Further tags

Οδηγώ μοτόρι (μηχανάκι, αυτοκίνητο, γουρούνα,και ό,τι άλλο έχει κινητήρα και ρόδες ή ερπύστριες -για αεροπλάνο δεν ξέρω) που έχω αγοράσει καινούργιο, χωρίς να σπάω τις ταχύτητες και, ειδικότερα, οδηγώ με το μάτι στο στροφόμετρο κι αν το τελευταίο δεν υπάρχει, το πάω με το αυτί στο μοτέρ. Πράγμα που σημαίνει πως, ανάλογα με την ταχύτητα που έχω κουμπώσει στο σασμάν, πατάω το γκάζι τόσο όσο να μην υπερβαίνω δοσμένο αριθμό στροφών του κινητήρα.

Εννοείται φυσικά πως δεν το βάζω στον κόφτη και αν πρόκειται για μοτοσακό μικρού κυβισμού δεν ανεβάζω ούτε δικάβαλο και τρικάβαλο.

Το στρώσιμο του κινητήρα έγκειται στο να πατήσουν τα κινητά και περιστρεφόμενα ή παλινδρομούντα μηχανικά μέρη του όπου προβλέπεται, όπως επίσης και να απομακρυνθούν μέσω της πρώτης αλλαγής λαδιώνε και φίλτρου τυχόν υπολείμματα μετάλλων ελαφρού κράματος, γεγονός που συνέβαινε στα σίγουρα από τα ενενήνταζ και πίσω.

Έτερος λόγος της αναγκαιότητας του στρωσίματος, εκτός του κινητήρα, ήταν ότι ο κατασκευαστής σε απέτρεπε από το να πας κομμάτια και φέτες, διότι χαλάρωναν οι βίδες ανά το όχημα (ακόμη και με τα σημερινά γίνεται) εξαιτίας των πρώτων κραδασμών και διαστολοσυστολών από τις μεταβολές της θερμοκρασίας που ανέβοκατέβαινε στο μοτόρι.

Μετά το στρώσιμο πρέπει άλλωστε όχι μόνο να αλλαχτούν τα λάδια, αλλά και να γίνουν τα απαραίτητα σφίξίματα.

  1. - Πωπω τα μπολντόρια τα καινούργια! Πού το κονόμησες ρε πούστη; Έκανες το ζιγκόλι πάλι;
    - Όχι ρε πανύβλακα. Έψησα το γέρο μου τελικά.
    - Πάμε ρε μία να ξύσουμε μασπιέδες;
    - Καλά, μαλάκας είσαι; Είμαι στο στρώσιμο ρε, άσε που δεν το καλοξέρω ακόμα, και δεν έχω και στάλα βερζίνα.
    - Σάλτα και γαμήσου κάνε, τσίπη ε τσίπη!

  2. ακομα δεν το πειρα το μωρο και δεν το εχω στρωσει ακομα και δεν μπορουσα να το ακουω να κλεει μπορω να πω οτι τα 200+ ερχοντε σχετικα ευκολα με λιγο σκυψιμο μπουφανακι και κρανος και το τιμονι χαλαρο.
    δεν ξερω αν εκανα καλα στο μοτερ μιας και εχει μονο 150 χιλιομετρα. και ιποτιθετε οτι το στρωνω μεχρι 4-5 και το πιγα 8 και κατι.
    τι εχετε να πειτε για τιν αμαρτια μου; καλο κακο; θα κοστισει;

οσο και να σε συχωρησουμε εμεις το θεμα ειναι να μη το θυμηθει αυτο σε μερικα χιλιαδες χλμ και αρχισει και πινει λαδακι για να ξεχασει το πονο του :mrgreen: λογικα οχι αλλα φερσου με υπομονη στη κουκλα σου για να ειναι κυρια μεθαυριο και να μην φλερταρει ολο με το μαστορα Το θεμα ειναι τα ανοιγματα να γινουν με στοργη (καρυδωματα οχι),να μην διαρκουν πολυ και να ακολουθει χρονος για κρυωμα των λιπαντικων.Το χαμηλο φορτιο και οι θερμοκρασιες ειναι ολο το μυστικο ...........απο εδωωωωωωωωωω, ωωωωωωωωωωωωωωω, ωωωωω, ωωωωωωωωωωωω, (φρένο)
μπούμ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος αναφέρεται στον καφέ, και στην επιθυμητή ποσότητα της ζάχαρης.

Όταν δίνετε παραγγελία έχετε τις εξής οψιόν, όσον αφορά τη ζάχαρη:

  • σκέτος
  • με ολίγη
  • μέτριος
  • μέτριος προς γλυκό (μάλλον)
  • γλυκός
  • πολύ γλυκός (πούστικος).

    Αυτό το μάλλον επικράτησε αντί του «μέτριος προς γλυκό», γιατί πιάνει πιο λίγο χώρο στο χαρτάκι της παραγγελίας. Τώρα το μάλλον πάει στο «μάλλον γλυκός».

Πιο εμπεριστατωμένα, για παράδειγμα, έχουμε μια παραγγελία δύο μέτριους με γάλα, έναν σκέτο χωρίς γάλα και έναν μέτριο προς γλυκό (φραπεδιές). Το γκαρσόνι σημειώνει τα εξής (τα μπολντ - τα άλλα τα έχω εγώ για επεξήγηση):

  • 2 ΦΜ(έτριους) Γ(άλα)
  • 1 ΦΣκέτο Χωρίς
  • 1 ΦΜΑΛ Χωρίς

    Η καφενειακή αυτή στενογραφία όπου να' ναι μάλλον θα εκλείψει, αφού τα όργανα του διαβόλου (pocket pc) έχουν εισέλθει και σε αυτούς τους χώρους...

- Καλησπέρα, τι θα πάρετε;
- Εγώ ένα Καπουτσίνο φρέντο μέτριο.
- Ένα φραπέ πολύ γλυκό με γάλα.
- Για μένα ένα φραπέ μέτριο προς γλυκό.
- Έγινε... (το γκαρσόνι φεύγει μονολογώντας ). Οπότε έχουμε και λέμε, έναν μέτριο φρέντο καπουτσίνο, έναν πούστικο με γάλα, και έναν μάλλον χωρίς... Γυρνάει ο ένας από την παρέα στον διπλανό του και λέει:
- Ρε, αυτός νομίζω ότι κατάλαβε ότι είσαι πούστης, και εμένα μάλλον παίζεται αν θα μου φέρει τον καφέ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φωτογράφος, στην ιατρική σλανγκ (περασμένων δεκαετιών), αποκαλείται ο ακτινολόγος.

Μέχρι πριν κάποια χρόνια, η δουλειά του ακτινολόγου, ήταν να τοποθετεί τις πλάκες στο μηχάνημα και να προσέχει να μην κουνηθεί ο ασθενής. Μετά, εμφάνιζε τις πλάκες, πληρωνόταν και τις έδινε στον πελάτη. Δλδ. έκανε ό,τι και ένας φωτογράφος του '60.

Με την πάροδο του χρόνου και την τεράστια εξέλιξη της ακτινολογίας (εδώ και πολλά χρόνια μιλάμε και για παρεμβατική / θεραπευτική ακτινολογία), ο όρος έχει εκλείψει. Αλλά ακόμα και τώρα, μπορεί από κάποιον συνταξιούχο γιατρό, να ακούσετε την εξής φράση «φωτογραφία έβγαλες;», ή τον χαρακτηρισμό «φωτογράφος» για συνάδελφο ακτινολόγο.

- Ρε Παναγιώτη, τι να γίνεται εκείνος ο συμφοιτητής σου ο φωτογράφος...
- Σπουδαίος και τρανός. Καθηγητής πανεπιστημίου έχει φτάσει. - Κανονικός φωτογράφος ήταν. Δεν θυμάμαι να είχε κάνει ποτέ διάγνωση!
- Ναι, αλλά έκανε καλό γάμο. Με την κόρη του πρύτανη. Από κει και πέρα, βάζει τους φοιτητές και τους βοηθούς να βγάζουν το φίδι από την τρύπα...

(από electron, 16/10/10)Ακτινογράφε τράβα μια ακτινογραφία (από GATZMAN, 17/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προέρχεται από την υδατοσφαίριση. Όταν κάποιος αμυντικός κάνει κάποιο αντικανονικό ή σκληρό φάουλ, μία από τις πιθανές ποινές είναι και η αποβολή του από το γήπεδο για συγκεκριμένο χρόνο. Ο χρόνος αυτός ορίζεται όσο η διάρκεια μιας επίθεσης για την αντίπαλη ομάδα. Η επιτιθέμενη ομάδα παίζει με έναν παίκτη παραπάνω μέχρι να εξαντληθεί ο χρόνος επίθεσης (ο οποίος μηδενίζεται με την αποβολή). Με το πέρας της επίθεσης (αλλαγή στην κατοχή μπάλας, γκολ, άουτ), ακόμα και αν δεν έχει συμπληρωθεί ο απαραίτητος χρόνος, ο τιμωρημένος παίκτης επανέρχεται στον αγωνιστικό χώρο.

Η πιο πάνω κατάσταση αναφέρεται σαν επίθεση με παίχτη παραπάνω. Ακόμα και στα στατιστικά, αναφέρεται π.χ. «στον παίχτη παραπάνω» είχαμε τραγικό ποσοστό, εννοώντας ότι στις επιθέσεις με αριθμητικό πλεονέκτημα δεν καταφέραμε να έχουμε καλό ποσοστό επίτευξης γκολ.

Αυτή είναι η ορολογία (λίγο βαρετή). Ο όρος σλανγκίζεται όμως και πέραν της κάπως «στραβής» χρήσης, όπως η πιο πάνω (εμφανές στα παραδείγματα), και στις ακόλουθες δύο περιπτώσεις:

α) «(παίχτης) παραπάνω» αποκαλείται και ο παίκτης ο οποίος μένει χωρίς αντίπαλο. Ο οποίος δεν είναι ο ίδιος πάντα. Αν ακριβολογούσαμε, θα έπρεπε να αναφερόμασταν στον «ελεύθερο» παίκτη, όπως γίνεται και στα άλλα ομαδικά αθλήματα. Αλλά στην υδατοσφαίριση, ο ελεύθερος λέγεται και «ο παραπάνω».

β) σε όλες τις περιπτώσεις που το ουσιαστικό απαλείφεται ή, ως ευκόλως εννοούμενο, παραλείπεται. Δλδ. σε όλες τις πιο πάνω περιπτώσεις, δεν χρησιμοποιείται η έκφραση «παίχτης παραπάνω», αλλά μόνο το «παραπάνω», κλινόμενο σαν το ουσιαστικό που παραλείφθηκε.

  1. ... και τα 6 γκολ επιτεύχθησαν στον παίχτη παραπάνω με ένα πολύ καλό ποσοστό 6/7 ...

  2. Trikala Gate 7 .:: ΠΟΛΟ - Ολυμπιακός - Πανιώνιος 7-6
    Ο Δημήτρης Μάζης ισοφάρισε για τον Πανιώνιο στον παίκτη παραπάνω, ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψιλοαρχαία σλανγκ λέξη συνώνυμη με τη φυλάκα, τη στενή, την ψειρού ντε!

Συγγενεύει με την λέξη μπουζουριάζω. Καμία σχέση με τα μπουζούκια βεβαίως-βεβαίως.

Θυμάσαι κάτι τσαντάκηδες που είχανε ρημάξει την Καλλιθέα; Ε, τους πιάσανε και τώρα είναι στη μπουζού!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιστημονικώς πώς, ονομάζεται περιπατητήρας και είναι το εργαλείο που βοηθάει τα αδύναμα γερόντια να βολτάρουν χωρίς να πέφτουν κάτω (για να μην πάνε από πέσιμο).

Στην καθομιλουμένη ονομάζεται «πι», καθότι το σχήμα του μοιάζει με αυτό του γράμματος Π.

Είδη: απλός, με ειδικό σχήμα για να βοηθάει στο σήκωμα, απλός πτυσσόμενος, πτυσσόμενος με ροδάκια, τροχήλατος (για τούρμπο γέρους), τροχήλατος με καλαθάκι για τα ψώνια (για τούρμπο γριές).

- Δεν νομίζω να πάει αυτή τη φορά ο γέρος σου να ψηφίσει;
- Τι λες καλέ... Έτοιμος είναι, αυτός δεν τό 'χει σε τίποτα να πάει και με το πί...
- Ωχ παναγιά μου...

το κλασικό απλό πι (από ironick, 30/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published

Στα σλανγκομαστορικά ο όρος σκύλα έχει τρείς σημασίες τουλάχιστον:

α) Λοστός για ξεκάρφωμα καρφιών και ανασηκώματος ρολών (η χαρά του διαρρήκτη) ή άλλων βαρέων αντικειμένων (μήδι α).

β) Πένσα συγκράτησης με κεκαμμένα ράμφη, κοινώς γαντζοτανάλια (μήδι β).

γ) Κρίκος αυτοαπασφαλιζόμενος σε διασώσεις ναυαγών, ορειβατών και άλλων βαρβάτων ανδρών και γυναικών (μήδι γ).

Έμμεση ασίστ: Ιωνας στο λήμμα μαλάκας.

α) Πιάσε ρε Περικλή τη σκύλα και δεν ανεβαίνει το το γαμημένο.
- Μη λες ονόματα ρε πανύβλακα. Θες δωρεάν διακοπές;

β) - Κάλφαααα, πιάκε ρε παπάρι τη σκύλα και έλα να βαστάς, μαλάκα, κι έπεσε το χέρι μου!
- Μια στιγμή κύριε προϊστάμενε, διότι με ξύνει το δεξί.

γ) - Κάθε πουσουκού τώρα που πέσανε και τα χιόνια θα τρέχουμε να γλιτώνουμε τους μπούληδες τους Αθηνέζους και ούτε υπερωρίες, ούτε τίποτα.
- Δε λες τουλάστιχον που μας πήρανε αυτές τις σκύλες και μας πεθαίνει και κανένα ζωντόβολο λιγότερο ;

αυτη ειναι η γκαζοντανάλια (από ο αυτοκτονημενος, 30/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μικρόφωνο που χρησιμοποιείται με σκοπό να καταγράψει και αποθηκεύσει (μαγνητοφωνήσει) μια ιδιωτική ή μυστική συνομιλία μεταξύ δυο η περισσοτέρων προσώπων, κατά κανόνα εν αγνοία τους (υποκλοπή).

Το μέγεθός του πρέπει να είναι αρκούντως μικρό, σαν το μέγεθος, φερ' ειπείν, του ομωνύμου εντόμου, απ' όπου έλκει και την ονομασία του, έτσι ώστε και να είναι αθέατο ή δυσδιάκριτο, αλλά και να καταχωνιάζεται κρυφά σε μικρές κρυψώνες. Ο σύγχρονος cutting edge tech κοριός είναι ενσωματωμένος με μυστική κάμερα.

Σήμερα διατίθενται κοριοί σε πολλές παραλλαγές όπως μπρελόκ, αναπτήρας, πακέτο τσιγάρων, καρφίτσα πέτου κλπ κλπ.

Στο δωμάτιο που θα πάμε τώρα μέτρα τις κουβέντες σου, γιατί σίγουρα έχει βάλει κοριό.

Οι κοριοί του τρόμπα (1988) (από Mpiliardakias, 03/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα από τα εργαλεία των απανταχού τσαγκάρηδων που, λόγω της μορφής του, λέγεται και υποτιμητικά κι απαξιωτικά για κοντοστούπηδες κεφάλες.

- Γιαδέ μαλάκα μου, τον κατσαμπρόκο που μας το παίζει και Malone! Χάλασ' ο κόσμος, χάλασε!!

(από sstteffannoss, 01/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ντανιάζω σημαίνει βάζω πράγματα με προσοχή το ένα πάνω, δίπλα κλπ, στο άλλο.

Να μην συγχέεται με το στοιβάζω γιατί οι στοίβες είναι ατάκτως πεταμένα πράγματα σε ένα σωρό.

Και πόσο μάλλον, να μην συγχέεται με το στη βάζω, αν και έχει κάποια ομοιότητα με το ντανιάζω όταν γίνεται παρτούζα σε γραμμή παραγωγής.

Το ντάνα χρησιμοποιείται από τους φορτηγατζήδες TIR όταν περιμένουν την σειρά τους στα τελωνεία να περάσουν και ντανιάζονται τα φορτηγά επικαθήμενα, συρόμενα κλπ κλπ, το ένα πίσω από το άλλο.

CB επικοινωνία μεταξύ φορτηγατζήδων

Έλα λοχίας ακούς ;;
Ναι λεγε
Σε καμιά εικοσαριά χιλιόμετρα μπαίνουμε στην ντάνα και θα πιούμε και κανα καφέ
Κκ μικρέ

Οχι απλή ντανα. Ντάνα Ιντερνάσιοναλ (από GATZMAN, 07/11/10)Εχει μαύρη ζώνη και 5 ντάν (από GATZMAN, 07/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified