Ξεκουμπίσου, σπάσε, στρίβε.
Μας τά 'πρηξες, άντε πάρε τη βόλτα σου.
Ξεκουμπίσου, σπάσε, στρίβε.
Μας τά 'πρηξες, άντε πάρε τη βόλτα σου.
Got a better definition? Add it!
Πασόκος, συνήθως συνδικαλιστής ή μέλος της νεολαίας του κόμματος. Λέγεται για άνδρες και γυναίκες ομοίως.
- Θα κατέβω να ψηφίσω στο συνέδριο.
- Ρε Μάρα, είσαι πολύ πρασινοφρουρός!
Got a better definition? Add it!
Υποδηλώνει - πάντα με μία καλή δόση ειρωνείας - άτομο που είναι ιδιαίτερα ήσυχος και κυρίως πιστός - κοινώς, Παναγίτσα.
- Σε είδα πως την έκοβες την ψώλα! Μην κάνεις το μαλάκα!
- Μα τι λες μωρό μου, εγώ; Εγώ είμαι Παναγή Τσαλδάρη γωνία!!!
Got a better definition? Add it!
Παραλλαγή της λέξης τίποτα, (σύμπτυξη του τίποτις), με την ίδια ακριβώς σημασία...
- Τίπτις να φάμε έχει, γιατί πείνασα;
Got a better definition? Add it!
Προστακτική έκφραση που σημαίνει στάσου ακίνητος και που πιθανόν προέρχεται από την εγγλέζικη φράση stick (th)'em up (=ψηλά τα χέρια). Λιγότερο πιθανό είναι να προέρχεται από τις λέξεις στάκα (=στάσου) + man.
ΣΤΑΚΑΜΑΝ: Τίτλος ταινίας του Αντώνη Καφετζόπουλου.
Στάκαμαν σου λέω να σου εξηγήσω, μην φεύγεις!
Got a better definition? Add it!
Παράφραση του ρήματος αντιλαβού. Συνήθως ακολουθείται από ερωτηματικό. Πιθανότατα μπήκε στην καθομιλουμένη από τη φράση της Θείας Λειτουργίας: "Αντιλαβού, σώσον, ελέησον και διαφύλαξον ημάς, ο Θεός, τη ση χάριτι..."
Καταλαβού μανδάμ;
Καταλαβού ή να στο ξαναπώ;
Got a better definition? Add it!
Σπαταλήσαμε τον χρόνο μας χωρίς να κάνουμε τίποτε, άσκοπα.
Παραφράζει τον τίτλο του θεατρικού του Μπέκετ Περιμένοντας τον Γκοντό (En attendant Godot)
- Χθες όλη τη μέρα την περάσαμε περιμένοντας τον κοντό.
Got a better definition? Add it!
Πρόκεται για τον ανεγκέφαλο, τον ατζαμή, τον άνθρωπο που τα κάνει θάλασσα σε όλες του τις προσπάθειες, από την προσωπική του ζωή μεχρι το gaming.
(Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως : Ο τελευταίος των μοϊκανών, ο τελευταίος μαλάκας, τελευταίος μόγγολος κλπ)
Ρε μαλάκα τελευταίε, σκατά τά 'κανες, γέμισες καφέ το κάθισμα!!
Πόσο τελευταίος μπορεί να είσαι, μου λες; Πάλι έκλεψες τη σύνταξη του παππού σου;
Ρε τελευταίε, πού πας, πάρε το level, θα σε κόψουν ψωμί άμα χωθείς, xpare καλύτερα.
Got a better definition? Add it!
Ο περίεργος, ανώμαλος, διαφορετικός, άχαρος. Μπρεί να περιγράψει και πρόσωπα και καταστάσεις.
Ρε κοίτα πως περπατάει ο ψηλός ρε, πολύ αλούμπαρδος.
ή
Πω ρε μαλάκα, το μυστήριο εκεί στο Lost όσο πάει γίνεται και πιο αλούμπαρδο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Όπως κάθε μεγάλο έργο τέχνης, έτσι και τούτη δω η λέξη είναι ανοιχτή σε πολλές διαφορετικές ερμηνείες. Μπορεί να σημαίνει διαφορετικά πράγματα όταν χρησημοποιήται σε μια πρόταση για το κάθε άτομο, αλλά πολύ περισσότερο μπορεί να σημαίνει διαφορετικά πράγματα και για το ίδιο άτομο. Συνηθίστερα πάντως χρησιμοποιήται όταν δεν έχεις κάτι ουσιαστικό να πεις, όταν θέλεις να τελειώσεις την συζήτηση ή όταν ο άλλος λέει τρελές μαλακίες.
- Καλά ρε μαλάκα, με γουστάρει και η Ελίζα. Μαλάκα είμαι πολύ γκόμενος τελικά.
- Σάκου.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Πλιζ, απόφυγε αυτήν την ετικέτα, καθώς πρόκειται σύντομα να απαλειφθεί!
Αν δεν βρεις ετικέτες που να ταιριάζουν στον ορισμό σου, ανέβασέ τον χωρίς ετικέτες και στείλε κατόπιν αναφορά στους συντονιστές υποδεικνύοντας τις ετικέτες που θα ήθελες να του προσαρτηθούν.