Η αποτυχημένη προσπάθεια, συνήθως με ορατά αποτελέσματα.

δύναται να συμπληρωθεί με το επίθεμα «στο χώρο σας», εμπνεόμενο από την στάνταρ ατάκα ραδιοφωνικών διαφημίσεων.

- Τι εικαστική παρέμβαση ήταν αυτή ρε παπάρα;
- Έλα, γάμησε με τώρα, δεν το είδα το πασαλάκι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το άφρακτο παραπλήσιο ασύρματο δίκτυο, εις ο συνδεόμεθα λάθρα. Από εδώ.

Να τους έχει καλά ο Θεός τους απανταχού γείτονετ (ας κάνουμε όλοι όμως συνετή χρήση).

— Τι έγινε τελικά έβαλες ιντερνέτ στο σπίτι;
— Για την ώρα βολεύομαι με ένα γείτονετ. Ξέρεις, κάνα μαίηλ, στοίχημα και χρηματιστήριο. Άμα το κλειδώσει θα δω.

(από GATZMAN, 16/11/10)

Βλέπε και γειτόνεξ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τοπικός χαρακτηρισμός στρατευμένου αναλόγως του υπολοίπου θητείας. Παλαιάς κοπής (αν και τα μαντάτα λένε ότι η θητεία θα αυξηθεί). Χρησιμοποιήτο από Θεσσαλονικείς.

Ο έχων υπόλοιπο θητείας πλέον των 400 ημερών μένει Καλαμαριά (αρχικό ψηφίο τηλεφωνικού αριθμού κλήσης 4)
Ο έχων υπόλοιπο θητείας πλέον των 300 και μείον των 400 ημερών μένει Πυλαία (αρχικό ψηφίο τηλεφωνικού αριθμού κλήσης 3)
Ο τυχερός έχων υπόλοιπο θητείας πλέον των 200 ημερών μένει Κέντρο (αρχικό ψηφίο τηλεφωνικού αριθμού κλήσης 2).

Παρακάτω δεν πήγαινε.

- Φιλαράκι, πού μένεις είπαμε;
- Πυλαία ακόμη, αλλά από τη Δευτέρα μετακομίζω κέντρο.
- Και ο Παπαϊωάννου; Γειτονάκι;
- Αρχικά ναι, αλλά με τις μαλακίες που κάνει τον βλέπω να μετακομίζει στην Όλγας*!

  • Περιοχή Λεωφόρου Β. Όλγας, αρχικό ψηφίο τηλεφωνικού αριθμού κλήσης 8!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σύγχρονη εκδοχή του «ότι θυμάμαι χαίρομαι».

Το έναυσμα το έδωσε ο Α. Ρουμελίωτης στο ..χμ.. άρθρο του στην Ε (π.χ. εδώκαι το πραγματικό μέγεθος το αποκάλυψε ο πόστερ Θανάσημος εδώ!

Άλλα λόγια ν' αγαπιόμαστε

Τον λαό χαιρέτησε ο αντί-πρόεδρος της κυβέρνησης κ. Πάγκαλος ο οποίος έβγαλε έναν μνημειώδη λόγο:

- «Όλοι οι Γερμανοί τον παίρνουν και γέρνουν!» αναφώνησε απ’ το μπαλκόνι

- “Ναιαιαιαιαιαιαιαιαιαιαιαιαιαιαιαιαιαιαιαι!!!” απάντησε το πλήθος παραληρώντας

- «Μας κλέψανε λεφτά! Μας κλέψανε χρυσό! Μας κλέψανε ασήμι! ΜΑΣ ΚΛΕΨΑΝΕ ΝΙΚΕΛΙΟ!!!» συνέχισε ακάθεκτος ο κ. Πάγκαλος

- «Πάει το Νικέλιο!» αναφώνησε απελπισμένη μια γηραιά διαδηλώτρια, έφερε το χέρι της στο μέτωπο και λιποθύμησε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μακαρονάδα (μίσκο, αβέζ, τετοια πράματα, όχι Μπαρίλλα είμαι πλούσια και αηδίες) με κέτσαπ (άντε το πολύ κανά πουμαρό) και έτοιμο τριμμένο κεφαλοτύρι.

Καλύτερα στα Goody´s για mama´s!

Λεξιπλασία εκ των Pasta Asciutta και σ/πάτα κιούτα.

Συναντάται συχνάκις την περίοδο της εξεταστικής.

- Μαλάκα, πείνασα!
- Κάτσε να πετάξουμε μια πάστα κιούτα και συνεχίζουμε με μηχανική ρευστών 4!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορμητική προσαγωγή ή απομάκρυνση ατόμου από συνήθως χειροδύναμο εκτελούντα/ούσα. Προφανώς προέρχεται από το οικοδομικό χειραμαξίδιο, το οποίο χρησιμοποιούν οι οικοδόμοι για την μεταφορά φορτίων.

Απαντάται και ως καροτσάκι πάω.

- Ο τύπος πήγε να κάνει τσαμπουκά αλλά τον πήρε καροτσάκι ο Μπάμπης μέχρι την γωνία... (μετά δεν είδαμε...)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γκέης φίλος ενός ετεροφυλόφιλου. Άκακη προσφώνηση μεταξύ φίλων που σέβονται τις εκατέρωθεν προτιμήσεις των και έχουν και την απαραίτητη οικειότητα.

Παραλλαγή του κολλητός.

- Έλα πισωκολλητέ, που χάθηκες, έμπλεξες πάλι με κανένα μυστακοφόρο;
- Άσε θα σε πάρω αργότερα να σου πω! (πραγματικός διάλογος, το είχε δυνατά το κινητό ο πρώτος)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το εξαιρετικό, το εξαίσιο, το έξοχο.

Δεδομένου ότι αυτό το εξ-εξ-εξ είναι κάτι που συναντάται μόνο στον ιδεατό κόσμο του Πλάτωνος, ο ορισμός αμάν πωπώ χρησιμοποιείται κυρίως για να χαρακτηρίσει αυτό που κάτι τελικά δεν είναι.

- Τι έλεγε το μωρό εψές;
- Εντάξει δεν ήταν και αμάν πωπώ, αλλά για Δευτέρα βράδυ...
- Όπα ρε, κατούρα και λίγο

(από Khan, 30/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. τα κοψίδια
  2. τα ξίδια
  3. τα μπουζούκια
  4. άλλο τι είδος παρεκτροπής με σοβαρές μακροχρόνιες και σωρευτικές επιπτώσεις.
  1. - Χρηστάκη, θα πάμε για κανά μεζεκλίκi στου Μπαρούτα;
    - Μανωλάκη μου, η κυρα-Θοδώρα επέβαλε μνημόνιο, κομμένα τα βαρέα και ανθυγιεινά.

  2. Στην αρχή παραγγείλαμε κάτι τζιν-τόνικ, κάτι μοχίτο και τέτοιες χαριτωμενιές, αλλά γρήγορα περάσαμε στα βαρέα και ανθυγιεινά.

  3. - Φιλαράκι, εγώ θα την πέσω τώρα να σηκωθώ κατά τις 2, φρεσκαδούρα, να πάω κατευθείαν για μεροκάματο στα βαρέα και ανθυγιεινά.
    - Οκέικ, εγώ θα πάω ντιρετίσσιμα στον Ερωδιό για σούπα στις έξι. Πιο φρεσκαδούρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επαναφέρω μετά την υπερστροφή.

- Δώσε, δώσε, τσίμπα, τσίμπα λίγο, ίσιωσε, ίσιωσε, ανάποδο!

(ΓΚΡΑΟΥΚΑΠΑΚ!!!!!)

- Ε, ντιπ τραγί είσαι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified