Αυτός που κάνει διακόσμηση σε μια ιστοσελίδα.
- Εισάγετε τη διεύθυνση του διακομιστή μηνυμάτων.
Αυτός που κάνει διακόσμηση σε μια ιστοσελίδα.
- Εισάγετε τη διεύθυνση του διακομιστή μηνυμάτων.
Got a better definition? Add it!
Εκτός από το γνωστό και κυριολεκτικό καμάκι, (αυτό ντε που χρησιμοποιούν διάφοροι κακοί για να σκοτώνουν φάλαινες) και το ποιητικό (αυτό το ηλιακό του Ρίτσου με το οποίο η αθάνατη Ρωμιοσύνη καμακώνει τον εχθρό), υπάρχει και το ανά την υφήλιο διάσημο καμάκι του Έλληνος, το οποίο αποτελεί τρόπο εξεύρεσης γκόμενας διά της μεθόδου την-πέφτω-σε-όλες-κι-όποια-κάτσει.
Το καμάκι είναι παράγωγο προϊόν της τουριστικής ανάπτυξης που γνώρισε η χώρα μας τα τελευταία 30 περίπου χρόνια. Ανυποψίαστες τουρίστριες (όχι αναγκαστικά απ' αυτές τις διψασμένες του Τζιμάκου), οι οποίες έρχονταν στην Ελλάδα για τον ήλιο, τη θάλασσα, το ψάρι και την εξαιρετική μελιτζανοσαλάτα, βρίσκονταν ξαφνικά πλευρισμένες από τραγικό κατά τεκμήριο τυπάκι, το οποίο με ατάκες που διασώζονται μέχρι σήμερα μόνο ως ανέκδοτα και πενιχρές έως ανύπαρκτες γνώσεις ξένων γλωσσών προσπαθούσε να τις «καμακώσει», δλδ να τις καβατζώσει για πάρτη του και βέβαια να τις περτσινώσει.
Λόγω της σεξουαλικής ένδειας εκείνων των πέτρινων χρόνων, το καμάκι πολλές φορές, πιστό στην κυριολεκτική του αποστολή, χτυπούσε θηλυκά του γενικού τύπου όρκα ή Φάλαινα Άντερσον...
Υπό αυτή την έννοια, το καμάκι υπάρχει μεν ακόμα στα νησιά μας, αλλά όπως δεν υπάρχει πλέον ψάρι στη θάλασσα (κατά ομολογία των επαγγελματιών), έτσι και το άθλημα αυτό δεν έχει το αποτέλεσμα που είχε σε άλλες δεκαετίες. Λίγο ότι μας έμαθαν οι τουρίστριες, λίγο ότι πλέον (όπως θα δούμε και παρακάτω) τη βρίσκουν κι αλλιώς, έκοψε η μαγιονέζα.
Το καμάκι πλέον έχει αλλάξει επίπεδο και αφού διάγουμε την εποχή της πληροφορίας και ο δαιμόνιος Έλληνας δεν μπορούσε να μείνει πίσω, έχουμε διάφορες μορφές ηλεκτρoνικού καμακιού.
Ξεκίνησε με το chat. Εφαρμογές IRC (Internet Relay Chat) στους υπολογιστές, μέσω των οποίων το επίδοξο e-καμάκι (αν δεν είναι εντελώς e-tard) μπαίνει σε θεματικά «δωμάτια» και προσπαθεί να γνωρίσει γκομενάκια και να ρίξει κατά βάση κανέναν e-πούτσο και ΑΝ είναι μάγκας και τυχερός να γνωρίσει το προαναφερθέν γκομενάκι irl (in real life) και να πέσει και κανονικός πήδουλας.
Μετά ήρθε το φατσοβιβλίο που λέει κι ο θεάνθρωπος και το πράγμα έγινε πιο διαδραστικό, ιντεράκτιβ επί το ελληνικότερον. Φωτογραφίες, γκρουπς, ιστορίες, όλα για το ίδιο και γνωστό προαιώνιο λόγο: το Μουνί (κατά την θεωρία πάντα του μουνισμού).
Με την τρελή ανάπτυξη των κινητών, ένα ακόμη είδος e-καμακίου ευδοκιμεί πλέον: μέσω bluetooth. (σ.σ. δεν περιορίζεται μόνο στους φιλοκυβερνητικούς παράγοντες - απλή σύμπτωσις). Ανοίγουμε bluetooth και ψάχνουμε τι παίζει εδώ γύρω. Παρά την περιορισμένη εμβέλειά του, σε χώρους με πολύ κόσμο και χαζές γκόμενες που έχουν βάλει τ' όνομά τους ως όνομα συσκευής για τις ανάγκες του bluetooth, κάτι γίνεται.
1 - Κυριολεκτικό
- Ρε Μήτσο, πιάσε το καμάκι γιατί αυτό το γουφάρι θα μας γαμήσει μέχρι ν' ανέβει. Να 'σαι έτοιμος μόλις σου πω.
- Νταξ αφεντικό.
2 - Ποιητικό / Ηλιακό
... κι αντριεύει και θεριεύει και καμακώνει τον εχθρό με το καμάκι του Ήλιου
3 - Σλανγκικό
- Do you have weather for a coffee;
- Are you serious;!
- No, I'm Greek.
4 - Διάφορες καμακερές ατάκες (και δυστυχώς για τους επίδοξους γαμίκους οι αντ-ατάκες), όπου Α=άντρας και Γ=γυναίκα.
A: Eχουμε συναντηθεί κάπου εμείς;
Γ: Ναι, γι αυτό δεν πηγαίνω πια εκεί.
Α: Είναι αυτή η θέση κενή;
Γ: Ναι και αυτή που κάθομαι εγώ θα είναι επίσης κενή αν καθίσεις εδώ.
Α: Λοιπόν, θέλεις να έλθεις στο σπίτι μου;
Γ: Μμμμ, δεν ξέρω. Χωράνε δύο άνθρωποι κάτω από την ίδια πέτρα;
A: Σπίτι σου ή σπίτι μου;
Γ: Και στα δύο. Εσύ σπίτι σου και εγώ στο δικό μου.
Α: Θα ήθελα να σου τηλεφωνήσω. Ποιο είναι το τηλέφωνό σου;
Γ: Είναι στον κατάλογο.
Α: Ναι αλλά δεν ξέρω το όνομά σου.
Γ: Και αυτό είναι στον κατάλογο.
Α: Έλα λοιπόν, αφού για τον ίδιο λόγο ήρθαμε σε αυτό το μπαρ σήμερα.
Γ: Σωστά, ας βρούμε λοιπόν καμιά γκόμενα.
Α: Ξέρω πώς να σε ευχαριστήσω, μωρό μου.
Γ: Τότε ευχαρίστησε με, αφήνοντας με μόνη μου.
Α: Θέλω να σου δωρίσω τον εαυτό μου.
Γ: Συγγνώμη, αλλά δεν δέχομαι φτηνιάρικα δώρα.
Α: Μπορώ να μαντέψω ότι με θέλεις.
Γ: Ωωωωω, ναι, έχεις δίκιο. Σε θέλω φευγάτο.
Α: Αν σε δω ποτέ γυμνή, θα πεθάνω ευτυχισμένος.
Γ: Ναι αλλά αν σε δω ποτέ εγώ γυμνό, θα πεθάνω από τα γέλια.
Α: Το σώμα σου είναι σαν ιερός ναός για μένα.
Γ: Λυπάμαι αλλά δεν έχει λειτουργία σήμερα.
Α: Θα μπορούσα να σου δώσω τα πάντα.
Γ: Ωραία, ας ξεκινήσoυμε από τον τραπεζικό σου λογαριασμό!
Α: Θα μπορούσα να πάω ακόμη και στο τέλος του κόσμου για χάρη σου.
Γ: Ναι, αλλά θα μπορούσες να μείνεις εκεί για πάντα;
(από τη #1 πηγή άχρηστων πληροφοριών - το διαδίκτυο)
Got a better definition? Add it!
Ως γνωστόν ο DJ (ντι-τζέι), ή ολογράφως ο disc jockey (ντίσκ τζόκεϊ), σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, είναι αυτός που επιλέγει και βάζει δίσκους σε ντισκοτέκ, σε μουσικές εκπομπές κλπ.
Αντιστοίχως ο TJ (τι-τζέι), ή ολογράφως ο telephone jockey (τέλεφον τζόκεϊ) είναι αυτός που επιλέγει να απαντήσει εναλλακτικά σε εισερχόμενες κλήσεις, είτε στην ίδια συσκευή, είτε σε διαφορετικές συσκευές, είτε στην κονσόλα τηλεφωνικού κέντρου κλπ επί σχετικά μακρό χρονικό διάστημα.
Οι συσκευές μπορεί να είναι είτε κινητές, είτε σταθερές (ενσύρματες ή ασύρματες), είτε συσκευές VoIP κλπ.
- Άσε, χθες γιόρταζα και τις απογευματινές ώρες με πήραν μαζεμένα δεκάδες άτομα. Κι ανάμεσα τους άτομα που είχα να τα ακούσω από πέρσι τέτοια μέρα. Από Βέροια, από Χάλκη, απ' όλη τη χώρα. Κι ήμουνα συνέχεια σε ένα ατέλειωτο πήγαινε έλα κι έλα. Από το κινητό στο σταθερό... και τούμπαλιν. Και το μυαλο σέικερ. Να παίρνει σε dt άσχετα data από παντού. Στο τέλος της φάσης, δεν είχα μυαλό. Ρώσικη σαλάτα είχα.
- Εμ... τα 'χουν αυτά οι τι τζέι φίλε. Και πως συνήλθες μετά ρε εσύ;
- Με κρασοκατάνυξη μέχρι τελικής πτώσεως. Το...γιατρικό!!! Τώρα είμαι χάι κι όπου με πάει.
Got a better definition? Add it!
Ο μετροπόντικας είναι ο ειδικός εκσκαφέας που χρησιμεύει για τη διάνοιξη σήραγγας στην κατασκευή του μετρό. Όπως λέει άλλωστε και το Σιδηρό Προσωνύμιο, η λέξη μετροπόντιικας προέρχεται από παράφραση της λέξης τυφλοπόντικας, αφού η υπόγεια κίνηση του παρομοιάζεται με την κίνηση του τυφλοπόντικα που σκαλίζει προκειμένου να κινηθεί. Εδώ λοιπόν αναδεικνύεται η ιδιότητα κλειδί για το συγκεκριμένο ορισμό που είναι η φράση «χαμηλό επίπεδο».
Στη συγκεκριμένη λοιπόν περίπτωση, η φράση του λήμματος, έχει απαξιωτικό χαρακτήρα και εκφράζει το συμπέρασμα κάποιου σχετικά με το επίπεδο κάποιου άλλου (βλ. παραδείγματα 1,2), ή κάποιας ομάδας ατόμων (βλ. παράδειγμα 3) που, κατά τη γνώμη του, είναι χαμηλό. Προκειμένου δε, να δώσει έμφαση στην άποψη του, βρίσκει και καλά... το επίπεδο του θεωρούμενου ατόμου ή της θεωρούμενης ομάδας, χαμηλότερο από το υπόγειο επίπεδο εκσκαφής του μετροπόντικα.
Σημείωση
α) Ως επίπεδο μπορούμε ανάλογα με την περίπτωση να μιλάμε:
για νοητικό επίπεδο παραπέμποντας σε άτομο με άι κιού ραδικιού (βλ. παράδειγμα 1),
για επίπεδο πνευματικής καλλιέργειας (βλ.παράδειγμα 2), για επίπεδο ευθύνης (βλ. παράδειγμα 3) κ.λπ.
β) Πολλές φορές, μετά τη λέξη «χαμηλότερο», ακολουθεί μικρή παύση για να προετοιμάσει τον άλλον για τη συνέχεια της φράσης (επίπεδο μετροπόντικα).
γ) Στο λήμμα η λέξη «χαμηλότερο» μπορεί να αντικατασταθεί και με τη λέξη «χειρότερο».
δ) πολλές φορές σε μια τέτοια συμπερασματική φράση μπορεί να γενικεύονται κρίσεις ατεκμηρίωτα (βλ.παράδειγμα 1)
- Καλά ρε μαλάκα, πώς σφουγγαρίζεις έτσι; Αχρηστος είσαι. Σκατά! τα 'κανες. Κοίτα να μαθαίνεις (του δείχνει).
- Α έτσι έπρεπε; Δεν ήξερα.
- Καλά... Απ' ό,τι φαίνεται... έχεις επίπεδο χαμηλότερο κι από επίπεδο μετροπόντικα. Παραδέξου το.
- Κάτσε ρε... Αυτό δεν το 'ξερα... Οκ. Μη γενικεύεις όμως.
- Είσαι μαλάκας, είσαι μουνόπανο, είσαι αρχίδι, δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο είσαι.
- Βρίσε, βρίσε, βρίσε. Όσο βρίζεις, τόσο θα ενισχύεις τη γνώμη μου για το επίπεδο σου.
- Τι εννοείς;
- Εννοώ πως έχεις επίπεδο χαμηλότερο κι από επίπεδο μετροπόντικα. Αατα
- Εκεί στη δημόσια υπηρεσία που δουλεύουμε, προκειμένου να 'χουμε λούφεν_ τούφεν, στέλνουμε που και που, δουλειά που μπορούμε να την κάνουμε, σε υποκατασκευάστριες εταιρείες. Δεν υπάρχει άλλος λόγος πέρα απ' τη λούφα μας. Κάτι οι επιδοτήσεις, κάτι οι κρατικές ενισχύσεις, τη βγάζουμε κοτσάνι.
- Και μπορείτε;
- E... Λες να μην έχουμε βρει τρόπους;Σαράντα χρόνια...
Του εξηγεί: μπλα... μπλα... μπλα...
- Ε, πάει και τελείωσε. Έχετε επίπεδο χαμηλότερο... κι από επίπεδο μετροπόντικα.Νισάφι!
Got a better definition? Add it!
Υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες από κατσαβιδάκιες, με ένα και μόνο κοινό στοιχείο: το βίδωμα με το κατσαβίδι τους.
Α. Οι μαστροχαλαστές κατσαβιδάκιες
Ο μαστροχαλαστής κατσαβιδάκιας αγαπάει να πειράζει κάθε είδους εξοπλισμό, ξεκοιλιάζοντάς τον και παίζοντας με τα σωθικά του. Συνήθως δεν έχει σχετικές σπουδές ή θεωρητικό υπόβαθρο και προσεγγίζει κάθε «τεχνική βελτιώση» εμπυροτεχνικά.
Υπάρχουν μύριες υποκουλτούρες: μηχανόβιοι auto-moto κατσαβιδάκιες, *σχιζο-hardwareάδες *κατσαβιδάκιες με αλυσοπρίονα, ***ΑV** *κατσαβιδάκιες που μπορούν να κάνουν παπάδες με το στερεοφωνικό σου σύστημα.
Όλες οι υποκατηγορίες περιλαμβάνουν τόσο επαγγελματίες όσο και ερασιτέχνες. Στη τελική, όλα εξαρτώνται από το εάν το χέρι του κατσαβιδάκια πιάνει ή όχι.
Να σημειωθεί ότι η γκόμενα ενός κατσαβιδάκια αποκαλείται κατσαβιδού, και σύμφωνα με μια μελέτη είναι η πιο ισορροπημένη γκόμενα του κόσμου (βλ. παράδειγμα).
