Ο πυροβολισμός όταν το πιστόλι το κρατάει αστυνομικός. Τα όπλα των αστυνομικών έχουν την τάση να πυροβολούν από μόνα τους, σύμφωνα με την τυποποιημένη γλώσσα του αστυνομικού ρεπορτάζ. Ο αστυνομικός που λέει ότι εκπυρσοκρότησε το όπλο του, επιδιώκει να μην αναλάβει την ευθύνη των πράξεών του. Υποτίθεται ότι ο κανονισμός περί χρήσης των όπλων είναι σαφής, αλλά συχνά οι αστυνομικοί επιδιώκουν να μην μπλέξουν, ακόμα και όταν τους δίνει ο κανονισμός το δικαίωμα να πυροβολούν.

Όταν ο νεαρός αντιστάθηκε στη σύλληψη, το όπλο του αστυνομικού εκπυρσοκρότησε και τον βρήκε στο στήθος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη γηπεδική διάλεκτο σημαίνει επεισόδια μεταξύ οπαδών αντίπαλων ομάδων ή οπαδών και αστυνομίας.

-Τι έγινε στο Αρτάκη το Σάββατο ρε ψηλε;
-Παίχτηκε σκηνικό με τις γαβριέλες(=γαύροι).Τους ρίξαμε τρελό τρέξιμο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιπολία αστυνομικών, πολλά στρουμφάκια μαζί που βολτάρουν στον δρόμο με τη γνωστή στάση -ευθυτενείς, χεράκια διπλωμένα πίσω στη μέση, αγέρωχο βλέμμα και καλά βλοσυρό και απειλητικό... τς τς τς... Συχνάζουν σε γήπεδα, συγκεντρώσεις, ομιλίες, συναυλίες, πορείες... και γενικότερα όπου μαζεύεται πολύς κόσμος και υπάρχει κίνδυνος να προκληθούν επεισόδια.

Άσε ρε φίλε, βγήκαμε τρέχοντας από το γήπεδο να γλιτώσουμε τη φασαρία και πέσαμε πάνω σε μια μπατσοθύελλα... τι να σου λέω... μας πήραν στο κυνήγι και παραλίγο να μας συλλάβουν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χρέωμα (ρήμα χρεώνω, παθ. χρεώνομαι) αποτελεί, με λίγα λόγια, το κάρφωμα. Την ακούσια, συνήθως, αποκάλυψη μιας πράξης ή συνήθειας που δεν είναι συνετό να αποκαλυφθεί. Χρησιμοποιείται ευρέως μεταξύ χασικλήδων είτε αναρχικών. Από τους πρώτους, για την πράξη κάποιου η οποία βάζει σε κίνδυνο την αγάπη τους για το ..εχμ.. βότανο, για τους δεύτερους την ελευθερία τους από την αστυνομία.

  1. Ρε μαλάκα κράτα τον φοσμπά σαν άνθρωπος, χρεώνεσαι σε όλο το πάρκο!

  2. Ρε συ φόρα μαύρα όταν θα πάμε να σπάσουμε την τράπεζα, μη χρεωθείς μετά!

  3. Μα πες μου, κυκλοφορείς με τα χρεωμένα χαρτάκια (σ.ς. που λείπει το πάνω μέρος για την δημιουργία τζιβάνας);

Βλέπε και χου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπαμπαδίστικη πολιτικολογία που χαρακτηρίζει πρόσωπα ή πολιτικές που κρατούν επαμφοτερίζουσα στάση, πατούν σε δύο βάρκες, αλληθωρίζουν προς όλες τις κατευθύνσεις και προσπαθούν να είναι αρεστοί σε όλους κατά το Καφαβικό «Είπεν ο Μυρτίας, Σύρος σπουδαστής στην Αλεξάνδρεια, ...εν μέρει εθνικός κι εν μέρει χριστιανίζων:».

Με αυτή την φράση, που έχει καταδικαστεί στη συνείδηση του λαού και παραπέμπει σε άλλες εποχές, καταγγέλλουμε την καιροσκοπική / σπεκουλαδόρικη στάση αυτού που την εφαρμόζει, αν και στην πραγματικότητα αποφεύγουμε να πάρουμε κι εμείς σαφή θέση. Ωστόσο αυτός που την μεταχειρίζεται, με τον ανάλογο μάλιστα στόμφο, δημιουργεί την εντύπωση ότι έχει βαθιά γνώση και συγκεκριμένη άποψη επί του θέματος. Συνήθως δεν διευκρινίζουμε ποιος είναι ο «αστυφύλαξ» και ποιος ο «χωροφύλαξ», ώστε κατόπιν εορτής να πέφτουμε πάντα «μέσα».

από εδώ

Κατά βάθος θέλουμε κράτος; Μήπως είμαστε «ψιλοαναρχικοί», «ψιλοαντικρατιστές»; Μήπως το «ψιλοαπολαμβάνουμε» όταν καταλύεται το κράτος -αρκεί, βέβαια, να μην πληρώνουμε εμείς το λογαριασμό; Μέχρι σήμερα κουτσοπορευόμασταν. Και με τον «χωροφύλαξ» και με τον «αστυφύλαξ». Και κράτος της προκοπής δεν είχαμε, αλλά και την ελευθερία μας και την ασφάλειά μας απολαμβάναμε…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αργκό των αναρχικών. Βασικά η φράση είναι κυριολεκτική και προκύπτει από το γεγονός ότι στις συγκεντρώσεις, πορείες, συνελεύσεις κλπ, το σχετικό ξήλωμα για το μάζεμα χρημάτων (για αφίσες, δικηγόρους συλληφθέντων κλπ) γίνεται μέσα σε ένα κράνος που περνάει γύρω γύρω στους / στις παρευρισκόμενους /-ες.
Το κράνος συνήθως είναι για διάφορους λόγους ό,τι πιο πρόχειρο υπάρχει σε δοχείο στις εν λόγω συναθροίσεις, μετά τα κουτάκια μπύρας, που όμως δεν προσφέρονται. Λειτουργεί σαν κινητό παγκάρι (ευαρεστηθείτε να τσοντάρετε παρακαλώ...).

- Ποιος μαζεύει τα λεφτά ρε συ;
- Θα περάσει κράνος είπανε...
- Καλά, εγώ τηγκανά... δώσε και για μένα...
- Α ρε κουνάβι τζαπατίστα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified