Κοπέλα που φαίνεται χάλια παρουσιαστικά (βασισμένο στο ότι μόλις τη βλέπεις κλείνεις τα παντζούρια - για να μη τη βλέπεις ντε!).
- Καλό γκομενάκι.
- Παντζούρω ρε σαβουρογάμη...
Κοπέλα που φαίνεται χάλια παρουσιαστικά (βασισμένο στο ότι μόλις τη βλέπεις κλείνεις τα παντζούρια - για να μη τη βλέπεις ντε!).
- Καλό γκομενάκι.
- Παντζούρω ρε σαβουρογάμη...
Got a better definition? Add it!
Γκομενάκι που, στη σχετική κλίμακα, κυμαίνεται από θεόμουνο έως γαμήσιμο με εμφάνιση που αντιστοιχεί σε εργαζόμενη ή θαμώνα νυχτερινών κέντρων διασκέδασης της κατηγορίας: μπουζούκια.
Βασικά γνωρίσματα:
Ένα μέρος όπου απαντάται συχνά:
Σε μεγάλες οδικές αρτηρίες, ενώ περιμένει ταξί τουρτουρίζοντας με τα χέρια σταυρωμένα, αφού το ζακετάκι (ή το μπολερό) που πήγαινε με το φόρεμα και τα παπούτσια δεν πήγαινε καθόλου με τον καιρό.
Δες και μπουζουκογκόμενα, καθώς και -μούνα, -γκόμενα.
Got a better definition? Add it!
Είναι πλέον γνωστόν τοις πάσι, ότι αι γυναίκαι φορούσιν συχνάκις και πολλάκις εσώρουχο τρόπον τινά «μειωμένου εμβαδού», κοινώς στρινγκ. Εξεπλάγην όμως όταν ανεκάλυψα ότι και άρρενες φέρουν τοιαύτο εσώρουχο, με κατεξοχήν εκπρόσωπο τον γνωστό ποδοσφαιριστή Δαβίδ Βεκάμιο εξ Ιγγλετέρας. Έχοντας κατανοήσει τον κίνδυνο, τον οποίο διατρέχει το άρρεν φύλο παρά τοιαύτου εσωρούχου, σας καλώ λοιπόν δια της παρούσης να συνομολογίσομεν και συναποφασίσομεν τα κάτωθι:
Εν. Άνδραι οι οποίοι φορούσιν εσώρουχο στρινγκ θα θεωρούνται και καταδικάζονται ως gay over.
Δυο. Οι άνωθεν φέροντες εσώρουχο τύπου «στρινγκ» θα χαρακτηρίζονται πλέον ως «πουστρινγκ», ήτοι ομοφυλόφιλοι της μεγαλυτέρας τάξεως.
Τρία. Αι δημοτικαί αυτοδιοικήσεις Μυκόνου τε και Τήλου καταδικάζονται, λόγω ενθάρρυνσης των όσων φέρουν «στρινγκ».
Τα ανωτέρω να διαδοθούν εις όλα τα μέλη του παρόντος διαδικτυακού τόπου.
Εν Αθήναι,
Γεώργιος Ζάκκης του Αγαθοκλέους
Αγησίλαος: «Δε διανοήσαι, ω φίλτατε, τι αντίκρυσον εμπρός μου! Ο Ανδροκλής εισήλθε σε κατάστημα εσωρούχω ίνα αγοράσει στρινγκ!!!».
Αγαθοκλης: «Μα δια όνομα του Υψίστου! Και ο Ανδροκλής εστί... πουστρινγκ! Οποία κατάπτωσις πλέον, οποία!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Τα μεγάλου μεγέθους γυναικεία στήθη.
- Δεν πιστεύω να της είπες ναι;...
- Τι να κάνω, μου είχε πετάξει τα φουσκώνια της στη μούρη και με τούμπαρε...
Got a better definition? Add it!
Ο τυπάκος που ζει τον απόηχο των '90s καβαλώντας την αδάμαστη πάπια του με το μπροστινό τσουλούφι να κυματίζει. Piercing, φωσφοριζέ gadget, αλανιάρικη συμπεριφορά και τουπέ του δρόμου συνηθίζεται. Ο μπρακατσελάκος είναι φορέας σεξισμού και μερικές φορές μισογυνισμού. Είναι κάτι σαν καγκουρορέηβερ πριν αποκτήσει την οικονομική άνεση για να αγοράσει «κούρσα» ή πριν πάει φαντάρος για να ταξιδέψει, οπότε και μετρατρέπεται σε κάγκουρα με παρελθόν.
Αθάνατη μπρακατσέλικη ατάκα: «Άκου ρε φίλε, άκου πρωτοσέλιδο. Βρέθηκε λέει το χάπι για την πρόωρη εκσπερμάτωση... Είδηση είναι αυτή. Τι με νοιάζει εμένα ρε, που δεν τελειώνει η βλαμμένη; Εγώ έχω το πρόβλημα ή αυτή που θέλει να κουνιέται μια ώρα πάνω κάτω. Να πάρει αυτή χάπι να τελειώνουμε!»
(Βλέποντας μια συμμορία που κάνει βόλτα με μηχανάκια τύπου πάπια, τσουλούφια και φουλάρια στα γκάζια)
- Όπα, κάνουν παπιοπεριπέτειες τα μπρακατσέλια.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μικρόσωμη γυναίκα, ηλικίας 16-26, με εμφάνιση περισσότερο σεξουαλική παρά αισθητικά όμορφη. Ο ορισμός παίρνει και εξτένσιον για τις πιο ψηλές κατά τα εννοιολογικά γούστα του ομιλητή (αλλά και το μπόι του).
Αν και μικρόστηθα τα σκαστράκια αναπληρώνουν τη χαμένη σεξουαλικότητα του μπούστου με πισινό υψηλού κέρβατουρ και λυγερή μέση. Υπάρχουν ένα-δύο μαξ ανά γυναικεία παρέα και συνήθως ακολουθούν τις γενικότερες δυνάμεις συνοχής σε ζεύγη, ειδικά όταν κατευθύνονται προς το wc. Ανθίζουν το καλοκαίρι οπότε και βρίσκουν την ευκαιρία να τονίσουν τις λεπτομέρειες στις οποίες επικεντρώνεται ο αντρικός πληθυσμός.
Συνήθως αποτελούν κόρες των κατά τα '80s μανουλιών και είναι φυσικές κοινωνοί ενός μεγαλειώδους legacy.
Φαρμακερό σκαστράκι η μελαχρινή στο μπαρ.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μπουζουκογκόμενα καλείται η συνηθισμένη γκόμενα που:
Πάντα όμως υπάρχουν και οι μπουζουκογκόμενες high-classάτες. Αυτές που:
Ενώ ο όρος χρησιμοποιείται και για τα σκυλιά, η μπουζουκογκόμενα έχει μία πιο προσεγμένη εμφάνιση.
Βλ. και μπουζουκομούνι καθώς και -μούνα, -γκόμενα
Got a better definition? Add it!
Η γκόμενα που έχει κορμάρα που φουσκώνει παντελόνια αλλά μούρη που εκτροχιάζει τρένα από την ασχήμια της .... και ωσεκτουτού η χρησιμότητά της είναι αυτή της γαρίδας: τρως το σώμα και φτύνεις το κεφάλι ...
- Κολλητέ τσέκαρε κώλο το μωρό...!!
- Το είδα αλλά η τύπισσα είναι γαριδογκόμενα, άμα γυρίσει πρόσωπο θα πάθεις εγκεφαλικό!....
βλ. επίσης γαρίδα, γκόμενα-γαρίδα, γυναίκα-γαρίδα και πεσκανδρίτσα
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Νέα κοπέλα ελευθερίων ηθών, με μαλλί τιγρέ (α-λα Μπόνι Τάιλερ) ή θεσσαλονικί, όχι απαραιτήτως πουτάνα, αλλά σίγουρα πουτανάκι.
Συνώνυμα: ξεκωλάκι, ξεκωλίδι, γαμήδι, καράπουταναριό, ευκολάκι, μπουζουκογκόμενα, κτλ.
Βγήκαμε χτες με τον Γιώργη σε κάτι παρακμιακά κωλάδικα στον Πειραιά. Τίγκα στο ξεμπούρδελο. Έπαιρνες παράσημο με το κοίταγμα...
Got a better definition? Add it!
Νταρντάνα και ζόρικη γκόμινα, εκ του ομωνύμου άσματος της Μοσχολιού.
Στάνταρ μαμίσιος εξοπλισμός: κλαρωτή φούστα, τζήν μπουφάν γύρω από τη μέση, ευρεία χρήση αργκό, παντελής έλλειψη (όποιας) θηλυκότητας, κατανάλωση σκληρών αλκοολούχων, αβέρτα τσιγάρο και ανάλογη φωνή εξηντάρας κουμκανα-juice, ανεξαρτήτως ηλικίας.
Φούλ έξτρα: αναρχο-ρεμπέτικη εσάνς, που συνοδεύεται θαυμάσια από βρωμερές μάρτενς.
Συχνά αποτελεί αντιστάθμισμα μπαζοσύνης.
- Θες να σου κάνω κατάσταση με τη Μαίρη;
- Άσε με ρε, με τη γιαλαλαού. Γυναίκα είν’ αυτή; Αυτή δαγκώνει...
Got a better definition? Add it!