Β. Οι παρεκκλίνοντες κατσαβιδάκιες
Πρόκειται για θρασύδειλους εγκληματίες οι οποίοι, οπλισμένοι με ένα κατσαβίδι, ληστεύουν και βιάζουν (κυρίως γριούλες και ανήλικα) κατά συρροή. Σιχαίνομαι και να γράφω για αυτά τα αποβράσματα (βλ. παράδειγμα).
Α. Οι μαστροχαλαστές κατσαβιδάκιες
Είναι γνωστό ότι ο Φίνος είχε ως παρατσούκλι το «κατσαβιδάκιας», επειδή κουβάλαγε πάντα μαζί του αυτό το εργαλείο, σήμα κατατεθέν. Από το 1935 που ξεκίνησε την καριέρα του, ασχολείτο συχνά με την επιδιόρθωση, τις τεχνικές βελτιώσεις, αλλά και τις επινοήσεις σε επίπεδο κινηματογραφικού εξοπλισμού. (Από ιστιοσελίδα)
> ΞΕΡΕΙΣ ΚΑΝΕΙΣ ΠΩΣ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ DISABLE TO ABS ΣΤΟ SANTA FE;
> Αν είσαι μανιαμούνιας και κατσαβιδάκιας βρες τη γραμμή που ταίζει το ABS , βάλε ένα διακοπτάκι και κόβε την παροχή όποτε θες εσύ από την καμπίνα του αυτοκινήτου (από forum)
- ΔΕΝ είναι το κατσαβίδι προέκταση του σώματος και του μυαλού του κατσαβιδάκια. Το αντίθετο ακριβώς! Το σώμα του και το μυαλό του, το είναι και το μη είναι του, αποτελούν απλή (και αμελητέα θα έλεγα) προέκταση του κατσαβιδιού του. ΕΧΕΙ μυαλό κατσαβίδι. Ψυχολογία πένσας, συμπεριφορά τανάλιας και λογική μπλακεντέκερ. (από ιστιοσελίδα)
- ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΑ και την κατσαβιδού. Την γκόμενα του κατσαβιδάκια. Μου φάνηκε η πιο ισορροπημένη γκόμενα του κόσμου. Χωμένη μες στα γρανάζια, το μόνο που πρέπει να την απασχολεί είναι τι μάρκα λάδι να βάλει στη μηχανή και πώς, με γράσο, να περιποιηθεί τα πιστόνια και τις βαλβίδες της, από δω και από κει. Τι συζητάει ο κατσαβιδάκιας με την κατσαβιδού; Τίποτα! Ο κατσαβιδάκιας μιλάει και η κατσαβιδού τον ακούει με ανοιχτό το στόμα. Τον θαυμάζει απεριόριστα. Η καλύτερή της είναι όταν ξαπλώνουν με το τρόλεϊ ανάσκελα, κάτω απ' το αμάξι και σφίγγουν τα μπουζιά. Μόνο εκεί μπορεί να κάνει έρωτα μαζί του και να 'ρθει σε πολλαπλούς οργασμούς, με τελική 0-100 σε 0,5''. ΔΥΣΚΟΛΑ βρίσκει γκόμενα ο κατσαβιδάκιας. Αλλά άμα τη βρει, μένει μαζί της μια ζωή. (από ιστιοσελίδα)
Β. Οι παρεκκλίνοντες κατσαβιδάκιες
- Άλλες δύο απόπειρες βιασμού διαπιστώθηκε ότι είχε διαπράξει ο «κατσαβιδάκιας» ο 28χρονος που συνελήφθη την περασμένη εβδομάδα για το βιασμό της 35χρονης μητέρας και της 12χρονης κόρης της, σε νεοαναγειρόμενη πολυκατοικία, στην περιοχή Γαλατσίου, στις 8 Νοεμβρίου 2004 (αστυνομικό ρεπορτάζ)
- Συνελήφθη προχθές το πρωί ο γνωστός ληστής ως “κατσαβιδάκιας” που είχε γίνει το φόβητρο των γυναικών στις περιοχές Ζωγράφου, Χολαργού, Καλλιθέας, Νέου Κόσμου, Χαλανδρίου, Αμπελοκήπων και Παγκρατίου μπαίνοντας στα διαμερίσματα που έμεναν μόνες τους και με την απειλή κατσαβιδιού ή μαχαιριού τις λήστευε και στη συνέχεια ασελγούσε πάνω τους. (αστυνομικό ρεπορτάζ)
- Παραβίαζε αυτοκίνητα με ειδικό κατσαβίδι. Είχε πολλά χρόνια στην «πιάτσα» και παρά τα 51 του χρόνια συνέχιζε να βγάζει το παντεσπάνι του με τον τρόπο που ήξερε καλύτερα. Στόχος του Ι.Χ. στα νότια προάστια Ούτε ένα, ούτε δύο. Τριαντατρία αυτοκίνητα διέρρηξε ο «κατσαβιδάκιας» σύμφωνα με την αστυνομία. (...) Η μέθοδος του ήταν συγκεκριμένη. Χρησιμοποιούσε ένα αυτοσχέδιο κατσαβίδι σε σχήμα «Τ». Με αυτό κατάφερνε μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα να παραβιάζει τις πόρτες των αυτοκινήτων, χωρίς μάλιστα να αφήνει εμφανή σημάδια. Στη συνέχεια έπαιρνε από το εσωτερικό τους χρήματα, κινητά τηλέφωνα, προσωπικά είδη και όποιο άλλο αντικείμενο έκρινε ότι είχε αξία. (αστυνομικό ρεπορτάζ)
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται σλανγκικώς και ως μετάφραση του αγγλικού «master». Λ.χ. για τον κάτοχο μεταπτυχιακού τίτλου Μάστερ. Ή για τον webmaster.
(Όπως αντίστοιχα «εργένης» ο κάτοχος bachelor, «δικτάτωρ», «αλέκτωρ» κ.ο.κ.)
- Τι κάνει στην Αγγλία ο Νικόλας; Ακόμη εργένης είναι;
- Έχεις χάσει επεισόδια. Τώρα είναι μάστορας! Σωστή μαστοράντζα, δηλαδή, και πάει για Δικτάτορας!
(σε φόρουμ)
- Με τις μαλακίες που γράφεις πας ολοταχώς για να σε κάνει μπανάκι ο μάστορας!
Got a better definition? Add it!
Ο οδηγός του τρόλεϊ. Ακούγεται για ελληνικούρα, αλλά και οι ίδιοι έτσι αυτοαποκαλούνται. (βλέπε το blogspot troleatzis). Είναι απίστευτο αλλά έχουν κάνει ιστοσελίδα για την πάρτη τους, με σχετικό περιεχόμενο.
Η άλλη έννοια φυσικά είναι ο γνωστός σε όλους καλικάντζαρος τρολ, από τη σκανδιναβική μυθολογία, που του αρέσει να αναστατώνει ιστοσελίδες μπαίνοντας στη μύτη των υπολοίπων μελών. Μεγαλύτερη ικανοποίηση του φυσικά οι αντιδράσεις και τα σχόλια. Αυτά αποτελούν τροφή του τρολεατζή. Ο καλύτερος τρόπος για να σταματήσει είναι να μην τον ταΐζουμε...
- Έχει μπει ένας τρολεατζής εδώ και κάνα δυο μέρες στο slang.gr, και τα έχει κάνει πουτάνα.
- Σοβαρά; Είναι και μπαγαποντοδότης;
- Όχι, αλλά ανεβάζει διαρκώς ασυναρτησίες μαζεμένες και θάβει τα καλά λήμματα από τα «πρόσφατα.» (μπαγαποντοθάψιμο;;;;)
- Α τον άθλιο...
Got a better definition? Add it!
Ο κολλημένος με τα Μακ, αλλά συγχρόνως ψωνισμένος, υποκουλτουριάρης, με περίσσια δηθενιά, που τό' χει το εργαλείο όχι επειδή το χρειάζεται, αλλά γιατί έτσι.
- Πάλι δεν μπορείς να παίξεις;
- Ασταδγιάλα, με τις εφαρμογές για τους μακάκηδες που δεν κάνουν για τα πισιά, το κέρατό μου μέσα...
Got a better definition? Add it!
Προκύπτει με παράφραση της αγγλικής λέξης user (γιούζερ), που σημαίνει: χρήστης.
Ο όρος μπορεί να αναφέρεται σε κάποιον ουζοπότη (που χρησιμοποιεί ούζο, ως υγρό καύσιμο, βλ. παρ. 1).
Θα μπορούσε να αναφέρεται και σε κάποιον κατ' επίφαση χρήστη (γιούζερ) μηχανήματος, εφαρμογής κ.λπ., που απαξιωτικά ή χιουμοριστικά μπορεί, να αποκαλεστεί ή να αυτo-αποκαλεστεί ούζερ (λόγω παραπομπής της λέξης ούζερ, στη λέξη ούζο και στις αρνητικές συνδηλώσεις της αρχικής συλλαβής της, ου).
Κάποιες χαρακτηριστικές περιπτώσεις της χρήσης του όρου, παρουσιάζονται παρακάτω. Θα μπορούσαμε να μιλάμε λοιπόν για κάποιον:
- Kαθ' όλα εντάξει χρήστη, στα πλαίσια τριγκαρίσματος (βλ. παρ. 2).
- Tζακντανιελίστα χρήστη, που δεν έχει καμιά συναίσθηση του καθήκοντος κατά την επιτέλεση μιας εργασίας, π.χ.: λόγω ιδιοσυγκρασίας, λόγω ταπηροκρανίασης με τον προϊστάμενο του, κ.λπ. (βλ. παρ. 3)..
- Aνεπίδεκτο μαθήσεως με μυαλό αϊκιού ραδικιού, ή για κάποιον κακό εφαρμοστή των όσων έμαθε. (βλ. παρ. 4).
- Που του ανατίθεται στο εταιρικό περιβάλλον, ένα σύνθετο έργο, άνευ: εκπαιδεύσεως, παροχής του κατάλληλου υλικοτεχνικού εξοπλισμού, λοιπής υποστήριξης, κλπ. Έτσι ο όρος θα μπορούσε να λεχθεί, π.χ: στα πλαίσια αυτοσαρκασμού κάποιου για τον εταιρικό ρόλο του. (βλ. παρ. 5).
.
- Ωχ πάλι, ο κ. Ουζούνογλου πίνει τα ουζάκια του σήμερα. Χάλια θα γίνει πάλι.
- Ούζερ, όνομα και πράγμα ο τύπος. Σαν το ούζο 12 πίνει!
- Γεια σου ρε ούζερ!
- Ούζερ;
- Έλα ρε σε πειράζω. Αφού είναι γνωστόν πώς είσαι ο μόνος στην εταιρεία, που ξέρεις την εφαρμογή απέξω κι ανακατωτά, γι’ αυτό και δεν παίρνεις κι ανάσα.
- Ούτε γιούζερ, ούτε ούζερ. Λούζερ είμαι φίλε.
- Σ' αυτόν θέλεις να αναθέσεις τη δουλειά; Σώθηκες. Μη βασιστείς σ' αυτόν.
- Μα ξέρω πως είναι εύκαιρος τώρα και ξέρω επίσης πως ξέρει να χρησιμοποιεί το συγκεκριμένο μηχάνημα.
- Κοίτα γιούζερ του μηχανήματος δεν τον λες, ούζερ σίγουρα, γιατί τη δουλειά που θέλεις να σου παραδώσει μέχρι αύριο, θα στη δώσει την επόμενη βδομάδα. Ο άνθρωπος, παίρνει τις...δόσεις γραψαρχιδίνης.
- Τον έχω εκπαιδεύσει όσο δεν πάει. Το....ντουβάρι! Σιγά μη γίνει γιούζερ αυτός! Ούζερ μπορεί!
- Άσε, μου 'χουν, αναθέσει μια πολυσύνθετη εργασία. Αλλά ούτε εκπαίδευση μου 'χουν κάνει, ούτε άλλη βοήθεια έχω, ενώ παράλληλα με έχουν βαφτίσει και εξπέρ γιούζερ της εφαρμογής, για να μου φορτώσουν την ευθύνη σε περίπτωση μαλακίας. Ούτε καν γιούζερ, δεν μπορείς να με πεις. Ούζερ είμαι o μαλάκας, αφού παρά τις ελλείψεις συνεχίζω να την παλεύω. Θα πρέπει να 'μαι και το... ψώνιο αν κάποιες στιγμές καυλώνω στη σκέψη, πως είμαι εξπέρ γιούζερ.
Βλ. και luser
Got a better definition? Add it!
Όσο πιο ευρύ και αντιπροσωπευτικό είναι το σύνολο κι όσο πιο τεκμηριωμένες είναι οι γνώμες αναφορικά με την επιλογή του πρότυπου βλάκα, τόσο πιο αξιόπιστο θα είναι τα αποτέλεσμα της επιλογής.
Αυτός θα είναι κάποιος, του οποίου το όνομα θα μπορούσε άνετα να εισαχθεί ως λήμμα σε λεξικό. Λήμμα που θα έχει την έννοια του πρότυπου βλάκα.
Αυτό δεν είναι μια θεωρητική υπόθεση. Έχει συμβεί σε διάφορα άλλα θέματα. Π.χ.: όταν θέλουμε να αποκαλέσουμε κάποιον πολύ χοντρό, μπορούμε να τον αποκαλέσουμε τόφαλο, (εκ του Δημήτρη Τόφαλου).
Στην περίπτωση μας, αναφερόμαστε σε μια βλάκ άουτ περσόνα άνευ προηγουμένου. Κι όπως ένας χωριάτης θέλει δυο φορές χωριάτηγια να 'ρθει στα ίσα του, αντιστοίχως κι ένας βλάκας θα νικηθεί από έναν που είναι δυο φορές βλάκας. Άρα ψάχνουμε τον πρωταθλητή της λίστας των ηλιθίων. Τον πλέον ανίκητο βλάκα.
Αυτός ο πρότυπος βλάκας, ο εντελώς βλάκας δηλαδή, θα είναι κάποιος που είναι:
ο άνθρωπος εγκεφαλογράφημα ευθεία, ο πιο ζωντανός ζύθος,
αυτός με το πιο ακατοίκητο ρετιρέ, το απόλυτο βλάκατρον, ο βλάκας με... πατέντα, ο βλάκας με... λοφίο και την... περικεφαλαία, ο άρχοντας των μαργαριταριών, ο πλανητάρχης της βλακείας (άρα ο Μπους θα μπορούσε να θεωρηθεί και διπλός πλανητάρχης).
Θα μπορούσε :
α) Το όνομα του πρότυπου βλάκα ή βλάκα αναφοράς (π.χ.: Μπους) να αποτελεί, μονάδα μέτρησης βλακείας. (π.χ.: 1 Βush).
β) Σε υποτιθέμενο όργανο μέτρησης βλακείας, η αποτιμώμενη τιμή της βλακείας κάποιου βλάκα, να αποτιμηθεί, συγκριτικά με την επίδοση του πρότυπου βλάκα (maximum τιμή του οργάνου, π.χ.: 1 Βush).
Για την περίπτωση αυτή, βλ. παρ. 1.
α) Πολύ κουτό, με φάτσα - έκφραση - διάνοια που φωνάζει από μίλια... μακρυά πως είναι το... κουτόχορτο, το... βλήτο. (βλ. παρ. 2).
β) Που δεν είναι κουτός, αλλά που ωστόσο έκανε τη... βλακεία. Τον αποκαλούμε έτσι, με στόχο να τον κοροϊδέψουμε, να τον ειρωνευτούμε, αλλά και να εκτονωθούμε (βλ. παρ. 3).
Κλείνοντας, αποτείνω τις ευχαριστίες μου στον άψογο acg.
Got a better definition? Add it!