Λολοπαίγνιο με τις λέξεις συλλαλητήριο και αλήτης. Χρησιμοποιείται είτε 1) από όσους ενοχλούνται από τα συλλαλητήρια και θεωρούν τσουβαλιστί ότι ένα συλλαλητήριο δεν είναι τίποτα άλλο από μια μάζωξη από α) αλήτες μπαχαλάκηδες στη χειρότερη ή β) συλλαλητήριους στην καλύτερη, είτε 2) για να δηλώσει α) μία μάζωξη από ασφαλήτες που προσποιούνται το συλλαλητήριο ή β) ένα αντιδραστικό κόντρα-συλλαλητήριο από μπάτσους, ή γ) από Αγανακτισμένους Πολίτες, ή δ) απλώς από δυνάμεις της Δεξιάς και της Συντήρησης που κόντρα-διαδηλώνουν ενάντια σε ένα προοδευτικό αίτημα.

  1. Η ΣΧΟΛΗ ΘΑ ΠΑΡΑΜΕΙΝΕΙ ΚΛΕΙΣΤΗ ΓΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΣΤΟ ΣΥΝΑΛΗΤΗΡΙΟ. (Εδώ).
  2. Γιατί εάν αριστερά αποκαλείς το ΚΚΕ, ε! τότε τρέξε να βρεις κανά συναλητήριο να κάψεις καμμιά σημαία. (Εδώ).
  3. Κάθε φορά που ο λαός καλείται σε συλλαλητήριο στο Σύνταγμα η Αστυνομία προσκαλεί συναλητήριο από τα Εξάρχεια. (Εδώ).

Σύγκρινε με: συναλητήρια, είσαι ο κρότος, συλλαλητήρια.

Η Ελένη Λουκά είναι ένα συναλητήριο μόνη της!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη γηπεδική διάλεκτο σημαίνει επεισόδια μεταξύ οπαδών αντίπαλων ομάδων ή οπαδών και αστυνομίας.

-Τι έγινε στο Αρτάκη το Σάββατο ρε ψηλε;
-Παίχτηκε σκηνικό με τις γαβριέλες(=γαύροι).Τους ρίξαμε τρελό τρέξιμο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος του αναρχικού που η κύρια τακτική του είναι να πετάει μπουκάλια στην αστυνομία και σε άλλους στόχους κατά την διάρκεια συγκρούσεων. Σχετικά λήμματα: γκαζάκιας, μπουκάλι, μπουκαλάκιας, χαοτικός, μπάχαλος, μπαχαλάκιας, μπαχαλάκης, μπάχαλο, ντου, λίστα του ντου.

- Ενώ είχε συμφωνηθεί η πορεία να είναι ειρηνική, βρέθηκε ένας μπουκαλάκιας, έκανε τη μαλακία του και μας πέθαναν οι μπάτσοι στα χημικά!

πολλά καφάσια μπουκάλια (από jesus, 10/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη συνδικαλιστική αργκό, είναι η μορφή αγώνα που συνίσταται στη βίαιη, θορυβώδη είσοδο συνδικαλιστών μέσα στο γραφείο του Γενικού Διευθυντή, αρμόδιου Υπουργού ή άλλου κυβερνητικού αξιωματούχου. Μπούκες κάνουν κατά καιρούς οι οπαδοί στον αγωνιστικό χώρο του γηπέδου και οι φοιτητές στα γραφεία των Πρυτάνεων και των προέδρων των Σχολών, οπότε παίζει και χτίσιμο της πόρτας του γραφείου.

Φαινομενικός σκοπός της μπούκας είναι η διατράνωση της αντίθεσης στα σχέδια ξεπουλήματος του δημόσιου αγαθού (της υγείας, της παιδείας, της ηλεκτρικής ενέργειας, των τηλεπικοινωνιών, των μεταφορών κ.α. πολλά), αλλά στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα παιχνίδι εντυπώσεων στα πλαίσια της εξασφάλισης ανταλλαγμάτων που όταν παρασχεθούν, μπουκώνουν τους μπουκαδόρους και τους κάνουν να το γυρίζουν τρελίτσα.

Πιθανώς να ετυμολογείται από το ιταλ. bocca = στόμα (π.χ. nella bocca del' luppo = στο στόμα του λύκου), απ΄όπου προέρχεται και η μπουκιά (βλωμός, ελληνιστί).

  1. Θα κατεβούμε σε όσες πορείες και μπούκες χρειαστεί, προκειμένου να εμποδίσουμε τις αντεργατικές εξαγγελίες της Κυβέρνησης.

  2. Ενώ ήταν μαζί μας σε όλους τους αγώνες και τις μπούκες, τώρα που εκλέχτηκε Νομαρχιακός Σύμβουλος κάνει πως δεν μας ξέρει.

  3. Τρεις αγωνιστικές αποκλεισμός της έδρας του Πυρσού Γρεβενών η ποινή για τη μπούκα των οπαδών του στον αγώνα με τον Καμβουνιακό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

α. Στις πορείες:

Μπάχαλος /-οι είναι τα άτομα που συνήθως κατεβαίνουν στις πορείες για τις υλικές ζημιές. Συνήθως δεν πιστεύουν σε κάποια συγκεκριμένη πολιτική ιδεολογία και ούτε έχουν κάποιο συγκεκριμένο (πολιτικό) σκοπό για τις καταστροφές που προκαλούν. Γι αυτό και συνήθως οι στόχοι στους οποίους επιτίθενται δεν είναι συγκεκριμένοι.

β. Στα γήπεδα:

Μπάχαλος /-οι είναι τα άτομα που είναι πολύ φανατισμένα με μια ομάδα και συχνά επιτίθενται κατά άλλων (αστυνομικών, διαιτητών, αντίπαλων ποδοσφαιριστών / οπαδών κτλ). Οι τελευταίοι ονομάζονται επίσης και χούλιγκανς, φανατικοί.

α) Χθες έγινε χαμός στην πορεία. Ξαφνικά κάτι μπάχαλοι την άρχισαν να σπάνε μαγαζιά και μας την πέσανε οι Ματάδες.

β) Κάτι οπαδικοί μπάχαλοι επιτέθηκαν σε οπαδούς της αντίπαλης ομάδας καθώς προσπαθούσαν να βγουν από το γήπεδο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα επεισόδια που γίνονται σε πορείες ή στα γήπεδα που δεν έχουν κάποιο νόημα ή ιδιαίτερο στόχο και απλά προκαλούν αναστάτωση.

Και ενώ είχε συμφωνηθεί πως η πορεία θα είναι ειρηνική, αρχίζουν κάτι πιτσιρικάδες τα μπάχαλα και σπάνε μια στάση λεωφορείου και κάτι καρτοτηλέφωνα. Ορμήσαν τα ΜΑΤ και πήραν όλη την πορεία στο κυνήγι.

(από Khan, 29/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιπολία αστυνομικών, πολλά στρουμφάκια μαζί που βολτάρουν στον δρόμο με τη γνωστή στάση -ευθυτενείς, χεράκια διπλωμένα πίσω στη μέση, αγέρωχο βλέμμα και καλά βλοσυρό και απειλητικό... τς τς τς... Συχνάζουν σε γήπεδα, συγκεντρώσεις, ομιλίες, συναυλίες, πορείες... και γενικότερα όπου μαζεύεται πολύς κόσμος και υπάρχει κίνδυνος να προκληθούν επεισόδια.

Άσε ρε φίλε, βγήκαμε τρέχοντας από το γήπεδο να γλιτώσουμε τη φασαρία και πέσαμε πάνω σε μια μπατσοθύελλα... τι να σου λέω... μας πήραν στο κυνήγι και παραλίγο να μας συλλάβουν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified