Ρήμα που χρησιμοποιείται από την πλειονότητα των παικτών του μακράν πιο άδικου και τσάτσικου τυχερού παιχνιδιού, για να δώσουν κύρος στο χόμπυ τους. Αν και το χόμπυ εξ ορισμού δεν χρειάζεται κάποιο λόγο ύπαρξης ή δικαιολογίας εκτός από την ευχαρίστηση που δίνει σε αυτόν που το κάνει, ελάτε στη θέση αυτών που παίζουν συστηματικά. Ποιος θα έλεγε ότι το χόμπυ του είναι να κάθεται μπροστά σε μια τηλεόραση που δείχνει την σελίδα 533 του teletext, να ακούει το μαγευτικό ήχο της μηχανής επικύρωσης των δελτίων και να μονολογεί κάθε πεντάλεπτο: «Αχ ρε γαμώτο, για ένα θα έπιανα»; Εντάξει, είναι και ο πάνσοφος ιδιοκτήτης που σου μεταδίδει την απέραντη γνώση του πάνω στις τριάδες τις καλές αναμεμειγμένες με πολιτική και κουτσομπολιό αλλά και πάλι τα αρνητικά είναι πολύ περισσότερα από τα θετικά.

Υπάρχει βέβαια και η άποψη πως το προποτζίδικο είναι το κομμωτήριο των ανδρών πράγμα ακόμη πιο μειωτικό. Οπότε με τη λέξη κινονάω (< kino) απευθείας σώζουμε την κατάσταση δίνοντας την εντύπωση πως πάμε για πράγματα που αφορούν την εσωτερική μας αναζήτηση, ενώ απλά χάνουμε εκείνα τα μικρά στρόγγυλα νομίσματα που γράφουν 50 και δεν τα υπολογίζουμε. Παρόλα αυτά, οποιαδήποτε προσπάθεια γίνεται για να συνδεθεί το κωλοπαίχνιδο με εξωτερικές δυνάμεις που υπάρχει μια πιθανότητα να βοηθήσουν είναι πραγματικά μάταιη.

- Πού πας βρε αχαΐρευτε πάλι; Μην τυχόν σε ξαναμαζεύω από καμία λάσπη.
- Όχι ρε Κατίνα μου, να δες, γεμάτος 50λεπτα είμαι, να kinoνήσω πάω. Δεν τα ακούς που κρατσανίζουν στις τσέπες μου;
- Τι να κοινωνήσεις ρε αντίχριστε, ούτε Χριστούγεννα είναι, ούτε Πάσχα.
- Βρε άκου με που σου λέω.
- Καλά, άναψε και μια λαμπάδα μπας και σου ξανασηκωθεί.
- Έλα βρε Κατινούλα, τι λες τώρα, θα μας ακούσει κανείς και θα γίνω και ρεζίλι.
- Σιγά μωρέ, μεταξύ μας είμαστε.

(Όπως καταλαβαίνετε το όνομα του άνδρα δεν αναφέρεται για ευνόητους λόγους. Και επίσης και οι τοίχοι έχουν αυτιά.)

Εναλλακτικές πρακτικές αυτοβελτίωσης και αυτοβοηθείας: αυτοψυχοψάξιμο, κινονία, λάτζα γιόγκα, ταβανοθεραπεία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως, ελπίζω, έχετε ακούσει οι περισσότεροι, η λέξη τσακμάκι χρησιμοποιείται ευρέως. Επίσης όπως ελπίζω, τη χρησιμοποιείτε και εσείς οι ίδιοι και για χρηστικούς σκοπούς πέρα από το να ακούσετε τους γαμάτους διφθόγγους που περιέχει.

Τσακμάκι λοιπόν αποκαλείται ο αναπτήρας με μια «οθωμανική εσάνς» μιας και προέρχεται από το τούρκικο çakmak που χρησιμοποιείται για την πέτρα που αν πάρεις δύο ίδιες, ή μια μεγάλη και την σπάσεις, και τις χτυπήσεις μεταξύ τους, θα βγάλουν σπίθες. Αφού έγινα ρεζίλι προσπαθώντας να μην χρησιμοποιήσω την, τουρκικής προέλευσης, λέξη τσακμακόπετρα, θα αναφέρω και την «άλλη πλευρά», αυτή των ελληναράδων λέγοντας πως υπάρχει περίπτωση η λέξη να προέρχεται και από το ελληνικό(τατο) διακναίω που σημαίνει ξύνω ή τρίβω, για την ενέργεια πάνω στις... τσακμακόπετρες, λύσσα κακιά...

Αλλά ταυτοχρόνως αποκαλείται και οτιδήποτε ανάβει, ανοίγει, αρπάζει, λειτουργεί με τη μία, δηλαδή χωρίς καμιά ιδιαίτερη προσπάθεια από μέρος του χρήστη. Το χρησιμοποιούμε για μηχανάκια που ανάβουν χωρίς να πρέπει να έχουμε τις γάμπες του Μπολτ στην μανιβέλα, για κινεζικά προϊόντα πάσης φύσης όταν λειτουργούν (ναι, έχω γνωστό με μαγαζί με ηλεκτρικά που πτώχευσε και βγάζω το άχτι μου) και γενικά για αυτό που είπα στην αρχή της παραγράφου.

Επειδή ίσως μπερδευτήκατε, η σλανγκ χρήση της λέξης είναι η τρίτη παράγραφος. Η δεύτερη είναι «ετυμολογία», προϊόν 2 κλικ στο γκουγκλ. Και τα λινκ στο τσακμάκι είναι το άκρον άωτον της ταχύτητας: γράφεις τον ορισμό τόσο γρήγορα που προλαβαίνεις να λινκάρεις το λήμμα.

- Ώπα Νώντα; Καινούριο μασίνι; Με γειες, με γειες!
- Γουστάρεις; Προχτές το κονόμησα! 2 χρόνων, με 500 χλμ μέσα, φρένα ολοκαίνουρια 5 χιλιάρικα μόνο! Τον έκλεψα τον άνθρωπο. Είχε να το βάλει μπρος 2 μήνες μου είπε αλλά με το που έβαλα το πόδι μου στη μανιβέλα άρπαξε αμέσως! Τσακμάκι το εργαλείο σου λέω!
- Σώπα ρε φίλος! Από που το πήρες;
- Τον θυμάσαι τον Τάκη που είχε το συνεργείο στο χωριό;
- Που πηγαίναμε τα παπιά να κατεβάσει τα χιλιόμετρα στα κοντέρ και αντί να τα φτιάχνει γέμιζε ναφθαλίνη το ρεζερβουάρ;
- Ναι ρε, από εκείνον το πήρα, τι το πήρα, το έκλεψα σου λέω!
- Όχι ρε συ, δεν τον έκλεψες τον άνθρωπο. Απλά σου έκανε καλή τιμή επειδή είσαι γνωστός...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σβήσιμο είναι το μαγαζί που δέχεται τις ορδές των κουρασμένων πάρτυ άνιμαλς αλλά και των υπόλοιπων εξοδούχων μόλις τελειώσει η «κυρίως» διασκέδαση. Πέρα από το κλισέ, μπανάλ, συνηθισμένο, σουπάτο πατσατζίδικο του κυρ-Τάδε ή το σουβλατζίδικο-σαντουιτσάδικο του κυρ-Δείνα υπάρχουν κι άλλα μέρη για να δοκιμάσετε να ανοίξετε τους ορίζοντές σας.

Το άφτερ που παίζει συνήθως μέταλ αλλά όταν θα πάτε εσείς θα έχει αφιέρωμα disco, η πολλά υποσχόμενη μπουζουκλερί δ' και βγάλε διαλογής με καλλιτέχνες που ή τώρα αρχίζουν να πατάνε στο πεντάγραμμο ή είναι τελειωμένοι, το μπουγατσατζίδικο με τον τύπο με το λιγδωμένο μαλλί, η ολ-τάιμ κλάσικ καντίνα με την γεννήτρια να αγκομαχάει για να ακουστεί λίγο παραπάνω από το τρανζίστορ που παίζει το τελευταίο καψουροχίτ. Δεν χρειάζεται να ειπωθεί πως το σβήσιμο είναι απαραίτητα το τελευταίο μαγαζί που επισκέπτεστε πριν το ονομάσετε μια μέρα. Αν δεν είναι το τέλος δεν είναι σβήσιμο, αν δεν είναι σβήσιμο δεν είναι το τέλος. Με αυτήν ακριβώς τη σειρά.

Το σβήσιμο ακούγεται έτσι όπως γράφεται (έεεελα) αλλά μπορεί να πάρει και ρηματική μορφή και κάποιος να πει ότι σβήσαμε κάπου ή ότι για σβήσιμο πήγαμε κάπου άλλου ή και στο ίδιο κάπου.

- Τι μαύροι κύκλοι είναι αυτοί ρε, πού ήσουν χτες;
- Άσε, ξεκίνησα από κλαμπάκι, μετά σε ένα ναμαγαπάδικο και για σβήσιμο Διπλοπενιές λάιβ.
- Καλά ήταν;
- Κόλαση! Σπάσαμε πιάτα, είδαμε λαμέ, χορτάσαμε και κρέας, όλες ήταν με τα μπούτια και τα βυζιά απ' έξω. Άσε, όλη νύχτα τραγουδούσα: «Όταν φύγω θα σου λείψω, θα σου λείψω
θα σου λείψωλείψωλείψωλείψωλείψω!»

τι καλύτερο από το να σβύνεις σε ένα πιάτο πατσά... (από BuBis, 13/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως και να το δει κανείς τα πράγματα που μπορεί να κάνει στο κρεβάτι του (και εννοώ το σεξ) είναι λίγο πολύ περιορισμένα. Θα κάνεις αυτό, θα κάνεις αυτό, θα κάνεις το άλλο και το παράλλο και ίσως και το τελευταίο. Παραδόξως το ίδιο συμβαίνει και οπουδήποτε αλλού προσπαθήσετε να ολοκληρώσετε την σχέση σας, όπως με παρακάλεσε μια φίλη μου να γράψω. Αν αυτός ο ορισμός είχε γραφτεί λίγο νωρίτερα, η παραπάνω, ψιλοεξαντλητική εδώ που τα λέμε ρε μικροαστοί, γραφιάδες και υπάλληλοι με τρομερά ενδιαφέρουσες δουλειές, λίστα θα περιείχε και το συγκεκριμένο λήμμα.

Το πλοπ είναι η προσπάθεια της γυναίκας (ή του άντρα, ή του άντρα. Ποιος σας εμποδίζει να είναι άντρας;) να γλείψει με τέτοιο τρόπο τη βάλανο ώστε να κλειδωθεί συγκεκριμένη ποσότητα αέρα στο στόμα και με την έξοδο της βαλάνου από το στόμα να ακουστεί ο συγκεκριμένος ήχος. Για να το καταλάβετε καλύτερα φαναστείτε πως το δάχτυλό σας -- ή, καλύτερα, μη φανταστείτε τίποτα και απλά βάλτε το δάχτυλό σας στα πλάγια του εσωτερικού του στόματός σας και βγάλτε το με σφιχτά αγκαλιασμένα τα χείλη στη βάση του δαχτύλου σας. Φαντάζομαι θα ακολουθήσουν πολλά media που να απεικονίζουν την συγκεκριμένη τεχνική αλλά το καθήκον έπρεπε να γίνει και η παρουσίαση της συγκεκριμένης ενέργειας έγινε όσο το δυνατόν πιο παραστατική χρησιμοποιώντας λέξεις.

Δεν χρειάζεται να αναφερθεί ότι το πλοπ αποτελεί και γαμώ τις διεγέρσεις εφάμιλλης ίσως αξίας με το δάγκωμα και το γλείψιμο του αυτιού αλλά χρειάζεται να αναφερθεί ότι το λήμμα είναι ηχομιμητικό οπότε μπορεί και να ακουστεί με διάφορους τρόπους. Απλά έτυχε ο γράφων να ακούσει την ρηματική μορφή του «με πλόπαρε κιόλας μαλάκα, άσε τα είδα όλα, μαστόρισσα στο τσιμπούκι σου λέω, δεν κρατιέται με τίποτα η αχόρταγη» οπότε το καταγράφει ως έχει. Και επειδή η τελευταία πρόταση σας ιντρίγκαρε οι άλλοι είναι ο Ιούλιος Καίσαρας, ο Ναπολέων και ο Μάρλον Μπράντο. Άντε, ίσως και ο Αλέφαντος.

- Καλά ε, θεά της πίπας η Βασούλα!
- Σώπα ρε!
- Τι να σου πρωτοπώ, για το πως τον έφτυνε, για το πως τον έσφιγγε, με πλόπαρε κιόλας μαλάκα, άσε τα είδα όλα, μαστόρισσα στο τσιμπούκι σου λέω, δεν κρατιέται με τίποτα η αχόρταγη. Τι να σου λέω.
- Καταρχήν κάτι πρωτότυπο γιατί αυτά τα έχω ξανακούσει.
- Πού ρε;
- Λίγο πιο πάνω.
- Ε;

Περιμένατε κάτι διαφορετικό; (από Jim Blondos, 30/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως μπορείτε να δείτε και μόνοι σας με τη βοήθεια του γκουγκλ (άντε, και του κνάσου), το τζακούζι που, στο συλλογικό υποσυνείδητο έχει περάσει σαν η θερμαινόμενη μπανιέρα, είναι τρέιντμαρκ συγκεκριμένης εταιρείας. Όμως εδώ μας ενδιαφέρει η σλανγκ έννοια της κάθε λέξης. Πάντα.

Ως τζακούζι λοιπόν, στην διάλεκτο της νύχτας, ονομάζεται το σφηνάκι-θάνατος, αποτελούμενο από μισό μέρος ούζο και μισό μέρος απόσταξη από το Τενεσίι των απογόνων του Τζακ του Ντάνιελ, που «αποστάζουν» όταν δεν παίζουν το χαριτωμένο παιχνιδάκι με τους φελλούς και τα βαρέλια. Όποιος έχει πιει σκέτο σφηνάκι ούζου και σκέτο σφηνάκι Τζακ Ντάνιελς και γνωρίζει βασικά μαθηματικά, θα προσθέσει τις 2 επιδράσεις για να βρει την επίδραση του συνδυασμού τους. Και θα κάνει λάθος. Γιατί η επίδραση τους όταν συνδυάζονται ανεβαίνει εκθετικά και γι' αυτό δεν χρειάζονται βασικά μαθηματικά. Μόνο 2 γεια μας.

Αν ακούσετε από φίλο, που δεν είναι μπέκρα, την έκφραση «Να κεράσω τζακούζι;», καλό θα ήταν να θυμηθείτε τι πουστιά του έχετε παίξει, γιατί το χανγκόβερ δυσκολεύει πολύ τη μνήμη. Αν, δε, ακούσετε την έκφραση «Να κεράσω τζακούζι υποβρύχιο, σημαίνει πως αυτός που προσφέρεται να κεράσει γνωρίζει ότι του πηδάτε τη γκόμενα και πως τις καπότες που θα βρείτε το πρωί στο πάτωμα τις βγάλατε κλάνοντας.

- Τί έγινε προψέ ρε και εξαφανίστηκες από το μπαρ;
- Άσε, μεγάλη περιπέτεια. Μου την έπεσε κανονικά η ξανθιά που με κοιτούσε! Κέρασα δύο τζακούζια και σε '5 έχει γίνει η γκόμενα! Μετά με πήγε σπίτι της και έγινε το έλα να δεις.
- Ε και τι περιπέτεια;
- Την άλλη μέρα ξύπνησα σε μπανιέρα με παγάκια!
- Τί; Σου πήρε κανα όργανο;
- Μόνο; 5 λίτρα σωματικά υγρά! Με στέγνωσε!
- Άντε ρε μαλάκα και με κοψοχόλιασες.

(από Mr. Cadmus, 01/03/12)

Βλ. και τζακούζο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος που χρησιμοποιείται από το σύνολο των φαντάρων (ήθελα να γράψω των στρατευμένων νέων αλλά μετά θυμήθηκα τον μέσο όρο ηλικίας) για να ονοματίσουν το θρυλικό ΚΕντρο Υλικού **Π**ολέμου που λόγω της γεωγραφίας του βλέπει την Οίτη, ένα πανέμορφο όρος. Η συγκεκριμένη ονομασία δόθηκε λόγω του κοσμοπολίτικου αέρα που έχει η μονάδα καθώς είναι τίγκα στο βύσμα, στο δόντι, στο μέσο και στις γόπες μιας και κανείς δεν κάνει ποτέ αγγαρείες. Συνοπλίτης το παρομοίασε με «USB hub» μιας και αποτελεί την βάση που πάνω εφαρμόζουν όλα τα βύσματα αλλά το αστείο του θεωρήθηκε κρύο άσχετα αν αναφέρεται εδώ για λόγους καθαρά και μόνο καταγραφής.

Το εμφανές λογοπαίγνιο με την πόλη της Νοτίου Αφρικής θέλει όχι μόνο να καταδείξει το πως τα περνάνε οι νεοσύλλεκτοι εκεί, ζάχαρη δηλαδή, αλλά και να το εξεφτελίσει τελείως. Και για να τεκμηριώσω το επιχείρημα μου παραθέτω αυτό κι αυτό. Κι αυτό γιατί έτσι.

Φυσικά, όπως όλα τα πράγματα στη ζωή, έτσι και οι φαντάροι χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: σε αυτούς που «υπηρετούν» ή «υπηρέτησαν» στο ΚΕΥΠ και εκφέρουν το λήμμα σαν χαϊδευτικό και σαν μεταξύ τους αστείο και σε αυτούς που υπηρετούν ή υπηρέτησαν οπουδήποτε αλλού και εκφέρουν το λήμμα απαξιωτικά. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι και οι δύο πλευρές έχουν δίκιο αλλά ποιος θα βρεθεί να τους μαζέψει όλους και να τους το πει;

(Σε τυχαία μονάδα, φαντάροι από Μ. Πεύκο, Αυλώνα και Θήβα συζητούν με ΣΤΡ(ΥΠ)τιτζού στα εστιατόρια)

- Και χάλια φαντάζομαι στο ΚΕΥΠ τάουν ε;
- Άσε, μας πήξανε στην καθαριότητα και στην αγγαρεία.
- Σώπα ρε;
- Τι να σας λέω. Την πρώτη μέρα μάζεψα τόση γόπα που βγήκα ελεύθερος υπηρεσιών για 15 μέρες και τις υπόλοιπες 15 τις πήρα αναρρωτική.

(Συγχρονισμένο ρούφηγμα μύτης όλων των υπολοίπων και εξίσου συγχρονισμένη εκτόξευση ροχάλας στο πιάτο της ΣΤΡ(ΥΠ)τιτζούς)

Got a better definition? Add it!

Published

Το χαρακτηριστικό χνουδάκι που αφήνουν σημάδι στον ομφαλό τα εσώρουχα και μας ενημερώνει πως το μπλουζάκι, ή το κασκορσεδάκι για τους μερακλήδες, ήταν μάλλινο. Αν φανταστήκατε κάτι σε «Minerva Was Here» είστε μέσα. Ανήκει στην κατηγορία από βρωμιές που όλοι μας βλέπουμε ότι υπάρχουν αλλά ντρεπόμαστε να το παραδεχτούμε μιας και νομίζουμε πως μόνο σε εμάς συμβαίνει. Έτσι η φυσιολογική ηλικία που κανείς μαθαίνει την (διαβάστε αν είστε τύποι «Αν έχω εγώ να έχουν όλοι») ανακουφιστική/ (διαβάστε αν είστε τύποι «Καλύτερα κανένας παρά όλοι») πικρή, αλήθεια είναι στην πρώτη μεγάλη σχολική εκδρομή του. Για την ιστορία, οι υπόλοιπες βρωμιές αυτής της κατηγορίας είναι, και μη περιοριστικά, τα ταρζανίδια, το περιστασιακό σουσαμάκι στα αρχίδια, το χλίπι χλίπι στα δάχτυλα των ποδιώνε και το ξεραμένο σάλιο γύρω από τα χείλη που ασυναίσθητα μασουλάμε αγουροξυπνημένοι.

Ο ομφάλιος βρώμος λοιπόν δεν είναι κάτι για το οποίο πρέπει να ντρεπόμαστε. Ίσα ίσα. Αναδεικνύει την περιοχή των κοιλιακών, μιας και τα βλέμματα στρέφονται απευθείας εκεί. Σας χαρίζει 2 λεπτά απόλυτης ηρεμίας αφού όταν τον βγάλουμε από τη θέση του τον κοιτάμε αποσβολωμένοι με εντελώς κενό μυαλό και τέλος αποτελεί απόδειξη πως φοράτε βαμβακερά εσώρουχα, δείγμα γνώσης της ποιότητας.

Επειδή πολύ συχνά θεωρείται εξαιρετικά ντεκαβλέ καλό θα ήταν να παραθέσετε το λινκ για να πειστεί και ο πιο δύσπιστος ότι συμβαίνει σε όλους και είναι υγεία! Άρα δικαιολογίες «Θεέ μου, τι είναι αυτό; Ξενέρωσα τελείως...» ισοδυναμούν με την αντίστοιχη «Έχω πονοκέφαλο». Δηλαδή είναι τελείως αβάσιμες.

(Σε δωμάτιο σε πενθήμερη, αφού έχουν φύγει οι καπνοί από τα τσιγάρα ο Γιώργος αλλάζει)

- Πω ρε φίλε, τι είναι αυτό εκεί;
- Ε τι να κάνω ρε. Ό,τι εσώρουχο και να δοκίμασα μου αφήνει το χνούδι...
- Ποιο χνούδι ρε φίλε! Ομφάλιος βρώμος είναι! Κοίτα έχω και 'γω!
- Πω ρε δικέ μου δεν το πιστεύω! Νόμιζα μόνο σε εμένα συνέβαινε! Για κατέβασε παντελόνι, σκύψε και άνοιξε πόδια να δω και κάτι άλλο.
- Γιωργάκη, ένα τη φορά...

Ομφάλιος βρώμος (από Vrastaman, 15/11/08)(από xalikoutis, 15/11/08)βρωμοκολος... (από BuBis, 10/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κουκουλοφλώρος χαρακτηρίζεται ο τυπάς που, αν και φοράει κράνος – κασκόλ –μάσκα / γυαλιά σκι, έχει ακόμη μέσα του την ιδέα πως κάποιος κάπου πρόκειται να τον γνωρίσει και να τον κάνει «να πληρώσεις ρε αλήτη» για ότι έχει κάνει. Οπότε αποφεύγει συστηματικά την έκθεση σε οπτικό πεδίο κάμερας, τα πλιάτσικα σε μαγαζιά που βιντεοσκοπούνται για τη δική μας ασφάλεια (εκτός αν η λίστα του ντου έχει προϊόντα πρώτης ανάγκης οπότε κάνει την υπέρβαση), το να το παίξει ο ειρηνευτής που θα μπει ανάμεσα στους μπάτσους και στους μπάχαλους για να ηρεμήσει τα πνεύματα και άλλα.

Διαθέτουν την χείριστη φήμη ανάμεσα στις τάξεις των απλών και τίμιων κουκουλοφόρων και συχνά αναφέρονται και ως μαύρα πρόβατα. Κανείς δεν τους συμπαθεί, αλλά δυστυχώς δεν μπορούν και να τους διώξουν, καθώς η πάλη κατά της πόλης που καίγεται - λουλούδι που ανθίζει είναι πραγματικά δύσκολη και χρειάζεται την συνδρομή όλων. Παρόλα αυτά, οι κουκουλοφλώροι επιτελούν μιας κάποιας μορφής έργο, με το να σπάνε μάρμαρα και να φέρνουν πολεμοφόδια, να ζωγραφίζουν με σπρέι διάφορα συνθήματα, να πασάρουν και να κουβαλούν τα μαλόξ και γενικά να χαμαλοδουλεύουν.

Αν διαβάζετε τον ορισμό και κάτι δεν σας έκατσε καλά, τότε μάλλον είστε αστυνομικός ή ανήκετε γενικά στα σώματα ασφαλείας, χουντάλας, ιδιοκτήτης μαγαζιού στο κέντρο και μη περιοριστικά. Για εσάς ο ορισμός είναι: γενικά όλοι αυτοί που κρύβονται πίσω από μία κουκούλα.

(Δύο τύποι συνομιλούν στην Φιλοσοφική Θεσσαλονίκης 17 Νοεμβρίου)

- Λοιπόν, σήμερα το μενού έχει Στάρμπαξ και Ζάρα. Παίρνω εγώ Ζάρα.
- Εντάξει. Να το κάνουμε πέτρα ψαλίδι χαρτί ή να διαλέξω πρώτος.
- Άσε εμείς έχουμε ήδη κάνει τρελό τιμ. Εγώ, ο Κώστας ο ψηλάκος, ο Χρηστάκης ο άτσου, ο Πεπερικλής ο κεκές και ο Μίλτος ο ράπα.
- Τι λες ρε φίλε; Πάλι θα μείνω εγώ με τους κουκουλοφλώρους; Δεν στρέει, θέλω να διαλέξουμε ξανά.

Ποιος είπε ότι ο Τσίπρας χαϊδεύει τους κουκουλοφλώρους; (από Hank, 13/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρήμα που χρησιμοποιείται αηδιαστικά και εκνευριστικά εκτενώς την περίοδο του Φεστιβάλ στην Σαλονίκη. Αν αναρωτιέστε ποιο Φεστιβάλ, είναι καιρός να δοκιμάσετε αν το σκρολ-ντάουν λειτουργεί και να πάτε παρακάτω. Άντε ντε!

Για τους υπόλοιπους, το ρήμα φεστιβαλίζω αποτελεί κάτι σαν ιερή λέξη που αντλεί αυτήν της την ιερότητα από τις πράξεις στις οποίες προβαίνει αυτός που την χρησιμοποιεί και οι οποίες είναι, προφανώς, ιερές. Η προσπάθεια παρακολούθησης Ρουμανικού σινεμά και ο χλευασμός όσων αποχωρούν από την αίθουσα επειδή δεν άντεξαν βρε αδερφέ, ο συνεχής εκθειασμός σκηνοθετών τους οποίους η υπόλοιπη παρέα δεν γνωρίζει, η αναγωγή του Βαλκανικού σινεμά σε πρωτοπόρου σε θέματα απεικόνισης της ψυχής και άλλα κοντά σ' αυτά. Αν ήδη αναρωτιέστε για ποια θρησκεία είναι αυτές οι μαλακίες ιερές πατήστε το κάτω βελάκι στο πληκτρολόγιο τώρα. Άντε ντε!

Στα παραπάνω, αν και επιμελώς οι «φεστιβαλίζοντες» προσπαθούν να το κρύψουν, συγκαταλέγονται και η εθελοντική εθελοτυφλία στον μαρασμό αυτού που λέγεται ελληνικό σινεμά, η ανεκτικότητα απέναντι στους σιχαμερότερους γλύφτες που κατέχουν άχρηστες καρέκλες, ο αδιάλειπτος χαρακτηρισμός παρατρεχάμενων (οι οποίοι είναι πολλοί, όχι απλά πολλοί αλλά Πολλοί) ως «υπηρέτες της τέχνης» ενώ όλοι ξέρουν ότι ο κανονικός είναι «δημόσιοι υπάλληλοι» και άλλα. Αν ανήκετε σε κάποια από τις παραπάνω κατηγορίες μεταφέρετε τον δείκτη του ποντικιού στο κουμπάκι κάτω δεξιά του μπράουζερ σας και συνεχίστε. Άντε ντε!

Για όσους μείνανε και άντεξαν, να πω πως δεν θα αναφερθώ στους υπερκουλτουριάρηδες μιας και ο σύντροφος Khan/Hank/Dirty Talking έχει ορισμό-φαινόμενο που θα ήταν βλασφημία ακόμη κι αν επικαλεστώ (ουπς) απλά θα αναφερθώ στην αφορμή για το παρόν λήμμα: υπερκουλτουριάρα σε πάρτυ με πρόσκληση σε ρουφ-γκάρντεν βρίσκει άλλη υπερκουλτουριάρα και συνομιλούν:

- Κική, κι εσύ εδώ;
- Ε βέβαια βρε Νόρα μου.
- Τί κάνεις;
- Τι να κάνω βρε Νόρα, ότι κάνει όλος ο κόσμος αυτόν τον καιρό: φεστιβαλίζω.
- Μπα, εγώ προτιμώ το «φεστιβάλω» γιατί ταιριάζει με το αμφιβάλλω που μόνο εμείς μείναμε να κάνουμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση βγαλμένη από αιώνες γαστρονομικής εμπειρίας του συνόλου σχεδόν του ανθρωπίνου είδους, με εξαίρεση το μικρό ποσοστό των κανιβάλων-ανθρωποφάγων. Αυτή η εμπειρία λοιπόν λέει πως, όσο πιο εύκολα κατεβαίνει το φαΐ από τον οισοφάγο, αφού έχει ερεθίσει τις γευστικές απολήξεις όπου κι αν βρίσκονται μέσα στο στόμα, τόσο πιο δύσκολα θα κατέβει από το παχύ έντερο, αφού έχει ερεθίσει με περίεργο τρόπο το κωλάντερο και το στομάχι συμπεριφέρεται σαν να είστε 8 μηνών έγκυος
(- Κοίτα πως κλοτσάει το γλυκό μου).

Οπότε μην παίρνετε κι όρκο πως το γκουρμέ παϊδάκι, γαρνιρισμένο με σος αχλαδιού και ξύσμα λεμονιού που με το ζόρι το έβλεπε το μάτι σας, δεν θα έχει κάποιες άλλες επιπτώσεις ακριβώς λόγω του μεγέθους του. Συνήθως τα σιγανά ποταμάκια πρέπει να φοβάσαι (όχι εσύ προσωπικά, γενικά μιλάμε). Γι' αυτό την επόμενη φορά που θα φάτε οτιδήποτε και σας αρέσει, να ετοιμαστείτε για τις συνέπειες.

Η έκφραση φυσικά και απέδρασε από την βαρετή και για λίγους (και ίσως αντιεμπορική, αν και γι' αυτό πρέπει να δω τη βαθμολογία για το λήμμα φαγητό ντινγκ-ντονγκ που έχω στα σκαριά) σλανγκ των μαγειρείων και έχει περάσει στην καθομιλουμένη. Κάθε φορά που κάτι μας πάει δεξιά (εννοώ καλά, όμορφα, χωρίς προβλήματα) περιμένουμε να μας έρθει και μια κατραπακιά, γιατί δεν είναι δυνατόν να μονοπωλούμε την ευτυχία. Τότε είναι που η έκφραση ταιριάζει περισσότερο από γάντι. Η αναγνώριση δηλαδή του ότι δεν μπορεί, η καταστροφή θα έρθει. Ακριβώς όπως με το παραπάνω παϊδάκι, όταν έρχεται ο λογαριασμός.

- Φίλε δεν μπορείς να φανταστείς πόσο απίστευτο κρεβάτι κάνει η Κική!
- Σώπα ρε.
- Άσε, λες και έχει εμπειρία ετών! Αλλά η μουρμούρα της μετά δεν παλεύεται.
- Ε δεν ξέρεις κι εσύ, γλυκοφάε-πικροχέσε. Και σου γκρινιάζει;
- Δεν λες τίποτα. Θέλει να μιλάμε για το στοίχημα και την μπάλα γενικά. Μετά για ηλεκτρονικά και μετά για αυτοκίνητα. Άσε που θέλει να βλέπουμε και τσόντες μετά το σεξ. Δεν αντέχεται σου λέω.
- Άκου να δεις, τη στιγμή που θες τα ναζάκια και τις αγκαλίτσες να σου κάνει τέτοια πράματα.
- Άσε, δεν ξέρεις τι τραβάω.

(Ακολουθεί σύννεφο και τα σχετικά ηχητικά εφέ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified