Ο κοιλαράς εκ της αλβανικής λέξης baka = κοιλιά.
Κείνος που πρόκοψε πολύ ήταν ο Θανάσης ο νταλάκας ή μπακοκοίλης, - όλο κοιλιά ήτανε μικρός. (Όμηρος Πέλλας).
Ο κοιλαράς εκ της αλβανικής λέξης baka = κοιλιά.
Κείνος που πρόκοψε πολύ ήταν ο Θανάσης ο νταλάκας ή μπακοκοίλης, - όλο κοιλιά ήτανε μικρός. (Όμηρος Πέλλας).
Got a better definition? Add it!
Νταλάκι είναι είδος ερπετού και νταλάκας είναι αυτός που έχει φουσκωμένη κοιλιά, αυτός που νταλακιάζει. Η προέλευση δεν είναι σαφής. Μπορεί να αναφέρεται στην επίδραση δηλητηρίου του ερπετού ή στην εικόνα ερπετού, που βαρυστομαχιάζει ύστερα από την κατανάλωση άλλου ζώου, ή σε κοιλιά σαν βάτραχου.
Κείνος που πρόκοψε πολύ ήταν ο Θανάσης ο νταλάκας ή μπακοκοίλης, - όλο κοιλιά ήτανε μικρός. (Όμηρος Πέλλας).
Got a better definition? Add it!
Ο παχύς και μαλθακός άνθρωπος, ο μούσχαρος, το μοσχάρι.
Άντε να βγει να δουλέψει λίγο το δαμάλι που κάθεται και τρώει όλη μέρα!
Got a better definition? Add it!
Ο παχύς άνθρωπος που μοιάζει σαν να έχει λάβει τη μορφή σφαίρας.
Μη τρως άλλο ρε! Μπαλόνι έχεις καταντήσει!
Got a better definition? Add it!
Ο παχύς και ογκώδης άνθρωπος.
Απορώ πώς θα κάνει σεξ με αυτό το μαμούθ. Θα χρειάζεται ειδικό χωροταξικό σχεδιασμό.
Got a better definition? Add it!
Στο ρεμπέτικο ιδίωμα, είναι ο αστυνομικός, πρόκειται για παραφθορά του πολιτσμάνος.
Σιωπή, θα πλακώσουν οι μολυσμάνοι.
Got a better definition? Add it!
Παλαιακό επαγγελματικό φαυλιστικό για τον δημοσιογράφο. (Δες).
Οι μολυβοσπρώχτες δεν πληρώνονται πλέον καλά, άλλο αν τα αφεντικά είναι πετσωμένα.
Got a better definition? Add it!
Ποδοσφαιροσλάνγκ για τον αργό ποδοσφαιριστή.
Γεμίσαμε αργοκαρούτες αδελφάκι μου. (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Στην ποδοσφαιροσλάνγκ είναι ο αργός σέντερ φορ.
Με αυτόν τον επιτάφιο που πήραμε δεν βλέπουμε προκοπή.
Got a better definition? Add it!
Την περίοδο της χούντας των συνταγματαρχών (1967-1974) και λίγο μετά, ήταν απαξιωτικός χαρακτηρισμός για χριστιανό, ο οποίος υποστήριζε το χουντικό καθεστώς ή, μετά, τη δεξιά και τον καπιταλισμό.
'Αστο ,χριστιανέ, και μην το κουράζεις. Αστοχριστιανέ που λοξοκοιτάζεις καπιταλιστικά μη με παραμυθιάζεις. Πάνω απ΄το Ευαγγέλιο την κονόμα βάζεις. (Εδώ).
Got a better definition? Add it!