Σύντμηση της φράσης: "δεν ξέρω εγώ τι". Αποτελεί συνένωση των ανωτέρω λέξεων και απαντάται συχνά σε αναρτήσεις σελίδων/μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Φαίνεται έντονα η ανάγκη συμπύκνωσης του, όχι απαραίτητα, βαθυστόχαστου νοήματος του συγγραφέα της έκφρασης.
Εύκολα μπορεί να διατυπωθεί εδώ ότι προέρχεται από την αγγλική πρόταση: "Don't know what" η οποία στερείται προσωπικής αντωνυμίας και παρουσιάζεται ελλειπτική όπως πολλές άλλες της καθομιλουμένης. Ο Ηλίας Πετρόπουλος θα την ενέτασε στα φλωράδικα, δηλαδή στη γλώσσα των νέων. Η σημερινή καταχώρησή της μάλλον εμπίπτει στην αργκώ των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Συντακτικά απαντάται στο τέλος μιας, σπάνια ορθογραφημένης, ανάρτησης την οποία ένας δείνα φιλόλογος παρατηρεί. Συχνά αποτελεί τον κολοφώνα μιας παράταξης εννοιών, των οποίων η σημασία βρίσκεται υπό αμφισβήτηση από τον εκάστοτε χρήστη του διαδικτύου. Οι εραστές της Νέας Ελληνικής μένουν άφωνοι από την κατάργηση των κανόνων συντακτικού/γραμματικής, αλλά τελικά υποκύπτουν στο μαζικό κύμα ανορθογραφίας και τη λαίλαπα συλλογιστικής ακατανοησίας.
(το κείμενο έχει βελτιωθεί ορθογραφικά προς εξυπηρέτηση του νοήματος διότι απαντάται συνήθως με όλα κεφαλαία και πλήρως ανορθόγραφο)
"προχτες το βραδυ μου την επεσαν κατι τσιελεκσακηδες με γιαμαχες και εψαχναν να μαζεψουν ξυλο για κατι κοτρες στο ΣΕΦ κι εγω δε μπηρα χαμπαρι λογω κοκας, 5 ΡεντΜπουλ, γλουταμινης, φαρμακακι, τρεις φραπεδες ΚΑΙΔΕΓΖΕΡΩΓΩΤΙ"