Το μεγάλο διαδικτυακό κατόρθωμα.

Προς γραμματέα:
Βρε Κική, μπορείς να μου κάνεις μια ματριξιά; Θέλω σε μισή ώρα να έχω για το ταξίδι μου στην Ιταλία μέσω Ίντερνετ εισιτήρια πήγαινε-έλα, ξενοδοχείο για Μαδρίτη, Βαρκελώνη και Βαλένθια, και αυτοκίνητο. Μπορείς;

(από Khan, 07/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασικό υπονοούμενο για το σεξ. Προφανώς, επειδή η γυμναστική άσκηση push ups μοιάζει λίγο επικίνδυνα με την σεξουαλική πράξη.

Η έκφραση έγινε ακόμη δημοφιλέστερη με το τραγούδι Πωλίνας και Χρήστου Δάντη, που έμεινε ορόσημο για μια εποχή. Και «πούσταπς» στην εναλλακτική εκδοχή.

Να κάνουμε πους απς, να κάνουμε πους απς,
να δεις τι πα' να πει γυμναστική,
να κάνουμε πους απς, να κάνουμε πους απς,
να κάνουμε και τέλειο κορμί.

Αθάνατο! (από Lafkadio, 23/01/09)

Δες επίσης ενόργανη γυμναστική και ασκήσεις εδάφους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε για πολύ κουλ άτομο, που είναι πολύ συμπαθητικός και καλός για παρέα, κατά την γενική έννοια του «και γαμώ» που σημαίνει «και ο πρώτος».

Ειρωνικά χρησιμοποιείται και στην κυριολεκτική του σημασία για τον παιδεραστή.

Στη φυλακή έχουν να το λένε ότι ο Ντιτρού ήταν και γαμώ τα παιδιά!

(από Khan, 12/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γράφω έναν σούπερ ντούπερ ορισμό στο slang.gr και γι' αυτό παίρνω όλους τους αστερίες του ντουνιά από τους άλλους σλανγκιστές.

-Άστραψες! Εύγε, μπράβο ρε! Λωλ και καραλώλ, και ξαναμανακαραλώλ! Όλοι οι γαλαξίες του ντουνιά για πάρτη σου άρχοντά μου! Ο Γαλαξίας της Ανδρομέδας δικός σου και του Κενταύρου κι αυτός δικός σου!!!

(Παραλήρημα σπεκουλαδόρου που εννοεί: «Θυμήσου να βάλεις και σε μένα το δεκάρι, στον επόμενο ορισμό μου»).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό αρκτικόλεξο SOS και την εμφατική κατάληξη -αρα, η σοσάρα είναι το πάρα πολύ σημαντικό. Συνήθως λέγεται για θέματα, που είναι πιθανό να πέσουν σε εξετάσεις.

Υπερθετικός: σούπερ-σοσάρα, καρασοσάρα.

-Από την ΔΑΠ και την ΠΑΣΠ περιμένεις ρε καημένε να σου πουν τις σοσάρες των εξετάσεων; Αφού το έχουν μυριστεί οι καθηγητές τι παίζει και βάζουν τα αντίθετα από τις σοσάρες που υποδεικνύουν οι παρατάξεις.
-Ναι, αλλά μερικές φορές βαριούνται και βάζουν κάθε χρόνο τα ίδια.

βλ. και αντισός, σος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ηχομιμητική λέξη από τον ήχο του γέλιου. Είναι επιφώνημα και εκφράζει μειωτική, επιτιμητική, ειρωνική, περιπαικτική, γενικά αρνητική στάση του ομιλητή έναντι αυτού προς τον οποίο απευθύνει τον λόγο. Επέτεινε την χρήση του ο Μάρκος Σεφερλής.

Αχαχούχα! Πώς είναι έτσι ντυμένη σαν τσόλι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή του γνωστού τραγουδιού, λέγεται για τις μικροσκοπικές κάμερες, δύο επί τρία εκατοστά, εννοείται, που μας παρακολουθούν παντού.

- Καλά, από πού ξέρουν ότι έτρεχα με 180 χλμ στην Εθνική;
- Καμερούλα μια σταλιά, δύο επί τρία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κοίλο μέρος του ναργιλέ ή του τσιμπουκιού (με την πρωταρχική έννοια, αμάν πάλι στο πονηρό πήγε το μυαλό σας!), όπου τοποθετούνται ο καπνός και τα κάρβουνα. Επίσης, η σύριγγα με την οποία καπνίζεται το όπιο και το χασίς. Είναι τουρκική λέξη.

-Όταν γκαπνίζει ο λουλάς, εσύ δεν πρέπει να μιλάς, κοίταξε τριγύρω οι μάγκες, κάνουν όλοι, κάνουν τουμπεκί.

Άρτσι μπούρτσι και λουλάς.

Got a better definition? Add it!

Published

Ένας εύσχημος τρόπος να υπαινιχθείς, ότι κάποιος είναι μαλάκας, ιδίως σε γραπτό και επίσημο λόγο.

-Ο κύριος Τοσοδούτσικος είναι ένας βλάκας με κεφαλαίο...
-Βήτα;
-Όχι, μι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολύ γηραιός πολιτικός που εξακολουθεί να δεσπόζει στο πολιτικό προσκήνιο.

Ο όρος ήταν πολύ της μοδός στα πρώιμα '90ς, που κυριαρχούσαν οι τρεις υπερεβδομηκοντούτεις Καραμανλής, Παπανδρέου, Μητσοτάκης, με τον τελευταίο να τους θάβει όλους τους (μας).

Σήμερα, κυριαρχούν ανιψιός, γιος και κόρη. Δεν ξέρεις τι είναι χειρότερο!

Είναι καιρός να αποσυρθούν οι δεινόσαυροι και να έρθουν στην εξουσία οι σαραντάρηδες.

(από GATZMAN, 20/09/09)(από Khan, 15/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified