Further tags

Απαξιωτική απάντηση σε λούγκρο-απειλές κάποιου, κατά το θα μου κλάσεις τα αρχίδια.

Προέρχεται από το εμετικά κατσιμηχέσω τραγούδι «Για να σε εκδικηθώ». Πολλοί πατριώτες απορούν πώς ο αδιαμφισβητήτου ανδρισμού Δημήτρης Μητροπάνος παρασύρθηκε να ερμηνεύσει ένα τόσο νιανιά τραγούδι που μάλλον πους τις θα διενοήθη.

Αξίζει να σημειωθεί ότι «τις βάφει τις κουρτίνες» είναι και συνώνυμο του το σφίγγει το μπουλόνι.

- Άτιμη Λίλιαν, έδωσα τα πάντα για σένανε και μόλις γύρισα την πλάτη μου με πούλησες για τον Ανδρέα! Θα σου... θα σου... ΘΑ ΣΟΥ...
- Θα μου σκίσεις τα πόστερ, θα μου βάψεις τις κουρτίνες παλιο-λουγκρητία!

Η πηγή του κακού:
Για να σε εκδικηθώ
πετάω ενθύμια και δώρα
κι εσύ όπως και εγώ
θρύψαλα και σκουπίδια τώρα
τις ζωγραφιές σου σκίζω
τα πόστερ που αγαπούσες
και βάφω τις κουρτίνες
στο χρώμα που μισούσες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

*Κάτι που - στην πραγματικότητα - δεν είμαι (ή είναι κάποιος), ή *Κάτι που δεν πρόκειται να γίνει, κάτι που δεν πρόκειται να συμβεί.

  1. -Ωραία κοτσίδα! Αφήνεις μαλλί;
    -Ναι, ναι Μακλάουντ και καλά...

  2. -Θα έρθει ο Αντώνης τελικά για Καφέ;
    -Ναι, ναι Μακλάουντ και καλά... αφού μας έχει φτύσει τελευταία.

Επίσης χωρίς τα «ναι» - Μακλάουντ και καλά. Βλ. και και καλά, καικαλούας/-ού, ντεμέκ, καικαλάς

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως γνωστόν, η προβλεπόμενη θερμοκρασία που ανακοινώνεται από τα μετεωρολογικά δελτία μετράται υπό σκιάν. Συνεπώς, η θερμοκρασία σε σημεία ηλιοφάνειας είναι μεγαλύτερη.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση η ατάκα δεν αφορά θερμοκρασία, αλλά ηλικία. Η ηλικία αντιστοιχεί στις (...) του ορισμού.

Πώς δουλεύει η φάση; Όταν κάποιος(α), πει την ηλικία του και θέλουμε:

α) να τον (την) πειράξουμε (Παράδειγμα 1)
β) να δείξουμε στον περίγυρο μας πως είναι μεγαλύτερος (η), και ενδεχομένως στη συνέχεια να αναφέρουμε την πιθανή αιτία της κρυψοχρονίασης που αυτός (η) επιχείρησε (Παράδειγμα 2)

Λέγοντας «...υπό σκιάν» υπαινισσόμαστε και στις δυο περιπτώσεις, πως η αναφερόμενη ηλικία του (της), είναι τεχνηέντως σκιασμένη και πως η πραγματική είναι μεγαλύτερη.

Ακολουθεί το... γέλιο. Ειδικά στην πρώτη περίπτωση.

Σημείωση
1. Ο όρος μπορεί να αναφερθεί είτε, «...υπό σκιάν», ή σκέτα, «υπό σκιάν».
2. Αυτοί που μικροδείχνουν γίνονται πιο πειστικοί για την ψευδή ηλικία που αναφέρουν στους μη γνωρίζοντες και πιο καραγκιόζηδες στους γνωρίζοντες.
3. Στην περίπτωση ηλικίας γυναικών, θα είμαστε ενδεχομένως σωστοί λέγοντας τη συγκεκριμένη έκφραση (καθ' ότι έχουν την τάση να κρύβουν χρόνια, λες κι είναι φορολογήσιμα).
4. Πιθανά θα είμαστε σωστοί λέγοντας τη συγκεκριμένη έκφραση και στην περίπτωση που ο άλλος πριν την απάντηση δείξει να δυσανασχετεί, αλλά και στην περίπτωση που θα πετάξει επιφωνήματα του τύπου: ε... (σα να υπολογίζει τι θα πει)
5. Η έκφραση υπό σκιάν προσδίδει ασάφεια, μ' αποτέλεσμα να μπορούν να δοθούν διάφορες ερμηνείες ανάλογα με τον τρόπο που θα το πούμε, ειδικά όταν κάποιοι ξέρουν ότι ξέρουμε την ηλικία κάποιου (πχ είμαστε συμμαθητές του)

  1. Διάλογος μεταξύ δυο ατόμων που έχουν αρκετή εξοικείωση μεταξύ τους:
    - Ρε Γιώργη, είσαι ακάματος για την ηλικία σου. Πόσο να 'σαι;
    - E, δε θα 'μαι;
    - Άσε αυτά που ξέρεις και μολόγα.
    - 75. - 75 υπό σκιάν θέλεις να πεις. Χα χα χα... (λέχθηκε με διάθεση πειράγματος)

  2. - Προηγουμένως, ο Βασίλης είπε την ηλικία του στη Βάσω. Άκουσες πόσο της είπε πως είναι;
    - Ναι 35 είπε. Είναι 35 υπό σκιάν όμως. Μικροδείχνει και θέλει έτσι να τα φτιάξει με τη Βάσω, που είναι δεκαπέντε χρόνια μικρότερη του. - Καλά, δε ντράπηκε να το πει μπροστά σε μας... τους συμμαθητές του.

Κ.Μ:Σοβαρά σου λέω,είμαι 85 κι όχι 90 υπο σκιάν,όπως διαδίδουν ορισμενοι //Συνομιλητής:Ωχ...αν είναι έτσι μέχρι ποτε θα ζεις ρε γκαντέμη;  (από GATZMAN, 04/12/08)Πασχάλης:Είμαι 40 ετών/// Καποιος απ το πλήθος:Υπο πυκνή σκιά όμως.Υπο σκιά πλατάνων (από GATZMAN, 04/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με τίποτε δεν είναι δυνατόν να γίνει αποδεκτή μια κατάσταση ή μια σειρά ζητούμενων πραγμάτων.

-θα φωνάξουμε και την φίλη σου για τρίο το βράδυ;
-Μη φας και έχουμε γλαρόσουπα και μπούτι απο ελικόπτερο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μη φας και έχουμε γλαρόσουπα και μπούτι από ελικόπτερο.

- Μωρό μου Λένα, ήταν ένα στιγμιαίο λάθος αυτή η απιστία. Θα με συγχωρέσεις;
Λένα:
- Μη φας και έχουμε γλαρόσουπα και μπούτι από ελικόπτερο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασικότατη έκφραση που απαντά κυρίως ως «μη μου λες εμένα ιστορίες για γρίους» ή « τι' ν ' αυτά που λες + [αυτά που λέει] + και ιστορίες για αγρίους...». Η φράση είναι ένας σχετικά ευπρεπής τρόπος να πεις «μη μου λες μαλακίες», «άσ' τα σάπια σάλια», δλδ. μη με δουλεύεις. Εκφέρεται μάλλον με θυμό και σε περιβάλλοντα (πχ. εργασιακά) όπου πιο ηχηρές εκφράσεις αποδοκιμάζονται.

Η φράση προφανώς προέρχεται από την εποχή όπου ναυτικοί, εξερευνητές, πειρατές και αργότερα ανθρωπολόγοι, εθνολόγοι κλπ πουλούσαν στον κόσμο φανταστικές «ιστορίες για αγρίους», φαντασιοπληξίες δηλαδή για άγριες φυλές και τα φοβερά και τρομερά που τις είδαν να κάνουν*.

Αυτό το «για αγρίους» βέβαια, μπορεί κανείς να το εννοήσει -εσφαλμένα πάντως- όχι μόνο ως «σχετικά με αγρίους», αλλά και ως «προορισμένες για αγρίους», παιδαριώδεις δικαιολογίες που μόνο αγρίους θα μπορούσαν να πείσουν, που η αξία τους μετριέται σε χάντρες και καθρεφτάκια, προσβλητικές για τη νοημοσύνη του χρήστη της φράσης.

Και τα δυο νοήματα φυσικά αλληλεπιδρούν πολλαπλασιαστικά αυξάνοντας δύναμη της φράσης...

Αξίζει να σημειωθεί παρεκβατικά ότι την ελληνική ανεκδοτική slang έχουν εμπλουτίσει διάφορες φυλές ιθαγενών: οι Μάο Μάο, οι Ζουλού, οι Παπούα, ενώ εντός και εκτός ανεκδότων συναντά κανείς τη μοναδική φυλή κυνηγών-τροφοσυλλεκτών της ελληνικής επικράτειας, τους Ούγκα Μπούγκα, από την ευχρηστότατη ρίζα ουγκ. Οι δε κουλτουριάρηδες έχουν τη δική τους αγαπημένη άγρια φυλή, τους Λιλιπούα.

*ώσπου η σύγχρονη κορέκτ ανθρωπολογία μάς είπε ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν ήταν / είναι τελικά και πολύ διαφορετικοί από μας τους δυτικούς, με τη διαφορά ότι είναι εντελώς διαφορετικοί...

υπάρχει ένα ωραίο τραγούδι του Μαραγκόπουλου με αυτόν τον τίτλο, και ρεφρέν:

μου λες ιστορίες για αγρίους
και κακούς μακρινούς συγγενείς
μ' απ' του έρωτα τα βέλη
δεν τη γλύτωσε κανείς...

ή κάπως έτσι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ειδήμων. Ο όρος αυτός μπορεί να ειπωθεί, είτε για να επιβεβαιώσει τη φήμη κάποιου, είτε όμως για να την αμφισβητήσει. Ο όρος αυτός οφείλει την καταγωγή του στον τίτλο του ανώτατου διοικητή του θρησκευτικού-στρατιωτικού τάγματος των Ιωαννιτών ιπποτών των μεσαιωνικών χρόνων. Εξ ου και ο όρος «παλάτι του μεγάλου μαγίστρου» (Ρόδος). Του αναγνωριζόταν η ιδιότητα του ειδήμονος επί παντός επιστητού.

Ο Βασίλης, ένας νέος υπάλληλος σε τεχνικό τμήμα, είναι πελαγωμένος σχετικά με τη λύση σε ένα περίπλοκο τεχνικό ζήτημα και συζητά για αυτό με τον προϊστάμενο του τμήματος.
Βασίλης: - Ο Δημήτρης μου είπε να το κάνω με τον Α τρόπο, αλλά ο Κώστας μου λέει να το κάνω αλλιώς. Έχω μπερδευτεί.
Προϊστάμενος: - Κοίτα, δεν είμαι ειδικός σε τέτοιου είδους προβλήματα. Αυτό όμως που έχω να σου πω είναι πως σε τέτοιου είδους τεχνικά ζητήματα ο Κώστας έχει αποδειχτεί Μέγας Μαγίστρος. Προτείνω να τον ακούσεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση αμφισβήτησης στη δήλωση περί ύπαρξης τεχνογνωσίας (know how).

- Νομίζουν οι διευθυντάδες πως ως εταιρεία έχουμε το know how. Η πράξη δείχνει πως συνέχεια ψαχνόμαστε για το Who Know how, αλλά τίποτα δε βρίσκουμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση του «Σοβαρά;», δηλαδή του: «Τι λες ρε παιδί μου...», «Για δες...», «Αν είναι δυνατόν...» και λοιπών τυπικών και ξέπνοων εκφράσεων που προδίδουν πως ο συνομιλητής μας ποσώς ενδιαφέρεται για την καταπληκτική είδηση που με τόση ζέση του ανακοινώνουμε. Αν λοιπόν τον ακούσουμε να λέει «Σωβρακά;», τότε αντιλαμβανόμαστε την ακόμα πιο έκδηλη απαξίωσή του.

- ...και έβρεχε τόσο πολύ που οι δρόμοι είχαν πλημμυρίσει και στο ταξί όπου ήμουν τα νερά είχαν μπει μέσα και ήταν τόσο πολλά ώστε κόντευα να πνιγώ γιατί τα παράθυρα είχαν πάθει εμπλοκή και δεν άνοιγαν και ο ταξιτζής τά 'χε παίξει και δεν ήξερε πού να πάει το αυτοκίνητο και δεν έβλεπε να οδηγήσει και δώσ' του ανεβαίνανε τα νερά ώσπου σταμάτησε η βροχή ξαφνικά και όλα καλά, έτσι μπορώ και είμαι εδώ να σου τα πω.
- Πω πω, τελέρε παιδί μου, σωβρακά;; - Ναι μαλάκα... Μα το Θεό...

Βλέπε και σωβρακολογείς;.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που συνέχεια λέει και περηφανεύεται για κάτι αλλά ποτέ δεν το αποδεικνύει.
Καικαλάς = υποκριτής = ψευτόμαγκας.
Από το και καλά.

Ο καικαλάς ο Κώστας πάλι μίλαγε για το όταν πλάκωνε τον αδερφό του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified