(ο-η-το) Ουςιαςτικοποιημένο επίθετο της νεοελληνικής, εξού και ο σταλαβράκης -η/το σταλαβράκι(το θηλυκό και το ουδέτερο μοιράζονται την ίδια κατάληξη όπως είθιςται και αρμόζει στις εκατέρωθεν δυνατότητες τους, χωρίς φυσικά να υπάρχει πρόθεση υποτίμησης της αξίας του τελευταίου ως γένους αλλά και ως είδους γενικότερα)

Ο όρος χρησιμοποιήθηκε επίσημα πρώτη φορά απο τον ιδιοκτήτη πρατηρίου Κωνσταντινίδη Μόρφη , αυτοαπασχολούμενο στην ομώνυμη εταιρεία Α.Π ΜΟΡΦΗΣ και έχει καθιερωθεί στην βόρεια επικράτεια της χώρας ενώ συχνά συνοδεύεται από έναν απόηχο του ενεργητικού ρήματος:"γαμώ".Η χρήση του όρου περιορίζεται στην κατηγορία κεκαλυμμένης βωμολοχίας ως προς την οξεία νευρική αντίδραση ενός γονιού απέναντι στην αφελή και συνάμα ζημιογόνα σκανταλιά του τέκνου του.Στον προφορικό λόγο υποστηρίζεται και από μία ειρωνική χροιά.

Παράδειγμα εδώ

- Μπαμπά,μπαμπά!Πήρα τους μαρκαδόρους μου και ζωγράφισα κάτι απίστευτες μοτοσικλέτες στον τοίχο της τραπεζαρίας!

-(Γαμω*)το σταλαβράκι σου!Πάμε να μου τις δείξεις...να χαρώ εγώ έναν πικάσο που έχω στην οικογένεια!!!

*το παρόν ρήμα σε παρένθεση διότι δεν προφέρεται σε κατανοητά πλαίσια απ´τον ομιλητή προς αποφυγήν παντός είδους παρεξηγήσεων.

Got a better definition? Add it!

Published

Σημαίνει πιάνω τα όρια μου, το τερμάτισα, έφτασα στο αμήν. Μοιάζει ηχητικά και νοηματικά με το ντουμανιάζω και το τουμπανιάζω έχει δηλαδής μια εσάνς μεμψιμοιρίας και κακομοιριάς.

To περιφραστικό “πιάνω ταβάνι” μπορεί να έχει και θετική έννοια, όπως για παράδειγμα: έπιασε ταβάνι η επιστημονική μου εργασία, βρήκα το φάρμακο για τη μείωση τoυ αυνανισμού και θα κυκλοφορήσει σύντομα από τον ΝοnAvnax.

Το ξενόφερτο glass ceiling το φυλάμε για πιο ντελικάτες καταστάσεις μιας και πρόκειται για εμπόδιο ανέλιξης λόγω κοινωνικών διακρίσεων, φύλου κτλ, πράγματα που τα συζητάνε οι μορφωμένοι. Το ταβάνιασμα μπορεί να έχει πιο καθολικό χαρακτήρα, όλοι/όλες μπορούμε να ταβανιάσουμε.

Πω ρε μαλάκα ταβάνιασα με τη σχολή, τρελό διάβασμα χρειάζομαι ξεκούραση τώρα.

Ταβάνιασε η φάση με τη γκόμενα μαλάκα μου, με έχει πρήξει, ήμαρτον!

Got a better definition? Add it!

Published

Σύνθετο απαξιωτικό ουσιαστικό, προέρχεται από ένωση των λέξεων τρολ (troll) και Μαρία. Συνηθίζεται στον χαρακτηρισμό χρηστών του διαδικτύου σαν τρολ (με έμφαση), ψευδωνύμων δηλαδή που έχουν δημιουργηθεί αποκλειστικά για το γνωστό τρολάρισμα και συνήθως ο κάτοχος τους είναι γένους θηλυκού. Αν μάλιστα αυτή λέγεται και Μαρία (κοινό γυναικείο όνομα), είναι απολύτως εύστοχο.

Ρε συ maria maraki... προσπαθώ να καταλάβω κάτι: όλες εσείς οι τρολομαρίες του FB βρεθήκατε εδώ τυχαία ή σας τραβάει κάτι συγκεκριμένο σε αυτή την ομάδα;

Got a better definition? Add it!

Published

Είδος ξυλουργικού εργαλείου για κόψιμο, πελέκημα και μεταφορικώς ο ανόητος, ο χαζός.

Ετυμολογία: σκεπάρνι < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική σκεπάρνιν / σκεπάριν < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή σκεπάρνιον < αρχαία ελληνική σκέπαρνον.

Μη του δίνεις σημασία, ο τύπος είναι σκεπάρνι.

Got a better definition? Add it!

Published

Καρα-γιαλομίζουσα έκφραση που προειδοποιεί τους πέριξ πως ο εν λόγω χρήζει ειδικού χειρισμού λόγω πιθανότατης απρόβλεπτης αντίδρασης σε είδος και ένταση σε οποιοδήποτε ερέθισμα δοθεί από το περιβάλλον.

Χρησιμοποιείται με αισθητά αυξημένη συχνότητα, έως αποκλειστικότητα, από τα δυο επόμενα του πρώτου φύλα, ίσως διότι οι δικαιολογίες περί ανάδρομου Ερμή, απότομων καιρικών μεταβολών και απροσδιόριστων σωματικών ενοχλήσεων δεν κρύβουν τίποτε παραπάνω από νευράκια, αγαμησιές «κι όλα τ’ άλλα δύσκολα που έχουν τα κορίτσια»♬♬ ενίοτε και σε συνδυασμό.

Σαφέστατα το ρίξιμο ενός κρύου, η πικρή σοκολάτα και το ..ξεμάτιασμα (κατά φθίνοντα βαθμό) βοηθούν μέχρι την επόμενη Κρίση.

1ο

Στο ίδιο στάτους βρισκόμεθα. Καλά κι εγώ γενικά, αυτή τη στιγμή είμαι στα περίεργα μου. Βασικά έχω προσβληθεί από μια χάρντκορ ίωση που τριγυρίζει, πονάνε κόκαλα και τέτοια. Κούμπωσα ντεπόν να την παλέψω στη δουλειά (ορθοστασία γαρ), αλλά τώρα με ξανάπιασε. Κι έχουμε κι εξεταστική, να μη ξεχνιόμαστε. Τα δικά σας.

2ο

Αν υπάρχει κάτι που μου αρέσει... είναι που πιάσατε το νόημα της εγγραφής (πλάκα κάνω). Καλημέρα παιδιά! Λογικά από εδώ και πέρα θα βάζω τις εγγραφές στην αυτόματη δημοσίευση όπως ήταν και αυτή χτες... Είπαμε είμαι στα περίεργά μου.

3ο

Τώρα θυμήθηκα το "χρώμα δεν αλλάζουνε τα μάτια, μόνο τρόπο να κοιτάνε". Συγχωρήστε μου την πολυγραφία μου. Είμαι στα περίεργά μου :)

4ο

H Nτόρα Mπακογιάννη είναι στα... περίεργά της. Βρίσκεται ανάμεσα σε μια κατάσταση αγάπης και μίσους, στο «ζευγάρι» Ευρωπαϊκή Ένωση-Τουρκία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος σκάει κάπου φορώντας άκυρους συνδιασμούς ρούχων όπως παντελόνι φόρμας με κυριλέ πουλόβερ οι οποίοι παραπέμπουν σε τροφίμους ιδρυμάτων.

Κόιτα αυτό το μπετόβλακα τι φοράει, λες και τό'σκασε απο το ίδρυμα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αρχιδομαλάκας σε συνδυασμό με το ουσιαστικό παν. Ο ανώτερος αρχιδομαλάκας όλων...

Παναρχιδομαλάκα Άρη, δεν θα βάλεις ποτέ μυαλό!

Got a better definition? Add it!

Published

(Ακόμα πιο) αργκοτική ονομασία για το σκανκ. Μπορεί να υπονοεί και το καλλίτερης πχοιότητας σκανκ απ' ότι συνήθως (sic)!

-Ωραίο, ρε λοςτρε! τι είναι;

-Σκανούρι ρε μαν.

Got a better definition? Add it!

Published

Λύνω το πρόβλημα,σώζω κάποιον από δύσκολη ή επικίνδυνη κατάσταση,σώζω την κατάσταση

1.- Ο Σούπερμαν έσπασε στο ξύλο τον venom και κάθαρισε την φάση

Got a better definition? Add it!

Published

Ενεργοπαθητικός είναι ένα άτομο που του αρέσει τόσο το ενεργητικό όσο και το παθητικό σεξ και μπορεί να εναλλάσσεται μεταξύ των δύο σε σεξουαλικές καταστάσεις. Ο όρος flip-flop ή flip fuck συνήθως περιγράφει την εναλλαγή από ενεργητικός σε παθητικός κατά τη διάρκεια μιας σεξουαλικής συνεύρεσης μεταξύ δύο ανδρών.

Από εδώ: ενεργοπαθητικός, παίρνω και τους δύο ρόλους, φετίχ τα γυναικεία εσώρουχα ατριχος..

Η ενεργοπαθητικότητα είναι μια έννοια του τρόπου ζωής. Η ενεργοπαθητικότητα, ωστόσο, δεν περιορίζεται στις απλές πράξεις της πρωκτικής, στοματικής ή κολπικής διείσδυσης, αλλά περιλαμβάνει επίσης τον διαχωρισμό των καθηκόντων και των ευθυνών στη σχέση.

Σύμφωνα με ορισμένους, το να ζεις έναν ενεργοπαθητικό τρόπο ζωής συνεπάγεται κάποιο άνοιγμα σε νέα πράγματα και αντίθεση στις ταμπέλες, τα στερεότυπα και τις γενικεύσεις. Επομένως, αυτή η έννοια διαφέρει από τις ετεροφυλοφιλικές σχέσεις όπου η σεξουαλική συμβατότητα δεν ξεκινά με το να μαντέψουμε ποιος θα καταλήξει ως ενεργητικός ή παθητικός. Σε αυτοπεριγραφές ανδρών που αναζητούν σεξ με άλλους άντρες, μπορεί να αναφέρουν τον εαυτό τους ως versatile ενεργητικό ή versatile παθητικό, εκτός από τη χρήση άλλων όρων.

Got a better definition? Add it!

Published