Selected tags

Further tags

Στον δρόμο, αυτός /-ή που οδηγεί αργά και παρεμποδίζει.

(αφού πατηθεί η κόρνα για κανα λεπτό) - Άντε μωρή κότα προχώρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περασμένη ώρα, όταν έχει πάει αργά.

- Λοιπόν τι ώρα δείχνει τον αγώνα αύριο;
- Δεν θυμάμαι ακριβώς. Κατά τις αργάμιση πάντως, και θα τον χάσω γιατί μεθαύριο πρέπει να ξυπνήσω πολύ νωρίς να μαζέψω χόρτα.

βλ. και σλανγκιές διαφημιστών

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγγλιστί: half past late.

Τουρίστας: - When will our flight leave?
- Half past late...

βλ. και σλανγκιές διαφημιστών

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στρατιωτική ορολογία, η καθυστέρηση της αλλαγής εν ώρα υπηρεσίας και γενικότερα το «χώσιμο» από άλλο φαντάρο. Το μπιφτέκι είναι μεγαλύτερο όσο μεγαλύτερη είναι η διαφορά των σειρών μεταξύ των φαντάρων.

- Πάλι μπιφτέκι κέρασε ο 299, που μας το παίζει και λέουρας το πατόψαρο. Αντί για 3 ήρθε 3 και 20, αλλά θα τον φτιάξω εγώ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ημερομηνία διεκπεραίωσης συγκεκριμένης υποχρέωσης σε παρελθοντικό μέλλοντα. Πρόκειται για «ληγμένη προθεσμία» οπότε το συναίσθημα που την διέπει είναι, αναπόφευκτα, δυσφορία για την αδυναμία εκπλήρωσής της.

Πάει η προχθεσμία για τη δόση του αυτοκινήτου... δύο μέρες... Με βλέπω από αύριο στο περπάτημα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από την αγγλική λέξη lag που σημαίνει αργοπορία και χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις που κολλάμε και χάνουμε τα λόγια μας.

- Έλα βρε μαλάκα μην λαγκάρεις τώρα που πρέπει να μιλήσουμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην γλώσσα των αλογομούρηδων, το αουτσάιντερ άλογο, το αργό, με τις λιγότερες πιθανότητες να κερδίσει.

-Καλά πόνταρες το νούμερο 6;
-Ναι έχει καλή απόδοση.
-Επειδή είναι γαϊδούρι γι΄αυτό!

Βλ. και μουλάρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην γλωσσα των αλογομούρηδων, όπως και το γαϊδούρι, σημαίνει το αουτσάϊντερ άλογο, το αργό, με τις λιγότερες πιθανότητες να κερδίσει.

- Κοίτα τον κωλόφαρδο! Πόνταρε σε μουλάρι και κέρδισε!

έχω άσχημα γούστα εγώ αγόρι μου!!! (από Fotis Nitsiopoulos, 15/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όνομα - παρατσούκλι κατά τους αλογομούρηδες, για το αργό άλογο, που δεν έχει καμιά ελπίδα να κερδίσει. Χρησιμοποιείται και απο τους οδηγούς αυτοκινήτων όταν πρόκειται για αργό - δυσκίνητο ή παλαιό αμάξι.

- Έκανα κόντρα με ένα φτιαγμένο Punto αλλά έφαγα τη σκόνη του. - Εμ τι πας και συ να συναγωνιστείς με τον Αστραχάν!

Βλ. και γαϊδούρι, μουλάρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση υποτιμητική που απευθύνεται σε πρόσωπο που μόλις εισέρχεται στον χώρο που βρίσκεται ο ομιλών.

Σε μερικές περιπτώσεις αναφέρεται στην αργοπορία εκείνου που έρχεται...

- Καλησπέρα μάγκες!
- Καλώς τ' αρχίδια μας τα δυο. Τι ώρα είναι αυτή που ήρθες ρε;

Βλέπε και καυλώστονα!.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified