Βλάκας, χάφτας, χαζός, ηλίθιος, γκαφατζής.

- Τί κλαίγεται πάλι για γκόμενες ο Πασχάλης ρε μαλάκα; Προχθές με τη Φούλη δεν βγήκε;
- Ε και;
- Τί «ε και»; Δεν τού 'κατσε η Φούλη; Αυτή είναι τρελή παρτόλα.
- Άν αυτή είναι τρελή παρτόλα, αυτός ειναι τρελός σμπόκος. Δέν φαντάζεσαι τι της είπε...
- Τι της είπε;
- Την έχει ρε στο αμάξι και την πηγαίνει σπίτι της. Η γκόμενα μες στα ζουμιά, «έλα πάνω μαζί μου» και «να πιούμε και κάτι ακόμα στο σπίτι» και λοιπά. Ο δικός σου ο αρχίφλωρας τουμπεκί κι ιδρώτας. Σε κάποια φάση αυτή απηυδισμένη, αλλα μες στη γκαύλα, του το πετά στα ίσια, «θέλω νά 'ρθεις σπίτι να με πάρεις».
- Σώπα ρε μαλάκα... Κι αυτός;
- Τη γείωσε. «Επειδή σε πήρα με το αυτοκίνητο νομίζεις οτι θα σε πάρω κιόλας;»
- Έλα ρε τον σμπόκο!...
- Ε τι σου λέω; Η τύπα στο επόμενο φανάρι απλά τον έβρισε και την έκανε. Και τον άφησε με το πουλί στο χέρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα κρυφά, στα μουλωχτά, λαθραία.

— Τί έγινε ρε με τον Ανέστη; Γύρισ' απο Άμστερνταμ;
— Καλά δέν τά 'μαθες; Τον τσάκωσαν στο αεροδρόμιο το σμπόκο για κατοχή! Πήγε να περάσει δυό γραμμάρια στη ζούλα ο ανεκδιήγητος...

Τη ζούλα μου ανακάλυψαν (από euripidisk, 20/04/10)Ζούλα σε μια βάρκα μπήκα (από HODJAS, 20/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκόμενα που σκάει να δει τον δικό της σε στρατόπεδο, γνωρίζοντας ότι θα αναστατώσει.

(Σκοπός νο1) - Πσσςςςςςς κοίτα ένα ξέκωλο...
(Σκοπός νο2) - Στο ύψος σου ρε, γάμησέ το το ξεφτιλοπούτανο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρήξιμο, κλάψα, κρεβατομουρμούρα σε πολύ ενοχλητικό βαθμό.

- Τι έγινε ρε παιδάκι μου, γιατί είσαι έτσι;
- Ήμουνα με τη δικιά μου την απάλευτη πριν...
- Και;
- Τί και ρε; Άρχισε πάλι το ζμπαζοπούτσι και δεν σταμάταγε. Με τσάκισε σου λέω...

Got a better definition? Add it!

Published

Χρησιμοποιείται κυρίως για να τονίσει την απόλυτη βαρεμάρα, την κατάσταση διανοητικής αδράνειας, ή απλούστερα του εγκεφαλικού (και μη) αυνανισμού.

Καθότι το λάστιχο φημίζεται για την ελαστικότητά του, έτσι και ο φαλλός κατά την ύστατη ώρα του αυνανισμού αλλάζει κατά σημαντικό βαθμό σε μέγεθος.

Χρησιμοποιείται και ως την κάνω λάστιχο.

Τάκης: -Ρε Μάκη, γιατί με παρατάς έτσι στο ξαφνικό; Ακόμα δεν τέλειωσε η τσόντα...

Μακης: -Τρέχουν τα ζουμιά στο κάτω μου κεφάλι... μετά βίας κρατιέμαι! Πάω να την κάνω λάστιχο...

Got a better definition? Add it!

Published

Γνωστή και ως φώκια, μπαζούκας, αστροπελέκι ή οξαποδώ, η γυναίκα αυτή προκαλεί σάλο και σάλιο στο πέρασμά της. Όποιος έχει βιώσει αυτό το συναίσθημα καταλαβαίνει πως η κατάσταση δεν είναι για γέλια.

Η λέξη προέρχεται από τα γνωστά σε όλους μας dwarfs, αλλά και τα αγαπημένα μας ξωτικά (elves). Ένα ουσιαστικό που δηλώνει πως αυτό το σπάνιο είδος γυναίκας (πάλι καλά) μέσα σε όλα τα προτερήματα που το χαρακτηρίζουν είναι και ένα κι ένα milko, ψωμωμένη, με σπυράκια και μυτερό αυτί, σαν τον Ντάνι Ντεβίτο στη συγκλονιστική ερμηνεία του «Πιγκουίνου» στο Μπάτμαν.

Ετυμολογία λεξης:
dwarf + elf => Dwelf => Ντουέλφ (μεταφρασμένο σε γαμάτα ελληνικά)

Έκτορας: - Πωπω φίλε... αυτή η Μαρία-Χριστίνα δεν βλέπεται...
Γιώργος: - Πραγματικά... σωστό ντουέλφ είναι τρομάρα της...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερβολικά αεράτος gay με χαλαρό περπάτημα και απαλό λίκνισμα των οπισθίων. Απαντάται συνήθως με see through ενδυμασίες και απαράδεκτο κόκκινο ή ροζ λουστρινάκι.

Μήτσος: - Κοίτα 'κει μια κουνιστή...
Κίτσος: - Καλά ο τύπος δεν παίζεται. Πουστάρα αραχνοΰφαντη...

(από Khan, 28/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάγκικη έκφραση. Σημαίνει τον άσχημο τρόπο συμπεριφοράς απέναντι σε κάποιον χωρίς να υπάρχει ιδιαίτερη αιτία.

Χρήση: μαγκίτες only.

Γανυμήδης: Ααχχχ... Με παράτησε το Μαράκι και τά 'φτιαξε με την Αφροξυλάνθη...
Αρίστωνας: Άραγκον και μη σε μέλει... Τό 'ξερα ότι μια μέρα θα σου ξηγιόταν σκουληκιάρικα η σκατολεσβία...

Βλ. και ξηγιέμαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λατινογενής λέξη που απαντάται στην αγγλική γλώσσα ως creature.

Γυναικοειδές που με την εμφάνισή του και μόνο σε κάνει να αμφιβάλλεις για το εάν υπάρχει δικαιοσύνη σ' αυτόν τον κόσμο. Τερατώδες και συνάμα απαράδεκτο αυτό το «θαύμα» της φύσεως απαντάται δυστυχώς παντού και κινείται συνήθως σε αγέλες, τις κριτσουρίες.

Κοινό χαρακτηριστικό: η ασχήμια.

Λεοπόλδος: -Πω ρε φίλεεεε... τι μπαντόφλα είναι αυτή... Δεν βλέπεται η κοπελιά... Σκέτο κρίτσουρ.

Ιωακείμ: -Πού να κουβαλήσει μαζί της και τη λοιπή κριτσουρία..

Got a better definition? Add it!

Published

Ο τύπος ο φλου. Ο αραχτός. Ο ό,τι-βρέξει-ας-κατεβάσει-και-τ' αρχίδια-μου-κουνιούνται. Η έννοια της σήψης είναι έκδηλη σε αυτόν τον ορισμό.

Προέρχεται από τον γνωστό παίκτη καλαθοσφαίρισης του αμερικανικού μπασκετικού στερεώματος (NBA), Shaquille O'Neal.

Λεοπόλδος: -Ρε συ Μιμίκο... Ο Χοσέ πολύ Σαπίλ Ονίλ δεν έχει καταντήσει; Μου τη σπάει η αδιαφορία του...

Μιμικος: -Ρε Λεοπόλδε, ξεκόλλα από τη ζωή σου... Περνάει την άραγκον φάση του το παιδί... Στέι κουλ ντουντ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified