Σκεύος που γνωρίζει εδώ και αιώνες μεγάλες πιένες στην Αγγλία και, βέβαια, τίποτε δεν είναι τυχαίο στον κόσμο αυτό. Διαβάστε και φρίξτε ανενόχλητα...

Ένα από τα προ πολλού κατατεθέντα σήματα των απανταχού [fill in the blank - τουλάχιστον 400 σωστές απαντήσεις υπάρχουν] είναι η κλασική πλέον θηλυπρεπής στάση του σώματος, η οποία συνίσταται στα εξής:

  • ρίξιμο του βάρους στο ένα πόδι με αντίστοιχο τούρλωμα το ενός κωλομερίου,
  • το ένα χέρι στη μέση, με παραλλαγή βαθμού πουστότητας την κατεύθυνση των 4 δαχτύλων - αν είναι προς τα μπρος, κάτι σώζεται, αν είναι προς τα πίσω, άστα να παν...
  • το άλλο χέρι λυγισμένο στον αγκώνα με περιεχόμενη γωνία μέχρι 20 μοίρες και λύγισμα του καρπού προς την εξωτερική πλευρά με περιεχόμενη γωνία 90 μοιρών.*

Το σύνολο, ειδικά όπως φαίνεται από τα πλάγια, θυμίζει έντονα τσαγιέρα (το πιάσατε τώρα το υπονοούμενο;) με τον κορμό να είναι το σκεύος αυτό καθ' αυτό, το ένα χέρι να παίζει το ρόλο του χερουλιού και το άλλο αυτόν του στομίου. Το πεταχτό κωλομέρι είναι μπόνους.

Επαναφορά στην Γηραιά Αλβιόνα. Στατιστικές λένε ότι υπάρχει ένα μεγάλο ποσοστό ομοφυλόφιλων, το οποίο ξεπερνάει τον ευρωπαϊκό ή και τον παγκόσμιο μέσο όρο, κατά το κοινώς λεγόμενον την τρίζουν την όπισθεν το κατιτίς παραπάνω. Και πίνουν πολύ τσάι. Κάθε μέρα. Την ίδια ώρα. Τσαγιέρα... πουστηρλίκι... tea time... το πιάσαμε; Ετς.


  • Δέον να σημειωθεί ότι η κατά 90 μοίρες περιφορά του πήχη γύρω από τον διαμήκη άξονά του, με παράλληλη διατήρηση της άνωθεν περιγραφείσας περιεχομένης γωνίας του καρπού στις 90 μοίρες, οδηγεί σε γνωστή παραλλαγή της τσαγιέρας, εξίσου δηλωτική των σεξουαλικών προτιμήσεων του ιδιοκτήτη του καρπού.

- Ρε συ, τι έχει ο Νώντας και κάθεται έτσι; Πιασμένος είναι;
- Α, καλά... Τι πιασμένος ρε μαλάκα; Δεν τον βλέπεις που είναι σαν τσαγιέρα; Δεν τα 'παμε ότι ο Νώντας πήρε μεταγραφή και τώρα παίζει με άλλη ομάδα;
- Δηλαδή...
- Τον βοσκάει τον Κένταυρο ρε παιδί μου, πώς να σ' το πω;
- Ποιον Κένταυρο;
- Ρε, το φινιστρίνι... το γυαλίζει λέμε!
- ...
- Τρώει κρέας...;
- Εντάξει, κι εγώ πού και πού - τι πα να πει αυτό;
- Γαμιέται ρε μαλάκα, γαμιέται. Γκιρ γκιρ γκιρ γκιρ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πασίγνωστη έκφραση αποδοκιμασίας αυτών που έχουν μόλις ειπωθεί από τον αποδέκτη της, η οποία μεταξύ όλων των συνδυασμών συγγενών και μερών του σώματος κατέχει περίοπτη θέση στην καρδιά του Έλληνος (δηλαδή, δεν ακούμε και ποτέ "της συνυφάδας σου το αυτί" ή "του μπατζανάκη σου η ωμοπλάτη").

Μαθηματικά αποτελεί την πρώτη παράγωγο άλλης πασίγνωστης έκφρασης, η οποία αναφέρεται στο ιερό πρόσωπο της Μητέρας και στο όργανο το οποίο γέννησε τον αποδέκτη της και μην κάνετε ότι δεν καταλαβαίνετε διότι δεν πείθετε κανέναν. Η χρήση της πρώτης αντί της δεύτερης προτιμάται όταν ο αποδέκτης (α) είναι πιο δυνατός από μας άρα παίζει χοντρά η πιθανότητα του να μας κάνει γκάιντα στο ξύλο, (β) δεν είναι και τόσο γνωστός μας ή (γ) δεν είπε και κάτι τόσο τρομερό για να φάει τέτοιο χοντρό ξέχεσμα.

Οι εκφράσεις του τύπου "του / της [συγγενούς] σου ο / η / το [μέρος σώματος], απαντώνται ενίοτε και στη μορφή "του / της [συγγενούς] σου ο / η / το [περίεργο αντικείμενο].

- Νώντα, σήμερα πληρώνεις εσύ.
- Της θείας σου ο κώλος ρε τσίπη, όλο εγώ πληρώνω γιατί εσύ έχεις καβούρια στις τσέπες.

Got a better definition? Add it!

Published

Σκόπιμα και με επιμονή. Το φυρί είναι και καλά παραφθορά από το θυρί, δλδ την πόρτα και σημαίνει ότι κάποιος προσπαθεί να πετύχει κάτι τόσο επίμονα που πάει κυριολεκτικά πόρτα πόρτα για να πείσει τους εμπλεκόμενους. Το φυρί δεν παίζει μόνο του, υποθέτω διότι αν χρειάζεται να πας να χτυπήσεις μόνο μία πόρτα για να πετύχεις το σκοπό σου, ε δεν είναι και τίποτε άξιο λόγου.

Η έκφραση φυρί φυρί βέβαια δεν είναι η μόνη που ανήκει στην οικογένεια με την συλλογική ονομασία «λέξη^2». Παραθέτω μία μη εξαντλητική λίστα μπας και φιλοτιμηθεί κανείς να τα ανεβάσει ως λήμματα ένα ένα (λέμε τώρα):

τσίκι τσίκι = με το σταγονόμετρο, σιγά σιγά
μπαμ μπαμ = γρήγορα, με μία κίνηση
λάχα λάχα = με βιασύνη και μάλλον πρόχειρα
τάκα τάκα = γρήγορα, ίσως τόσο γρήγορα όσο παίρνει να καρφώσεις ένα καρφί (;)
τσίμα τσίμα = ακριβώς, χωρίς καθόλου περιθώριο για κάτι παραπάνω
τσάκα τσάκα = κάτι σαν το τάκα τάκα, για αυτούς που δε φοβούνται το σίγμα
γιαβάς γιαβάς = τούρκικο / σιγά σιγά, με αργό ρυθμό
λάου λάου = με αργό ρυθμό, αλλά όχι τόσο ανατολίτικο όπως το παραπάνω
μάνι μάνι = γρήγορα

Γράφεται και «φιρί φιρί»

- Έλα ρε αρκίδι άμα σου βαστάει!
- Ε, εσύ το πας φυρί φυρί να σου γαμήσω το τρίκι τρίκι βραδιάτικα.

Σχετικό: τακ τακ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ενισχυμένο λιαξ με την προσθήκη του αρακατάνγκ, το οποίο, άγνωστο γιατί, φέρνει σε μια γενικότερη αηδία.

- Έκλανα και ρευόμουν μαζί ρε μαλάκα. Πρώτη φορά το κατάφερα αυτό!
- Λιαξ αρακατάνγκ ρε νεάτερνταλ! Τι μάρκα μαλάκας είσαι εσύ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανεπρόκοπος, ακαμάτης, τεμπελχανάς, λέτσος, γενικώς είναι μια generic περιγραφή όλων αυτών που δεν θέλεις να είσαι.

- Ου ρε ζώον όρθιο και δίποδο. Που μού 'φαγες τα νιάτα μου. Που σε πίστεψα (που κακόχρονο νά 'χεις) και με πήρες κοριτσάκι πράμα και μ' έχεις να σε πλένω και να σε ξεσκατώνω και να σε μαγειρεύω. Ανεπρόκοπε. Χαρμάγκιοη. Ακαμάτη, μόνο το καφενείο και η πρέφα σε νοιάζει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπόλειμμα της στυλιστικής και κυρίως ενδυματολογικής λαίλαπας των 80'ς, ένα εν τω μέσω μυριάδων που στοιχειώνουν τη συλλογική μνήμη και αμαυρώνουν την όποια θετική εικόνα του παρόντος, είναι η άσπρη κάλτσα, ενίοτε δε και μπουρνουζέ με την ένδειξη Tennis Club.

Ο εκτελών το εγκληματικό αυτό faux pas, χαρακτηρίζεται ως «ασπροκάλτσας» αφού η συγκεκριμένη ιδιότητα είναι προφανώς σημαντικότερη από οποιαδήποτε άλλη τυγχάνει να κατέχει ο εν λόγω δυστυχής και στην τελική ας πρόσεχε.

Η άσπρη κάλτσα έχει μεν μία ενδυματολογική αποστολή αλλά πραξικοπηματικά την έχει ξεπεράσει προ πολλού και σε μεγάλο βαθμό. Η απλή λευκή κάλτσα μπορεί να φορεθεί ΜΟΝΟ αν κάποιος πρέπει να ντυθεί στ' άσπρα (σσ: αν δεν είναι παγωτατζής, δεν ξέρω γιατί να πρέπει να το κάνει, ας το ψάξει ο ΚΧ στις Πύλες). Η άσπρη κάλτσα ΔΕΝ φοριέται με μαύρο παπούτσι λουστρίνι και ΔΕΝ φοριέται με πέδιλο (όπως και καμία κάλτσα άλλωστε). Η δε άσπρη μπουρνουζέ κάλτσα φοριέται ΜΟΝΟ κατά τη διάρκεια άθλησης με αντίστοιχο παπούτσι.

Στην εύλογη ερώτηση του ανυποψίαστου αναγνώστη «και καλά ρε μάστορα, τι σε κόφτει αφού τα ρημάδια τα 80'ς μας τελείωσαν», χαμογελώ στοργικά μπροστά στην ευλογημένη άγνοια, την παιδική αφέλεια και εν τέλει την θανάσιμη για τον ίδιο και τους προστατευόμενούς του απροσεξία και εξηγώ: Η ΑΣΠΡΗ ΚΑΛΤΣΑ ΕΙΝΑΙ ΑΚΟΜΗ ΕΔΩ. Ευδοκιμεί παραδόξως και παρά τις άοκνες προσπάθειες του διεθνούς lifestyle-set σε βορειότερα κλίματα (κεντρική και βόρεια Ευρώπη, βόρεια Αμερική) και παρουσιάζεται στη χώρα μας το καλοκαίρι μεταμφιεσμένη σε άκακο τουρίστα. Ορδές ασπροκαλτσάδων ξεχύνονται στην στυλιστικά avant-garde πατρίδα μας απειλώντας ό,τι πολυτιμότερο έχουμε πετύχει ως έθνος τα τελευταία χρόνια, ξυπνώντας μνήμες, διεγείροντας το υποσυνείδητο. Άσ' τα να παν...

1
- Ρε Χάρη, θα σε πω κάτι ρε μαλάκα, αλλά μην το πάρεις στραβά. Από αγάπη θα σ' το πω.
- Τι 'ναι ρε Μήτσο, λέγε άφοβα.
- Δε θα σταυρώσεις μουνί έτσι ρε Χάρη και τη χαλάς και για μας τους υπόλοιπους.
- Πώς έτσι δηλαδή ρε δερβίση, για να καταλάβω κιόλας...
- Σκας μύτη ρε μαλάκα στην καφετέρια ασπροκάλτσας κι έτσι και τα γκομενάκια γίνονται μπουχός. Άσπρη μπουρνουζέ ρε μαλάκα; Απ' το γυμνάσιο την έχεις;

2
Αγαπητή μου σκέψη,

Δεν έχω απάντηση, προς το παρόν, στο ερώτημα που σε βασανίζει. Φαίνεται πολλοί παράγοντες να υπεισέρχονται σε αυτό κι άλλοι τόσοι να βρίσκονται πέρα από κάθε υποψία. Μένω, λοιπόν, με τη διαπίστωση: Όσο πιο βόρεια πας, τόσες πιο πολλές άσπρες κάλτσες θα συναντήσεις.

Τι το διαχρονικό υπάρχει στην άσπρη κάλτσα και τόσα χρόνια, παρά τις αδιάκοπες οργανωμένες επιθέσεις - Vogue, Elle, Marie Claire, fashionistas, εστέτ και τόσοι άλλοι που λυσσαλέα την καταδιώκουν - παραμένει τοπ στις προτιμήσεις; Τι προσφέρει μια άσπρη κάλτσα και τόσοι συνάνθρωποι γύρω μας δεν την προδίδουν; Να 'ναι το «αυτήν ξέρετε, αυτήν επιλέγετε»; Να 'ναι η ασφάλεια της «πρώτης σας αγάπης και παντοτινής»;

Ό,τι και να'ναι, φαίνεται να συσχετίζεται με κάποιον ύπουλο τρόπο με το γεωγραφικό πλάτος και μήκος. Αρχίζεις και σκαρφαλώνεις τον κόσμο. Πηδάς απέναντι, όλα καλά. Ανηφορίζεις λίγο, κάτι παίρνει το μάτι σου, αλλά ακόμα δε σου'ρχεται, αυθόρμητα, να το βγάλεις. Συνεχίζεις την πορεία σου, αρχίζεις και νιώθεις ότι ξεχωρίζεις, κοιτάς τα πόδια σου με συστολή και περπατάς γρήγορα, μπορεί να καταλάβουν ότι δεν είσαι από 'δω. Όταν, πλέον, ξαναβλέπεις θάλασσα, διαισθάνεσαι τα μιλιούνια απέναντι να σε περιμένουν αγριεμένα. Σκέψου το πριν περάσεις - εδώ είναι η έδρα τους και παίζουν σκληρά. Μέσα από μοκασίνια, loafers, γόβες, σταράκια, peeptoe, μπαλαρίνες, ιστιοπλοϊκά, πέδιλα, σαγιονάρες, η Άσπρη Κάλτσα είναι εδώ και σε κοιτά ειρωνικά.

Κάτι κλονίζεται μέσα σου. Αυτό που νόμιζες ελεύθερη επιλογή, το ροκανίζει σιγά σιγά μια σκέψη: μωρέ, λες να 'ναι θέμα κουλτούρας;

Κι αρχίζεις τους συλλογισμούς: τι κοινωνικο-πολιτικο-οικονομικο-ιστορικοί παράγοντες μπορεί να συνετέλεσαν στο πέρασμα των αιώνων στη διατήρηση αυτής της, ας το πω, πρακτικής; τι είδος εξέλιξης και φυσικής επιλογής να υπεισέρχεται στην επιβίωση αυτής της, ας το πω, συνήθειας; τι υπόγειες κοινωνικές δομές μπορεί να συντηρεί ένα κομμάτι ύφασμα; τι - υπερφυσική - δύναμη, τέλος πάντων, έχει μια άσπρη κάλτσα;

- Τίποτα, λες και ξαναλές. Τί-πο-τα! Κάποιος πρέπει να 'χει τα πρωτεία στην κακογουστιά.

- Έλα τώρα, που θα βγάλεις την κακογουστιά κοινωνικό φαινόμενο. Τι απέγιναν η προσωπική αισθητική, η καλλιέργεια, η εκλέπτυνση, η φινέτσα, αυτή η έρμη η παγκοσμιοποίηση που έφερε τις επιλογές σε κάθε ψαροχώρι της Ευρώπης;

- Τις πήρε παραμάζωμα η βολή, η συνήθεια κι αυτή η άθλια, οκνηρή, τεμπέλα, ράθυμη πρόταση: «είναι πρακτικό».

Κι εδώ με αποστομώνεις. Ποιο είναι το πρακτικό ο-ε-ο;

Αγαπητή μου σκέψη,

Έχεις έρθει κι άλλες φορές στο μυαλό μου και πάντα κατάφερνα να σε διώξω. Τώρα καταλαβαίνω, απλώς σε κοίμιζα. Κι έχεις ξυπνήσει από τη χειμερία νάρκη και πεινάς για απαντήσεις.

Συνιστώ υπομονή. Καλοκαίρι έρχεται, πού θα πάει, θα τις βγάλουν, το ματάκι σου λίγο θα στανιάρει, οι ερωτήσεις θα αποκοιμηθούν στην παραλία, οι σκέψεις θα ζαλιστούν από τον ήλιο, θα πιεις κανένα τσίπουρο, ίσως και να ξεχάσεις το όλο θέμα αν είσαι τυχερή και δεν πετύχεις τουρίστα στη Γαύδο.

Από Χειμώνα με το καλό, τα ξαναλέμε.

(από το διαδίκτυο - μεγάλο, το ξέρω, αλλά τέτοιος πόνος, τέτοια εσωτερική πάλη νομίζω ότι έπρεπε να βρει διέξοδο και στην παρούσα ιστΙοσελίδα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ψέμα, το μούσι.

- Πώς τα πας με τον Φούλη φιλενάδα;
- Ποιον Φούλη καλέ, τού 'δωσα τα βάγια. Με είχε φλομώσει στο μουσαντέ ο μαλάκας. Θα χωρίσει, θα είμαστε μαζί, θα παντρευτούμε, θα κάνουμε παιδιά, θα μ' έχει βασίλισσα... Παπαριές μανίτσα μου.

(από poniroskylo, 06/05/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ανδρικό μόριο, μην τα ρωτάς πώς και από πού βγήκε.

- Και μετά, και μετά;
- Τι και μετά ρε μαλάκα; Πετάω το μπαργαλάτσο έξω και γίνεται το έλα να δεις. Αναστενάξανε τα στρώματα λέμε.
- Άξιος.

βλ. και παργαλάτσος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα φράγκα. Ο έχων το πακέτο, ο επονομαζόμενος και «πακέτος», είναι ο πλούσιος. Η έκφραση ακομπανιάρεται από συγκεκριμένη ογκομετρική χειρονομία η οποία οριοθετεί το μέγεθος του πακέτου σημειώνοντας στο χώρο την θέση των 6 πλευρών του. Προφανώς, όσο πιο μεγάλο το πακέτο, τόσο πιο πολλά τα φράγκα.

Ο τύπος έχει το πακέτο λέμε. Φερράρι 430 σπάιντερ με κιτ ανθρακονήματα και κεραμικά. Μόνο τα κεραμικά έχουν όσο το Μοντέο του μπαμπά μου ρε μαλάκα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η προσφορά συνεχίζεται!

Μετά το ανεπανάληπτο ενδιαφέρον του κοινού για light εκφράσεις, οι οποίες διατηρούν τη γεύση της πρωτότυπης αλλά με λιγότερες θερμίδες, επανέρχομαι Δημήτριος με κάτι πρωτοποριακό που υπόσχεται ν' αλλάξει τον τρόπο που περιγράφετε την ομορφιά!

Εκπάγλου καλλονής: εκπληκτικής ομορφιάς. «Έκπαγλος» είναι αυτός που αφήνει τον άλλο έκπληκτο με κάτι. Και για να το δυσκολέψουμε λιγάκι, προέρχεται από το «έκπΛαγλος» το οποίο με ανομοίωση των δύο «λ» γίνεται «έκπαγλος». Το «έκπλαγλος» σχετίζεται με την απαρεμφατική μορφή του παθ. αορίστου «εκπλαγήναι». Θέλετε κι άλλο; Γιατί να ταλαιπωρείστε άδικα όταν υπάρχει το...

Εκ Παύλου καλλονής: εκπληκτικής ομορφιάς. Όπως και το ορίτζιναλ. Χωρίς όμως τις πομπώδεις και παρωχημένες αναφορές σε λέξεις και γραμματικούς τύπους που δεν αφορούν κανέναν. Ομορφιά εκπληκτική όπως του Παύλου Νεάντρα, γνωστού στο ευρύ κοινό ως Paul Newman. Για τις κυρίες που επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν την έκφραση, προσφέρεται και η επιλογή Παύλου Περιπατητή, γνωστού και ως Paul Walker, ανερχόμενου ηθοποιού τον οποίο ... λατρεύει το ασθενές φύλο. (σσ: οι άντρες παρακαλούνται να χρησιμοποιούν την πρώτη επιλογή, διότι ο τύπος ήταν και οδηγός αγώνων και ούτως ή άλλως πέθανε, οπότε δεν κινδυνεύουν ν' ακούσουν ότι τον βοσκάνε τον Κένταυρο)

Χρησιμοποιείται όπως και το φίδιν μύδιν: Αν σας πάρουν πρέφα, το γυρίζετε στους προαναφερθέντες κοινής αποδοχής όμορφους και λέτε ότι μιλούσατε για καλλονή σαν του Παύλου. Αλλιώς, μόνο εσείς θα ξέρετε.

Εκ Παύλου καλλονής: Απολύτως δωρεάν.

Και όπως πάντα, για τους άλλους φίλους μας υπάρχει και σε «εκ Παύλου καλλονήσ» με την ίδια ακριβώς λειτουργικότητα.

- Και που λες Τιτίκα μου, βλέπω τη Μερόπη να έρχεται σινάμενη κουνάμενη και δίπλα της έναν παίδαρο άλλο πράμα... Άλλο να σ' το λέω κι άλλο να τον εβλέπεις. Εκ Παύλου καλλονής σου λέω.
- Εκ τίνος καλλονής Ευανθία μου είπες; - Εκ Παύλου Τιτίκα μου. Δεν τον ξέρεις τον Paul Walker τον ηθοποιό; Μα πού ζεις χρυσή μου;
- Αααα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified