dimitriosl, 17/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τιμητική προσφώνηση φίλου ή φίλης. Δηλώνει αγάπη σεβασμό και άλλες τέτοιες πίπες.

Προσοχή πολύ σημαντικό: μην κόβετε την έκφραση χάριν συντομίας. Μην αποκαλέσετε τον φίλο σας λουλού(δι του αγρού), γιατί μπορεί να παρεξηγηθεί.

- Γεια σου φιλαράκι, θα τα πούμε αργότερα.
- Τα λέμε, λουλούδι του αγρού.

(από krisfryd, 18/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ουδεμία σχέση με το γεγονός της πτώσεως.
Χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει απαξίωση σε μεγαλόστομες εξαγγελίες, υποσχέσεις, ή απειλές.

  1. - Φίλε, πάω για μεγάλο bonus εφέτος. Έχω πιάσει τους στόχους ήδη.
    - Σιγά μην πέσεις ρε. Η εταιρεία φουντάρει κι εσύ ψάχνεις για μπόνους.

  2. «Δεσμευόμαστε ότι θα προστατεύσουμε το εισόδημα του μισθωτού και του συνταξιούχου....»
    - Σιγά μην πέσεις ρε. Ίδιες κουφάλες είσαστε όλοι.

  3. - Συνέχισε να με τσιτώνεις μέχρι να σε πλακώσω στις φάπες.
    - Σιγά μην πέσεις ρε. Εσύ θα με δείρεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η προέλευσις του όρου δεν δύναται να διερευνηθεί πλήρως. Θα προσπαθήσω ωστόσο εκτός της εννοιολογικής και χρηστικής προσεγγίσεως, να αποδώσω και μίαν πιθανήν εκδοχήν της προελεύσεώς του, την οποίαν καταθέτω προς αξιολόγησιν.

Κατ' αρχήν η φράσις πάντα απευθύνεται σε ανθρώπους και μάλιστα σε πρώτο πρόσωπο. Έχει την έννοια προστακτικής προτάσεως, παρόλο που, συντακτικά, ουδεμίαν σχέσιν φαίνεται να έχει με την προστακτικήν. Χρησιμοποιείται ως παρότρυνσις προς τον συνομιλητήν όπως σιωπήσει, ή να πάρει τον πούλον, ή τέλος πάντων να κάνει τουμπεκίον καθ' οιονδήποτε τρόπον και δια οποιονδήποτε λόγον, αναλόγως της περιστάσεως και της ροής της συζητήσεως.

Αυτό που προβληματίζει ιδιαιτέρως, είναι η χρήσις του συγκεκριμένου φρούτου. Δια τί να χρησιμοποιείται η μπανάνα και όχι λ.χ. το αχλάδι ή το μήλο. Εάν η χρήσις εξωτικών φρούτων είναι επιτακτική, υποθέτω ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ο ανανάς ή η καρύδα. Εάν κάποιος συνδυάσει τη μπανάνα με τον κλωβόν, τότε συνειρμικά μπορεί να οδηγηθεί εις τα συμπαθή όντα πίθηκο, χιμπατζή, γορίλα κ.λπ. Κι' αυτό, λόγω του ότι τα εν λόγω ζώα χρησιμοποιούντο κατά κόρον προς τέρψιν του κοινού ή των ιδιοκτητών τους, εις δημόσια ή και ιδιωτικά θεάματα, μετά της χρήσεως κλωβών. Εάν κάνουμε την παραδοχήν αυτή, δηλαδή ότι στον όρο εννοούνται τα πιθηκοειδή, τότε οδηγούμεθα εύκολα εις το συμπέρασμα ότι, η χρήσις του όρου προς ανθρώπους ομοιάζει αυτούς με τα προαναφερθέντα συμπαθή ζώα. Και άρα, η φράσις, εκτός του ότι διατάζει τον συνομιλητήν όπως πάρει τον πούλον (όπως προανεφέρθη), τον χαρακτηρίζει και πιθηκοειδές ή, κατά μιαν έννοιαν, κάτι συναφές με τα πιθηκοειδή.

  1. Στην παραλία:
    - Κορίτσια, να σας αλείψω αντηλιακό;
    - Τη μπανάνα σου και στο κλουβί σου βρε φλώρε.

  2. Στο δρόμο:
    - Ρε ξεκωλιάρη, πώς περνάς έτσι ρε; Έτσι οδηγάνε στο χωριό σου ρε βλάχο; Αν κατέβω κάτω, θα σε σκίσω ρε μουνί. - Φιλαράκι, τη μπανάνα σου και στο κλουβί σου, γιατί αν κατέβεις κάτω θα σου τη βάλω στον κώλο.

(από dimitriosl, 23/03/10)

βλ. και τη ρόκα σου εσύ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται (χλευαστικά) σε οποιονδήποτε ζωντανό οργανισμό, που δεν συγκαταλέγεται στα κατοικίδια, αλλά επιμένει να ζει χωρίς τη θέληση μας μέσα στο σπίτι μας. Στην παραπάνω κατηγορία ανήκουν:

  • αραχνοειδή κάθε τύπου, τα οποία κατοικοεδρεύουν στα ψηλά, και είναι δύσκολο αλλά και επίπονο να τα διώξεις
  • κατσαρίδες παντός τύπου. Από μικρές μαύρες μέχρι μεγάλες καφέ ιπτάμενες (ναι υπάρχουν).
  • πεταλουδάκια
  • ποντίκια (συνήθως σε εξοχικά)
  • κοριοί, ψείρες, σκόρος, σαράκι και λοιποί μικροοργανισμοί.

Κάποιες φορές συμβαίνει και ο ιδιοκτήτης της οικίας αρχίζει και συμπαθεί και συνηθίζει την ύπαρξη αυτών των ζωυφίων, με αποτέλεσμα να χάνεται το σλανγκ του πράγματος...

-Α, τι βλέπω; έχεις και κατοικίδια! (είπε η Ματθίλδη κοιτώντας μια αραχνίτσα που κρέμονταν από το ταβάνι, ενώ ξεκούμπωνε και το τελευταίο κουμπί του κορσέ της)
-Ναι, είμαι πρόεδρος του φιλοζωικού (απάντησε ο Φριτζ, αναστενάζοντας κάτω από το βαρύ σώμα της Ματθίλδης).

(από Μάγιστρος, 26/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Η σανταποδαρούσα που δεν τσιμπάει, αρθρόποδο της ομοταξίας Diplopoda.

  2. Γέρος που τζοχαδιάζεται εύκολα.

  1. Σκότωσα ένα ντριλιμόναρο στην κουζίνα πριν από λίγο.

  2. - Γιατί έχεις τέτοια μούρη;
    - Με κατσάδιασε πάλι αυτός ο ντριλιμόναρος ο παππούς μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified