Further tags

Ο όρος προέρχεται από την υδατοσφαίριση. Όταν κάποιος αμυντικός κάνει κάποιο αντικανονικό ή σκληρό φάουλ, μία από τις πιθανές ποινές είναι και η αποβολή του από το γήπεδο για συγκεκριμένο χρόνο. Ο χρόνος αυτός ορίζεται όσο η διάρκεια μιας επίθεσης για την αντίπαλη ομάδα. Η επιτιθέμενη ομάδα παίζει με έναν παίκτη παραπάνω μέχρι να εξαντληθεί ο χρόνος επίθεσης (ο οποίος μηδενίζεται με την αποβολή). Με το πέρας της επίθεσης (αλλαγή στην κατοχή μπάλας, γκολ, άουτ), ακόμα και αν δεν έχει συμπληρωθεί ο απαραίτητος χρόνος, ο τιμωρημένος παίκτης επανέρχεται στον αγωνιστικό χώρο.

Η πιο πάνω κατάσταση αναφέρεται σαν επίθεση με παίχτη παραπάνω. Ακόμα και στα στατιστικά, αναφέρεται π.χ. «στον παίχτη παραπάνω» είχαμε τραγικό ποσοστό, εννοώντας ότι στις επιθέσεις με αριθμητικό πλεονέκτημα δεν καταφέραμε να έχουμε καλό ποσοστό επίτευξης γκολ.

Αυτή είναι η ορολογία (λίγο βαρετή). Ο όρος σλανγκίζεται όμως και πέραν της κάπως «στραβής» χρήσης, όπως η πιο πάνω (εμφανές στα παραδείγματα), και στις ακόλουθες δύο περιπτώσεις:

α) «(παίχτης) παραπάνω» αποκαλείται και ο παίκτης ο οποίος μένει χωρίς αντίπαλο. Ο οποίος δεν είναι ο ίδιος πάντα. Αν ακριβολογούσαμε, θα έπρεπε να αναφερόμασταν στον «ελεύθερο» παίκτη, όπως γίνεται και στα άλλα ομαδικά αθλήματα. Αλλά στην υδατοσφαίριση, ο ελεύθερος λέγεται και «ο παραπάνω».

β) σε όλες τις περιπτώσεις που το ουσιαστικό απαλείφεται ή, ως ευκόλως εννοούμενο, παραλείπεται. Δλδ. σε όλες τις πιο πάνω περιπτώσεις, δεν χρησιμοποιείται η έκφραση «παίχτης παραπάνω», αλλά μόνο το «παραπάνω», κλινόμενο σαν το ουσιαστικό που παραλείφθηκε.

  1. ... και τα 6 γκολ επιτεύχθησαν στον παίχτη παραπάνω με ένα πολύ καλό ποσοστό 6/7 ...

  2. Trikala Gate 7 .:: ΠΟΛΟ - Ολυμπιακός - Πανιώνιος 7-6
    Ο Δημήτρης Μάζης ισοφάρισε για τον Πανιώνιο στον παίκτη παραπάνω, ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φωτογράφος, στην ιατρική σλανγκ (περασμένων δεκαετιών), αποκαλείται ο ακτινολόγος.

Μέχρι πριν κάποια χρόνια, η δουλειά του ακτινολόγου, ήταν να τοποθετεί τις πλάκες στο μηχάνημα και να προσέχει να μην κουνηθεί ο ασθενής. Μετά, εμφάνιζε τις πλάκες, πληρωνόταν και τις έδινε στον πελάτη. Δλδ. έκανε ό,τι και ένας φωτογράφος του '60.

Με την πάροδο του χρόνου και την τεράστια εξέλιξη της ακτινολογίας (εδώ και πολλά χρόνια μιλάμε και για παρεμβατική / θεραπευτική ακτινολογία), ο όρος έχει εκλείψει. Αλλά ακόμα και τώρα, μπορεί από κάποιον συνταξιούχο γιατρό, να ακούσετε την εξής φράση «φωτογραφία έβγαλες;», ή τον χαρακτηρισμό «φωτογράφος» για συνάδελφο ακτινολόγο.

- Ρε Παναγιώτη, τι να γίνεται εκείνος ο συμφοιτητής σου ο φωτογράφος...
- Σπουδαίος και τρανός. Καθηγητής πανεπιστημίου έχει φτάσει. - Κανονικός φωτογράφος ήταν. Δεν θυμάμαι να είχε κάνει ποτέ διάγνωση!
- Ναι, αλλά έκανε καλό γάμο. Με την κόρη του πρύτανη. Από κει και πέρα, βάζει τους φοιτητές και τους βοηθούς να βγάζουν το φίδι από την τρύπα...

(από electron, 16/10/10)Ακτινογράφε τράβα μια ακτινογραφία (από GATZMAN, 17/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ντραμίστας ή ντράμερ, drummer. Ο μουσικός που παίζει τα κρουστά σε ένα τυπικό ελληνικό παραδοσιακό λαϊκό ή δημοτικό μουσικό συγκρότημα. Προφανώς από το Jazz Band.

O όρος εμπεριέχει περιπαικτική διάθεση μιας και δημιουργήθηκε στο πρόσφατο παρελθόν, από λαϊκούς μουσικούς για να προσδιορίσει τους συναδέλφους τους μουσικούς, εκτελεστές των κρουστών, με δεδομένη την καχυποψία και ειρωνική διάθεση προς την ξενόφερτη τότε μουσική rock jazz latin pop κλπ και τους έλληνες θιασώτες της μουσικούς.

Συχνά ο τζαζμπανίστας ήταν ντραμίστας με ανησυχίες διεθνούς μουσικής καριέρας που ... κατέληγε σε λαϊκό ή δημοτικό συγκρότημα για βιοπορισμό.

Είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι ... τζαζμπανίστες που έπαιξαν σε πάρα πολλές παλιές λαϊκές ελληνικές επιτυχίες, και τους απολαμβάνουμε στα τραγούδια μέχρι σήμερα, είναι ανεπανάληπτοι.

Επίσης το σύνολο των κρουστών μουσικών οργάνων (ντραμς, τύμπανα, πιατίνια κλπ) που στήνονταν στο «λαϊκό» πάλκο αναφέρεται και ως (η) τζαζ.

Μήτσο για το πανηγύρι στο χωριό μεθαύριο, θα πάρουμε για τζαζμπανίστα τον Γιώργο, που έχει και το αγροτικό τζιπάκι, για να μεταφέρουμε τη μικροφωνική, τους ενισχυτές και τη τζαζ.

(από iwn, 16/10/10)(από iwn, 16/10/10)(από iwn, 16/10/10)

Βλέπε και ντηλέυ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικότατος όρος για τον μοντέρ ο οποίος κατέχει μεν άψογα το τεχνικό μέρος της επεξεργασίας εικόνας, γνωρίζει περίκαλα τα προγράμματα και τα μηχανήματα, τα χέρια του παίζουν στα τυφλά, διεκπεραιώνει, αλλά!!! δεν έχει καμία αίσθηση ρυθμού (πχ. για το cut), δεν το 'χει το καλλιτεχνικό γενικά και τελεί πάντα υπό την καθοδήγηση του σκηνοθέτη.

Αν αποκαλέσεις για πλάκα «κουμπάκια» έναν γαμάτο μοντέρ, υπάρχει θέμα.

πσ: έχω την υποψία ότι ο προτνετ θα εκτιμήσει το λήμμα, νο;

- Τεεεεε έγινε ρε κουμπάκια; Καλημέρα!
- Το μουνί της μάνας που σε πέταγε ρε πούστη άντρα πρωινιάτικα.

Got a better definition? Add it!

Published

Στην χρηματιστηριακή αργκό, οι μικρομέτοχοι μικροεπενδυτές. Αυτοί που, όπως οξυδερκώς παρατηρεί ο σύσλανκος ατσεγκέ, πάντα τρώγονται από τα μεγάλα ψάρια.

- Το παράδοξο του να λιγουρεύονται οι «μαριδαίοι» τις τράπεζες δεν είναι καλός οιωνός! (εδώ)

- Αποτελεί μέγα ιστορικόν σφάλμα η άποψις κατά την οποίαν εις την αρχαιότητα δεν υπήρχον χρηματιστηριακοί ναοί του χρήματος.. Υφίσταντο και παρα (εκ του τουρκικού παράς) υφίσταντο. Ωσαύτως μεγίστη πλάνη εστί και η εντύπωσις πως δεν υπήρχον μαριδαίοι, κοινώς επενδυταί. Υπήρχον και παρα (δες ανωτέρω την εξήγησιν της λέξεως) υπήρχον, αλλά αλλέως τους απεκάλουν. Τους ωνόμαζον στρουθία. Ως γνωστόν, στρουθίον εστί πτηνόν μικρόσωμον ως σπίνος ή σπουργίτης.. Με την πάροδον των αιώνων τα στρουθία εμεγεθύνθησαν με αποτέλεσμα να εξελιχθούν εις τους σημερινούς παπαγάλους...
(κλούνος του Γεωργίου Ζάκκη, εκεί)

- Σιγά ρε παιδιά τόσο καιρό αγοράζουν μαριδαίοι πια!!! Η θειά μου η Σούλα ούτε ο Warren Βuffet να ήταν δεν θα αγόραζε τόσα κομμάτια. Οι μαριδαίοι είναι εκτός χαα, εδώ και χρόνια πια...τι λέμε τώρα για 40.000 κωδικούς (κι άμα); Τι μπορεί να επηρεάσουν; Τίποτε. Οι ελέφαντες πουλάνε και αγοράζουν. Κι οι ελέφαντες θα το πάνε όπου θέλουν.
(παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι αποκαλείται όποιος ασκεί την μεταφυσική τέχνη της κοπρομαντείας, υποβοηθούμενος από την οξεία του όσφρηση σε συνδυασμό με το βοηθητικό μέσο, τα λογής-λογής βρωμερά και δυσάρεστα ανοσιουργήματα (ευκοίλια και μη περιττώματα, κ.α.) των οποίων η φρεσκάδα καθιστά ευκολότερο το έργο του.

Να σημειωθεί τέλος ότι το μέσο θα πρέπει να παραγωγής του ενδιαφερομένου, αντιθέτως ο κοπρομάντης ενδέχεται να προβεί σε προβλέψεις για κάποιον άλλον. Στην τελική, άνθρωπος είναι και αυτός - τα νύχια του να μυρίσει;

Εκ των: κόπρανα, μαντεύω.

- Ο κοπρομάντης Tamara οσμίζεται το μέλλον σας.
Μόνον σε κλειστούς χώρους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύμφωνα με την Βίκυ είναι ο λόγιος, αυτός που ασχολείται με τα γράμματα.

Παλιότερα, στην λαϊκή καθομιλουμένη στην επαρχία αποκαλούνταν έτσι ο γραμματέας της κοινότητας.

Επί βυζαντινών χρόνων γραμματικοί ήταν οι ιδιαίτεροι σύμβουλοι του αυτοκράτορα και επι τουρκοκρατίας οι γραφιάδες του κάθε αξιωματούχου. Από την συγκεκριμένη περίοδο μας κληροδοτήθηκε και το Γραμματικός πλέον ως επώνυμο.

Στη ναυτοσλάνγκ είναι ο δεύτερος καπετάνιος ή υποπλοίαρχος που έχει το γενικό πρόσταγμα στα περισσότερα πρακτικά ζητήματα του βαποριού και ειδικά στις φορτοεκφορτώσεις όπου η χαρτούρα θέλει και κόπο και τρόπο για να διεκπεραιωθεί.

- Κυρά μ’τη διχατέρα σου, κυρά μ’τη μοναχιά σου
την έλουζες, τη χτένιζες, στο σύννεφο την κρύβεις
και σπάραξε το σύννεφο και φάν’ κε η κόρη μέσα.
Την είδε ο γιός του Βασιλιά, την είδε ο γιός του Ρήγα
την είδε κι ο γραμματικός κι έπεσε να πεθάνει.
Σήκω σ’ απάν γραμματικέ, γαμπρό για να σε κάνω
γαμπρό στη διχατέρα μου, γαμπρό στη μοναχιά μου.
(βυζαντινοί χρόνοι.....
(από εδώ)

Και ναυτική ορολογία.....κάτω:

- Με το άραγμα ξεμπαρκάρισε όλο του το τσούρμα. Έτσι το ’κανε πάντα· σε κάθε πόρτο τσουρμάριζε και ξετσουρμάριζε. Δυο ταξίδια δεν τα ’κανε ποτέ με τους ίδιους ναύτες. Μονάχα το γραμματικό κρατούσε γιατί τον έβρισκε βολικό και του είχε τα πιστά. Τον ήξερε που διάβαζε ιερά βιβλία κι είχε στο γιατάκι του ακέριο εικονοστάσι και δε θύμωνε ποτέ....Ανδρέας Καρκαβίτσας - Διάβολοι στο γυαλό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα χρόνια της βιολογικής και όχι μόνον παρακμής του Ανδρέα Παπανδρέου, η σύζυγός του Δήμητρα άκα Μιμή Λιάνη ουσιαστικά κυβερνούσε το Ελλαδιστάν.

Μιμίκοι αποκαλούνταν τα άτομα του στενού της περιβάλλοντος που διορίζονταν σε παχυλά αμειβόμενες αργομισθίες σε τράπεζες, ΔΕΚΟ και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.

Ο όρος έχει πλέον ιστορική και μόνον αξία.

Βλ. και ντοράκηδες.

- Τον είδες τον νέο διευθυντή; Έρχεται κάθε μέρα στις 12, πίνει το φραπέ του, ξύνει τα αρχίδια του για κάνα δίωρο, και μας πουλάει και μούρη από πάνω!

- Μιμίκος είναι, τι περιμένεις! Να δούμε τι άλλα φρούτα θα φάμε στην μάπα…

(Πραγματικός διάλογος σε διάδρομο της Εμπορικής Τράπεζας, circa 1995).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ταλιμπάν αποκαλούνται τα μέλη φονταμενταλιστικής σέχτας Αφγανών ισλαμιστώνε.

Ο όρος παρείσφρησε στην εγχώρια σλανγκ, και έχει ήδη καταγραφεί με την έννοια του ριψοκίνδυνου που κάνει ταλιμπανιές, του ασυλλόγιστου, του θεούσου χριστιανοταλιμπάν, του ελλημπάν, και ταλιμπάν.

Σλανγκιστί, χρησιμοποιείται επίσης με την ευρύτερη έννοια του υπέρ το δέον πυροβολημένου ζηλωτή, ψυχάκια ή σπασίκλα. Για παράδειγμα, ταλιμπάν αποκαλούνται στον ιδιωτικό τομέα οι συνήθως νεαροί και χαμηλόμισθοι πλην φιλόδοξοι υπάλληλοι που ξημεροβραδιάζονται στο γραφείο για να τελειώσουν σήμερα αυτό που θα μπορούσαν να τελειώσουν αύριο.

Πληθυντικός του Αραβικού طالبان (ταλίμπ), μαθητής.

Πέρυ: - Το κομμωτήριο βάρεσε κανόνι και έχω μείνει χωρίς δουλεία, τον δονητή μου μέσα!

Ρένος: - Συμπάσχω φιλενάδα, κι εμένα με πέταξε στο δρόμο η Μεσσαλίνα κι έχω μαύρες αψιλίες. Για δεν στέλνεις κουκουρίκουλουμ στα Κεντρικά, μαθαίνω ότι προσλαμβάνουν μοντέλα. Εγώ έστειλα!

Πέρυ: - Σιγά μην πάρει γιαουρτομούνες σαν εμάς ο Ρουμάνος! Εκεί προσλαμβάνουν μόνο κάτι δεκαοχτάχρονα δίμετρα ταλιμπάν ουκρανάϊζερ για να μοντάρουν από το πρωί μέχρι το βράδυ!

Ρένος: - Κενωνία ψεύτρα…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική ατάκα προπονητών, πραγματικών ή της κερκίδας. «Βλέπω γήπεδο» σημαίνει έχω καλή αντίληψη του χώρου σε ένα ομαδικό παιχνίδι. Δηλαδή, ξέρω ανά πάσα στιγμή πού είναι οι συμπαίκτες μου (γιατί δεν βλέπω μήπως σκουντουφλήσω με την μπάλα) και επίσης ξέρω σε ποιο σημείο και με τι δύναμη πρέπει να πασάρω, ώστε να μην ξελιγώσω τον συμπαίκτη προς τον οποίο πασάρω.

Χαρακτηριστικό κάποιου που βλέπει γήπεδο είναι η ικανότητά του να βγάζει τυφλές μπαλιές. Πάσες ή σέντρες, χωρίς να έχει άμεσα οπτική επαφή με τον συμπαίκτη. Και όχι κατά τύχη στα κουτουρού (όπως καμιά φορά συμβαίνει στον Βύντρα)! Να τις θέλει.

Η ικανότητα (να βλέπει γήπεδο) που έχει κάποιος παίκτης είναι ένα από τα χαρακτηριστικά που ανήκουν στην αθλητική ιδιοφυΐα (για ομαδικά αθλήματα). Χαρακτηριστικά παραδείγματα παιχταράδων με τεράστια αντίληψη χώρου είναι (ή ήταν) ο Κρόιφ, ο Φραντσέσκο Τότι και προσφάτως ο Κακά (στη μούρη σου). Στην Ελλάδα ένας παίκτης που, εκτός όλων των άλλων χαρισμάτων του (πολλά κιλά μπάλα), έβλεπε και γήπεδο, ήταν ο Βάσια. Μετά από πέντε ή έξι τρίπλες, με κάτω το κεφάλι, έβγαζε συμπαίκτη τετ α τετ με το τέρμα, και το μόνο που είχε να κάνει (ο συμπαίκτης) ήταν να φυσήξει την μπάλα μέσα.

Τώρα, η έκφραση εκτός αθλητικής σλανγκ, χρησιμοποιείται και:

  • για να χαρακτηρίσει εργαζόμενους /-ες σε μπαρ. Δλδ ένας μπάρμαν γατόνι είναι αυτός που βλέπει γήπεδο, ξέρει πότε να πλησιάσει τον πελάτη, δεν αφήνει ποτέ τον πελάτη να περιμένει και πάντα βέβαια τσεκάρει με το κεφάλι ψιλά τι γίνεται γύρω από την μπάρα. Έχει δλδ τον έλεγχο.
  • για να χαρακτηρίσει γκόμενες και γκόμενους που παίζουν με τα μάτια.
  1. - Τι νέα παλικάρια;
    - Μια χαρά, εσύ;
    - Καλά. Γιατί δεν πίνετε τίποτα. Αφραγκιές, αφραγκιές;
    - Μπααααα. Μια ώρα είμαστε εδώ, αλλά ο καινούριος δεν λέει να μας δει. Φτιάχνει ένα κοκτέιλ και μετράει τα παγάκια.
    - Μιλάμε δεν βλέπει γήπεδο με τίποτα. - Αντιθέτως η γκόμενα απέναντι μοιράζει παιχνίδι...

  2. από ιστότοπους:

α. βυντρα δεν πρεπει ποτε να παιζει λιμπερο διοτι πρωτον δεν βλεπει γηπεδο, δευτερο ειναι ατσαλος και καντεμης και τριτον δεν εχει διαρκεια ...

β. ... Καλή κοψιά,τεχνηταράς ,με μάτι που βλέπει γήπεδο,δυνατό μακρυνό σουτ και μεγάλη μπαλλιά. Αλλά...

γ. ... Δεν βλέπει γήπεδο γι' αυτό και στα στατιστικά του δεν υπάρχει ενδιαφέρον στις ασίστ. Παρότι έχει μεγάλα άκρα και μεγάλο κορμί δεν είναι ...

(από electron, 31/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified