Ασχολούμαι υπερβολικά με τον ερωτικό μου σύντροφο.

- Α δεν μπορώ φιλάρες να βγω σήμερα. Με εχει στριμώξει η δικιά μου, έχουμε επέτειο.
- Α καλά..., τάισε τη μαϊμού εσύ και εμείς θα πάμε για ρετσίνες.

(από xalikoutis, 23/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός γυναίκας της οποίας οι θηλές του στήθους έχουν διαφορετική θέση από την κανονική ή κοιτάν το υπερπέραν.

- Μαλάκα, τσέκαρες το γκομενάκι;
- Ποια ρε συ, αυτή την τυφλοβύζα; Ούτε με σφαίρες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται αντί για το συγχαρητήρια (κυρίως σε περιπτώσεις ηλίθιας πράξης).

- Έχεσα έξω από τη χέστρα - έτσι για σπάσιμο ρε μαλάκα!
- Τα συλλαλητήριά μου! Είσαι πιο ηλίθιος και απ' τα μπρόκολα!

(από patsis, 26/07/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση του είμαι και ο πρώτος. Χρησιμοποιείται περιπαικτικά.

- Το πέρασα το μάθημα με 5 μετά από 5 φορές που τό 'δωσα!
- Τι λε ρε φιλάρα! Μπράβο! Είσαι και ο κρότος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μεγάλος φλώρος.

- Πώς ντύθηκες έτσι ρε συ σα φλωρόκουπας;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πανέμορφος, το μανουλομάνουλο (unisex χρήση).

Σεξόπαιδο, θα με αλείψεις με αντηλιακό ή θα με αφήσεις να τσουρουφλιστώ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρακμιακό εκπαιδευτικό ίδρυμα (κατα προτίμηση αγγλικό), όπου καταλήγουν αποκλειστικά έλληνες μπουμπούνες, από το οποίο αποφοιτώντας αποκτούν και ύφος καρδιναλίου.

- Μηχανολόγος γλειφιτζουριών στο Νιούλαντ;
- Ναι σου λεω, με μεταπτυχιακό από το Πανεπιστήμιο του Μίκυ Μάους!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ανδρικό μόριο σε στύση, ο πούτσος.

- Έλα εδώ μωρό μου να σου δείξω μια καραπιστόλα με τα εργαλεία όλα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο ασήμαντος, αυτός που δεν μετράει.

  2. Ο υπερβολικά κοντός.

  1. - Σκάσε ρε πορδοβούλωμα!

  2. - Με αυτό το πορδοβούλωμα θα βγεις; Αυτός είναι ένα κι ένα μίλκο (ήτοι κάτω του 1, 20 μ.).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ζάλη.

- Έχω μια νταβουρλίγκα απ' το πρωί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified