Δοκίμως είναι: «1. Μακρύ ξύλο με το οποίο ανακατεύουν τη φωτιά στο φούρνο. 2. Μακρύ ξύλο που μοιάζει με σκούπα και με το οποίο καθαρίζουν τους φούρνους εσωτερικά. 3. Μακρύ φτυάρι με το οποίο βάζουν και βγάζουν τα ψωμιά ή τα φαγητά από το φούρνο, αλλιώς φουρνόφτυαρο.» (Βλ. Live-Pedia).

Σλανγκικώς, είναι το μεγάλο πέος, το παλαμάρι, το οποίο κυριολεκτικά είναι μακρύ, σκληρό, ανθεκτικό στις υψηλές θερμοκρασίες, και μπαινοβγαίνει στο φούρνο της φλογερής ερωμένης/ -ου.

Άλλη μεταφορά από τον κόσμο της αρτοποιίας είναι ο παύλος.

Πάσα (Δ.Π.): Κροκοδειλίτσα. (Απλή συνωνυμία με τη γαργαλιέρα Крокодил).

  1. Στανταρ ο αντρας της θα της βαζει και λιγο το φουρνοξυλο στο κωλο (Φούρνος καυλιάρας).

  2. Αν για να κατακτήσεις μια γυναίκα, πρέπει να γαμήσεις το μυαλό της (αυτό που η ίδια ονομάζει έτσι, αν και εμείς πιστεύουμε πως ανήκει στην σφαίρα της φαντασίας, όπως ο Άϊ Βασίλης και ο Σούπερμαν), εμάς μας κατακτά μια γυναίκα, η οποία ξέρει να φέρεται αναλόγως στον καλύτερο μας φίλο, τον παργαλάτσο, το γιαταγάνι, το φουρνόξυλο, τον πούτσο μας ρε αδερφέ!!!!! (Βασικά καβλησπέρα σας).

  3. έτριβε τη πούτσα μου στις βυζάρες της και μου είχε γίνει φουρνόξυλο (Από μπουρδελοσάιτ).

Δεν έχει σημασία μόνο το μέγεθος, αλλά και η τεχνική. (από Khan, 12/05/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ή ντουλουμίτσα. Η στρουμπουλή, η παχιά, η εύχοντρη. Η λέξη σημαίνει «το ρετσίνι της αμυγδαλιάς», που παλιά τα παιδιά το μασούσαν αντί της μαστίχας. Έχει τη μορφή σβώλου, γι’ αυτό παρομοίαζαν μ’ αυτό τα παχουλά μικρά κορίτσια. Η λέξη προέρχεται ίσως από την τουρκική tulum (= ασκί από δέρμα κατσίκας, τουλούμι)». (Δες).

Πάσα (Δ.Π.): Gatzman.

Ήτανε και καλομαθημένες. Στις εξωδουλειές, στο θέρος, στο τρύγος και στις ελιές, σπάνια τις παίρνανε μαζί τους. Τις αφήνανε στο σπίτι, τάχατες να μαγειρεύανε και να κάνανε τις δουλειές. Κι από την καλοπέραση είχανε γίνει στρουμπουλές σα θρούμπες ή καλύτερα σα ντουλουμούτσες, με μάγουλα ροϊδοκόκκινα, που θα σκάγανε από υγεία. Είχανε βρει το μήνα που έτρεφε τους έντεκα. Μάσα, ξάπλα και το νου σου στην κουζίνα… (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν υπάρχει αμηχανία στην ατμόσφαιρα και καθόμαστε και δεν ξέρουμε τι να πούμε.

Ε πώς θες να είμαστε; Μετά το γκολ στο 89 καθόμαστε εδώ σαν τις χεσμένες συμπεθέρες. Πέρνα αργότερα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για παρηγοριά αν η γυναίκα σου είναι κοντή και μικρόσωμη. Έχει και τα καλά της η κοντή στο κρεβάτι.

-Την είδες την καινούργια του Νίκου; 1.50 σε σκαμπό με τα χέρια στην ανάταση.
-Δεν πειράζει, μικρή γυναίκα όλη μουνί.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο παχύς, ο ευτραφής, ο μπουλούκος στο αρκαδικό ιδίωμα.

Πάσα (Δ.Π.): GeorgeGreek.

Το σκόρ στο κάτς των δύο χοντρών του Δήμου σε απασχολεί. Ωραίες υπηρεσίες προσφέρεις στους συμπολίτες σου. Με την ευκαιρία με πληροφορούν πως υπάρχει και άλλος χοντρός. Στην Άνοιξη. Ας προσέχει μη τον μπλέξει και αυτόν η κοκκινοσκουφίτσα στο πρωτάθλημα του κάτς. Οχι τίποτε άλλο γιατί όπως μου λένε είναι και έγκομος. (Διονυσοσκουφίτσα).

Got a better definition? Add it!

Published

Το ξεσκούφωτο λουκάρισμα: όταν κάποιος αναγκάζεται να κρύψει μικρή ποσότητα σταφ στην σούφρα του χωρίς υπόθετο. Το χούσωμα είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη πρακτική και εφαρμόζεται μόνο σαν έσκατη λύση απελπισίας σε δύσκολη στιγμή. Δεν πρόκειται για μορφή λαθραίας διακίνησης ουσιώνε.

Το Λεξικό της Ντάγκλας (Λεωνίδα Χρηστάκη και Μάρκου Επάρατου) μας πληροφορεί ότι το λήμμαν ετυμολογείται από τα καλιαρντά όπου η τρύπα λέγεται χους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλληλοαποκαλούνται έτσι συχνά αριστεροί τρολετάριοι που δραστηριοποιούνται στο Ιντερνέτι, σε φλώρα και στο φατσομπούκι. Συνήθως πρόκειται για τρυφερό συντροφικό χαρακτηρισμό frappernité και αλληλεγγύης καθώς αναγνωρίζεται ότι ο κοινός σκοπός είναι το τρολάρισμα του καπιταλιστικού συστήματος και των διαδικτυακών εκφραστών του και έπεται το κοσκίνισμα του ποιος έχει υγιέστερη ταξική συνείδηση και διαβάζει καλύτερα το διαλεκτικό προτσές. Σχετικά ονόματα ο Λέων Τρόλσκι και στο πιο αναρχικό ο Λέων Τρολστόι.

  1. Τον ψιλοαπαύτωσες τον Λένιν, σύντρολε. Ο Λένιν γράφει για αιρετούς ανακλητούς αντιπροσώπους, αλλά μέσα σ' ένα περιβάλλον προλεταριακού, επαναστατικού κράτους κι όχι αστικοκαπιταλιστικού κοινοβουλευτισμού. (Εδώ).

  2. «Να πω κακία για ΕΕΚ;» είπα σε μια facebookικη συζητηση. «Πες πες!» αναφώνησε γεμάτος ανυπομονησία ένας συντροφος και συντρολος. «Θα την πω light και αν ζητηθουν επεξηγησεις θα την πω hardcore. Το κακο με το ΕΕΚ λοιπόν είναι πως πασχει από ΑΚ-ιτισμο» απαντησα και άναψα φωτιες σε συμπαθέστατη ΕΕΚιτισα που απαντησε: «Το ΕΕΚ πάσχει από ΑΚ-ιτισμο; Και εσυ απο τι πάσχεις αγαπητέ; Απο ασχετοσύνη;». Σύντομα ήρθε και το ποστ αποριας απο τον συντρολο που ειπε: «Αυτο δεν το περιμενα. Να τους πεις οπορτουνες δεκτον. Αλλα Ακαπιτες; Για εξηγησου!». Η φιλη ΕΕΚιτισα ήταν πια εκτός εαυτού: «Οπορτούνες λέει ο άλλος! Ρε τι εχετε πιει; ΕΕΚ λεμε, όχι ΣΕΚ». «Δεν τους ειπα ΑΚιτες. Ειπα ότι πασχουν απο ΑΚιτισμο.. (Η συναρπαστική συνέχεια εδώ)

  3. - Ο Φωτόπουλος είναι Πολποτικός. - Λάθος, σύντρολε: ο Πολ Ποτ ήταν φωτοπουλικός! (Εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published

Το σεξ από τον κώλο, το πρωκτικό.

Η τύπισσα ήταν στην αρχή διστακτική με το κωλογαμήσι, αλλά όταν άνοιξε άρχισε να νιώθει ωραία.

Got a better definition? Add it!

Published

Το νταραβέρι (κυρίως ουσιώνε) στα ποδανά.

Το λήμμαν δεν δίνει γουγλοχτυπήματα αλλά καταγράφεται στο Λεξικό της Ντάγκλας (Λεωνίδα Χρηστάκη και Μάρκου Επάρατου) ως εμβληματική ναρκοσλανγκιά.

- Ζειπαί ποτατί με τον Καυλαγόρα και κλιζιτρεί; Τον πάνε παπί-λοκώ στη λειαδού; Πήρε τον λοσπού από καμιά λατσού μεναγκό; Έχασε γκαφρά σε κακό ραβεριντά;
- Όχι, διάβασε στο σλανγκρρ λήμμα για τον Ντερριντά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σύμβολο της ομάδας του Παναθηναϊκού και συνεκδοχικά η ίδια η ομάδα, το μέλος της ή ο οπαδός της. Δες εδώ για την ιστορία του συμβόλου.

Σχετικά με Παναθηναϊκό: βάζελος, ζέλα,ampelogarden, ambelogarden, αλογοτροφή, αιώνιοι, μπανάθα, Παθηναϊκός, βαζέλληνας, βαζελλάδα, βαζελοκάναλο, η λεωφόρος, το κλουβί, τάφος του Ινδού, λαγός, (...) θεέ, πάρε την ΠΑΕ, η φυλή των Πούλα-Πούλα, Μουνιόθ, Μουνιόθ Καπέλο, Σάρας και Μητσάρας, βαρδινογιώργος, Πολυσουλτανικός, υπερκούπωση, πελάτης.

  1. Στροφή στο πρωτάθλημα για το «τριφύλλι». Η επιστροφή στην κορυφή της Ελλάδας είναι ο επόμενος στόχος του Παναθηναϊκού. (Εδώ).

  2. Σαν το δεύτερο σπίτι του θεωρεί την Παιανία και τον Παναθηναϊκό ο Κώστας Τριανταφυλλόπουλος, τονίζοντας πως θα ήθελε να συνεχίσει για πολλά χρόνια να αγωνίζεται με το Τριφύλλι. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published