Ρετρό σλανγκιά του πάλαι ποτέ Βασιλικού (μπρρρ!!!) Ναυτικού για το μέσον ή βύσμα. Εν αχρηστία πλέον περιπεσούσα, ήταν σε ευρύτατη χρήση το 1950-60, και, σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες που συνέλεξε ο γράφων, επιβίωνε ακόμα στα τέλη '70 - αρχές '80.

Για την ετυμό της λέξης μόνο εικασίες μπορούν να γίνουν. Το μόνο που κατέβασε η κούτρα του λημματογράφου είναι ότι η γραμμή αποτύπωσης του αριθμού 8 θυμίζει έντονα κίνηση παράκαμψης.

[...] είχα την πρώτη μου επαφή με την ελληνική πραγματικότητα (θητεία στο ναυτικό) [...] έκανα αγγαρείες, δεν είχα ποτέ «εξόδους» [...].
Μια γερή δόση «οχτάρι» (έτσι λένε το «μέσον» στο Ναυτικό) και η δημοκρατική ισονομία αποκαταστάθηκε πλήρως.

(Νίκος Δήμου «Οι Έλληνες»).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην στρατιωτική αργκό, είναι ο Υπερθετικός για το βύσμα, δηλαδή ο φαντάρος (ή και μόνιμος) που έχει κάποιο «μέσο», κάποια «άκρη» και κάνει γι' αυτό καλύτερη θητεία, ή το ίδιο το μέσο. Ο όρος είναι σαφώς πιο δυνατός από το βύσμα. Σημαίνει είτε ότι το μέσο είναι πολύ δυνατό, λ.χ. κάποιος σημαντικός πολιτικός ή στα ανώτερα κλιμάκια των Ενόπλων Δυνάμεων, είτε ότι ο φαντάρος έχει πολλά διαφορετικά μέσα. Επίσης, μπορεί να λανθάνει σεξουαλικό υπονοούμενο, ότι δηλαδή ο φαντάρος έχει γίνει σουρωτήρι από τα πολλά βύσματα που έχει, τον παίρνει δίκην φις - πρίζας κ.τ.ό.

Πάσα: Mr Cadmus.

  1. Για καλή θητεία βρείτε μπάρμπα που έχει άκρες. Συνεπώς δεν θες μόνο βύσμα. Θες πολύμπριζο. (Εδώ).

  2. Γεια σας, για να γινει καποιος δοκιμος στις ειδικες δυναμεις και πιο συγκεκριμενα στα αλεξιπτωτα απ οτι καταλαβαινω ειναι αρκετα δυσκολο... Θα ηθελα να ρωτησω ποσα ατομα περιπου περνουν δεα εδ σε καθε εσσο ; στα αλεξιπτωτα ποσα περιπου ; Για τα αλεξιπτωτα το βυσμα θα πρεπει να ειναι πολυμπριζο σε σχεση με δεα λοκ Ή δεα πεζοναυτων ας πουμε; Οταν εννοουμε χοντρο βυσμα ; Εννοουμε κ πολιτικο προσωπο ; (Εδώ).

  3. Καλά πες μας τι βύσμα είναι και μέτα κανονιζόμαστε αν και μου φάινεται πως δεν ξέρεις καν τι βύσμα έχεις (πολύμπριζο μάλλον έχεις) . (Εδώ).

Αράπη σούστα από την έμορφη Χίο.  (από Mr. Cadmus, 11/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ των βαζελίνη και Έλληνας ή Ελλάδα αντιστοίχως.

  1. Ο Έλληνας του οποίου ο μεν τράχηλος «ζυγό δεν υπομένει», ο δε κώλος υπομένει πολλά και διάφορα. Αν και κρατάει μία υψηλή εθνική υπερηφάνια υπόκειται σε πολλούς εξευτελισμούς και διασυρμούς, και ως ομορφάντρας βάζει διάφορες σως για να γλυστράει. Η έκφραση δηλώνει ακραία αυτοκριτική για το πώς εντέλει αποτελούμε χώρα γαμιόμαστε, πλην όχι ασάλιωτα, αλλά μέσω διαφόρων εξωραϊσμών, που λειτουργούν ως βαζελίνη.

Ήδη το 1985 ο Χάρρυ Κλυνν είχε τιτλοφορήσει παράστασή του στο Δελφινάριο «Βαζελληνίδες, Βαζέλληνες» (δες εδώ) τρέποντας το «Ελληνίδες, Έλληνες» του Κωνσταντίνου Καραμανλή θείου, οπότε η έκφραση υπάρχει τουλάχιστον από τότε και πιθανόν από παλιότερα.

  1. Χρησιμοποιείται μειωτικά για τους παίκτες ή οπαδούς του Παναθηναϊκού, τους βάζελους. Ενίοτε με την σημασία ότι η Αθηνέζικη ομάδα φτάνει να εκπροσωπήσει όλη την Ελλάδα, ή κυριαρχεί με πλάγιες μεθόδους στο ελληνικό στερέωμα, ως μη όφειλε. Χρησιμοποιείται κυρίως από Ολυμπιακούς.

  2. Σχετικό και το Βαζελλάδα. Έχει κυρίως αθλητική σημασία ως αντώνυμο του κοκκαλιστάν. Δηλαδή σημαίνει λ.χ. μια Εθνική ομάδα που κυριαρχούν παίκτες του Παναθηναϊκού, ως μη έδει, ή το σύστημα μιας ολόκληρης χώρας που ευνοεί τον Παναθηναϊκό. Μπορεί βεβαίως και να μην αναφέρεται στον Παναθηναϊκό, αλλά να δηλώνει απλώς μια ξευτιλισμένη ξεβρακωμένη Ελλάδα.

Επίσης, υπάρχει και το Βαζελλήν, και καλά μάρκα βαζελίνης made in Greece.

  1. Αυτό είναι αλήθεια! Το δροσερό καλομαίρι και ο ήπεος χειμώνας, (που συνιστούν ένα εύκροτο κλίμα) σε συνδυασμό με τους φαλλόξενους κατοίκους και τη Μεσοργειακή διατροφή (λάδι, λαχανητά, φασ Ολη, ρεΒύθη, σπόρδο κ.α.) αναδεικνύουν τους βαζΕΛΛΗΝΕΣ σε ομ φαλλό του κώ…σμου! (Λεξιπλαστικό όργιο σε σχόλιο στο γουορντπρέσι του Πάνου 1962).

  2. α. oi vazellines maxairwsan paidakia,tin epomeni apla de... vrikan ton dromo gia to gipedo! (Εδώ).

β. Σε τρείς βδομάδες, που θα 'ναι μαζί μας κι ο Τζολε και η ομάδα θα ρολάρει καλύτερα και τότε δεν θα έχουν τύχη οι βαζελληνες ;) (Εδώ).

γ. Εμπρός γενναίοι Βαζέλληνες! (Εδώ).

  1. Eγω (αν μου πεφτει λογος) ελπιζω αυτο το πραμα που θα εκπροσωπει το σιχαμα που λεγεται ελληνικο μπασκετ, να διασυρθει κ να φαει 30αρες. Σκατα στη βαζελλαδα του βασιλακοπουλου. (Εδώ).

Ομφαλός της γης. (από Khan, 20/04/12)(από Khan, 05/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δοκίμως, αποτελεί αλιευτικό δίχτυ πάρα πολύ πυκνό και κατάλληλο για το ψάρεμα μικρών ψαρακίων, όπως οι αθερίνες. Η λέξη είναι σπάνια και δεν υπάρχει σε Μπάμπη και Τριαντάφυλλο. Συνήθως τίθεται στον πληθυντικό: αθερινόδιχτα.

Μεταφορικώς, έχει διάφορες σημασίες. Η πιο ενδιαφέρουσα είναι ότι χρησιμοποιείται ειρωνικώς για να αποδώσει το αγγλικό Fishnet, δηλαδή είτε το λεγόμενο καλσόν- δίχτυ, είτε το εσώρουχο με μορφή διχτυού που φοριέται φετιχιστικώς όχι μόνο στα πόδια, αλλά σε όλο το σώμα και αναδεικνύει τις καμπύλες, τα τουμπανόβυζα και τους μυικούς όγκους, προσφέροντας μια κατιτίς παραπάνω κίνκι αίσθηση. Στα δίχτυα του πιάνονται όχι μόνο αθερίνες, αλλά και λούτσοι. Ασφαλώς, η ονομασία του ως αθερινόδιχτου έχει σκοπό να καταρρακώσει την όποια καλλιέργεια σεχουαλικής ατμόσφαιρας. Η Βικούλα παρατηρεί ότι το Fishnet στα πόδια και τα χέρια είναι ίδιον και goth και punk μόδας.

Επίσης, χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις όπου κάποιος μεταφορικώς προσπαθεί να πιάσει τα μικρά ψάρια, ενώ αφήνει τα μεγάλα ψάρια να ξεφύγουν. Δηλαδή σε περιπτώσεις μηντιακού ή δικαστικού ή κρατικού τουκανισμού, όπου όλη η προσοχή πέφτει λ.χ. σε πλημμεληματάκια, ή στον πολύ κόσμο που μικροπαραβατεί ενώ σημεία και τέρατα γίνονται ατιμώρητα. Τότε λέμε ότι ο τάδε λ.χ. εισαγγελέας ή εφοριακός κ.τ.ό. «βγήκε για ψάρεμα με το αθερινόδιχτο». Δημοσιογράφοι με αθερινόδιχτο είναι και οι διάφοροι δημοσιοκάφροι που συνειδητά δεν ψαρεύουν μόνο σελεμπριτόνια, αλλά και μικρούς ήρωες της καθημερινότητας, λ.χ. σε κάτι ρεπορτάζ του Σταρ, όπου οργώνουν τις παραλίες για να πάρουν συνεντεύξεις από σέξι ανώνυμες λουόμενες, παγκοσμίου φήμης άγνωστους εξαπάκετους και διερχόμενους λουοδύτες. Οι υπερήφανοι συνεντευξιαζόμενοι παρομοιάζονται τότε με αθερίνες, ως μικρά ψάρια- βορά τ. κρέας για κανόνια του δημοσιοκάφρου.

Επίσης, σε εκφράσεις τ. «αθερινόδιχτα μπαλώνουμε;» κατά το μπρίκια κολλάμε; των μπρικολάκων ή στέλνω κάποιον να μπαλώσει αθερινόδιχτα κατά το στέλνω για τσιγάρα. Το τελευταίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε αθλητικό βρις-οφ εναντίον οπαδών του Ολυμπιακού- γαύρων.

@ Γερμανός μεταφραστής: Δυσαλίευτα τα ευρήματα στο αθερινόδιχτο του γούγλη, οπότε η έκφραση είναι σπάνια.

  1. α. Η Τζέσικα με υποδέχτηκε φορώντας μόνο ένα αθερινόδιχτο που τόνιζε τα τουμπανόβυζά της. Έμεινα μαλάκας να παρατηρώ πώς οι ρώγες- κάγκελο ξεπρόβαλλαν μέσα από τα δίχτυα.

β. - Μωρό μου τι το φόρεσες το αθερινόδιχτο; Θέατρο πάμε...

γ. mporei na foroyse atherinodixto h typhsa...tote allazei....;) (Εδώ διαδικτυακό εύρημα αμφίβολο).

δ. ΠΩΛΟΥΝΤΑΙ ΠΛΕΡΕΖΕΣ ΑΦΟΡΕΤΕΣ, ΕΧΟΥΝ ΓΙΝΕΙ ΣΑΝ ΑΘΕΡΙΝΟΔΙΧΤΟ ΑΠΟ ΤΟ ΣΚΟΡΟ ΒΕΒΑΙΑ, ΑΝ ΕΙΣΤΕ ΒΑΖΕΛΟΣ ΜΠΟΡΕΙΤΕ ME EΛΑΦΡΑ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΝΑ ΤΙΣ ΦΟΡΕΣΕΤΕ ΚΑΙ ΣΑ ΦΟΡΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (ΚΑΛΣΟΝ) ΤΟ ΒΡΑΔΥ. (Εδώ επίσης).

  1. Το αθερινόδιχτο του ρεπόρτερ (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν πρόκειται για ένα απλό «βύσμα», αλλά για «πολύπριζο». Είναι ο φαντάρος που είναι πιο βύσμα κι απ' τα βύσματα και πάει στις καλύτερες θέσεις ή έχει την πιο ευνοϊκή μεταχείριση.

Επειδή, και καλά οι ΔιαΒιβαστές κάνουν εύκολη θητεία, τους λένε Δυνατά Βύσματα. Οι επίλεκτοι όμως της Έρευνας και Πληροφορικής που, κατά κανόνα, είναι κομπιουτεράδες του στρατού σε κάποιο γραφείο και κάνουν λιγότερες σκοπιές ή καθόλου, ανήκουν στο σώμα Ε.Π. (Έρευνας και Πληροφορικής ή Εξέχοντα Πολύπριζα).

Βλέπε ορισμούς για Γ.Ε.Π..

Βλ. και πολύμπριζο. Σχετικά: δόντι, κονέ, χαυλιόδοντας, bluetooth, ρουσφετοπωλείο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified