Μισό του μισού της εξής μαντινάδας:

Στη σηκωμένη τ’ αλλουνού ποτέ να μην καθίζεις
γιατί μαθαίνει ο κώλος σου και δε ξεσυνηθίζεις.

Λέγεται στην Κρήτη προς όσους έχουν το κακό χούι να εκμεταλλεύονται την σύντομη απουσία σου για να κάτσουν στην καρέκλα σου ή στην καλή θέση που έχεις προλάβει σε μέρη και περιστάσεις όπου οι καρέκλες ή οι καλές θέσεις σπανίζουν.

Ρε Μάνο, βολευτήκαμε βλέπω δίπλα στο παράθυρο... έλα, έλα, όπως έκατσες, στη σηκωμένη τ' αλλουνού...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Είμαι στην πούδρα» ή «μ' έχουν στην πούδρα» σημαίνει ότι την έχω καταβρεί σε μια κατάσταση, είμαι άνετος, με περιποιούνται, απολαμβάνω δηλαδή ένα διαρκές μασάζ στα Γιάννενα . Χρησιμοποιείται τόσο για εργασίες χαμηλού συγκριτικά φόρτου εργασίας και γενικά για καβαντζωτικές καταστάσεις.

Πολύ συχνά λέγεται είτε:

α. πειρακτικά προς κάποιον που παραπονιέται κατά συρροή για καταστάσεις που αρκετοί άλλοι θα ζήλευαν

β. με ειρωνική/συμπονετική διάθεση προς κάποιον που βρίσκεται κατά συρροή σε καταστάσεις που κανένας δε θα ζήλευε.

Γενικά, τα πουδροειδή συνδέονται με την τρυφηλότητα, εξ ου και η φράση. Συν τα διάφορα εκλεκτά που έχουν σχέση με ουσίες.

  1. - Αααχ, τι να λέει, στο δυάρι στης μάνας μου από πάνω μένω, στου μπάρμπα μου δουλεύω τσεκαδόρος και βγάζω κανά 1000άρικο, συνεχίζω και τη μουσική και έχω διαβάσματα, άσ' τα άσ' τα...
    - Έλα, έλα, στην πούδρα είσαι και παραπονιέσαι!

  2. - Ε, τι να κάνω, μένω στης μάνας μου, στο ίδιο δωμάτιο με το αδερφάκι μου, δουλεύω αποθήκη στα Dia, πάω και φαντάρος σε ένα μήνα, το καλοκαίρι διακοπές γιοκ....
    - Κατάλαβα, στην πούδρα κι εσύ....

γνωστή πούδρα για ευαίσθητα κωλαράκια (από xalikoutis, 22/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Μαύρος Γάτος ήταν γνωστό μπαρ της πόλης των Χανίων στα late 80's που έκλεισε και ξεχάστηκε κάπου στα μέσα του '90. Συνέχισε όμως να ζει μέσα από δημοφιλείς στα λυκειόπαιδα ραδιοφωνικές φάρσες, οι παραγωγοί των οποίων έκαναν στον αέρα τηλεφωνικό μανικουλέ σε ανυποψιάστους φίλους ακροατών κατά παραγγελία των τελευταίων. Όταν άναβαν τα αίματα και άρχιζε το βρισίδι, οι παραγωγοί έκλειναν ραντεβού για «να τσι παίξουνε» στο Μαύρο Γάτο. Ο ακροατής μπριζωμένος έψαχνε να βρεί το μπαρ....

Έμεινε ως χαβαλεδιάρικη και εκτονωτική αποστροφή σε ψευτοτσαμπουκάδες μεταξύ φίλων, χρησιμοποιείται πού και πού ακόμη και τώρα από όσους ήταν έφηβοι στα 90's.

- Ωραία φίλε η αδερφή σου... δεν το 'ξερα πως έχεις αδερφή...
- Έχω αδερφή, αλλά δεν είναι για τα μούτρα σου...
- Τι παραξηγιέσαι μωρέ... στο Μαύρο Γάτο και φέρε και την παρέα σου...

(από Kiwibox, 16/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πουστράκι. Σχηματίζεται κατ' αναλογία προς το λεσβάκι -> σβάκι.

Στράκι κι αυτός. Σεμνός, ταπεινός και του αρέσουνε τα fishsticks...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εσείς το ξέρατε ότι η λέξη strobo-light προέρχεται από το κατασκευασμένο με ελληνικές πρώτες γλωσσικές ύλες stroboscope (αρχ. στρόβο(ς) + -scope = -σκόπιο), συσκευή φωτισμού που εκπέμπει βραχείας διάρκειας αναλαμπές ορισμένης συχνότητας; Τα strobo-lights χρησιμοποιούνται στην επιστημονική μελέτη της κίνησης (καθώς παράγουν το αντιληπτικό οπτικό φαινόμενο αργής κίνησης), αλλά και στα μπλε καρούμπαλα, το φωτισμό αεροπλάνων, και φυσικά...

...στα κλαμπψ, και τα λοιπά νυχτομάγαζα, ομού με άλλα εφέ (καπνούς, λέιζερ, βλακ λάιτς και παλαιότερα ντισκόμπαλες) προκειμένου να προκαλείται στους πελάτες sublime αίσθημα σοκ και πέους για το οποίο άλλωστε και πληρώνουν.

Όταν δούλευα (τον κόσμο) ως dj σε ροκάδικα (όχι ρΑκάδικα, ροκάδικα) στην Κρήτη είχε φέρει σε πάρτι ένα φιλαράκι ένα στρόμπο. Το είχα ξεσκίσει αυτό το υπερκίτς χαζό strobo. Τότε μια κοπελίτσα έρχεται και μου ζητάει ξανά και ξανά να το κλείσω το ρημάδι. Με ξενέρωνε, όσο μπορούσε βέβαια. Το αγαπούσα αυτό το strobo. Τελικά κάποιος μου είπε ότι η κοπέλα έχει επιληψία, και το στρόμπο μπορεί να της προκαλέσει κρίση.

Τα Ημισκούμπρια αγαπούσαν μάλλον τα στρόμπο, γι΄ αυτό και τα ονόμασαν χαϊδευτικά και αντιδανειακώς «στρομπόλια», κατά το θιαμπόλι, φαντάζομαι.

Σλανγκασίστ: Khan

Στίχος από Ημισκούμπρια απ' εδώ.

«Χορεύω Michael Jackson, με καμαρώνουν όλοι, και η άσπρη μου η κάλτσα φωσφορίζει στο στρομπόλι»

Σλανγκαρχιδιά: Δε νομίζω ότι με τα στρομπόλια φωσφορίζουν οι άσπρες κάλτσες, αυτό συμβαίνει με τα black lights, πρόκειται περί νοσταλγικού αναχρονισμού χάριν ρίμας και ποιητική αηδία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγγλισμοί που φανερώνουν απίστευτη φλωριά, καθώς συνήθως λέγονται με μπλαζέ φωνή από στρέι άτομα.

Είναι κατά λέξη μεταφράσεις των αγγλικών εκφράσεων «Ι am sorry about that» και «thanks for that».

Ανήκουν στην όχι και τόσο μακρά παράδοση που ανήκει και το «σε παίρνω πίσω» (call you back). Δεν είναι και πολύ slang και μη σώσουνε να γίνουνε, ανήκουν όμως σε μια ελεεινή μορφή καθομιλουμένης, γι' αυτό και καταγράφονται. Δεν ξέρω αν καταλάβατε ότι μου τη σπάνε αφάνταστα. Εμείς εδώ αγαπάμε τους Ελληνισμούς.

  1. - Ξέχασα να πω στο Θεμιστοκλή για Σάββατο...
    - Δεν πειράζ...
    - Λυπάμαι γι' αυτό...
    - Ε, καλά μην το παίρνεις κατάκαρδα...

  2. - Ευχαριστώ γι' αυτό...
    - Είσαι καλοδεχούμενος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηριστικός τρόπος εκφοράς του «συγγνώμη» με τονισμένο το ΓΓ, ή το ΓΚΝ τέλος πάντων. Λόγω των παραπάνω, το συΓΚ-ΚΝώμη προφέρεται εν τέλει ως δύο λέξεις, με μια στιγμιαία παύση μεταξύ «συγκ» και «κνώμη». Πιο εύκολα περιγράφεται ως το συγγνώμη και καλά λεχθέν από διανοητικά «καθυστερημένο» άτομο.

Χρησιμοποιείται:

α. όταν όντως έχουμε κάνει κάποια αγαρμποσύνη, ή όταν έχουμε πει πατάτα, και θέλουμε να ελαφρύνουμε την κατάσταση (αν ελαφρύνεται).

και πιο συχνά

β. όταν ο συνομιλητής μας θεωρεί ότι έχουμε κάνει τα παραπάνω, εμείς όμως όχι, και θέλουμε να γελοιοποιήσουμε το ζόρι που τραβάει με την κατάσταση. Δεν τρέχει και τίποτα δηλαδή. Αν αυτός επιμένει, είναι πιθανό να μας ενημερώσει ότι, όπως κι αν το προφέρεις, το συγγνώμη ισούται με μισό χέσιμο.

Φανερώνει σε κάθε περίπτωση κάποια δόση καφρίλας και - φευ! - ανωριμότητας....

[ευπρόσδεκτα media με εκφορά]

  1. Ρε συ, δε σου πα να μην κράζεις τις ανορεξικές μπροστά στη Μαρία, γιατί κι αυτή το 'χει ψιλοπεράσει...
    - Ώπα, δεν το ξερα... καλά συΓΚ-ΝΩΜΗ!

  2. Ρε μαλάκα, τράβα καζανάκι να πούμε.
    - ΣυγΚ-ΚΝώμη!
    - Τι συΓΚ-ΚΝώμη μωρέ, μας έχεσες καλά καλά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το να έχεις στην Κρήτη έναν ελαιώνα, ένα σπαρμένο (δημητριακά), ένα αμπέλι, ένα κοπάδι ή οτιδήποτε άλλο «συμισιακό» σημαίνει ότι, επειδή εσύ μένεις μακριά, έχεις ξεκουτιάνει, έχεις κληρονομήσει το χωράφι αλλά δεν έχεις ιδέα από αγροτικά ή δεν έχεις τρακτέρ, βαριέσαι ή έχεις την εισοδηματική πολυτέλεια να μην ασχοληθείς, εκχωρείς σε κάποιον άλλο μερικώς το δικαίωμα εκμετάλλευσής του, με άλλα λόγια, βάζει αυτός τη δουλειά με αντάλλαγμα ένα μεγάλο ή μικρό μέρος της σοδειάς (δεν είναι, δηλαδή, απαραίτητα μοίρασμα εξ ημισείας, για την ακρίβεια σχεδόν ποτέ δεν είναι, συνήθως ο «κεφαλαιούχος» έχει μεγαλύτερη μερίδα αλλά ο «εργάτης» μπορεί να κλέψει).

Αυτή η πολύ παλιά και διαδεδομένη ακόμα και σήμερα μορφή σύμβασης δεν είμαι σίγουρος ότι έχει αποκλειστικά ή κυρίως φεουδαλική προέλευση (ειδικά στην Κρήτη δύσκολο, λόγω περιορισμένων γενικά μεγεθών του κλήρου), και μάλλον προέρχεται από τις συμφωνίες μικροκαλλιεργητών, όπως φανερώνει και το όνομα των συμβαλλομένων: συζευτές (ή και ζυζευτές), αυτοί, δηλαδή, που συζευγνύουν, έχουν από κοινού ένα βόδι για το όργωμα (η συγκεκριμένη συμφωνία ονομαζόταν συζεψιά, αλλά ο όρος συζευτής επικράτησε για κάθε είδους συμισιακή συμφωνία, βλ. και το ριζίτικο:

[I]Φωνήν και κλάημαν άκουσα στ' Ορθούνι και στσι Λάκκους,
το Γιάνναρη σκοτώσανε, χαημός στο παλικάρι.
Δεν πάει μπλιο στον Ομαλό στα ρημοκούραδαν του
να βρει τσι συζευτάδες του, να ιδεί και τσι βοσκούς του,
να τωνε δείξει χειμαδιό και τόπους εδικούς του.[/I])

Στην Κρήτη ο όρος συμισιακά βρίσκει πλήθος μεταφορικές χρήσεις. Επειδή στη σχέση μεταξύ συζευτών εμφιλοχωρούσε πάντα η προσπάθεια ο ένας να κλέψει τον άλλο και κάθε είδους μανιαμουνιά στο μοίρασμα της γαιωπροσόδου, χρησιμοποιείται ο όρος για να σκωφθούν περιπτώσεις μοιράσματος κείνων που παραδοσιακά δεν πρέπει να κανείς να τα μοιράζεται: γυναίκα, αμάξι, μπιστόλι κλπ (βλ. και την παροιμία «συμισιακό σκουτέλι [μικρή γαβάθα για νερό, μέλι κλπ] σπάσιμο ή χύσιμο θέλει»).

Ετυμολογία: φαντάζομαι συν+ημισειακός.

- Μού 'πε η Κρίστι να πάμε το Σαββατοκύριακο στο χωριό μου, θέλει λέει να το δει....
- Ίντα διάολο, συμισιακή θα την έχομε;
- Ντα δεν έχετε χωρίσει μωρέ;
- Κατέω 'γω; Απροχθές, πάντως, π' επήγα να πάρω τσι πετσέτες μου από το σπίτι τζη τα ξαναφιάξαμε τρεις-τέσσερις φορές εκειά στο ντιβάνι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλο ένα από τα πολλά και μπανεύκολα λογοπαίγνια για τους οπαδούς του ΣΥΡΙΖΑ. Προκύπτει από σύμφυρση: ΣΥΡΙΖΑ + χαζοχαρούμενος.

Ο όρος περιγράφει τη στάση των Συριζαίων οι οποίοι προβάλλουν προς τα έξω (ή μήπως εκβάλλουν προς τα μέσα) μια συγκρατημένη ή ασυγκράτηση χαρά ή ανεμελιά για το κατόρθωμα του κόμματος να γίνει κυβέρνηση, η οποία στάση, βέβαια δεν εκδηλώνεται μόνο ως συναίσθημα ευδίας (ωραία λέξη) αλλά ως ένας ολόκληρος συριζοχαρούμενος τρόπος ζωής, μια συριζίλα που περιλαμβάνει όχι μόνον ή όχι τόσο την υπεράσπιση του κόμματος περ σε, όσο τη μετοχή σε ένα είδος συριζαϊκής εξωστρέφειας-"κοινωνικότητας" , απαρτιζόμενο από δικτυώσεις, φεστιβάλ, γιορτές, εκθέσεις, καμπάνιες, συναυλίες, βιβλία, και αριστεροντροπαλούτσικη λατρεία προς πολιτικούς, καλλιτέχνες, διανοητές, σπόουξπερσονς και άλλα τέτοια του διαμορφούμενου ΣΥΡΙΖΑϊκού στερεώματος.

Ως μειωτικός χαρακτηρισμός, ενέχει την καταγγελία αυτής της χαρούμενης ανεμελιάς ως προϊόν

  • είτε α) κομματοσκυλέ υποκρισίας (δείχνουμε χαρούμενοι για να υπερασπιζόμαστε την κυβέρνηση και είμαστε χαρούμενοι επειδή ελπίζουμε να ψιλο-χοντροβολευτούμε)
  • είτε β) κομματοσκυλέ βλακείας (είμαστε χαρούμενοι επειδή δεν έχουμε ψυλλιαστεί ότι την έχουμε πατήσει/ θα την πατήσουμε)
  • είτε γ) κάτι ανάμεσα στα δυο παραπάνω, άκα το χαζοχαρούμενο παγωμένο χαμόγελο εν μέσω ρευστής πολιτικής κατάστασης
  • ενώ πάντα παίζει και ο παράγων ροζουλί φλωριάς με εκλεκτικές συγγένειες προς τον λάιτ και ανώδυνο χιπισμό.

Αν ο Σαμαράς έστελνε επιστολή όπως τώρα ο Αλέξης και διαβεβαίωνε πως ΚΑΙ το χρέος θα πληρώσουμε ΚΑΙ μονομερείς ενέργειες δε θα κάνουμε ΚΑΙ όλες τις μεταρρυθμίσεις θα εφαρμόσουμε ΚΑΙ φιλοευρωπαϊκά-καλά παιδιά θα είμαστε,εσείς οι σημερινοί συριζοχαρούμενοι δε θα τη χρακτηρίζατε ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΥΠΟΤΕΛΕΙΑΣ; Τώρα είστε βαθύτατα συγκινημένοι; πηγή

Η τελευταια κατηγορια αποτελειται απο ολα τα σκληροπυρηνικα κομματια που το μπαχαλο και το ''τσακιστε τους'' αποτελεσε ουσιαστικα ψησιμο στην επαναστατικη πρακτικη. Αυτη η κατηγορια βεβαια εχει μικρυνει πολυ καθως πολλοι αποδειχτηκαν συριζοχαρουμενοι και καταληγει να την βριζουν ολοι, μα ολοι ομως σαν ομαδα ατομων και πρακτικης. πηγή

Οσο παει ξεκαθαριζει για μια ακομη φορα η επιλογη ψηφου .Απο την μια πλευρα οι κρατικοδιαιτοι συριζοχαρουμενοι τεμπελχαναδες που περιμενουν με ετοιμη την κουταλα για την χυτρα με το φαι και απο την αλλη οι εργατες τεχνης και γνωσης που προσπαθουν για την προοδο και την προσωπικη & οικογενειακη τους επιτυχια γεμιζοντες την χυτρα με το φαι . πηγή

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΠΛΟΥΤΟ....!!!!! ΣΤΗ ΓΕΝΙΑ ΤΩΝ ΕΠΤΑΚΟΣΙΩΝ....!!!!!. ΔΗΛΑΔΗ ΚΑΘΑΡΑ ΠΟΣΟ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ?????ΚΑΙ ΑΝ ΑΚΟΜΑ ΔΟΘΟΥΝ ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ ΘΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΝΑ ΒΗΜΑ ΠΡΙΝ ΤΟ ΚΑΤΩΤΑΤΟ ΤΩΝ ΕΞΙ ΧΙΛΙΑΔΩΝ.....ΤΙ ΑΛΛΟ ΝΑ ΘΕΛΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΣΤΟΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ ΘΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΣΥΡΙΖΟΧΑΡΟΥΜΕΝΟΙ.....????? πηγή

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Φράση με την οποία ο έχων μια α ηλικία νηφάλιος αρσενικός, επιχειρεί να αποφύγει το ποινικά κολάσιμο περαιτέρω με ξετσουλιάζοντα θήλεα πολύ νέας κοπής. Είναι γεγονός ότι οι Ελληνίδες σήμερα ωριμάζουν σεξουαλικά αρκετά νωρίς και μερικές φορές είναι σημαντικό να το συνειδητοποιείς επίσης αρκετά νωρίς.

  2. Φράση με την οποία περιγράφεται η σχετική κατάσταση ερωτικής συνάφειας.

Έχει κάποια σχέση ύφους με το κοπελιές το νου σας και πιείτε το νουνού σας.

  1. (κάπου, σχεδόν οπουδήποτε, μετά από κάποια ώρα)
    Λίλα: Εσείς, ας πούμε, δε θα με χαλούσατε χιιχιχιιιχαχαχιχιιι!
    Ο έχων μια α ηλικία νηφάλιος αρσενικός: Πώς το είπες αυτό Λίλα;
    Λίλα: Λέω, δε θα με χαλούσατε!!! Ε, θα μας χαλούσε;
    Μπιάνκα: Χιιχιχιιιχαχαχιχιιι, γιατί να μας χαλούσε; Ο έχων μια α ηλικία νηφάλιος αρσενικός: Κορίτσια, χωρίς παρεξήγηση, σφηνάκι και ύπνο...

  2. — Συνειδητοποιώ, που λες, ότι για να ξέρουν την ξαδερφούλα μου από το σχολείο πρέπει να είναι το πολύ 15+, και αρχίζω να καλλιεργώ ομαλά αλλά και αταλάντευτα κλίμα σφηνάκι και ύπνο...
    — Θυμάσαι κι εκείνη τη μπλακμεταλού στο χωριό που θα πήγαινε Β' γυμνασίου; Ευτυχώς που μας το ξεφούρνισε η μικρή πατσόλα η περιπτερού.

(από Vrastaman, 06/06/10)B - 52 (από perkins, 06/06/10)Στο 3:58. (από patsis, 10/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified