Στρατιωτική ορολογία, η καθυστέρηση της αλλαγής εν ώρα υπηρεσίας και γενικότερα το «χώσιμο» από άλλο φαντάρο. Το μπιφτέκι είναι μεγαλύτερο όσο μεγαλύτερη είναι η διαφορά των σειρών μεταξύ των φαντάρων.

- Πάλι μπιφτέκι κέρασε ο 299, που μας το παίζει και λέουρας το πατόψαρο. Αντί για 3 ήρθε 3 και 20, αλλά θα τον φτιάξω εγώ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με πιο αργό τρόπο δεν γίνεται. Δεν αναφερόμαστε φυσικά στην καθυστέρηση των Ρώσων, αλλά ούτε στην διανοητική, πιο γνωστή ως κατελισμός. Είναι το ύστατο στάδιο αργοπορίας, κούρασης και όλα τα συναφή. Τα παραδείγματα θα σας δώσουν μια πιο καθαρή εικόνα.

  1. -Πωω ρεπστ μου! Αν είναι δυνατόν! 40 λεπτά καθόμαστε και ακόμα να περάσει το 046;! Πιο αργά και από την καθυστέρηση πάει!!!
    -...Live your myth in Greece...

  2. -Συγνώμη! Κοπελιά! ... Έχει περάσει μισή ώρα από τότε που παραγγείλαμε εκείνα τα σουβλάκια. Κόκκαλα έχουν;
    -Εεε κοιτάξτε, έχει πολύ εεε δουλειά το εεε μαγαζί καιιιι...
    -Άσ'το. Τι να πεις και εσύ καημένη; Όλοι εδώ μέσα είστε πιο αργοί και από τη καθυστέρηση...

  3. (Κουβεντούλα κοριτσιών)
    -Χθες μου έτυχε ένας...άσε...πιο αργός από την καθυστέρηση ο τύπος!

(από xalikoutis, 02/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά (και διεκπεραιωτικά, μπας και διαβάζει κανείς διαφορετικής κουλτούρας):

(Σαν επίθετο –ος –α -ο): Ό,τι τοποθετείται επάνω στον τάφο/ό,τι γίνεται στον τάφο κατά την ταφή/η εκκλησιαστική ακολουθία που τελείται τη Μεγάλη Παρασκευή (αλλά και τμήμα της).

(Σαν ουσιαστικό): Το άμφιο με την εικόνα της κήδευσης του Χριστού/το ειδικό κουβούκλιο που κάργα ανθοστολισμένο φέρει αυτό το άμφιο κατά τη Μεγάλη Παρασκευή και περιφέρεται αργά στους δρόμους των κατά τόπους εκκλησιαστικών ενοριών ακολουθούμενο από λιβανίζοντες ιερείς, νεαρές παρθένες που ψάλλουν και από πλήθος πιστών με αναμμένα κεράκια στα χέρια (αλλά και η ίδια η περιφορά).

Παίζουν σαν παρομοιώσεις:

1. Η έκφραση Πιο αργός κι από Επιτάφιο κι οι σχετικές τονίζουν το υπερβολικά αργό της κίνησης, δράσης κάποιου. βλ. σχ. του Khan, βλ. σχ. του electron, κι εδώ.

Συνώνυμα: πιο αργά από την καθυστέρηση, πιο αργός κι από ριπλέι βλ. σχ. του allivegp, πιο αργός κι απ' τον θάνατο.

2. Οι εκφράσεις Στολισμένη/Ντυμένη σαν Επιτάφιος τονίζουν το υπερβολικό (που αγγίζει το κιτς) της εμφάνισης (συνήθως) κάποιας βλ. πχ του Hodjas.

Σχετικά τα: Ντύθηκε ρεβεγιόν/Χόλυγουντ/ υπερπαραγωγή.

3. Οι εκφράσεις Μυρίζει Επιτάφιο» κι οι σχετικές (και σαν σφόλια) τονίζουν το υπερβολικά έντονο και βαρύ του αρώματος που φορά κάποιος.

Συνώνυμα: Μυρίζει/βρωμά θυμίαμα/λιβάνι/ πατσουλί.

4. Λέγεται απαξιωτικά για κτίρια, κατασκευές, οχήματα και ο,τιδήποτε μπορεί να στολιστεί/διακοσμηθεί και ειδικότερα να φωτιστεί, σημαίνοντας ότι ο διακοσμητής το παράχεσε.

Συνώνυμα: Το ‘κανε λατέρνα/χριστουγεννιάτικο δέντρο».

Πιο σλανγκικά σημαίνει:

5. Αυτόν που με τις αυθαίρετες ενέργειές του βάζει οριστικό τέλος (ταφόπλακα – επιτάφιο λίθο) στις ελπίδες κάποιου άλλου να πετύχει κάτι.

6. Κίναιδος συνοδευόμενος από ωραία και καλοντυμένα τεκνά, (sic απ’ τa Πετροπούλεια «Καλιαρντά»)

7. Κουστωδία του καθηγητή ή διευθυντή κλινικής με τους επιμελητές, βοηθούς και λοιπούς κομπάρσους που βγαίνουν μπουλουκοειδώς για ιατρική επίσκεψη, έτσι που να υποβάλλεται η εντύπωση φανταχτερής, μεγαλόπρεπης και υψηλής επιστήμης (sic από το Ν. Παπαγιάννη στa Πετροπούλεια «Καλιαρντά» αναφερόμενο σε ιατρικά σινάφια, σχολιάζοντας την ομοιότητα με το 6.).

Δεν αποκλείω καθόλου το να χρησιμοποιείται και σε άλλες παρόμοιες καταστάσεις.

8. Οποιαδήποτε συγκέντρωση ατόμων σε πορεία (κυρίως διεκδικητική - συνδικαλιστική) που της λείπει ο αυθορμητισμός, ο αυτοσχέδιος παλμός κι η συνεπακόλουθη ζωντάνια. Με ειλικρινή κι άπειρη τρυφερότητα (έχοντας πλήρη συνείδηση, δέος και –γιατί όχι;- φόβο του τι επέρχεται σε όλους μας) σχολιάζονται έτσι οι πορείες συνταξιούχων.

Σε λοιπές περιπτώσεις αποτελεί απαξιωτικότατο χαρακτηρισμό και μομφή.

  1. (σημασία 1) «…ρε μάγκες, μπαίνω στο ίντερνετ αυτήν την στιγμή με το κινητό μου σαν μόντεμ, και το πρόγραμμα 1 ευρώ τη μέρα... βολεύει (οικονομικά τουλάχιστον) το προγραμματάκι…., γιατί πραγματικά είναι απεριόριστο, όμως, οι ταχύτητες ρε παιδιά... πολύ επιτάφιος...»

  2. (σημασία 1, επίσης) «…Τώρα πάντως, για να τα λέμε όλα, και αυτός Ζ… δεν έχει το Θεό του. Η ομάδα - απόντος του Γ… - παίζει χωρίς άκρα και αυτός θέλει λέει να του πάρουν βαρύ φορ και «δεκάρι». Να γίνει δηλαδή η ομάδα από αργή, επιτάφιος…»

  3. (σημασία 3) «…Θα προτιμήσω κάτι σε άοσμο BALM λόγω ευαίσθητης επιδερμίδας, αλλά και λόγω του ότι δεν θέλω η κολόνια μου να μπερδεύεται με το άρωμα του after shave και μετά να μυρίζω σαν επιτάφιος…»

  4. (σημασία 4) «…Έχει γεμίσει ledάκια παντού, και από κάτω από το αμάξωμα αυτές τις φωτεινές ράβδους μπλε και φουξ. Δεν σας λέω τίποτα. Επιτάφιος σκέτος. Ο περίγελος της πόλης...»

  5. (σημασία 5) «..Επιτάφιος ήταν ο χαρακτηρισμός που έδωσε στον Π… Κ… Ελλαδίτης καθηγητής διαιτησίας για την εμφάνιση που έκανε πρόσφατα διαιτητεύοντας παιχνίδι του ΠΑΟΚ στην Τούμπα…»

  6. (σημασία 5, επίσης) «…Όμως αυτή τη φορά ο Π… Κ… έγινε στην κυριολεξία ο Επιτάφιος της Σαλαμίνας, θάβοντας κάθε προσπάθεια της Βαρωσιώτικης ομάδας για διάκριση στη φετινή χρονιά…» (όλα απ' το δίχτυ)

  7. (για τις σημασίες 6 & 7) Βλ. μήδια (ό,τι πιο κοντινό βρήκα στο δίχτυ)

  8. (σημασία 8) «…Σε τι ωφελεί λοιπόν αυτός ο επιτάφιος; (αναφέρεται σε άριστα περιφρουρούμενη πορεία) Να θυμόμαστε πως ίσως κάποια μέρα έρθει η ανάσταση; Να τιμούμε το σώμα των εργατών που κρεμάστηκε με τα καρφιά του μνημονίου; Να κουβαλάμε για λίγο στο σταυρό όλοι μαζί όπως κάνουν σε κάποιες χώρες στη θρησκευτική ιεροτελεστία της σταύρωσης για να εκστασιαζόμαστε (μη πω καμιά άλλη λέξη) ένα τέταρτο και μετά πάλι τα κεφάλια μέσα;…» (από μπλογκ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται για να δηλώσει υπερβολική αργοπορία, αφού ως γνωστόν οι τριλογίες χρειάζονται χρόνο για να γραφούν (ΟΚ, εξαιρείται το «του άη λάιτ»). Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σαν πασπαρτού δικαιολογία.

Στην τουαλέτα:
- Άντε βρε μαλάκα, τι κάνεις τόσην ώρα;
- Γράφω τριλογία!

- Γιατί δεν θα βγει ο Γιάννης τελικά;
- Θα γράψει τριλογία λέει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος αργοπορεί πολύ χωρίς λόγο, το παρομοιάζουμε με το άπλωμα του τραχανά που είναι μια ολόκληρη διαδικασία.

-Καλά της έχουμε χτυπήσει το κουδούνι εδώ και μισή ώρα! Τι στο διάολο κάνει; Τραχανά απλώνει;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ουσιαστικό γένους θηλυκού παρότι προέρχεται από ον γένους αρσενικού.

Αρχικώς η μπακιά χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει την παρατεταμένη αργοπορία σε προκαθορισμένα ραντεβού, χωρίς εμφανή λόγο, χωρίς προειδοποίηση, χωρίς ειδοποίηση, χωρίς ενδοιασμούς, χωρίς τσίπα και φυσικά χωρίς συγνώμη.

Πλέον όμως με την πάροδο των χρόνων και την αλλαγή των εννοιών, η λέξη μπακιά ορίζει τον συνδυασμό της εφηβικής ανωριμότητας με την παντελή έλλειψη σοβαρότητας.

Η μπακιά ως λέξη πρωτοεντοπίστηκε από γλωσσολόγους ερευνητές σε περιοχές της Αττικής (Αργυρούπολη, Ηλιούπολη, Παγκράτι, Καβούρι, Πάρνηθα), αλλά πλέον η διάδοσή της είναι τόσο ραγδαία που συναντάται και στα διεθνή λεξικά (Isidor Isaak Sadger - Österreichisches Wörterbuch 2012 p.456).

  1. - Ωπ,τι λέει φίλος; - Τι να λέει ρε ψηλέα, περιμένω τον άλλον 2 ώρες τώρα... - Σου' σκασε μπακιά ε;

  2. - Άσε ρε, δεν θα πιστέψεις τι μπακιά έσκασε το άτομο! Τον έψαχνα στο κινητό επί 4 βδομάδες.
    - Και; Τον βρήκες;
    - Με πήρε χθες να πάμε βουνό σαν να μην συμβαίνει τίποτα.
    - Καλά δεν σου΄πε τίποτα που είχες εξαφανιστεί;
    - Μου είπε πως είχε χαλάσει το πράσινο κουμπί στο κινητό του και δεν μπορούσε να απαντήσει.
    - Όχι ρε φίλε!!! Τρελή μπακιά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Όταν κάποιο θέμα ή κάποια υπόθεση προχωράει αργά. Εμπνευσμένο από τα αργά, μακρόσυρτα και ατελείωτα όπως οι ταινίες του γνωστού σκηνοθέτη.

  2. Σκηνοθέτης αμφιβόλου αξίας.

  1. - Είμαστε ένα μήνα με τη Μαρία και δε μου 'χει κάτσει. - Έλα ρε. Σ' το παίζει Αγγελόπουλος δηλαδή;

  2. Η δουλειά πάει Αγγελόπουλος.

  3. Κατά τη διάρκεια προβολής ταινίας (ο Θεός να την κάνει):
    - Ίσα ρε Αγγελόπουλε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O όρος κατενάτσιο (catenaccio) πέρασε στη συνείδηση μας ως το ποδοσφαιρικό σύστημα που στηρίζεται σε μια σφιχτή ζώνη άμυνας που σκοπό έχει να μας προφυλάξει από το να δεχτούμε γκολ και, από κει και πέρα, αν έρθει κάνα κωλόφαρδο γκολ από καμιά στραβοκλωτσιά, να κερδίσουμε με 1-0. Προέρχεται δε ετυμολογικά από το ιταλικό catena, που σημαίνει αλυσίδα.

Πρώτος διδάξας του αντιθεαματικού αλλά αποτελεσματικού αυτού στυλ παιχνιδιού, υπήρξε ο Αργεντινός προπονητής της Μίλαν των 60’s Helenio Herrera, ο οποίος φυσικά βρήκε έκτοτε πολλούς μιμητές με πρόσφατο παράδειγμα στις μέρες μας τον δικό μας Παλαιών Παιχτών Γερμανό.

Το λήμμα όταν χρησιμοποιείται στην καθομιλουμένη, σημαίνει την τακτική της καθυστέρησης και εξοικονόμησης χρόνου, ώστε να αποφύγουμε πιθανές δυσάρεστες εξελίξεις και να προετοιμαστούμε για να πετύχουμε, αν είναι δυνατόν, και αναστροφή μιας πιεστικής κατάστασης. Κλασικά το εφαρμόζουν οι εργαζόμενοι στον ρουμάνο τους όταν τους τα πρήζει και οι γκόμενες όταν δέχονται στενό μαρκάρισμα και θέλουν να το παίξουν και καλά δύσκολες.

  1. Πάλι βρήκε αφορμή με τις προθεσμίες και μου τα έκανε τσουρέκια, αλλά δεν αντιμίλησα. Απ΄το να μαλώσω μαζί του, κάθισα και τα άκουσα. Κατενάτσιο και όπου βγει, αυτή είναι η μοίρα του υφισταμένου.

  2. Δυο μήνες βγαίνουμε μαζί, και ακόμη να της τον σφίξω. Πολύ κατενάτσιο με παίζει, άραγε να τη βρίσκει με γαμπρό;

Catenaccio (από allivegp, 06/07/09)Helenio Herrera (από allivegp, 06/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται στο γνωστό μπικίνι.

Αποδίδεται ειρωνικά σε άνδρες όταν διερωτόμαστε ρητορικά γιατί καθυστερεί, ειδικά εάν η καθυστέρηση οφείλεται σε καλλωπισμό, ξύρισμα, κλπ.

Άντε ρε μαλάκα, κατουριέμαι! Τι κάνεις δυο ώρες στο μπάνιο, το μπικίνι ξυρίζεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δημιουργώ καθυστερήσεις, προσκόμματα, εμπόδια, αναβολές, ματαιώσεις, ακυρώσεις, αργό ρυθμό, επιβραδύνω, παρελκύω, αλλά και ευρύτερα υπεκφεύγω.

Από το τρένο, τραίνο, όπου ένα ελαττωματικό βαγόνι καθυστερεί, συμπαρασύρει όλα τα υπόλοιπα.

Κάπου στην Ελλάδα:
- Αυτός, άμα δεν πάρει το δωράκι του, θα μας τρενάρει ένα χρόνο μέχρι να υπογράψει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified