Το ύπουλα σταδιακό (ή το μπροστά-στα-μάτια-σου) μπατάλεμα κάποι@ από ευγάμητο υπερτούμπανο σε εύχοντρ@ φακλανιάρ@.

- Μέλος του φακλαναριού, το ακραίο φακλάνι, εκφακλανισμένο θρέμμα της Φακλανδίας. (εδώ)

- Η Σανταζίνια έχει γίνει δυστυχώς Σανταμούτρα του Active Burger, καθώς από πιστότητα στην πρώτη ετυμολογία του bap, για να το θέσω βρασταμανιστί, "διέβη τον Ρουβίκωνα του μη αναστρέψιμου εκφακλανισμού της". (σχόλιο Khan στο λήμμα λοουμπαπάς)

Εκ του βυζαντιοσλανγκικής προέλευσης ονόματος Φακλάνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολιούχος άγιος των απανταχού τρέντουλων, ο άγιος που τιμούν όλοι οι τρέντυς.

Λεξιπλασία του Μάρκου Σεφερλή, παράγωγη απ' τον προάστιο δήμο του Αγίου Ιωάννη Ρέντη. Πιθανόν να λανθάνει ειρωνεία για τους κατοίκους δυτικών προαστίων που γίνονται τρέντυς, για να υπεραναπληρώσουν το γεγονός ότι είναι «γεννήματα-θρέμματα» δυτικών προαστίων (κατά Μαζωνάκη). Μεταξύ των ναών του εν λόγω αγίου συγκαταλέγονται το Allou Fan Park και το θεματικό πάρκο των Village Cinemas, μεγάλη η χάρη τους!...

Ήταν γέννημα-θρέμμα Δυτικής Αττικής με περηφάνια και λόγο τιμής... Τώρα γιορτάζει του Αγίου Ιωάννη Τρέντη! Πού τον χάνεις, πού τον βρίσκεις, στο Allou Fan Park και στα Village είναι...

Φιλοτεχνήθηκε και η εικόνα του. (από Khan, 20/02/14)Επικαιροποιημένη εικόνα. (από Khan, 14/03/15)

Βλ. και σχετικό λήμμα κάποτε ήσουνα λεβέντης, τώρα μου 'χεις γίνει τρέντης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκόμενα που προσελκύεται από τον οποιονδήποτε τύπο κάγκουρα που κατέχει οποιοδήποτε είδος μηχανής (απαραιτήτως)... Είναι γκόμενα που το μόνο στάνταρ που έχει για τον υποψήφιο γκόμενο είναι αν έχει μηχανή και πόσο μακριά την πάει στη μια ρόδα...

Αλλιώς: η καγκουρομάνα, η ποντικοπηδιόλα.

1
- Ωραίο μουνάκι ρε η Σοφία... φαίνεται και εύκολη... θα πάω να χωθώ...
- Αφού δεν έχεις πάπια...
- Ε και;
- Είναι σελογκόμενα.

2
Γιούλη: -Θέλω ο άλλος να είναι ευγενικός, δυναμικός, έξυπνος, αστείος, όμορφος, πιστός. Θέλω να τον θαυμάζω και να έχει μεγάλη πούτσα.
Μαρία: -Εγώ θέλω να έχει μηχανή.

Η Μαρία είναι σελογκόμενα.

Βλέπε και -μούνα, -γκόμενα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified