Σημείο του γραπτού λόγου που σημαίνει στ' αρχίδια μου ή να!.
Η προέλευση είναι οτι οι γραμμούλες συμβολίζουν τα χέρια ενώ κάνουν αυτή τη χειρονομία.
-Δεν έχω κέφια σήμερα.
-\ /
Σημείο του γραπτού λόγου που σημαίνει στ' αρχίδια μου ή να!.
Η προέλευση είναι οτι οι γραμμούλες συμβολίζουν τα χέρια ενώ κάνουν αυτή τη χειρονομία.
-Δεν έχω κέφια σήμερα.
-\ /
Got a better definition? Add it!
Ιντερνετικός όρος από το αγγλογενές ρήμα μπανάρω, δηλαδή απαγορεύω. «Κάνω μπανάκι» σημαίνει τρώω πόρτα από ένα διαδικτυακό forum ή άλλη παρόμοια μορφή ιντερνετικής επικοινωνίας, επειδή έχω υπερβεί κατάφωρα τους κανόνες λειτουργίας του κι ο mod ή admin με πετάει όξω. Η πρόσκληση «πάμε για μπανάκι;» λέγεται σε μια σπάνια στιγμή ευγενούς διαδικτυακής ανδρείας, όταν ο γράφων σε forum αποφασίσει να γράψει τον αντμιν στην πούτσα του, επειδή νιώθει ότι πρέπει οπωσδήποτε να πει αυτό που θέλει να πει. Η έκφραση «πάμε για μπανάκι» είναι ένα σύγχρονο «Μολών λαβέ!».
- Ρε φίλε, η παροιμία που καταχώρισες στο slang.gr υπάρχει απ' την Τουρκοκρατία, και την ξέρει κι η κουτσή Μαρία! Ο Τριανταφυλλίδης έχει πέντε σελίδες για πάρτη της! Άσε που δεν έχει κανένα στοιχείο αργκό! Τι το πέρασες εδώ; Μπαμπινιώτη; Ή σου αρέσει να κάνεις μπανάκι;
Σχετικά: μπανάνα / banάνα, μπάνιο, μπανιστάν
Got a better definition? Add it!
Κυριολεξία: είμαι ιντερνετικώς πώς συνδεδεμένος με τον άλλον (σε παιχνίδι, σε τσατ, σε μπλογκ, σε ό,τι).
Μεταφορικά: η σκέψη μου συμπίπτει με του άλλου ως δια μαγείας, σα να λέμε τηλεπάθεια ένα πράμα. Είμαι «στο ίδιο μήκος κύματος» με αυτόν, χωρίς να έχει προηγηθεί καμία συνεννόηση, απολύτως τυχαία.
Αντίθετο: είμαι είμαι οφλάιν, οφ (σημασία 1δ).
Από το αγγλικό on line.
- Δε μπάμε να χτυπήσουμε κανα μπυρόνι λέω γω;
- Καλά ε, είμαστε ονλάιν, αυτό ακριβώς πήγα να σου πω και γω τώρα!
Got a better definition? Add it!
Από το αγγλικό bot, συντομογραφία του robot. Λέγεται φυσικά και μποτ, χωρίς χαϊδευτικά.
Μποτάκια είναι οι εικονικοί παίκτες σε ένα παιχνίδι, κυρίως FPS, τους οποίους χειρίζεται ο υπολογιστής. Ο σκοπός τους είναι να γεμίζουν έναν σέρβερ με «κόσμο» ώστε να μη διστάζει κάποιος πραγματικός παίκτης να μπει και να παίξει. Μποτάκια χρησιμοποιούνται π.χ. στο Counter-Strike, στο Quake, στο Unreal Tournament.
Πρόκειται για λύση ανάγκης, ιδίως παλαιότερα που οι ταχύτητες του ίντερνετ δεν ήταν καλές και το παιχνίδι online σήμαινε ένα μεγάλο ρίσκο για την ψυχική σου υγεία (τον έχεις στο σκόπευτρο για ένα απολαυστικό kill και κολλάει η γραμμή - επανέρχεται και ανακαλύπτεις ότι είσαι ήδη νεκρός). Το πρόβλημα έγκειται στην τεχνητή νοημοσύνη του μποτ που είναι, συνήθως, σκατά. Βλέπεις δηλαδή τους δήθεν παίκτες να κουτουλάνε πάνω σε τοίχους, να σκαλώνουν σε πόρτες και άλλα εκνευριστικά. Ή, ακόμα χειρότερα, βλέπεις να κοιτάνε αλλού, ότι ντεμέκ και καλά δεν σε είδανε και, μόλις φάνε την πρώτη σφαίρα, γυρίζουν 180 μοίρες σε μισό κλικ του δευτερολέπτου και σε πετυχαίνουν με την πρώτη σφαίρα στο κεφάλι.
Μποτάκια επίσης υπάρχουν σε ιστοτόπους με τη μορφή εικονικών χρηστών. Είναι το αποτέλεσμα λογισμικού που «καταλαβαίνει» το πώς γίνεται το sign in και εγγράφει αυτόματα χρήστες με τυχαία ονόματα και απώτερο σκοπό είτε να καταχωρεί διαφημιστικά σχόλια τ. «Για δωρεάν ταινίες που μόλις βγήκαν σε κινηματογράφους επισκεφθείτε εδώ», είτε απλώς να σπαμάρει.
Αυτός ο εκνευριστικός, μη ανθρώπινος συνδυασμός μηχανιστικής ηλιθιότητας και ανέμπνευστης σκέψης με εκλάμψεις απροσδόκητα καταστροφικής δράσης είναι που οδήγησε το μποτάκι να ενσωματωθεί και σε μη gaming περιβάλλοντα. Μποτ ή μποτάκι λοιπόν, όταν αναφέρεται σε ανθρώπους, είναι ο άκυρος, ο ανεκδιήγητος, ο οφ. Ο τραγικός, ο πειραγμένος, ο αλέν ντελόν, ο γεια σου.
- Άντε μπείτε στην dust!
- Τι να μπούμε ρε μαλάκα, με μποτάκια θα παίζουμε τώρα; Πάμε σε καμιά άλλη να γουστάρουμε σφαγή.
- Άνοιξε κάνα παράθυρο ρε φίλε, ντουμανιάσαμε εδώ μέσα.
- Πώς ανοίγει το γαμίδι... κρατς! μπαμ! ντουπ!
- Σιγά! Σιγά ρε μποτάκι, γύρνα πρώτα το χερούλι και μετά τράβα, για όνομα να πούμε!
Got a better definition? Add it!
Η σε-πραγματικό-χρόνο γραπτή ή οπτικοακουστική κουβεντούλα που άλλαξε εκ βάθρων τον τρόπο που μιλάει, κοινωνεί και ζευγαρώνει ο νεοελληνέζος σλάνγκος. Ας πανηγυρήσουμε την μετατόπιση παραδείγματος που πυροδότησε το τσατ στο σύγχρονο σλανγκάζ και στην ζωή μας με μια σύντομη υστερική αναδρομή:
A. Από τα χρόνια του Πυρός μέχρι τα μέσα του XIXου Αιώνα
Όταν οι βάρβαροι βαυαροί επιδίδονταν σε αυτοκοπροφαγίες, εμείς οι Έλληνες τσατάταμε με πυρσούς. Η ιστορία καταγράφει πλείστους αρχαίους τσαταδόρους: βλ. πιχί το e-καυλάντισμα της Μήδειας με τους Αργοναύτες και το ομηρικό τηλετσάτ του Αγαμέμνωνα με τις ναυτικές δυνάμεις έξω από την Τροία.
Στην τότε σλανγκ το τσατάρω λεγόταν «φρυκτωρεύω», τα δε λάϊκ «φίλιος φρύκτος». ΠΑραλλαγές της πρώιμης αυτής πλατφόρμας τσατ διήρκεσε μέχρι τα μέσα του δεκάτου ενάτου αιώνα (!!!). Περισσότερα εδώ.
Β. Από την Αυγή του Ηλεκτρισμού μέχρι και τα 80αζ
Πρόκειται για την περίοδο του ενσύρματου τσατ μέσω κοινού τηλεφώνου και (σε περιορισμένη κλίμακα) του ασύρματου τσατ μέσω σιμπί άκα μοτορόλας. Κάπου στα ογδόνταζ, οι πρώιμοι τηλεγαμιάδες με βαθιές τσέπες ανακάλυψαν το πληρωμένο τηλετσάτ.
Οι επαγγελματίες τσαταδόροι στηρίχτηκαν στον τηλέτυπο (τέλεξ) και στην ραδιοφωνική εκπομπή κωδικών τύπου Μορς. Πέον να σημειωθεί ότι οι τηλετυπάνθρωποι ανέπτυξαν μια απίθανη ζαργκόν, που σύμφωνα με την Ironick τα sms και τα ιντερετικά δεν πιάνουν μία μπροστά τους.
Γ. Από τα πρώιμα 90αζ μέχρι τα σιλικονάτα τέλη των 90αζ
Το ιντερνέτι μπήκε στα σπίτια μας με το ηχηρό σσσκρτσοσσσς! των μόντεμ κάπου στα μέσα των 90αζ. Κι εμείς μπήκαμε σε αυτό με τον ζήλο του νεοφώτιστου σεξομανούς. Όσοι δεν έκαναν αριστερό ποντίκωμα αναζητώντας «amazing tits» στο www.lycos.com μπούκαραν σωρηδόν στα δίαφορα κουβεντοδωμάτια του IRC με πρώτο το #hellas.
Για πρώτη φορά οι τσαταδόροι επιδοθήκαν σε e-καμάκι, ανακάλυψαν την κρυφή γοητεία του τρολάρειν, του σπαμαρειν και του χάιτζακ. Σημειώθηκαν οι πρώτες φλογομαχίες και έπεσαν τα πρώτα αλληλοσφαλιαρίσματα με πέστροφες. Υπερφίαλοι ρουμάρχες γνώρισαν την ηδονjή του να κίκαρουν και να μπάναρουν και αυνανίστηκαν πρωκτικά με την δύναμη που τους δίνει η ηλεκτρονική τους εξουσία. Το ΜIRC πρόσφερε δυνατότητα πριβέ τσατ, κι έτσι γεννήθηκε το σάιμπερ. Για πρώτη φορά στη ζωή τους σπυριάρηδες λούζερ έκαναν διθυραμβικό πέφτινγκ σε e-πούτανους, καταλήγοντας συνήθως να κυβερνογαμάνε κάποιον δασύτριχο γκίκουλα e-Παναή.
Γρήγορα ξεφύτρωσαν τσατορούμια για κάθε γούστο: αθλητικά, πολιτικά, παραφιλικά, οπατζίδικα. Μοιραίο επακόλουθο και οι πρώτες συνάντες αγνώστων με κάποια κοινά ενδιαφέροντα που συχνά απετέλεσαν ντεκαβλέ φεϊλούρες καθώς τα εξιδανικευμένα στις φαντασιώσεις του γκίκουλα τσαταλάκια οφλάιν έμοιαζαν σαν εμένα κι εσένα. Έκατσαν πάντως ουκ ολίγα πηδύλλια, ενώ μερικές τότε σχέσεις και φιλίες φτούρησαν, μετεξελισσόμενες σήμερα σε φιλίες τριαντάρηδων-πλας στο φέισμπουκ.
Η επιρροή του τσατ στη σλανγκ υπήρξε βαθύτατη:
Δ. Από την Γέννηση του Κουνητού μέχρι την Ανατολή του Εξυπνοφώνου
Κάπου στα τέλη των 90αζ, τα νέα προγράμματα των Panafon και Telestet μας επέτρεψαν να εσεμεσιαζόμαστε και να μηνυματιζόμαστε με τις κινητούμπες μας μέσω χεσεμές. Για πρώτη φορά έβερ άνθρωπες θεάθηκαν να περιπλανώνται στους δρόμους πληκτρολογώντας αποχαυνωμένοι δίκην ζόμπι.
Την ίδια περίοδο οι παλαιότερες πλατφόρμες ιντερνετικού τσατ (MIRC, ICQ, κ.ταλ.) έδωσαν τόσο στα νιάτα με την εμφάνιση του μουσουνού κι άλλων προγραμμάτων ανταλλαγής άμεσων μηνυμάτων.
E. Από το Εξυπνόφωνο και Παπαραπέρα!
Η διάδοση φορητών συσκευών με συνδεσιμότητα γουίφι (τάμπλετς κλπ) και η επικράτηση του εξυπνοφώνου κατέστησαν το τσατ περισσότερο οπτικοακουστικό από ποτέ. Η σκαϊπιά και τα βιντεοτσάτρουμ επιτρέπουν πλέον στους τσαταδόρους να e-πουτσίζουν και να τσαταυνίζονται όπως αρμόζει σε αυνάνες του εικοστού πρώτου αιώνα.
Πέον να σημειωθεί ότι το φατσομπούκι κι άλλα νεόκοπα κοινωνικά δίκτυα (τ. Ιστανγκράμι, Τσίου, Vine, κ.ά.) μπρεί να μην θεωρούνται τσατ per se, λειτουργούν ωστόσο συνεργιστικά με το τσατ χωρίς να το απειλούν. Στην πράξη επιτρέπουν στους σύγχρονους λαϊκιστές, φρίκουλες, φεϊσμπουκλούδες και τοιούτους να κάνουν (και να ξεκάνουν) φίλους, να γιολάρουν κατά βούληση και να e-καβλαντίζουν με όλη την υφήλιο...
Ζεν έσει παγαδείγματα αράπη μου.
Got a better definition? Add it!
και-καλά-λάηκ
όταν κάνουμε λάηκ από κεκτημένη ταχύτητα σε αναρτήσεις φίλων ,χωρίς να δουμε /διαβάσουμε/ακούσουμε καν αυτό που πόσταραν.
Got a better definition? Add it!
παρακαλετό-λάηκ
όταν κάνουμε ταγκ πολλά άτομα σε φωτογραφία που είμαστε μόνο εμείς για να ψαρέψουμε likes.
Got a better definition? Add it!
δικαιολογία ερωτικής απόρριψης
θέλω να μείνουμε προφίλοι
Got a better definition? Add it!
Αυτός που παρακολουθεί από κοντά τα ποστ σου στο fb αλλά δεν κάνει ποτέ like.
κάποιος που μπαίνει στο προφίλ σου κάθε μια ώρα να δει αν πόσταρες τίποτα, ή να δει φωτογραφίες σου από παλιά ,χωρίς να αφήνει στίγμα μέσα από likes ή σχόλια.
Got a better definition? Add it!
Σύντμηση της φράσης: "δεν ξέρω εγώ τι". Αποτελεί συνένωση των ανωτέρω λέξεων και απαντάται συχνά σε αναρτήσεις σελίδων/μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Φαίνεται έντονα η ανάγκη συμπύκνωσης του, όχι απαραίτητα, βαθυστόχαστου νοήματος του συγγραφέα της έκφρασης.
Εύκολα μπορεί να διατυπωθεί εδώ ότι προέρχεται από την αγγλική πρόταση: "Don't know what" η οποία στερείται προσωπικής αντωνυμίας και παρουσιάζεται ελλειπτική όπως πολλές άλλες της καθομιλουμένης. Ο Ηλίας Πετρόπουλος θα την ενέτασε στα φλωράδικα, δηλαδή στη γλώσσα των νέων. Η σημερινή καταχώρησή της μάλλον εμπίπτει στην αργκώ των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Συντακτικά απαντάται στο τέλος μιας, σπάνια ορθογραφημένης, ανάρτησης την οποία ένας δείνα φιλόλογος παρατηρεί. Συχνά αποτελεί τον κολοφώνα μιας παράταξης εννοιών, των οποίων η σημασία βρίσκεται υπό αμφισβήτηση από τον εκάστοτε χρήστη του διαδικτύου. Οι εραστές της Νέας Ελληνικής μένουν άφωνοι από την κατάργηση των κανόνων συντακτικού/γραμματικής, αλλά τελικά υποκύπτουν στο μαζικό κύμα ανορθογραφίας και τη λαίλαπα συλλογιστικής ακατανοησίας.
(το κείμενο έχει βελτιωθεί ορθογραφικά προς εξυπηρέτηση του νοήματος διότι απαντάται συνήθως με όλα κεφαλαία και πλήρως ανορθόγραφο) "προχτες το βραδυ μου την επεσαν κατι τσιελεκσακηδες με γιαμαχες και εψαχναν να μαζεψουν ξυλο για κατι κοτρες στο ΣΕΦ κι εγω δε μπηρα χαμπαρι λογω κοκας, 5 ΡεντΜπουλ, γλουταμινης, φαρμακακι, τρεις φραπεδες ΚΑΙΔΕΓΖΕΡΩΓΩΤΙ"
Got a better definition? Add it!