Αλεμάο κάργα, τα ξύνω, αράζω, με όλα όσα αυτό περιλαμβάνει. Το λέμε όταν συναντάμε στον δρόμο κάποιον γνωστό μετά από πολύ καιρό.
- Τι λέει κορίτσια; Πού έχετε χαθεί τόσο καιρό; Σάπινγκ;
- Άσε ρε Λιάκο! Το λούζουμε κανονικά...
Αλεμάο κάργα, τα ξύνω, αράζω, με όλα όσα αυτό περιλαμβάνει. Το λέμε όταν συναντάμε στον δρόμο κάποιον γνωστό μετά από πολύ καιρό.
- Τι λέει κορίτσια; Πού έχετε χαθεί τόσο καιρό; Σάπινγκ;
- Άσε ρε Λιάκο! Το λούζουμε κανονικά...
Got a better definition? Add it!
Όρος της punk και metal κοινότητας που βρίσκεται όμως ακόμα σε μικρή ηλικία ή που αποτελείται από κατσαπάνκηδες και ποζέρια. Βασικά είναι το mosh. Θρυλικό στις χοροσπερίδες και στις συναυλίες, ειδικά με fear of the dark και αντίδραση.
-Πωπω ρε μαν! Πώς έγινες έτσι; Στην πέσανε τίποτα μουνοπανάδες για φέρμα;
-Όχι ρε μαλάκα. Είχα πάει που λες χτες στην χοροσπερίδα του σχολείου της έτσι μου, κι εκεί που την μπαλαμουτιάζω χαλαρά βάζει fear of the dark και με παρασέρνουν τα φρίκουλα μες στη σχιζοφρένεια! Γάμησέ τα....
Ακόμη: πόγκο, κολυμπηθρόξυλο.
Got a better definition? Add it!
Η κλωτσιά που δίνεται με τον χαρακτηριστικό τρόπο τεντώνοντας το πόδι σε ευθεία γραμμή προς τα εμπρός εστιάζοντας όλη τη φόρα, τη δύναμη και την ορμή στο πέλμα.
Τεχνική ζίου μήτσου που χρησιμοποείται στο ταβερνόξυλο, στις φέρμες, στις πορείες και αλλού. Άγνωστο γιατί λέγεται φασιστική. Πιθανώς από τους άνδρες των SS και την Gestapo...
Λέξεις του ντου: ανθρακωρύχος, αύρα, γηπεδικός, γκαζάκιας, θα περάσει κράνος, καπελάκιας, κνάιτ, ΚΝΑΤ, κνιτόμπατσο(ς), λίστα του ντου, λίτης, Λουκάνικος, ματατζής, μάχιμος, μπατσοθύελλα, μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι, μπατσόπτερο, μπάτσος, μπαχαλάκης / μπαχαλάκιας / μπάχαλος, μπάχαλο, μπλε / χακί, μπούκα, μπουκάλι, μπουκαλάκιας, ντου, σπασιματίας, συλλαλητήριος, φασιστικιά, φλιτάρω, φυσουνιά, χαοτικός.
Got a better definition? Add it!
Η παρτούζα με τη συμμετοχή 3 ατόμων μόνο, εξού και η ρίζα τρι-. Το -ολέ πιθανώς από την πανηγυρική κραυγή «όλε!», εκφράζοντας τη χαρά του παρτουζάκια για τη συμμετοχή του σε αυτή. Αλάνικη έκφραση.
- Ρε Θόδωρα σε ζηλεύω! Τί 'ναι αυτά πάλι;! Έκανες τριολέ με Σόνια και Λαμπρινή; Ζαγοραίος!!
- Τι να κάνουμε αγορίνα μου! Δεν είμαστε όλοι σας Μπραντ Πιτ!
Βλέπε και φάση πολυφασική.
Got a better definition? Add it!
Λέξη που χρησιμοποιείται μόνο σαν επιρρηματικό κατηγορούμενο (έφυγε σούμπιτος) ή σαν κατηγορούμενο του αντικειμένου (τον έστειλα σούμπιτο). Σημαίνει γενικά ότι κάποιος φεύγει πολύ γρήγορα, απότομα, ξαφνικά, κατευθείαν. Από το ιταλικό subito = αμέσως.
Βλ. και σχετικά λήμματα καρφί, dt, πατ-κιουτ, στο καπάκι, σφαιράδην, τσακ-μπαμ, στο πιτς-φιτίλι
Got a better definition? Add it!
Λέξη που χρησιμοποιείται οταν αναφέρεσαι σε μπαζοσαβουρογκόμενα με ανδρόφατσα και μουστάκι.
Got a better definition? Add it!
Από το αγγλικό top. Χρησιμοποιείται για ωραία γκόμενα που έχει πάρει 10άρι με τόνο. Εχει 3XL tits, ass, lips, μαλλιά και όλες οι άλλες γκόμενες γύρω της μοιάζουν με yugo.
-Τοπαδούρι ειναι η γκόμενα!
-Thirty four double D (34dblD) ειναι το τοπαδούρι, όχι παίζουμε!
Got a better definition? Add it!
Παραλλαγή της αγγλικής retard (=καθυστερημένος), για άτομα που είναι εκ γενετής καθυστερημένα και στον κόσμο τους. Δεν συμμετέχουν ποτέ σε κουβέντα και δεν καταλαβαίνουν τίποτα, κι όταν τους γίνεται κάποια ερώτηση απαντάνε στο θέμα που συζητιόταν πριν 2 μέρες ή για θέματα που τους απασχολούν, π.χ. βούτυρο ή peanut butter κάτω από τη μαρμελάδα.
Σχετικά: αρπαγμένος, κάθυστερ - καθυστέρα, βραδυφλεγής, Σελήνη, ριτάρντεντ, Κατέλης, μογγόλι, το, ληγμένος, -η, -ο
Got a better definition? Add it!
Από την ελληνική λέξη μπάφος. Συνήθως έτσι ονομάζεται ο μπάφος στα σπίτια των Ελλήνων φοιτητών που σπουδάζουν κυρίως στο UK.
- Yo chickano στρίβουμε κάνα μπέιφ;
- Άντε κάνε δουλειά chiiiiiiiiiiiiiiick.
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται για άτομα που εκτελούν καθήκοντα κουβαλητή, χαμάλη. Απο τη λέξη χαμάλης και την αρμένικη κατάληξη -ιαν.
Got a better definition? Add it!