Προέρχεται από την σύνθετη λέξη «μοτοσυκλετόνι». Το λετόνι είναι ο πίσω σε μια μηχανή, αλλά όχι ο οποιοσδήποτε πίσω...
Έχει συγκεκριμένες αρμοδιότητες. Κοιτάει δεξιά-αριστερά για να κόψει κίνηση και να δώσει το «παρών», βρίζει τους άλλους οδηγούς που ή κάνανε καμιά μαλακία ή απλά κάνανε το λάθος να βρίσκονται γύρω από τη μηχανή και του σπάνε τα νεύρα. Επίσης όταν δει κανα καλό μουνάκι αρχίζει τα κοπλιμέντα του τύπου «πού 'σαι μωρή καύλα;» ή «τί πάτος είσαι συ μωρό μου» και άλλα τέτοια ωραία. Όταν γίνεται ο απαραίτητος γύρος της πλατείας με καμιά σούζα ή καμιά ξερογκαζιά, φωνάζει σαν τραγί, έτσι για την φάση... Αλλά έχει και άλλα: όταν κατέβει από τη μηχανή θα κρατάει αυτός, περήφανος, το κράνος του οδηγού και θα εισέλθει στη lounge καφετέρια είτε περιχαρής είτε σκληροτράχηλος...
Ο ίδιος δεν έχει μηχανή, θα ήθελε πάαααααρα πολύ όμως, και ξέρει τα πάντα για όλα τα δίκυκλα. Οι κουβέντες του περιορίζονται σε μηχανές και γκόμενες. Τα χαρακτηριστικά του είναι ο φράχτης μαλλί και τα tribal (υπάρχουν ακόμα τέτοιοι τύποι....).
Συμπερασματικά, αφού το λετόνι είναι ο πίσω, ο μοτοσυκ είναι ο οδηγός...
- Είδες ρε φίλε τον Τάκη; Κρατάει κράνος. Πότε πήρε μηχανή;
- Δεν πήρε ρε, λετόνι είναι... το κράνος του Μπάμπη του σούζα είναι.- Και κει που κάνανε σούζα δικάβαλο μπροστά από μια γκόμενα, το λετόνι έσκασε κάτω σαν κουράδι... Πολύ γέλιο σου λέω...
- Χαχαχαχαχαχα.... ε τους γελοίους.....