Further tags

Ετυμολογία: τζελ + Έλβις.

Ο ροκαμπιλάς παλαιάς κοπής και νεότερης με το καλτ χαρακτηριστικό χτένισμα-κούρεμα-φαβορίτα (κυκλοφορεί και σε περούκα - αποκριάτικο αξεσουάρ, έχω μια) λαδωμένο από το τζελ (=μπριλκρίμ για τους +60). Ενίοτε η αμφίεσή του είναι πράγματι σαν του Έλβις.

Ωστόσο μπορεί να χαρακτηρίσει και οποιονδήποτε κυκλοφορεί παστωμένος (χτενισμένος όμως, όχι κοντό μαλλί) με τζελ.

Έχει χρησιμοποιηθεί και για να χαρακτηρίσει νεοσφίχτες - πρωηνχοντρούς που κυκλοφορούν με κολλητές μαύρες μπλούζες, γυαλί και μαύρο, λαδωμένο, σλικ, μαλλί.

Μας την έπεσε μια ομάδα τζέλβιδες και έγινε πανικός στην πλατεία...

Elvis from hell από τον πρωτοΜΑΣΤΟΡΑ (από alamo, 15/07/10)Ο Κώστας Ζουράρις με λίγο από Τζέλβις στάιλ, νταξ όχι απολύτως, αλλά τζελβισοφέρνει. (από Khan, 27/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρίζει γυναίκα με προικισμένα σκέλια.

Έχει διττή σημασία καθώς προέρχεται από συνδυασμό δυο εννοιών:
α) από τις λέξεις μπούτι- και -full, τονίζοντας το μέγεθος των μπουτιών, και
β) από την αγγλική λέξη beautiful.

Πρωτοακούστηκε από τον κριτή της Α. Πάνια, καταξιωμένο Τζόνυ Βαβούρα, στη γνωστή νυκτερινή εκπομπή της με αφιέρωμα «καλλιστεία για sexy άτομα».

- Το βασικό ατού του κορμιού της είναι ασυζητητή το στήθος της.
- Τι λες ρε ξενέρωτε. Δε πρόσεξες καν πόσο μπούτιφουλ είναι

Γιουρ μπούτιφουλ ιτς τρου (από Khan, 26/08/10)(από Khan, 26/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δάνειο εκ του γαλλικού επιθέτου petit (μικρός, μικροκαμωμένος), που χρησιμοποιείται για να δηλώσει τα εξής:

  1. Τις μικροκαμωμένες και λεπτές (πάντα στα πλαίσια της κομψότητας και όχι της ανορεξίας) κοπέλες ή γυναίκες. Ο χαρακτηρισμός πετίτ για άντρες είναι μάλλον σαρκαστικός, εκτός κι αν υποδηλώνει άλλα προτερήματα (πετίτ στο μάτι...).

  2. Τα μικρά (αλλά όχι απαραίτητα μικροσκοπικά) σε μέγεθος αντικείμενα ή πράγματα πάσης φύσεως, ή ακόμη και τους χαμηλών διαστάσεων χώρους.

Η χρήση του πετίτ πιο γενικά χρησιμοποιείται για να δηλώσει -ενίοτε με ειρωνική διάθεση εκ μέρους του ομιλητή, ενώ άλλες φορές με έκδηλη χαριτωμενιά- τον μινιμαλισμό και την ομορφιά και χάρη που υποτίθεται πως υπάρχει στα μικρά πράγματα, με άλλα λόγια το άκρως αντίθετο του think big, δηλαδή τις διδαχές της τάσης που δηλώνει πως η ευτυχία βρίσκεται στην υπερβολή.

  1. Η Ελένη που λέτε είναι μια γυναίκα η οποία φαίνεται 10 χρόνια νεώτερη της ηλικίας της, αφού είναι petit κορίτσι! Φοράει να φανταστείτε νούμερο παπουτσιών 35. Τόσο petit είναι!!!! (Εδώ)

2.αλλα η απορια μου ειναι γιατι τα θελεις ολα με μπρασελε και μαλιστα τοσο λεπτο; κατι σε λουρακι δε σου αρεσει; εισαι λεπτοκαμωμενη, αλλα αυτο δε σημαινει οτι και τα πραγματα πανω σου θα πρεπει να ειναι petit. (Εκεί)

  1. Τι άλλο να κάνετε στο Ηράκλειο; Να πάτε στο Ιστορικό Μουσείο που είναι πετίτ και συμπαθέστατο και κεντρικό και είχα ξεχάσει ότι είχα πάει μέχρι που το είδα και κάπως μου 'ρθαν ένα ένα χρόνια δοξασμένα. (Παραπέρα)

  2. Μιας και τα ηχειακια ειναι petit κατασταση...σχετικα με ενισχυτη εχετε καμια προταση σε κατι πιο slim, compact και designατο;(το ξερω δεν ζητω τιποτα) (Παρακεί)

(από perkins, 02/09/10)μπισκοτακιααααααααααα!!! (από perkins, 02/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έχων ατημέλητη κόμη, ο μαλλιάς.

Προέρχεται από τους Beatles και το πρωτοποριακό και ανατρεπτικό για την εποχή τους κούρεμα.

Καλά παιδί μου, πόσο καιρό έχεις να κουρευτείς; Σαν μπητλής έχεις γίνει.

(από Khan, 04/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γυναικείο beachwear έχει καθιερωθεί εδώ και δεκαετίες με αδιαμφισβήτητο βασιλιά το μπικίνι (ονομασία από την ατόλη Μπικίνι στον Ειρηνικό) και λιγότερο διαδεδομένο το ολόσωμο, το οποίο συνήθως περιορίζεται στα κολυμβητήρια για προφανείς λόγους. Λόγω της μακράς ιστορίας του, είναι λογικό το μπικίνι να έχει υποστεί διάφορες μεταλλάξεις ανάλογα με την εποχή και τις επιταγές της μόδας. Από απλές, αφαιρετικές κινήσεις όπως το topless και ιδιοφυείς εμπνεύσεις όπως το τάνγκα και το θεϊκό (αρκεί να «τυλίγουν» τους τέλειους Βραζιλιάνικους κώλους για τους οποίους εφευρέθηκαν! – βλ. μήδια 1 και 2)

Όπως είναι φυσικό, στην ιστορία του ενδύματος αυτού έχουν υπάρξει και πλείστα παραδείγματα γελοίων σχεδίων απίστευτης κακογουστιάς και επίδειξης, όπως δερμάτινα (αποδεκτά μόνο αν είσαι η Ποκαχόντας ή η Raquel Welch στο One Million Years B.C. – βλ. Μήδια 3 και 4), λεοπαρδαλέ/τιγρέ/ζεβρέ (αποδεκτά αν είσαι η Τζέην ή η Sheena) όπως μήδι 5 και γούνινα αν είσαι η γκόμενα του Ηρακλή (η γνωστή ηρωίδα της ελληνικής μυθολογίας ντε, η Ζήνα!) – βλ. Μήδιο 6.

Της μοδός τελευταία, είναι το τρικίνι (εις την αλλοδαπήν: monokini), το οποίο περιγράφει τα απίστευτα βλακώδη γυναικεία μαγιό όπου το βρακί ενώνεται με τον βυζοβαστάχτη. Στην απλή μορφή του είναι απλώς ένα μπικίνι με ένα επιπλέον κομμάτι ύφασμα (βλ. Μήδιον 7). Επειδή όμως οι γάτοι της μόδας δεν αρκούνται ποτέ στα απλά (όσο γελοία και να είναι to begin with), ακολούθησαν τα τρικίνι-σφεντόνα (Μήδι 8), τρικίνι-Facadoro - το φοράς σαν κόσμημα (βλ. μήδι 9: 5000 κρύσταλλα Swarovski, κόστος: 2000 λίρες Αγγλίας) και συνδυασμός τρικίνι-Sheena στο πιο ξεκωλέ του: ροζ λεοπάρδαλη (βλ. μήδι 10).

Υπό μια έννοια, το τρικίνι είναι η γυναικεία σωβρακοφανέλλα της παραλίας.

Credit: Άγνωστη λουόμενη στην Κρήτη, σχολιάζοντας παραδίπλα τσόκαρο με τρικίνι.

Ως μήδια.

Βγήκαν οι αρκούδες στην παραλία (από Desperado, 21/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος αναφέρεται σε πιπίνια λυκειακής ηλικίας, απαραιτήτως ενδεδυμένα με σταράκια ανεξαρτήτως χρώματος, που εντυπωσιάζουν με την γλουτιαία περιοχή τους και κάνουν τον ανδρικό πληθυσμό να τις παρατηρεί από τη μέση και κάτω...

- Μαλάκα τσέκαρε ένα σταράκι που περνάει...
- Πωπω, σκέτο κωλ σταρ!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αλητάκι, το μαγκάκι.

Πάντα αναφέρεται σε παιδί και συχνότερα με τους τρυφερούς υπαινιγμούς ενός άγουρου βιοπαλαιστή στον οποίο ηθικά συγχωρούνται μικροπαραβιάσεις του νόμου και των κανόνων υγιεινής καθώς και μια φτωχική ενδυματολογικά εμφάνιση.

Μάλλον από το γαλλικό gamin. Αν κάποιος διορατικός βρει κάτι ελληνοπρεπές στην ετυμολογία ας ενημερώσει.

Γνωστό κλισέ «τα χαμίνια στο δρόμο» λες κι υπάρχουν χαμίνια στα σαλόνια.

Ο Ναπολιτάνος scugnizzo ήταν είδος χαμινιού.

Από χαμίνι δίχως στον ήλιο μοίρα μεγαλοκαρχαρίας ο Κωστάκης. Αλλά από τότε έδειχνε πόσο κωλοπετσωμένο ήτανε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τερατώδης μαύρος body builder, που η εμφάνισή του παραπέμπει στον πασίγνωστο Arnold, κυβερνήτη της California.

- Φιλαράκι, τον είδες τον τυπά στο Expendables; Τούμπανο, ρε...
- Ναι, ρε φίλε. Σκέτος schwarzenegro!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιδιωματισμός των Ελλήνων της Νότιας Αφρικής. Κολοράτος είναι ο colored, ο έγχρωμος, ο άνθρωπος που δεν ανήκει ούτε στην λευκή φυλή ούτε στην μαύρη. Κυρίως αναφέρεται στους μιγάδες (αλλά και σε άλλους, όπως μπορείτε να δείτε εδώ).

Βλ. και μελαχρινός, με τα εκεί σχόλια.

Από εδώ:

Στην εφηβεία δουλεύει ως εργάτης και βρίσκεται οργανωμένος στο κομμουνιστικό κόμμα και αυτό γιατί το κ.κ. είναι το μόνο που δέχεται τους μιγάδες, τους κολοράτους όπως τους αποκαλούσαν. Όλοι οι άλλοι π.χ. το νοτιοαφρικανικο κονγκρέσο που κυβερνά σήμερα (Μαντέλα) δεν αναγνώριζαν τους κολοράτους.

Got a better definition? Add it!

Published

Το παράδοξο πτηνό γνωστό και ως νερομπαμπλέκι ήταν αναμενόμενο να εμπνεύσει την σλανγκομούσα.

Από Έλληνες το έχω ακούσει με δύο σημασίες:

  1. Στην στρέιτ εκδοχή, η φλαμινγκομούνα είναι τύπος τσολιά με ατέλειωτα λεπτά πόδια, που τα επιδεικνύει φορώντας πολύ στενά παντελόνια, τ. σωλήνας (αν είναι τζηνς) ή άλλα. Αυτό της προσδίδει ένα εύθραυστο δώσε Μπόνο στυλάκι ταλαιπώριας, που επιτείνεται από τον γενικότερο ακκισμό (το ροζ του πράγματος) στο περπάτημα και ευρύτερα. Η αναγεννησιακή φλαμινγκομούνα έχει και στητό και σφριγηλό αθλητικό ζυβί.

  2. Μιλώντας για ροζ, το φλαμίνγκο χρησιμοποιείται και για γκέι ερωμένους, που το χώνουν το πόδι στα πούπουλα, δηλαδή γαργαρότεκνα με μακριά πόδια και χαριτωμένο εύθραυστο περπάτημα, με μια λέξη αβροβάτες. Το φλαμίνγκο είναι γενικότερα από τα σύμβολα που πανηγυρίζεται και από την ίδια την γκέι κοινότητα ως χαρακτηρισμός, καθώς δεν έχει κάτι ιδιαίτερα μειωτικό, ενώ ως σύμβολο έχει και ωραίο χρωματάκι, σιροζάκι. Έτσι μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως γουτσιστική προσφώνηση τρυφερότητας μεταξύ γκεουλαίων.

Όταν βέβαια περιγράφει κανείς το φλαμίνγκο κινδυνεύει να περιπέσει σε τουκανισμό παρόμοιο με αυτόν του Βέλγου φυσιοδίφη που περιέγραψε το τουκάν ως το πτηνό με το χαρακτηριστικό μαύρο τρίχωμα παραβλέποντας την μύτη. Έτσι εστίασα στα πόδια και την εντύπωση εύθραυστης ισορροπίας που προκαλεί, ενώ το φλαμίνγκο έχει μια σειρά από αξιοπρόσεκτα χαρακτηριστικά. Στα αμερικλάνικα, όπως μπορούμε να μάθουμε από το urban dictionary και από αλλού στο νέτι, το φλαμίνγκο λόγω των σωματικών του ιδιαιτεροτήτων έχει και άλλες σημασίες, που όμως δεν έχω ακούσει από Έλληνες, και έτσι τις παραθέτω ως trivia εκτός κυρίως ορισμού:

  1. Το να έχει λαιμό φλαμίνγκο, κατά το λαιμός καμηλοπάρδαλης είναι ένα πλεονέκτημα για τον ερώμενο /-η.

  2. Ενίοτε το flamingo effect προκαλείται όχι μόνο όταν κάποιος έχει λεπτά πόδια, αλλά και όταν έχει χοντρό κορμό, δηλ. όταν έχει σώμα τ. μηλαρού. Οπότε η έκφραση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για εύχοντρο συμπολίτη μας, που δεν έχει ομοιόμορφα κατανεμημένο βάρος, αλλά έχει χοντρή κοιλιά / κορμό και λεπτά πόδια, δίνοντας αίσθηση ασταθούς ισορροπίας.

  3. Παρομοίως, λέγεται στα αμερικλάνικα για μπιλντέρι τύπου κάβουρας, που έχει γυμνάσει δυσανάλογα πολύ τα χέρια, πλάτες, ώμους του, ενώ έχει αμελήσει τα πόδια του, όχι σπάνιο φαινόμενο μεταξύ των μπιλντερίων.

  4. Σεξουαλικές στάσεις που για κάποιον λόγο στηρίζεσαι μόνο στο ένα πόδι, όπως κάνουν τα φλαμίνγκο, που στηρίζονται μόνο στο ένα πόδι. Αυτά τα σκέφτονται μόνο κάτι καμένα αμερικανάκια που ποστάρουν στο ούρμπαν.

  5. Ενίοτε η εύθραυστη ισορροπία οφείλεται σε ψηλοτάκουνα. Ειδικότερα αποτελεί τύπο ροζ ψηλοτάκουνου stripper-slipper, βλ. μήδι.

  1. - Απόψε δεν μπορώ, θα βγω με τον τσολιά στο Γκάζι.
    - Μην τα λες έτσι, γιατρέ μου, θα σε παρεξηγήσουν...
    - Και πώς να την πω με τα πόδια και το περπάτημα που έχει; Κλεψυδρομούνα μια φορά δεν είναι...
    - Πες την φλαμίνγκο.
    - Ου, το σώσαμε τώρα...

  2. - Τι γίνεται Βασίλειε; Πολύ χαρούμενο σε βλέπω σήμερα. Γελάνε και τα μουστάκια σου!
    - Φαίνεται, ε; Έχω ραντεβού με το φλαμίνγκο απόψε...

Φλαμινγκοτάκουνο (από Khan, 04/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified