Όταν κάποιος κάνει τον κινέζο.

Η αναδιατύπωση αυτή του χριστιανοσλανγκικού «ἀγρὸν ἠγόρασα» (Λουκ. ιδ΄, 18) αποτελεί παρά φύσιν ξαδελφάκι των τουλάστιχον, λουκλάνικο, μαλακαρονάδα, ελαιοφορείο κ.α. παρεμφερών γελοιοτήτων. Σε καλό μας, ευθυμήσαμε πάλι!

Ασίστ: Gatzman

  1. - Έχω το ακαφελόγιστο θα μου πεις, αλλά αυτός υγρόν αγόραζε...
    (Gatzman, εδώ)

  2. - Η ΕΛΛ.ΑΣ. είχε, από ότι διαβάζω, πληροφορίες ότι υπάρχει φυγάς στην περιοχή εδώ και μια εβδομάδα, αλλά «υγρόν» αγόραζε … Τυχαίο να τό πω αυτό; ή αγόραζε πράγματι «υγρόν» – «ρευστόν»; Ότι και να πω ψέμματα θα είναι …
    (εδώ)

  3. - Ο Αρχίδαμος αγρόν ηγόραζε (ή υγρόν αγόραζε) και έκανε τον κινέζο...
    (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εναλλακτική απόδοση του εορταστικού «χρονιάρες μέρες».

Η πατρότητα της χαριτωμενιάς αποδίδεται στον Τζιπάκο.

  1. - Βρωμιάρες μέρες. Ιερές μέρες, δώρα, χαρά, λαμπάκια, στολίδα. Αν ο Ιησούς γεννήθηκε και δίδαξε μάλλον θα έσπαγε όλα τα λαμπιόνια και ίσως τις βιτρίνες και μάλλον θα έκαιγε και το δέντρο στο Σύνταγμα…
    (εδώ)

  2. - Έσκασα μύτη στη μονάδα τέτοιες βρωμιάρες μέρες καλή ώρα χριστούγεννα του 98.
    - Πώς πάνε ρε παιδία οι επηρεσίες;
    - Μια χαρα νέο, 19 άτομα για 21 υπηρεσίες.
    «Καλά γ@μίσια» σκέφτηκα και η μητέρα πατρίδα προσωποποιημένη σε Όργανα υπηρεσίας, Επιλοχίες φρόντισε να πραγματοποιήσει κάθε μαζοχιστική μου φαντασίωση...
    (εδώ)

  3. - ΟΧΙ ΑΛΛΟ ΑΙΜΑ ΒΡΩΜΙΑΡΕΣ ΜΕΡΕΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ...
    (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται και καλά για πακέτο υπηρεσιών μπουρδέλων «νέας κοπής» που περιλαμβάνει παιχνίδια υποταγής και πόνου με μαυροφορούσες αφέντρες.

Σύμφωνα όμως με δευτερογενείς πηγές της πιάτσας, η αυθεντική «κοινότητα BDSM» δεν καταφεύγει σε ερασιτέχνες για αυταρχικά παιχνίδια, αλλά διοργανώνει πριβέ χοροεσπερίδες για τον σκοπό αυτό. Εν κατακαυλείδι λοιπόν, στα συμβατικά γαμάδικα αυταρχικό ζητούν κυρίως όσοι περίεργοι θέλουν να φάνε κάνα ντίλντο στον κώλο. Αατά.

Σ.ς.: το λήμμα παραπέμπει επίσης στα εν εξελίξει μέτρα για την μείωση του δημοσιονομικού μας ελλείμματος και του δημόσιου χρέους. Όχι-και-τόσο-μεταφορικά, μάλιστα.

Αγγλιστί: ουσιαστικά αναφέρεται στο submissive.

(από ιστιοσελίδα μπουρδέλου)

Προγράμματα (Υπηρεσίες) / Τιμές
• 50€: Απλό πρόγραμμα* • 60€: Απλό πρόγραμμα* + στάση 69 • 70€: Sex Show** • 100€: Τα παραπάνω & μασάζ & περισσότερος χρόνος • 80€: Αυταρχικό***** * Το απλό πρόγραμμα προσφέρεται ΚΑΙ με 40€ ανάλογα με την κοπέλα ** Παιχνίδια με ερωτικά βοηθήματα (δονητές) *** Χρήση strap-on, παιχνίδια ρόλων/υποταγής (η κοπέλα σε ενεργητικό ρόλο) - «Ισπανικό » και ποδολαγνεία προσφέρονται χωρίς επιπλέον κόστος.
- Για ΕΞΤΡΑ υπηρεσίες, συνεννόηση με την κοπέλα.
- Όλες οι κοπέλες προσφέρουν **αυταρχικό
πρόγραμμα εκτός από την Λάουρα.

Δεν πρόκειται για πρόγραμμα στούντιο, αλλά για παιδικά βιβλία! Σε τι κόσμο θα φέρουμε τα παιδιά μας Νίκο Τσιαμτσίκα; (από Khan, 08/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχέτυπη φιγούρα εκκεντρικής κυριούλας που κυκλοφορεί με καροτσάκι της λαϊκής ταΐζοντας το γατομάνι της γειτονιάς. Σε έναν λαό που δεν διακρίνεται για τα φιλοζωικά του αισθήματα, η συμπεριφορά της γατούς θεωρείται παρεκκλίνουσα και συνήθως περιφρονείται ή χλευάζεται ως ξεκουτιάρα (βλ. παράδειγμα).

Δεν θα ξεχάσω την γατού των παιδικών μου χρόνων στο Παλιό Φάληρο. Τα κατσούλια την λατρεύανε και συναθροίζονταν μιλιούνια στο άκουσμα και μόνο του καροτσιού της. Κάποια στιγμή με την δύση των σέβεντηζ η γατού αρρώστησε. Λέγεται ότι την κυρίευσε τρόμος για την μοίρα των «μωρών» της μετά το επερχόμενο μοιραίο και έλαβε την απονενοημένη απόφαση να δηλητηριάσει όσα περισσότερα μπορούσε, τουλάστιχον να τα γλιτώσει, να μην τα κάνουν γατόγυρο. Έχοντας όμως γνωρίσει την χρυσή αυτή γειτόνισσα από κοντά δεν μπορώ να το πιστέψω. Μάλλον θα επρόκειτο για μυθεύματα κυρα-περμαθουλών ή, ακόμα χειρότερα, των βδελυρών εκείνων υπανθρώπων που ηδονίζονται ρίχνοντας φόλες σε ζωντανά. Ένα πέπλο βουβού γατοθρήνου κάλυψε το Φάληρο για εβδομάδες όταν η γατού τελικά αποδήμησε από τον σκυλίσιο τούτο κόσμο.

Αγγλιστί: Crazy cat lady.

- Είναι μία «γατού» στη γειτονιά μας που περιφέρεται συνεχώς σε όλη τη γειτονιά και ταϊζει όλα τα γατάκια που βλέπει. Ειδικά στην πιλοτή μας έχουμε γεμίσει με «αδέσποτα». Πες τώρα εμείς, τι να κάνουμε. Που μας βρωμίζουν όλο το χώρο, που σκαρφαλώνουν και γρατζουνάνε τα αυτοκίνητά μας. Τι χρωστάω εγώ και οι υπόλοιποι που δεν είναι δικά μας. Να τα πάρει σπίτι της άμα θέλει... (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν αναφερόμαστε στην μεταδοτική νόσο που προκαλούν τα μπαμπέσικα αραχνοειδή παράσιτα που φωλιάζουν στο δέρμα και σού γαμούν τα ράμματα, αλλά σε άλλου είδους αρρώστια: στην πώρωση που νοιώθει ο κάθε είδους φετιχιστής για το το υποκείμενο ή αντικείμενο του πόθου και της εμμονής του.

Ψώρα έχουν κάγκουρες, γκατζετάκηδες, στρατόκαυλοι, εφαψάκηδες, φραπεμανιακοί, σφίχτες, σλανγκοπαθείς, αρχαιόκαυλοι, e-λληναράδες, τετρατριχοτόμοι, μοντελοπνίχτες, βέλτσοι, χριστιανοταλιμπάν, μουνάκηδες, κωλάκηδες, βυζάκηδες, κρητικοί, πρεζάκια και πάρα μα παπάρα πολλοί άλλοι αρρωστάκηδες.

Αγγλιστί, On a jag.

- Την ψώρα του ψαροτουφέκου την κόλλησα από τον πατέρα μου αλλά και τον θείο μου. Από πολύ μικρός είχα μεγάλη λόξα με τα μακροβούτια και τις βουτιές γενικά…
(εδώ)

- Δεν κατέχω το άθλημα του προγραμματισμού όμως έχω μεγάλη ψώρα και ασχολούμαι αρκετά…
(εδώ)

- Έχω αρκετά καλα οπλάκια στο μυαλό μου καθώς έχω μεγάλη ψώρα για το κυνήγι...
(εδώ)

Το άκαρι της ψώρας (από Vrastaman, 12/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν αναφερόμαστε σε κλασικές κυριούλες αλλά ούτε και σε τσατσάδες ντέλων.

Μαντάμ αποκαλείται χαϊδευτικά από την υποκουλτούρα των ρέιβερ η μεθυλενεδιοξυμεθαμφεταμίνη (MDMA), το κύριο συστατικό του ναρκωτικού ecstasy.

- Την τελευταία φορά που έγραψα για την «μαντάμ», το mdma, μου διαμαρτυρήθηκες οτι η περιγραφή μου γύρω από το πως την ακούς με την ουσία ήταν ξερή και ελλειπής...
(εδώ)

- Οχι ρε αδερφε τι να κλάσει η μορφινη μπροστα στη «Μανταμ»;;; Το κυριο συστατικο του ecstasy ειναι και αμα το βρεις ατοφιο και καθαρο κανεις κατι trip-ακια τρομερα!!!!
(εδώ)

(από Vrastaman, 15/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τριπάκι στην λυσεργική αποκαλείται η δόση παραισθησιογόνου αλλά και το συνεπαγόμενο ψυχεδελικό άκουσμα.

Το τριπάκι έχει όμως καθιερωθεί και με την ευρύτερη έννοια της καλώς ή κακώς εννοούμενης καύλας, ψώρας, ρουτίνας ή ενασχόλησης με οποιοδήποτε αντικείμενο ή υποκείμενο.

Μπορείς να μπεις σε τριπάκι του εγώ, σε τριπάκι ενοχής, σε τριπάκι φιλοτελισμού, σε τριπάκι οιουδήποτε ονείρου που τρίζει ωσάν το ξύλινο ποδάρι της γιαγιάς μας (βλ. παραδείγματα). Η αρνητική διατύπωση «μη μπαίνεις στο τριπάκι» είναι βεβαίως-βεβαίως συνώνυμη του ξεκόλλα.

Εκ των αγγλικών trip και trippin’ που όμως έχουν πιο περιορισμένο πεδίο χρήσης.

Βλ. επίσης: κανάλι, λούκι, γκεζί, αρρώστια, πώρωση.

- Οι αγρότες δεν θα πρέπει να μπουν στο τριπάκι του λαθρεμπορίου πετρελαίου.
(Σλανγκομούνα Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στη πρωινή εκπομπή του Άρη Πορτοσάλτε στο Σκάι, 19/1/10)

- Δεν μπαίνουμε στο... τριπάκι ότι έχουμε ήδη προκριθεί στο Πεκίνο, αλλά πρέπει να αποδείξουμε στο γήπεδο ότι είμαστε ικανοί.
(Νίκος Ζήσης, εδώ)

- Πολιτικοί στο τριπάκι του Facebook - Αρχηγοί, υπουργοί και βουλευτές άνοιξαν προσωπικά ημερολόγια και συζητούν με φίλους τους.
(Το ΕΘΝΟΣ)

- Μερικοί μπαίνουν στο τριπάκι να πουλήσουν πολλούς δίσκους, αντί να φτιάχνουν καλή μουσική...
(εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σε λούκια έντονης ψυχολογικής και σωματικής πίεσης. Ποδανή διατύπωση καταστάσεων πίπας-κώλου / πίπας-κώλου-εμπλοκής.

Βλ. επίσης: κάνω το παπί, Παπί, Λοκό και Τιγκανά.

Ασίστ: Τζίζας.

- ΜΕ ΠΑΝΕ ΠΑΠΙ ΛΩΚΟ ΚΑΙ ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΑΙΝΩ.
(εδώ)

- Έτσι γαυράκο.... παπί-λοκώ εμπλοκή σε κάτι γάυρους σαν και εσένα... παπί-λωκό λέμε....
(εδώ)

Παπί-λωκό (από Vrastaman, 28/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δίνω κάποιον στεγνά, τουτέστιν τον καταδίδω στην ψύχρα και με συνοπτικές διαδικασίας. Το στεγνά δεν υπονοεί ντε και καλά «χωρίς αντάλλαγμα», κάθε άλλο.

Σημείο των ρουφιάνικων καιρών που διανύουμε.

- Όποιος ρουφιανέψει έναν φοροφυγά θα έχει φοροαπαλλαγή 3.000 ευρώ. Το κράτος μας κάνει και επίσημα ρουφιάνους και μάλιστα θα μας τιμήσει αν δώσουμε στεγνά κάποιον.
(εδώ)

- Ο Ανδρέας Παπανδρέου έδωσε στεγνά τον Κορνήλιο Καστοριάδη και άλλους συντρόφους του στον Μανιαδάκη.
(Αστικός μύθος ή πραγματικότητα;)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «μου» χρησιμοποιείται δόκιμα ως κτητική αντωνυμία συμπάθειας.

Στη (δια)λεκτική όμως πάλη σλανγκικών και μη φιλοφρονήσεων, χρησιμοποιείται δίκην προγαμιαίου σάλιου: συμβολικά, κάνουμε κάποιον δικό μας πριν τον κάνουμε δικό μας.

Ανήκει στο οπλοστάσιο πολλών ευπροσήγορων φυλών (βέλτσοι, νυφίτσες, κυρα-περμαθούλες, κ.α.) με σκοπό το με-το-γάντι άδειασμα των συνομιλητών τους.

Ασίστ: ο johnblack μου.

- Εσύ αγορίνα μου αυτό κατάλαβες; Εγώ απλά ανοίγω μια κτγμ ενδιαφέρουσα συζήτηση, δεν αντιπαρατίθεμαι σε κανέναν. Κι αν έχεις άγνωστες λέξεις, λυπάμαι αλλά δεν προτίθεμαι να αλλάξω το στυλ μου γι' αυτό. Καλές γιορτές!
(εδώ)

- Eυχαριστώ πολύ καλέ μου φίλε. Σου εύχομαι ολόψυχα καλές γιορτές και ευτυχισμένος ο νέος χρόνος...
(προς μπαγαποντοδότη, εκεί)

- Καλέ μου βράστα, η ευρηματικότητά σου, οι συνειρμοί που κάνεις και η ικανότητά σου στα λογοπαίγνια είναι πράγματι απιστεύτου [...] Αλλά ως εκεί.
(παραπέρα)

- Το μόνο που έχω να πω είναι το εξής - γαμιά μου, εσύ!!!
(ΡΤΠ calling Νούλης, εδώ)

Λαβ ιζ ιν δη ερ! (από Vrastaman, 04/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified