Ατάκα από ανέκδοτο η οποία, όπως και πολλές άλλες (π.χ. βλέπε εδώ), έχει αυτονομηθεί. Λέγεται εύστοχα για να δείξουμε ότι κανένα νόημα δεν έχει να μπαίνουμε σε κόπο για κάτι το οποίο είναι ούτως ή άλλως χαμένο από χέρι - αλλά και να μην ήταν, βαριόμαστε τόσο πάρα πολύ που πάλι δεν θα κάναμε τίποτε.

Τέσπα, το αρχικό ανέκδοτο πάει κάπως έτσι - Δυο τραβεστί συζητούν το μέγα θέμα αν ομοφυλόφιλος γίνεσαι ή γεννιέσαι. Και λέει η πρώτη:
- Καλέ, Στάσα μου, γεννιέσαι, γεννιέσαι. Είναι βέβαιον. Διότι εγώ, ξέρεις, από αυστηρή οικογένεια κι αυτά, αλλά από τριων χρονών παιδί πού μ' έχανες πού μ' έβρισκες, στα συρτάρια της μαμάς να προβάρω τις κομπινεζόν και τα πασουμάκια με τα τακούνια και να καμαρώνω με τις ώρες μπροστά στον καθρέφτη. Τι ήξερα μικρό παιδί; Μέσα μου το είχα - έμφυτο.
- Εγώ πάλι, Σούλα μου, τι να σου πω; Νομίζω ότι δεν γεννιέσαι, έρχονται έτσι τα πράγματα, κάτι αλλάζει και γίνεσαι. Πάρε μένα - μέχρι τα δώδεκα τίποτα δεν ήξερα, του κατηχητικού, χαμπάρι δεν είχα από τέτοια ...
- Έ, και στα δώδεκα τι έγινε;
- Έ, στα δώδεκα πήγα το καλοκαίρι στο χωριό και βγαίνω στα χωράφια να μαζέψω λουλουδάκια ... να κουράστηκα, ξάπλωσα στο χορτάρι, και κει που μ' έπαιρνε ο ύπνος έρχεται ένα παιδί απ' το χωριό - αααχχχ, ένα ωρρρραίο παιδί - ε, κι έρχεται έτσι από πίσω ... ε, και να μη στα πολυλογώ, τό 'μαθα και καλόμαθα ... γίνεσαι, Σούλα μου, γίνεσαι ...
- Καλά, μωρή, δώδεκα χρονώ ήσουνα κι έρχεται ο άλλος να στη μοστράρει και δεν κάνεις τίποτα ... γιατί δεν σηκώθηκες να τρέξεις, να φύγεις;
- Έ, πού να τρέχεις τώρα στα χωράφια με τα τακούνια ...

- Μας περιμένουν οπωσδήποτε απόψε στο Φολί, Γιάννη μου, άντε κουνήσου, κάνε ένα μπάνιο να πάμε.
- Άσε ρε Θώμη, πού να τρέχεις τώρα στα χωράφια με τα τακούνια ... Μια απ' τα ίδια θα είναι ... Κι έχει και μπάσκετ στην τηλεόραση ... Άραξε ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τυποποιημένη φράση και χρήση του «λέγειν μαλακίες», η οποία έχει απίστευτη διάδοση, μιας και εντάσσεται στο διαχρονικό ελληνικό όνειρο (έστω, στην ολιγαρκή εκδοχή του) «να 'χαμε τι να 'χαμε μια μπυρίτσα να 'χαμε», «να 'χαμε δυο τσιγάρα και δυο για μετά», και να λέμε και καμιά μαλακία να περνάει η ώρα... Με άλλα λόγια, φράση που περιγράφει την ελαφρά συζήτηση a la grecque, η οποία δε δεσμεύει κανέναν και για τίποτα... (βλ. και φράση «πείτε ρε καμιά μαλακία να περάσει η ώρα»).
Σημείωση: η φράση λέγεται πάντα (ή μάλλον, το ορθό είναι) στο 1ο πληθυντικό, ανεξαρτήτως πλήθους του φυσικού υποκειμένου. Αν χρησιμοποιηθεί από ένα άτομο, τότε σημαίνει ότι και το είπα, ξείπα, την παρόλα μου την χέζω, με την κεφαλαιώδη διαφορά όμως ότι το «είπα, ξείπα» (προϋπο)θέτει τον χρήστη σε θέση εξουσίας έναντι του συνομιλητή, ενώ το «λέμε και καμιά μαλακία» έχει απολογητική διάθεση και παραπέμπει σε χεζμεντέν καταστάσεις.

Η φράση είναι τόσο αγαπητή ώστε εντάχθηκε μάλλον σε πασίγνωστο ανέκδοτο, παρά αυτονομήθηκε.

αντιγράφω το πασίγνωστο ανέκδοτο από κάποιον που το έγραψε κάπως μερακλίδικα.

Ήταν τώρα σε ένα δάσος ένας λαγός πολύ PUNK (ξέρετε με σκουλαρίκια με μηχανή με γυαλιά κ.α)
και καθόταν κάτω από ένα δέντρο. Περνάει ο αετός :
- Γεια σου λαγέ! Τι κάνεις ;
- Εδώ μωρέ, καφεδούμπα, φραπεδούμπα, ηλιούμπα, κάπου κάπου ρίχνουμε και καμιά πούτσα στο λιοντάρι!
Περνά το φίδι :
- Γεια σου λαγέ! Τι κάνεις ;
- Εδώ μωρέ καφεδούμπα, φραπεδούμπα, ηλιούμπα, κάπου κάπου ρίχνουμε και καμιά πούτσα στο λιοντάρι!
Περνά το ποντίκι :
- Γεια σου λαγέ! Τι κάνεις ;
- Εδώ μωρέ, καφεδούμπα, φραπεδούμπα, ηλιούμπα, κάπου κάπου ρίχνουμε και καμιά πούτσα στο λιοντάρι!
Περνά η χελώνα :
- Γεια σου λαγέ! Τι κάνεις ;
- Εδώ μωρέ, καφεδούμπα, φραπεδούμπα, ηλιούμπα, κάπου κάπου ρίχνουμε και καμιά πούτσα στο λιοντάρι!
Περνά ο γάιδαρος :
- Γεια σου λαγέ! Τι κάνεις ;
- Εδώ μωρέ, καφεδούμπα, φραπεδούμπα, ηλιούμπα, κάπου κάπου ρίχνουμε και καμιά πούτσα στο λιοντάρι!
- Τι; (του λέει) Πούτσα στο λιοντάρι;
- Ναι γιατί;
- Να πάω να του το πω;
- Και δεν πας ;
Μετά από λίγη ώρα περνά το λοντάρι :
- Γεια σου λαγέ! Τι κάνεις ;
- Εδώ μωρέ, καφεδούμπα, φραπεδούμπα, ηλιούμπα, κάπου κάπου λέμε και καμία μαλακία για να περνάει η ώρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που ξεπήδησε από ανέκδοτο (βλ. περιοχή παραδειγμάτων) και αυτονομήθηκε.

Η φράση υποδηλώνει πως αφού, λόγω της ανοργανωσιάς και του αποσυντονισμού που επικρατεί γενικά στις ελληνικές εταιρείες, δεν μπορεί να γίνει αποτελεσματικά η δουλειά, οι υπάλληλοι, προσαρμοζόμενοι στην κατάσταση, ζουν μέσω «κολάσεως» (υπαρκτή απαίτηση για δουλειά που πρέπει να γίνει), «οάσεις παραδείσου» (περίοδοι υπολειτουργίας στη δουλειά, λόγω ανεπάρκειας υλικών πόρων).

Τα πράγματα είναι κατά πολύ εμφανέστερα στο ελληνικό δημόσιο, λόγω της μεγαλύτερης αποδιοργάνωσης, του δυσκίνητου χαρακτήρα του, της δυσκαμψίας των διαδικασιών, της τελμάτωσης που επικρατεί, της απουσίας δημιουργικότητας, της τάσης των υπαλλήλων για βόλεμα, της τάσης τους για προσαρμογή στη συγκεκριμένη κατάσταση, της απώλειας του ενδιαφέροντος τους για το κλείσιμο εργασιών, της αντιπαραγωγικότητας, κ.λπ.

Σημείωση:
1. Η φράση δίνεται ως απάντηση για την παραγωγικότητα ενός τμήματος. Πολλές φορές η φράση δίνεται με λίγο διαφορετικό τρόπο, χωρίς όμως να χάνεται η σημασία του όρου, π.χ.: τα βαρέλια τα ’χουμε, τα σκατά δεν μας ήρθαν ακόμα, κ.λπ.

  1. Στις παύσεις (…) γίνεται συνήθως κούνημα του κεφαλιού υποδηλώνοντας τη γνωστή τελματωμένη κατάσταση.

  2. Η φράση σχετίζεται με την επέκταση της σημασίας της φράσης «το λαδάκι, να βγαίνει... η ντοματούλα... καμιά ελίτσα», σε εταιρικό επίπεδο (τελματωμένη κατάσταση εταιρείας και προσαρμογή των υπαλλήλων στη ρουτίνα της καθημερινότητας).

  1. Σε βιομηχανία του δημοσίου δυο φίλοι από διαφορετικά τμήματα συζητούν:
    - Τι έγινε ρε; Έχει δουλειά στο τμήμα σου;
    - Ε, όπως και στο τμήμα σου υποθέτω. Πότε δεν έχουμε βαρέλια… πότε μας λείπουν τα σκατά… πότε χαλάνε τα μαστίγια... ε… ό,τι μπορούμε κάνουμε. Το λαδάκι να βγαίνει... η ντοματούλα… καμιά ελίτσα...

  2. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
    Ακολουθεί το ανέκδοτο απ' όπου ξεπήδησε ο όρος:

Ένας Έλληνας πεθαίνει και φτάνει στη ρεσεψιόν της Κόλασης και ο υπάλληλος του ανακοινώνει ότι, επειδή είναι υπήκοος χώρας μέλους της Ευρωπαϊκής Ενωσης, μπορεί να διαλέξει μία από τις κολάσεις των χωρών - μελών.

Σκέφτεται λίγο και αποφασίζει να πάει στη Γερμανική. Οργανωμένη χώρα σου λέει, τόσα χρόνια στην Ελλάδα τί κατάλαβα, μου βγάλανε το λάδι. Τουλάχιστον, ας πάρω μυρωδιά του τί σημαίνει Ευρώπη, έστω και στην κόλαση.

Φτάνει λοιπόν μπροστά στην πύλη της γερμανικής κολάσεως. Μαύρο μάρμαρο, καλογυαλισμένο, σιδερένια πύλη και ψηλά γράφει με μεγάλα γράμματα ΚΟΛΑΣΗ στα γερμανικά. Χτυπάει... Του ανοίγει ένας άψογα ντυμένος υπάλληλος και τον ρωτά τι θέλει.

- Να δω, του απαντά εκείνος, πώς είναι.

- Ούτε να το σκέφτεστε, του απαντά ο υπάλληλος! Όλη την ημέρα μας δέρνουνε με κάτι τεράστια μαστίγια και το βράδυ μας βάζουνε σε κάτι τεράστια βαρέλια γεμάτα σκατά!! Φρίκη! Φρίκη!

Όπου φύγει - φύγει ο ρωμιός... Δοκιμάζει τις υπόλοιπες κολάσεις, τα ίδια. Έτσι, απογοητευμένος, καταφεύγει στην έσχατη λύση, την ελληνική κόλαση!

Φτάνει λοιπόν έξω από την πύλη. Μία πύλη εγκαταλειμμένη, βρώμικη όπου στο ψηλότερο σημείο της υπάρχει με μεγάλα φωσφορίζοντα γράμματα η λέξη ΚΟΛΑΣΗ. Το Κ και το Λ φυσικά δεν ανάβουν. Έτσι η επιγραφή γράφει: -Ο-ΑΣΗ.

- Ελληνική ανοργανωσιά... μουρμουρίζει...

Όσο πλησιάζει, ακούει κάτι περίεργους θορύβους... Μοιάζουν με μουσική. Πλησιάζει περισσότερο. Η μουσική πλέον ακούγεται ολοκάθαρα. Μπουζούκια, μπαγλαμάδες κ.λπ. Χτυπάει... Του ανοίγει ένας τύπος κρατώντας μία μπουκάλα στο χέρι, εντελώς φέσι και τον ρωτά τι θέλει.

- Ήρθα να δω πώς είναι, του λέει και βάζει το κεφάλι του μέσα...

Τραπέζια, κάπνα, κάτι γκόμενες χορεύουν πάνω στα τραπέζια, τσιφτετέλια, νταούλια... Γενικώς, μπάχαλο.

Τρελαίνεται ο τύπος... Τί γίνεται εδώ; ρωτά.

- Άσε φίλε, χάλια του λέει ο μεθυσμένος. Η κατάσταση είναι δραματική εδώ πέρα. Μας δέρνουν όλη μέρα με κάτι τεράστια μαστίγια και το βράδυ μας βάζουν σε κάτι τεράστια βαρέλια με σκατά.

- Πλάκα μου κάνεις, ρωτά ο πεθαμένος. Εδώ πίνετε και γλεντάτε...

- Εεε, ξέρεις πώς είναι εδώ στην Ελλάδα. Πότε δεν έχουμε βαρέλια… πότε μας λείπουν τα σκατά… πότε χαλάνε τα μαστίγια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν κάνεις κάτι όχι επειδή δεν μπορείς ή δεν θέλεις αλλά επειδή δεν έχεις το υλικό για να το κάνεις, τα μέσα για να το κάνεις.

Το γνωστό ανέκδοτο:

Κάποιος πάει σε ένα σεξογιατρό, ο γιατρός τον ρωτάει «ποιο είναι το πρόβλημα σας;» «Δεν γαμώ... δεν γαμώ». «Καλά καλά, πάρτε αυτό το χαπάκι και θα δείτε αποτέλεσμα». Την άλλη μέρα πάλι «δεν γαμώ... δεν γαμώ...», δύο χαπάκια. Την τρίτη μέρα πάλι «δεν γαμώ... δεν γαμώ» τρία χαπάκια ο γιατρός. Την τέταρτη απηύδησε πια και είπε στην γραμματέα του να κλειστεί στο δωμάτιο με τον ασθενή, ο ασθενής τής έδωσε και κατάλαβε, ο γιατρός απορημένος ρώτησε «Ρε φίλε εσύ δεν μας έλεγες ότι δεν γαμάς;» «Άμα βρω... γαμώ... γαμώ».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από ανέκδοτο παιδικής ηλικίας, μάλλον δημοτικό (όχι ρεμπέτικο). Υπήρχε και άλλο ανέκδοτο με ορόφους και αράπηδες, με μάγους, δεν ξέρω γιατί ήντουνε μόδα τότε.
Πα να πει «πλέον δεν παίζουμε», «τέρμα το διάλειμμα, τα κεφάλια μέσα» και άλλα τέτοια.

Το ανέκδοτο:
Ένας τύπος πάει σε ένα ινστιτούτο αδυνατίσματος για να ρίξει τις πατσές. Του κάνουν πρόγραμμα με πολύ τρέξιμο για φου-κού: μπαίνει σε μια αίθουσα στον πρώτο όροφο, κλείνει η πόρτα και ο αράπης που είναι μέσα λέει «τρέχω, τρέχεις, κυνηγώ, αν σε πιάσω σε γαμώ. όταν χτυπήσει το κουδουνάκι σταματάμε». Ξεκινάει το κυνήγι, τρέχουν, τρέχουν, και με το που πάει να τον ακουμπήσει ο αράπης, ντλιν η σωτηρία. Κάθεται κάποιες μέρες στον ίδιο όροφο, καλυτερεύει η φου-κού, ανεβαίνει στον επόμενο όροφο. Πάλι αράπης, πιο νταβραντισμένος και πιο γρήγορος όμως, πάλι «τρέχω, τρέχεις, κυνηγώ, αν σε πιάσω σε γαμώ. όταν χτυπήσει το κουδουνάκι σταματάμε», αλλά τώρα του κουδουνάκι αργεί και το σασπένς ανεβαίνει. Ανεβαίνει κάμποσους ορόφους και φτάνει στον τελευταίο, στον οποίο ο αράπης είναι εξαιρετικά μοχθηρός και λέει «τρέχω, τρέχεις, κυνηγώ, αν σε πιάσω σε γαμώ. κουδουνάκια και μαλακίες δεν έχει».

Παράδειγμα:
- Αύριο μπαίνω φαντάρος, στο Μεγάλο Πεύκο. Ξέρεις, εκεί που ήτανε κι ο γιος του Πλεύρη.
- Εκεί, αγόρι μου, κουδουνάκια και μαλακίες δεν έχει.

"Θανούλης Πλεύρης - Ο μη φλώρος (Ράδιο Αρβύλα)" (από patsis, 21/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε όταν κάποιος κάνει λάθος, αλλά έχει σκεφτεί με αποκλίνοντα, διεστραμμένο ή σλανγκικό τρόπο που μας ευχαριστεί.

Τον πειράζουμε έτσι για την διαστροφή, απόκλιση ή σλανγκοπάθειά του στα πλαίσια μιας χαριτωμενιάς.

Πρόκειται για ατάκα αυτονομημένη από ανέκδοτο, για το οποίο βλέπε το παράδειγμα.

Ήταν ο Τοτός στην 4η Δημοτικού μέσα στο μάθημα της αριθμητικής. Κάποια στιγμή η δασκάλα ρωτάει τους μαθητές, αν κάθονται τρία πουλάκια πάνω σε ένα δέντρο και ένας κακός κυνηγός σκοτώσει το ένα πόσα θα μείνουν πάνω στο δέντρο;

Με, όπως πάντα, υπερβολικό ζήλο σηκώνει το χέρι της η μικρή Ελενίτσα φωνάζοντας, «κυρία, κυρία, κυρία...»! Δίνει λοιπόν, η δασκάλα, τον λόγο στην Ελενίτσα, η οποία με θάρρος απάντα πως θα μείνουν δύο πουλάκια πάνω στο δέντρο. «Μπράβο», λέει η δασκάλα στην Ελενίτσα, «Πολύ σωστή σκέψη!».

Ο Τοτός όμως, που είχε τσαντιστεί με όλη αυτή την σκηνή επίδειξης γνώσεων της Ελενίτσας, σηκώνει το χέρι του και λέει στην δασκάλα, «Εγώ κυρία νομίζω πως δεν θα μείνει κανένα πουλάκι πάνω στο δέντρο αφού και τα υπόλοιπα δύο θα τρομάξουν και θα φύγουν». Η δασκάλα απαντά, «Τοτό, εδώ κάνουμε απλή αριθμητική αλλά μου αρέσει ο τρόπος που σκέπτεσαι».

Κάθεται λοιπόν ο Τοτός για λίγη ώρα σκεπτικός και φανερά προσβεβλημένος, μέχρι που ξανασηκώνει το χέρι του:
- Κυρία, να σας κάνω μία ερώτηση; - Και βέβαια Τοτό, απαντά η δασκάλα. - Κάθονται τρεις γυναίκες σε ένα πάρκο και τρώνε παγωτό χωνάκι. Η πρώτη το γλύφει, η δεύτερη το δαγκώνει και η τρίτη το χώνει όλο βαθιά μέσα στο στόμα, ποια από τις τρεις είναι παντρεμένη; - (Μετά από λίγη σκέψη) Υποθέτω αυτή που το χώνει όλο μέσα στο στόμα της. - Λάθος, απαντάει ο Τοτός, είναι αυτή που φοράει βέρα, αλλά μου αρέσει ο τρόπος που σκέπτεστε!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στου χαντάκ είναι η απλή νεοελληνική λύση σε ένα δυσεπίλυτο πρόβλημα, το οποίο θα έκανε τον κάθε κουτόφραγκο να βασανίζεται για ώρες. Είναι η δική μας απάντηση στο παρώ «αβγό του Κολόμβου» και αποτελεί σίκουελ της αρχαιοβλαχουρόλυσης του Γόρδιου Δεσμού.

Προέρχεται από το γνωστό ανέκδοτο όπου ένας κλασικής μόρφωσης τροχομπάτσος καλείται να συμπληρώσει το δελτίο συμβάντος ενός θανατηφόρου δυστυχήματος σε κάποιον εθνικό κατσικόδρομο: - Το μοτοσακό είναι τούμπα στου χαντάκ.
- Τα ποδάρια του νεκρού είναι παραπέρα, μέσα στου χαντάκ.
- Το κεφάλι του είναι {στην αφσαλ... (μουτζούρα) αλφσασ... (μουτζούρα) αλφσα... (μουτζούρα) ασφλα... (μουτζούρα, γρήγορη ματιά γύρω, κλωτσιά)...} στου χαντάκ.

Χρησιμοποιείται όταν κάποιος βαριέται ή δεν μπορεί να πολυψάξει ένα θέμα και εφόσον είναι σίγουρος ότι κανείς δεν θα του ζητήσει ευθύνες, το γράφει εκεί που πιάνει μόνο κραγιόν.

Στο συνεργείο:
Φτου ρε γαμώτο! Με το κωλοκατσάβιδο έσκισα κατά λάθος τη φούσκα του ακρόμπαρου. Τώρα για να την αλλάξω πρέπει να βγάλω αμορτισέρ, μουαγέν, δισκόφρενο, τιμόνι, κάθισμα, ντεπόζιτο.
Γαμώ τα Σιντροέν!
Να πάει να γαμηθεί!
Στου χαντάκ!

(από baznr, 06/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτονομημένη φράση από ανέκδοτο, συνώνυμη με το ωραία φέτα.

Το ανέκδοτο είναι το ακόλουθο:

Τυπάς, ολίγον γκάου, συνευρίσκεται σε οικία τραβελιού, χωρίς να γνωρίζει την αρχιτεκτονική κάτοψη της κυρίας. Όταν εκείνη τον ρωτά αν θέλει μια μπύρα, αυτός απαντά καταφατικά, σκεπτόμενος ότι λίγο αλκοόλ θα τον ανέβαζε κάπως…

Από την κουζίνα, η βε, του φωνάζει: Ξέρεις, δεν έχω κλειτορίδα.
Κι αυτός απαντά: Καλά, δεν πειράζει, πιάσε μια amstel, τότες.

Χρησιμοποιείται όταν υπονοούμε ότι :

  • αυτά που λέγονται στην συζήτηση είναι μαλακίες ή τρία πουλάκια κάθονται
  • μην κρίνεις το βιβλίο από το εξώφυλλο του
  • ότι κάποιος είναι περήφανος στ' αυτιά / έχει μαρμέλαδα στ' αυτιά
  • ασχετοσύνη στο έπακρο, κάποιος που δεν έχει δει το σημείο σου.
  1. - Πάμε πλατεία σήμερα; - Δεν το είπες σωστά, πλλλατεία λέγεται.
    - Καλά πιάσε μια amstel τότε ρε σλανγκαρχίδη, πάλι στο slang.gr την έβγαλες ψες βράδυ με την mes…
    - Yes master…

  2. - Βγήκα χτες με τον Λάκη, καλό παιδί, αλλά με φαίνεται ολίγον αρκουδοπεταλούδα.
    - Καλά, πιάσε μια μπύρα Δουκαίνη μου, τι αρκουδοτέτοιο με λες. Σε γύρισε σε όλα τα μαγαζιά το τεμέτερον, σε πήρε λουλούδια, σε πήγε σπίτι τ', βγάλατε τα μάτια σας και ακόμα αμφιβάλλεις. Τι να σε πω τώρα; Μω την πίστη σ', σέφτελη.

  3. - Τσίφτη, πιάσε ένα 12άρι γερμανικό και ένα στραβοκατσάβιδο.
    - Να βάλω γάλα ;
    - Καλά πιάσε μια amstel, μιλάμε!
    - Γλυκό, όπως πάντα, αφεντικό, ναι ;

  4. - Καλά ρε σαψάλω, δεν σε είπα να μην πατήσεις το F7 πριν τελειώσει το download; - Μα δεν το πάτησα το F7 αλλά το Esc, σε λέω αλήθεια.
    - Καλά, δεν πειράζει, πιάσε μια amstel τώρα.
    - Δεν έχω μπύρα, να σε κάνω ένα φραπέ;

(από BuBis, 22/05/09)(από BuBis, 22/05/09)κλειτοριδική... (από BuBis, 08/07/09)

Δες και από την πόρτα σου περνώ....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα από σύντομο ανέκδοτο που έχει περάσει στην καθομιλούμενη, είτε σαν χοντράδα από αποτυχημένα καμάκια, είτε ως αστεϊσμός ιδίως σε ανδροπαρέα για ασαράντιστους.

Συνήθως δε, προσθέτουμε ενδιάμεσα και κάτι ακόμη πιο σαχλό για να δέσει το γλυκό, όπως «πιες ένα ποτό» ή «δες την συλλογή γραμματοσήμων μου». To «πάμε σπίτι μου», που θα έπρεπε να προηγείται, παραλείπεται ή υπονοείται.

  1. (σκηνή από Greek καφετέρια. Αυτή πιπίνι τριζάτο, αυτός βερμουδιάρης χλέμπουρας)
    - Μωρό, πάμε για ένα ποτάκι μετά...;
    - Α μπα*, έχω να διαβάσω για εξετάσεις…(μαζεύει τα τσαμασίρια της)
    - Έλα μωρέ μωράκι, ένα ποτάκι θα πιούμε, δεν θα σε δαγκώσω.
    - Δεν μπορώ σου λέω, με περιμένουν οι φίλες μου… (έτοιμη να φύγει)
    - Κοίτα, έλα, πίνεις ένα ποτό, κι άμα δε σ' αρέσει ντύνεσαι και φεύγεις! - Α, να χαθείς, γελοίε! (φεύγει τρέχοντας…)
    - Πάλι μόνος σήμερα, γαμώτο… Τι να φταίει άραγες;

  2. (συνάδελφοι, Παρασκευή βράδυ μετά το γραφείο…)
    - Πάμε για μιά μπυρωίνη με τα παιδιά να κουλάρουμε, θα ‘ρθεις μεγάλε ;
    - Α μπα*, πάω σπίτι, με περιμένει η γυνή, το πυρ (γιος) και η θάλασσα (κορούλα)…
    - Έλα μωρέ για καμιά ώρα, θα έχουμε μπυροκατάσταση, δεν θ 'αργήσουμε!
    - Όχι σου λέω, είναι μπερδεγουέη η φάση (και θα ξενυχτήσω και στο slang.gr…)
    - Έλα ρε συ, πιες ένα ποτό, κι άμα δε σ' αρέσει ντύνεσαι και φεύγεις!
    - (το σκέφτεται, και για να μην τον περάσουν και για μάπα…) Καλά τότε, για ένα ποτάκι μόνο, ε ;

*@ φίλε Gatz ούτε εδώ υπάρχει αναφορά στους ΑΒΒΑ…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μια φράση αποκομμένη - αυτονομημένη από ανέκδοτο.

Χρησιμοποιείται για να δηλώσουμε ότι έχουμε φτάσει στο έσχατο όριο της ανοχής μας με τη συμπεριφορά κάποιου ή με κάποια κατάσταση.

(Η φράση αναφέρεται και ως «τη γαμάς κύριε Πρόεδρε, ή δεν τη γαμάς» ανάλογα την εκδοχή του ρήματος στην οποία αρέσκεται ο λέγων τη φράση).

Ασίστ: vip (από σχόλιο στο λήμμα κουλούρι, το - στον ορισμό Νο 2).

Το ανέκδοτο (από την Ελληνική Λίστα Ανεκδότων):

-Γιατί κατηγορούμενε βίασες την κοπέλα;
-Δεν φταίω εγώ κύριε πρόεδρε
-Αλλά ποιος φταίει;
-Αυτή
-Αυτή;
-Μάλιστα κύριε πρόεδρε Ακούστε. Προχωράμε στον δρόμο και βλέπουμε έναν κουλουρά. Της λέω θέλεις κουλούρι μου λέει όχι. Φτάνουμε στην προβλήτα όπου και εκεί έχει κουλουρά. Της λέω θέλεις κουλούρι, μου λέει όχι. Προτού μπούμε στη βάρκα την ξαναρωτάω, θέλεις κουλούρι, μου λέει όχι. όταν πια ανοιγόμαστε στο πελαγος, εκεί που καθόμασταν τι μου λέει κύριε πρόεδρε; -Τι; -Θέλω κουλούρι. Ε! τη γαμείς κύριε πρόεδρε ή δεν τη γαμείς;

  1. Σύμφωνα με έγκυρες πηγές, η φίλη σου η Άννα, ούτε τιμωρήθηκε ούτε και συγκινήθηκε. Την ξαδέρφη του Άλουγκούφη (υπουργού παραοικονομίας) σύμφωνα με το ρεπορτάζ, της έκλασαν τα αρχίδια. .... Τη γαμείς κύριε πρόεδρε ή δε τη γαμείς μετά; απ' εδώ

  2. Την αγνοείς και τρως τον κρύο λαπαδιασμένο τραχανά. Κάνεις κι ένα τσιγαράκι. Στανιάρεις. Αυτή εκεί. Βελέτζα και άγιος ο θεός. «Τη γαμείς ή δε την γαμείς κύριε Πρόεδρε;». Λογικά, τη γαμείς. Το ερώτημα όμως παραμένει. απ' εκεί

  3. Ο κ. Ματσάκης υποστηρίζει ότι η απλοποίηση της Ελληνικής γραφής «καθίσταται αναγκαία μέσα στα πλαίσια μιας τάσης ενωτικής πορείας των γλωσσών στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Επιπλέον, μια τέτοια αλλαγή θα καταστήσει την Ελληνική γραφή πιο απλή και πολύ πιο εύχρηστη. Ιδιαίτερα όσον αφορά την χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή και σε σχέση με μεγάλο αριθμό ατόμων που έχουν διάφορες μορφές δυσλεξίας. και ερωτώ! τον γαμείς κύριε πρόεδρε ή δεν τον γαμείς το γάϊδαρο τον κύπριο; και μη μου πείτε ποιος τον γαμεί, διότι ο άνθρωπος ξέρει τι λέει. είναι σε εντεταλμένη υπηρεσία. από παραπέρα

  4. ε μου λες ρε παπάρα, τους το γαμει ή δεν τους το γαμει το σπιτι μετα ο διαφωτισμος; Τον σκοτωνει ή δεν τον σκοτωνει τον θεο, το Ευρωπαϊκο πνευμα; απ`ακόμα παραπέρα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified