Further tags

Αποκαλείται έτσι περιφραστικά το αυτοκίνητο. Κύρια και πιο σημαντική παράμετρος καταξίωσης στον άτυπο αλλά αδυπώπητο ανταγωνισμό μεταξύ των ανδρών αποτελεί, όπως ακριβώς συμβαίνει και με το γεννητικό μόριο τους, το μέγεθος (κεφαλουραίο μήκος του οχήματος) και έπονται η ιπποδύναμη, οι άνετοι χώροι και τα αξεσουάρ. Όταν την έχουμε μεγάλη (την προέκταση του ανδρισμού μας), μεταμορφωνόμαστε σε κυρίαρχους της ασφάλτου και όλοι οι υπόλοιποι υπάρχουν μόνο για να μας υποβάλλουν ταπεινά ρισπέκ και αυτό αντανακλά τόσο στην οδήγηση μας όσο και γενικότερα στον τρόπο συμπεριφοράς μας. Άλλωστε για μια υπόληψη δε ζούμε όλοι;

- Πήγε ρε συ ο τρισμάλ και πάρκαρε την προέκταση του ανδρισμού του πάνω στη ράμπα των ατόμων με αναπηρία. - Ευτυχώς τον πήρανε χαμπάρι οι streetpanthers και του κολλήσανε το αυτοκόλλητο με τον γάιδαρο πάνω στο παρπρίτς, τον καραγκιοζάκο.

(από allivegp, 06/06/09)(από allivegp, 06/06/09)(από allivegp, 06/06/09)(από allivegp, 24/05/10)Προέκταση του ανδρισμού δέν νοείται μόνο το αυτοκίνητο. (από vikar, 25/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εδώ, ούτε πτυχία θα σκίσουμε, ούτε πτυχίο σχετικό με το θέμα συζήτησης (στο οποίο μπορεί να αναφέρουμε τον όρο) μπορεί να έχουμε, ούτε καν πτυχίο μπορεί να έχουμε.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ως «πτυχία» θεωρούμε κατά βάση τους άυλους «τίτλους», που αντιπροσωπεύουν την αντίληψή μας για το ευρύτερο γνωστικό μας κεφάλαιο.

Πότε θα μπορούσαμε να εκφέρουμε τον όρο;

Όταν αναφερόμαστε σε κάτι που ακούσαμε και μας φαίνεται αδιανόητο, παράλογο, σχετικά απίθανο. Βλ. και λήμματα: θα αυτοκτονήσω από υπόγειο, κρασάρω.

Τι εκφράζουμε όταν εκφέρουμε τον όρο;

- Εδώ το θεωρούμενο σκίσιμο των πτυχίων μας (απαξίωση του γνωστικού μας κεφαλαίου) στο οποίο αναφερόμαστε είναι μουσαντένιο. Εκφράζει την έκπληξη μας για κάτι παράλογο και αδιανόητο που ακούσαμε (π.χ.) αλλά και την αντίληψή μας περί ορθότητας των απόψεών μας. Ορθότητα που αντλείται από τα «πτυχία» μας. (πληθώρα πιστοποιητικών γνώσης που και καλά, μας απένειμε μία εξουσιοδοτημένη αρχή. Λέγοντας τη λέξη «πτυχία», προσδίδουμε και καλά κύρος στο λόγο μας). Για την περίπτωση αυτή βλ. παράδειγμα 1.

- Εδώ το σκίσιμο των πτυχίων μας (απαξίωση του γνωστικού μας κεφαλαίου) εκφράζει την έκπληξη που αισθανόμαστε, για κάτι που θεωρούμε σχετικά απίθανο να ισχύει. (βλ. παράδειγμα 2).

- Εδώ το σκίσιμο των πτυχίων μας (απαξίωση του γνωστικού μας κεφαλαίου) εκφράζει την τεράστια έκπληξή μας όταν διαπιστώνουμε πως ισχύει κάτι που ήταν κόντρα σε όσα γνωρίζαμε και μάλιστα τόσο κόντρα ώστε δεν κωλώνουμε, και καλά να απαξιώσουμε ολόκληρο το γνωστικό μας κεφάλαιο. Λέμε τώρα...(βλ. παράδειγμα 3).

Σημείωση:Η εκφορά του όρου είναι πιθανόν να προκαλέσει την ειρωνεία κάποιου συνομιλητή μας.

  1. Και μη μου πείτε περί κινήτρων (πχ να κάνεις περισσότερα παιδιά για να βγεις στη σύνταξη νωρίτερα) γιατί θα σκίσω τα πτυχία μου.
    Δες

  2. Μην μας πεις ότι είναι και αυτό δημιουργία των μαθητών σου γιατί θα σκίσω τα πτυχία μου.
    Δες.

  3. Καλά, μ' αυτό το απίστευτο που είδα να κάνει ο Δημητράκης... Πάει τέλειωσε... Θα σκίσω τα πτυχία μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικός χαρακτηρισμός. Χρησιμοποιούμενο ως δείκτης ποιότητας φανερώνει ανεπάρκεια και μπορεί να αναφέρεται τόσο σε αντικείμενα (αυτοκίνητα, μηχανές, ηχοσυστήματα κ.λπ.), όσο και σε ανθρώπους.

Είναι μια έκφραση που έρχεται να πλουτίσει το λεξιλόγιό μας και να δώσει ένα άλλο χρώμα στις καθημερινές συνομιλίες μας, όταν πλέον έχουμε βαρεθεί να χρησιμοποιούμε τον χαρακτηρισμό «του κώλου». Σίγουρα η εναλλαγή αυτή θα αιφνιδιάσει ευχάριστα τον συνομιλητή μας.

Αξιοσημείωτο επίσης είναι το γεγονός ότι ούτε ο κώλος, ούτε η πούτσα πρόκειται να παρεξηγηθούν από τυχόν αλλεπάλληλες μεταβιβάσεις ιδιοκτησίας (όταν λέμε ότι κάτι είναι πότε του κώλου, πότε της πούτσας), όντας αμφότερα απαλλαγμένα από ρωμαϊκού τύπου συμπλέγματα (τα του καίσαρος τω καίσαρι, κ.λπ.)

- Πάλι έμεινε το παπάκι σου στην ανηφόρα ρε;
- Πάλι, γαμώ την καταδίκη μου. Τελείως της πούτσας είναι…

Στο 1:06 (από knasos, 14/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολύ πικρός καφές, έτσι όπως συνηθίζουν να τον πίνουν σε κηδείες και μνημόσυνα.

Το άκουσα από κουραδόμαγκα γονέα σε παιδικό πάρτι.

- Πώς προτιμάτε τον καφέ σας;
- Σκέτο, γουλιά και φέρετρο.

προσέξτε την κατευθυνση των προτεταμένων άνω άκρων (από xalikoutis, 15/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος αμολάει μαλακίες με την σέσουλα, δηλαδή χωρίς μέτρο. Καλούμπα καλείται το κουβάρι του σπάγκου που χρησιμοποιούμε στον αετό που πετάμε την Καθαρά Δευτέρα.

Την καλούμπα συναντάμε και σε τραγούδι («Αμόλα καλούμπα Κούλα, αμόλα καλού-κακού») με την έννοια «δίνε του γρήγορα Κούλα, κινδυνεύεις».

Καλά ρε αυτός αμολάει τις μαλακιές με την καλούμπα!

Βλ. επίσης αμόλα καλούμπα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Έχω αρχίσει να νευριάζω πρόσεχε γιατί τα νεύρα μου διαγράφονται».

Το λέμε δείχνοντας με τον δείκτη του χεριού μας το κάτω μέρος του καρπού μας που περνάνε τα νεύρα. Φυσικά η κίνηση έχει μεταφορική σημασία, καθώς τα νεύρα δεν αλλάζουν μέγεθος όταν κάποιος νευριάσει.

Δεν βρίσκω την δόση μου και βλέπω τα νεύρα μου να διαγράφονται!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχική σημασία: Εκ του τουρκικού çapraz που σημαίνει σταυρός, σταυρωτός, σταυρωτά, αλλά και γυρτά, έως και (συνεκδοχικά) ανάποδα.

Παράγωγα: τσαπράζωμα, τσαπράζης.

Τρέχουσες σημασίες (ακουσμένες στην κεντροδυτική Μακεδονία):

  1. Το γυναικείο κόσμημα που φοριέται στον λαιμό, και ιδιαίτερα αυτό με το κοντό περιλαίμιο (βλ. μαύρη ζώνη στο τσιμπούκι κι ένα νταν).

  2. Το περιλαίμιο του σκύλου. Εξ αυτού και το τσαπράζωμα, το ζέψιμο δηλαδή του σκύλου.

Το τσαπράζωμα χρησιμοποιείται μεταφορικά και για να πούμε ότι περάσαμε σε κάποιον κολάρο, τον ελέγχουμε ή, αν πρόκειται για γυναίκα-σκυλί, για έμπειρη παρθένα, για δαγκανόμουνο, για να δηλώσουμε περιπαικτικά, ως προτροπή, ότι δαγκώνει και πρέπει να τεθεί υπό έλεγχο.

Τσαπράζης είναι ο ανάποδος άνθρωπος, ο σπασαρχίδας, ο ενοχλητικός.

Για ιδιαίτερες σημασίες στην Αγιάσο Λέσβου, δείτε εδώ.

  1. - Για δε ρε, για δε... Άτσα η Βασούλα! Μούνεψε και μου βγήκε με τα μίνια έξω;
    - Έχει όμως πολλά να μάθει ακόμα... Το τσαπράζ στο λαιμό που είναι σαν πόμολο δεν το βλέπεις;

  2. - Τι ακούγεται ρε Λιάνα, πού είσαι;
    - Έξω μωρό, στο πάρκο στα Εξάρχεια που σου έλεγα. Είμαστε μεγάλη παρέα, παίζει μια μπάντα και πίνουμε μπύρες στα παγκάκια. Φρηστάιλ φάση.
    - Καλά εσύ δεν θα έμενες μέσα για να διαβάσεις;
    - Εντάξει ρε μωρό, ήρθαν και με πήρανε, να μη βγω κι εγώ;
    - Ήρθαν και σε πήρανε; Ε ρε τσαπράζωμα που σου χρειάζεται.
    - Τι είναι αυτό μακεδονίτικο;
    - Δεν θα κατέβω; Θα σε πω εγώ...

  3. - Σιγά με τα ροδάκινα! ΣΙΓΑ! Τα καφάσια! ΤΑ ΚΑΦΑΣΙΑ! Πάρ' τα πόδια σου!
    - Τώρα ρε αφεντικό με συγχωρείς, έτσι θα πάμε; Τέσσερα καλοκαίρια μαζεύω στα δέντρα σου, κάθε χρονιά τα ίδια;
    - Ναι ρε! Εσύ θα πας να τα παραδώσεις; Εγώ θα πάω! Δέκα χτυπημένα να δουν, μου ρίχνουν την τιμή, για πέταμα τά 'χω;
    - Πολύ τσαπράζης είσαι ρε μάστορα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευσεβής πόθος φιφοφόρων ανδρών.

Κατά το: Με κάνεις εμένα πρωθυπουργό για μια μέρα;

- Κοίτα ένα μωρό! Αμάν τα μπαλκόνια σου ...
- Τι να την κάνεις εσύ βρε σκουράτζο; Αυτή θέλει πέντε τσολιάδες στην καθισιά της!
- Αααααχχχ... Να' χα μοίρα, να' χα τύχη, να' χα μια ψωλή σαν πήχη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χιουμοριστική προσφώνηση θαυμασμού που χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον τσίφτη και καραμπουζουκλή άνθρωπο, αλλά και την μερακλαντάν-φυσφιριλέ κατάσταση.

Μάλλον προέρχεται από τα αρχικά της παλαιάς Αστυνομίας Πόλεων (Α.Π.) και το «ψηλά τα χέρια», που οι αστυνομικοί φώναζαν, παρηλλαγμένο σκωπτικά σε «ψηλά τα ρούχα», που συγγενεύει με το «κάτω τα σώβρακα» (δηλ. κάτσε να σε πηδήξω).

Το «μάρκα» λέγεται για το ποιόν του ανθρώπου, όπως λέμε «διαόλου κάλτσα», «μυστήρια φόδ(ι)ρα», «μυστήριο τραίνο», «μεγάλη μάρκα», «μάρκα μ' έκαψες», «μυστήριο καπνό φουμάρεις» κτλ.

Για μια ιδιαιτέρως ευχάριστη κατάσταση, λέγεται επίσης το «Μάχη μαύρων εν καιρώ νυκτός, εντός υπογείου με σβηστά τα φώτα» ...

Η έκφραση έχει καταγραφεί ατόφια στο ελληνικό σινεμά «Σκληρός άνδρας», όταν η τροτέζ Σπεράντζα Βρανά, υποδέχθηκε τον Χατζηχρήστο στο γκιζ-ντάνι.

  1. - Που λες, για τα λεφτά που χρωστάς στην τράπεζα, μη χολοσκάς. Εγώ είμ' εδώ, τ' αδέρφι σου, έτσι θα σ' αφήσω;
    - Αδερφέ μου, να σε φιλήσω ! Είσαι μάρκα άλφα-πι και ψηλά τα ρούχα!

  2. - Ορίστε και τα ουζάκια σας!
    - Πώ ρε κάτι μεζεκλίκια μάρκα άλφα-πι και ψηλά τα ρούχα!
    - Κάτσε να κρυώσουν λίγο πρώτα, ρε γύφτο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση ζωηρής επιδοκιμασίας, αναφορικά σε ένα προϊόν πρώτης ποιότητας ή μια κατάσταση γενικότερα που τα σπάει και γουστάρουμε.

- Καλώς την κυρα-Περμαθούλα μας! Έχω κάτι κεράσια σήμερα, άλλο πράμα! Να βάλω;

...γύρω στο 1:46... άλλο πράμα! (από Jonas, 22/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified