Αλλιώς ο άσφαιρος άντρας, ο άντρας που δεν μπορεί να κάνει σεξ λόγω ανικανότητας ή υπερβολικού αυνανισμού που τον έχει ξεζουμίσει.
Τον έπαιξε τόσες φορές για πάρτη της που όταν τελικά του κάθησε ήταν αβολίδωτος.
Αλλιώς ο άσφαιρος άντρας, ο άντρας που δεν μπορεί να κάνει σεξ λόγω ανικανότητας ή υπερβολικού αυνανισμού που τον έχει ξεζουμίσει.
Τον έπαιξε τόσες φορές για πάρτη της που όταν τελικά του κάθησε ήταν αβολίδωτος.
Got a better definition? Add it!
Τον κάνω μολύβι για γράψιμο σημαίνει αυνανίζομαι περιπαθώς και κατ' επανάληψη. Η εικόνα είναι από ένα μολύβι που μπαίνει στην ξύστρα και ξύνεται.
Τον έχει κάνει μολύβι για γράψιμο ο μικρός.
Got a better definition? Add it!
Μεταφορά για το πέος.
Δεν τον βλέπω πουθενά τον μικρό, μάλλον καθαρίζει το μονόκαννο. (Δες).
Got a better definition? Add it!
Αυνανίζομαι. (Δες).
Έχει χειροτονωθεί και είναι έτοιμος να προχωρήσει.
Got a better definition? Add it!
Αυνανίζομαι εκ του καλιαρντής προέλευσης φλοκάρω.
Σολοφλοκάρει όλη μέρα, τον έχει κάνει λάστιχο.
Got a better definition? Add it!
Δεν είναι ακόμα γνωστή ο προέλευση ή η ακριβής ερμηνεία της λέξης. Οι ειδικοί πιστεύουν πως πρόκειται για το θηλυκό του "κλαπαρχιδα", με τις πρώτες αναφορές στο λήμμα να γίνονται στην Πάτρα, το 2023.
Που πας ρε κλαπαρχιδομούνα;"
Got a better definition? Add it!
Published
Ψευδοαρχαίος σλανγιωτατισμός που σημαίνει αυνανίζομαι.
Πεοταλαντώνει ενδοπαλαμικώς καθ' εκάστην ο μάλαξ.
Got a better definition? Add it!
Το δέρμα που περιβάλλει το πέος και συνεκδοχικά το πέος, ιδίως κατά τον αυνανισμό. Βαράω πετσί σημαίνει αυνανίζομαι.
Το έχει κάνει το πετσί του σφεντόνα ο Χαράλαμπος.
Got a better definition? Add it!
«Με ξεπέτσιασε η θεια Χρίσταινα. Κόντεψε να μου πάρει τα μισά. Προξενήτρα είναι αυτή ή λαιμητόμος;» (Εδώ)
2.Γδέρνω το πέος μου από υπερβολικό αυνανισμό, αυνανίζομαι. Συνήθως ως τον έχω ξεπετσιάσει.
Πρέπει να βρει γυναίκα επειγόντως, γιατί τον έχει ξεπετσιάσει.
Got a better definition? Add it!