Ο φλώρος, ο μαλθακός, ο καλομαθημένος, που δεν αντέχει σε δύσκολες συνθήκες.
- Είπα και στον Τάκη να 'ρθει στο camping.
- Πφφ, σιγά μην έρθει, αυτός είναι τρυφερό πόδι.
Ο φλώρος, ο μαλθακός, ο καλομαθημένος, που δεν αντέχει σε δύσκολες συνθήκες.
- Είπα και στον Τάκη να 'ρθει στο camping.
- Πφφ, σιγά μην έρθει, αυτός είναι τρυφερό πόδι.
Συνώνυμα του μαλθακός: άβγαλτος, αΐδρωτος, βουτυρομπεμπές, βουτυρόπαιδο, κολεγιόπαιδο, λάκης, λαπάς, μαμάκιας, μαμόθρεφτο, μπουκμαμάς, παπαδάκι, πούδρας, σουβλίτσα, σοφτ, τρυφερό πόδι, φλούφλης, φλώρος, χαλβάς.
Got a better definition? Add it!
Κουλάρω, χαλαρώνω, ηρεμώ. Όσο πιο cool τύπος, τόσο περισσότερο δικαίωμα να το λες...
-Τσιλ φιλαράκο. Δεν τρέχει μία σου λέω....
Got a better definition? Add it!
Ο ήχος των όρχεων πάνω στο γυναικείο κορμί κατά την πράξη της συνουσίας.
Και κολλάω το ποτήρι στον τοίχο, και τ' αφτί μου στο ποτήρι κι ακούω από μέσα πατ-πατ!
Got a better definition? Add it!
Ο μικρός, το μικρό. Το λέμε για να υποβιβάσουμε κάποιον.
- Κοίτα να δεις που μας την λέει το τσουτσέκι και ακόμα δεν βγήκε από το αυγό του!
Got a better definition? Add it!
Ο μπάτσος, δηλαδή ο αστυνομικός στα ποδανά (=ανάποδα).
Πάμε να φύγουμε γιατί θα σκάσει κανένας τσομπάς και θα μπλέξουμε!
Got a better definition? Add it!
Το σαράβαλο. Χρησιμοποιείται για μέσα μεταφοράς, κυρίως αυτοκίνητο αλλά και μηχανάκι, ποδήλατο κτλ.
-Κάνε άκρη μωρέ με το καρούλι σου. Ούτε τα 60 δεν πιάνει και είσαι και στην αριστερή λωρίδα!
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει «κι έτσι». Γράφεται και προφέρεται σα μία λέξη και χωρίς το τελικό -ι. Χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει παραλληλισμό με μία κατάσταση ή έναν χαρακτηρισμό. Ουσιαστικά άχρηστο.
- Πήγαμε μπαρότσαρκα κιέτσ'.
- Άσε με, με τον μαλάκα. Την έχει δει αρχηγός κιέτσ'.
Got a better definition? Add it!
Παραμυθιάζω, πουλάω φύκια για μεταξωτές κορδέλες.
- Και τι λέγατε με τον λεγάμενο τόσες ώρες;
- Μου πουλούσε μπαλαμούτι μπας και του κάτσω...
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Ωραία, καλή φάση. Προέρχεται από την στρατιωτική αργκό αλλά πλέον έχει διαδοθεί και χρησιμοποιείται και στην καθομιλουμένη.
- Πώς περάσατε χτες το βράδυ στο πάρτυ;
- Τζάμι!!
Βλ. και τζιτζί, τζιτζιλόνι
Got a better definition? Add it!