Μπορεί να εννοούμε και το «κάτω κεφάλι», οπότε πρόκειται για τον εραστή με μεγάλα προσόντα. Αυτόν που την έχει αλογίσια, γαϊδουρίσια κ.ο.κ.
Μεγάλο κεφάλι ο Γκουσγκούνης! Αυτός κι ο Αϊνστάιν ήταν τα δύο μεγάλα κεφάλια του αιώνα!
Μπορεί να εννοούμε και το «κάτω κεφάλι», οπότε πρόκειται για τον εραστή με μεγάλα προσόντα. Αυτόν που την έχει αλογίσια, γαϊδουρίσια κ.ο.κ.
Μεγάλο κεφάλι ο Γκουσγκούνης! Αυτός κι ο Αϊνστάιν ήταν τα δύο μεγάλα κεφάλια του αιώνα!
Got a better definition? Add it!
Μια εξαιρετικά φορτισμένη σλανγκικώς έκφραση. Οι παραδοσιακές της σημασίες είναι: 1. Παίρνω το κεφάλι κάποιου με τα λόγια, την φλυαρία μου, του γίνομαι ανυπόφορος. 2. Αποκεφαλίζω. 3. Διώχνω κάποιον από την θέση που κατέχει. 4. Αποκτώ προβάδισμα με «βραχεία κεφαλή», όπως λέμε, ή «παίρνω το πάνω χέρι».
Θα επιμείνω όμως σε μια νεοφανή πέμπτη σημασία που έχει και το κυρίως σλανγκικό ενδιαφέρον:
Μένιος: Άσε ρε Γιώργο, τι έχω πάθει!
Γιώργος: Τι είναι; Πες μου τα σώβρακά σου!
Μ.: Το μουνί της Λάουρας! Είναι ξινό!
Γ.: Έλα ρε συ! Σε ξινομούνα έπεσες; Και δεν της φαινόταν!
Μ.: Αλλά τι να κάνω που είναι φοβερή τσιμπουκλόβια! Η καλύτερη στα πέριξ!
Γ.: Τόσο το καλύτερο! Πού είναι το πρόβλημα;
Μ.: Μου έχει γυρίσει τσιμπούμεραγκ! Γιατί απαιτεί απόλυτη αμοιβαιότητα σ' αυτά τα θέματα. «Παίρνεις κεφάλι, δίνεις κεφάλι», είναι το θέσφατό της. Τό 'πε λέει κι η Carrie στο Sex & the City!
Γ. Ρε την καριόλα, τι μας έκανε! Απ' όταν βγήκε αυτή η σειρά δεν μπορεί η κεφαλή του σπιτιού να πάρει κεφάλι!
Μ. Τι σου φταίει η καριόλα; Ας είχα εγώ την Λίλιαν και να δεις για πότε θα ανταπέδιδα!
Got a better definition? Add it!
Καρριόλα με δύο -ρο είναι η φανατική θαυμάστρια της Carrie Bradshaw και φανατική θεατής της σειράς Sex & the City. Είναι το κοριτσάκι που έχει ταυτιστεί με το ίνδαλμά του τόσο πολύ, που την έχει δει Carrie, και νομίζει ότι ο γκόμενός της έχει την περιουσία του Mr Big, για να της αγοράζει υποδήματα Manolo Blahnik των πεντακοσίων Ευρώ τουλάχιστον, σε κάθε ευκαιρία. Και γενικότερα το κοριτσάκι που το παίζει σεξουαλικός κυνηγός, και της αρέσει να διηγείται τις εμπειρίες από τα θηράματά της κ.ο.κ.
Υπάρχουν πολλές καρριόλες. Είναι και σαραντάρες στο ράφι, που την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενες, βγαίνουν σε παρέες τεσσάρων γυναικών (από «Χρυσό Κουφέτο»), για να μοιάζουν με την σειρά. Είναι και δεκαεφτάρικα πιπίνια, -καρριολίτσες που προσπαθούν να γίνουν Κάρι πριν την ώρα τους. Μερικές είναι καλές και αξίζει να ενθουσιαστείς μαζί τους, (get carrie-d away το αγγλικό pun), μερικές είναι πικάντικες σαν ινδικό κάρι, ενώ άλλες καρριόλες είναι απλώς καριόλες με ένα ρο, με τον γνωστό ορισμό: «σε αντίθεση με την πουτάνα που πάει με όλους, η καριόλα είναι αυτή που πάει με όλους εκτός από σένα». Αν σας τύχει καρριόλα, που δεν σας πολυενδιαφέρει, μπορείτε να γυρίσετε την καρριολιά εναντίον της, δηλαδή να την φτύνετε όποτε θέλετε, ή και να της φοράτε περικοκλάδες, και να δικαιολογείστε με το σκεπτικό ότι αυτά έκανε κι ο Μπιγκ στην Κάρρι, και τελικά σε καλό της βγήκαν!...
Μένιος: Η Λάουρα έχει γίνει πολύ καρριόλα τώρα τελευταία! Παίρνει την Λίλιαν, την Μόνικα και την Μπάρμπαρα, και βγαίνουν πάντα οι τέσσερεις τους!
Γιώργος: Κι εσύ τι κάνεις;
Μ.: Θέλω να την συνοδεύσω, για να έχω κι ευκαιρία να δω την Λίλιαν, αλλά η καρριόλα μου το απαγορεύει αυστηρά. Θέλει να είναι μόνο γυναικοπαρέα για να συζητούν για τις κατακτήσεις τους, λέει...
Γ.: Ρε τις καρριολίτσες!
Got a better definition? Add it!
Λέγεται για κάποιον που έχει μεγάλα προσόντα, που είναι κατάσταση ΙΝΤΕΡΑΡΑΠΙΚΑΝ, που είναι Γκουσγκούνης ή Peter North, αν δεν έχετε καταλάβει ακόμα, να το πω πιο παραστατικά, που έχει μια πούτσα Νάα μετά συγχωρήσεως.
Συνώνυμο: Την έχει γαϊδουρίσια.
Λέγεται ότι με την πρόοδο της Βιοτεχνολογίας, στις επόμενες δεκαετίες θα είναι δυνατή η πρόσληψη γονιδίων από άλλα ζώα, κι έτσι αυτό το έως τώρα χιμαιρικό όνειρο πολλών (και των τριών φύλων) θα γίνει πραγματικότητα.
Βάγγελας: Κι εκεί που ήταν να παίξω εντός έδρας με την Λίλιαν, βλέπει αυτή τον μπαργαλάτσο μου και μου δείχνει οφσάιντ.
«Βάγγελα, μου λέει, δεν γίνεται! Την έχεις αλογίσια! Θα πονέσει».
Περικλής: Δεν θέλω να σε απογοητεύσω, αλλά τα ίδια έχει πει και σε μένα. Αλογίσια και πρασιν' άλογα! Παλιό το κόλπο!
Got a better definition? Add it!
Συνώνυμο του: την έχει αλογίσια.
Λέγεται γι' αυτόν που λόγω μεγέθους κυρίως μπορεί άμα λάχει και να γαμήσει γαϊδάρα στον ανήφορο, και άμα λάχει και να την γκαστρώσει κιόλας. (Για το τελευταίο μόνο υπάρχουν μερικές αμφιβολίες, αλλά χέστηκε η φοράδα Σταλλόνε).
Λέγεται ότι με την πρόοδο της Βιοτεχνολογίας, στις επόμενες δεκαετίες θα είναι δυνατή η πρόσληψη γονιδίων από άλλα ζώα, κι έτσι αυτό το έως τώρα χιμαιρικό όνειρο πολλών (και των τριών φύλων) θα γίνει πραγματικότητα.
Βάγγελας: Κι εκεί που η Λίλιαν διάβαζε ένα βιβλίο, ξέρεις από αυτά τα φθηνά, πήγε να πνιγεί η άμοιρη!
«Αμάν ρε Βάγγελα, μου λέει, την έχεις γαϊδουρίσια».
Μένιος: Και τι απέγινε;
Βάγγελας: Δε λέω, είναι μελετηρό κορίτσι, αλλά ήταν μια κατάσταση ήτανε στραβό το κλήμα, τό 'φαγε κι ο γάιδαρος!
Got a better definition? Add it!
Σύμφωνα με το Λεξικό Μπαμπινιώτη είναι «παθολογική υπέρμετρη πάχυνση του δέρματος [...] που έχει ως αποτέλεσμα την παραμόρφωση των περιφερειακών τμημάτων του σώματος, κάτω και άνω άκρων κ.τ.λ.». Για να κάνω μια σλανγκική επεξήγηση (τροπή) της έκφρασης είναι αυτό που λέμε κοινώς «την έχει σαν ελέφαντα».
Παρόλο που ακούγεται ιδανικό, δημιουργεί προβλήματα και στον πάσχοντα και στην/ον σύντροφό του. Στην/ον δεύτερη/ο γιατί είναι σαν να της/του έβαλε δάχτυλο ελέφαντας. Και στον πάσχοντα, γιατί ... άντε μετά να αποδείξει ότι δεν είναι ελέφαντας. Λύσεις πάντως υπάρχουν κατά το ανέκδοτο:
«-Πώς χωράνε τέσσερεις ελέφαντες σ' ένα Φολκσβάγκεν; (όχι απαραίτητα φολκσβάγκεν κλούβα).
-Δύο μπρος, και δύο πίσω».
Άλλωστε, όπως λέει και το γνωμικό, «με σάλιο και υπομονή γαμεί ο ελέφαντας το μυρμήγκι».
Υποκοριστικό: την έχει αλογίσια, την έχει γαϊδουρίσια.
Μένιος: Τι έγινε Βάγγελα; Γιατί είσαι έτσι κατσουφιασμένος; Πες μου τα σώβρακά σου!
Βάγγελας: Άστα να πάνε! Γυρίζω απ' το γιατρό. Δύο αρρώστιες μου βρήκε ο πούστης!
Μ.: Είναι τίποτα σοβαρό;
Β.: Εμ, δεν είναι; Πριαπισμός και ελεφαντίαση μου είπε, 2 σε 1!
Μ.: Έλα ρε Βάγγελα, και σε πήρα στα σοβαρά!...
Β.: Μην το γελάς καθόλου, είναι θανατηφόρες! Η πρώτη για τον πάσχοντα, η δεύτερη για την σύντροφό του!
Μ.: Ε, τότε πάσαρε την Λίλιαν και σε κανέναν άλλο για πιο νορμάλ καταστάσεις.
Got a better definition? Add it!
«Επαναστατική» παραλλαγή του γνωστού παιδικού τραγουδιού. Την τραγουδούσε ως «επαναστατικό άσμα Νάμπερ Του» ο θρυλικός Μιχάλης Κλεάνθης στην «Απανεμιά» στην Πλάκα, κι από τότε η έκφραση έχει διακτινιστεί σε μεγάλο μέρος της Ελλάδας (εκτός αν είναι παλιότερο standing joke και το αγνοώ).
Για να έχετε το πλήρες εφέ της έκφρασης, πρέπει να τραγουδήσετε όλα τα λόγια του τραγουδιού, που παραθέτω πιο κάτω, αν και κανονικά θα έπρεπε να το θυμάστε απ' έξω!
Γενικά, το λέμε όταν κάποιος ασελγεί πάνω στις πιο ευαίσθητες νοσταλγίες μας, στην παιδική ηλικία που δεν διήρκεσε ποτέ όσο θα θέλαμε, στην άνοιξη που έρχεται μεν, αλλά με πουτσόκρυο και με άλλα δυσοίωνα. Είναι πράγματι κρίμας, σύντροφοι, πάνω που λιώνει το χιόνι, εσύ να τρως το (πι)πόνι, κατά τον καημό του Αθανασίου Διάκου «για δες καιρό που διάλεξε ο Χάρος να με πάρει, τώρα που ανθίζουν τα κλαριά και βγάζει η γης χορτάρι»!
Είναι πράγματι σκληρό να σου στερούνε την άνοιξη με οικονομικές κρίσεις, εξοστρακισμούς,συνωστισμούς, παράπλευρες απώλειες!
Trivia: To «επαναστατικό άσμα Νάμπερ Ουάν» ήταν το:
«Πήρες την καρδιά μου, πήρες το μυαλό μου,
πάρε να φοράς και το σώβρακό μου,
πώς να το φοράς, εγώ θα σου το δείξκσω,
το κίτρινο πάει μπροστά και το καφέ από πί(κ)σω»
(αλλιώς: «Το σώβρακο το σκατουλί, μια φορούσα εγώ, και μια εσύ!»)
-Τι ωραία! Ήρθε η άνοιξη ξανά! Άλλαξε και η ώρα! Παντού νιώθεις αυτές τις μυρωδιές της άνοιξης!
-Μικρό μου πόνι, ποιος μας τον χώνει;, όμως με τέτοια οικονομική κρίση!
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΜΕ ΑΣΜΑΤΑ
Μικρό μου πόνι, μικρό μου πόνι,
ήρθ' η άνοιξη ξανά,
μικρό μου πόνι, μικρό μου πόνι,
γλύκαναν τα δειλινά,
πάει το χιόνι, πάει το χιόνι,
λιώνει στα βουνά!
Μικρό μου πόνι, ποιος μας τον χώνει;
Άνοιξη ήρθε ξανά!...
(Δεύτερη στροφή):
μικρό μου πόνι, μικρό μου πόνι,
τώρα γέλα όσο θες,
μικρό μου πόνι, μικρό μου πόνι,
ο χειμώνας ήταν χτες,
λιώνει το χιόνι, λιώνει το χιόνι,
πάνω στα βουνά!
Μικρό μου πόνι, ποιος μας τον χώνει;
Άνοιξη ήρθε ξανά!
Μικρό μου ΠΟΝΙ
ο κόσμος τελειώνει
είμαστε πρώτοι
μα τρέχουμε μόνοι
μοιραία μπάρμπι
χοντρή με ρυτίδες
βλέπεις ειδήσεις
μα φοράς παρωπίδες
Παιχνίδια στη μάχη
κι ο Τζι-Αι-Τζο μου
κοιτά πληγωμένος
τον κόλπο του τρόμου
του λείπει ένα πόδι
του λείπει μια ιδέα
του λείπει η ψυχή του
μα έχει παρέα
μα έχει παρέα
μα έχει παρέα
Μικρά στρουμφάκια
με αρβύλες και κράνη
και τη Χιονάτη
βιάζουν οι νάνοι
Η κάντι κάντι
διακινεί ηρωίνη
για τον βαρόνο
αστυνόμο Σαΐνη
Παιχνίδια στη μάχη
κι ο Τζι-Αι-Τζο μου
κοιτά πληγωμένος
τον κόλπο του τρόμου
του λείπει ένα πόδι
του λείπει μια ιδέα
του λείπει η ψυχή του
μα έχει παρέα
μα έχει παρέα
μα έχει παρέα
Το έτος 2086 τα Playmobil εισέβαλαν στην ειρηνική LEGOLAND,
για να εκμεταλλευτούν το πλούσιο σε πλαστικό υπέδαφος της.
Στην διάρκεια της κατοχής σκοτώθηκαν 1.200 στρατιώτες Playmobil και 190.000 LEGO
Μοναδικός επαναστάτης, ο μεγάλος Καπαμαρού από την Ασία,
κατάφερε να μαζέψει στρατό από παιχνίδια που διαφωνούσαν.
Ανάμεσα τους αποστασιοποιημένα στρουμφ,
ο Δρακουμέλ, τα αρκουδάκια της αγάπης, ο Γκάρφιλντ, ο Σνούπυ και τα χελονονιτζάκια,
τo Muppet Show, ο Γκας από το Toy Story, ο Αλλαντίν, ο Σίμπα,
ο Κεν-κεν, ο Superman, και άλλοι ξεχασμένοι ήρωες.
Στην τελευταία μάχη του κόλπου έπεσαν και οι τελευταίοι.
Στη μνήμη τους.
Παιχνίδια στη μάχη
κι ο Τζι-Αι-Τζο μου
κοιτά πληγωμένος
τον κόλπο του τρόμου
του λείπει ένα πόδι
του λείπει μια ιδέα
του λείπει η ψυχή του
μα έχει παρέα
μα έχει παρέα
μα έχει παρέα
τον θάνατο
Got a better definition? Add it!
Τεχνικός όρος των στριπτητζόφιλων για την στρηπτιτζού/λικνιτζού, που δεν σερβίρει φραπέ μεταξύ των υπηρεσιών της, και για τον λόγο αυτό καθίσταται persona non grata (ανεπιθύμητο πρόσωπο).
Συνώνυμα: ντεκαφεϊνέ, ντικάφ, decaf/ ντεφραπεϊνέ, ντιφραπ, defrap
Αντώνυμα: φραπεδιάρα.
Trivia: Ένα ευαγές ίδρυμα έχει στο μενού του τόσα διαφορετικά είδη φραπέ, όσες και οι φραπεδιάρες στρηπτιτζούδες. Γιατί, κατά βάθος, κάθε φραπέ είναι διαφορετικό, έχει διαφορετικές αναλογίες, ρυθμό, βγάζει διαφορετικό αίσθημα, μπορεί να έχει διαφορετική έκβαση, κατάληξη, απρόοπτα...
Οι ονομασίες των φραπέ σχηματίζονται από το όνομα της στρηπτιτζούς συν την κατάληξη -τσίνο. Έτσι υπάρχουν λ.χ. τα:
Τζεσικοτσίνο, Μαρινοτσίνο, Λιλιαντσίνο, Λαουροτσίνο, Κατριντσίνο, Εμανουελλτσίνο, Σαντροτσίνο κ.ο.κ.
-Η Τζέσικα κάνει φραπεδούμπα;
-Όχι ρε! Είναι η persona non frappa του ευαγούς ιδρύματος, ακόμη να το μάθεις;
Got a better definition? Add it!
Στην διάλεκτο των μπουρδελιάρηδων είναι ο στριπτητζόφιλος που ενδιαφέρεται μόνο για την υπηρεσία του φραπέ και αναδεικνύεται σε μάστορα του να ξέρει να δέχεται την ανάλογη υπηρεσία των φραπεδιάρων κορασίδων.
Συνώνυμα: Master Frappadar
Πρέπει να το παραδεχτούμε, ο Βασίλης είναι ο φραπεδοκράτωρ, ο Master Frappadar του σάιτ!
(από το bourdela.com, παραφρασμένο)
Got a better definition? Add it!
Στην διάλεκτο των μπουρδελιάρηδων έτσι ονομάζονται οι κορασίδες ενός ευαγούς ιδρύματος, που αποτελούν σωστό Σίλικον Βάλεϋ. Αλλά επειδή πρόκειται για την πλειοψηφία των κορασίδων, οι ονομασίες συνήθως αποδίδονται σε αυτές, που κάνει πιο πολύ μπαμ.
Υπάρχει η εξής διάκριση:
Η Σιλικονέλλα βγαίνει από ονόματα όπως Μπαρμπαρέλλα, Εμμανουέλλα κ.ο.κ. Δηλαδή πρόκειται για μια τριφασική μουνάρα με πολλά κυβικά, με μπαλκόνια κι εξώστες οικοδομηθέντες μεν αυθαιρέτως πλην συνάδοντες με την αγριάδα της νταρντάνας που πάντοτε ήταν. Με λίγα λόγια, η σιλικόνη και τα ξυλοπόδαρα είναι απλώς αυτό που έλειπε για να ολοκληρωθεί το εγγενές ύφος της. Είναι μια Αμαζόνα σαν την Ζίνα, (αν κι εδώ έχουμε σχήμα οξύμωρο, γιατί «μαζός» στα αρχαία σημαίνει στήθος κι οι Αμαζόνες ήταν αυτές που δεν είχαν στήθος, οι αβυζαλέες, γιατί το έκοβαν για να μπορούν να πολεμούν καλύτερα στην μάχη - αυτή είναι η θλιβερή αλήθεια που μας την αποκρύβουν «Αμαζόνες» σαν την Ζίνα).
Αντιθέτως, η Σιλικονίτα (κατά το Λολίτα, Ανίτα, Αμίτα) είναι η μινιόν κορασίς, το γλυκότροπο χαριτωμένο κοντοπούτανο. Νάνος, αλλά με κάτι βυζιά νάαααα, αν μου επιτρέπεται σλανγκικώς η παράφραση. Που όσο μπόι της λείπει το πήρε στην περιφέρεια στήθους, έστω κι αν χρειάστηκε να βάλει κι ο Φουστάνος λίγο το χεράκι του. Πάντως, η σιλικονάτη παρέμβαση της ταιριάζει, γιατί αναπληρώνει ως προσόν το ανύπαρκτο ύψος (μαζί με τα ξυλοπόδαρα).
Οι δύο σιλικονούχες ανταποκρίνονται σε διαφορετικά γούστα ή απλώς διαφορετικές στιγμές. Η Σιλικονέλλα είναι γι' αυτούς που αντέχουν και μπορεί τα βυζοσκάμπιλά της να είναι ολέθρια. Η Σιλικονίτα είναι πιο λυγερή, και μπορεί να συνδυάσει αυτήν την ευκινησία με ένα πολύ καλό bouncing των νεόδμητων όπλων της. Ε, να μην το κουράζω άλλο, τα υπόλοιπα τα φαντάζεστε...
(Εννοείται ότι τα παραπάνω μπορούν να ισχύσουν και για χαρακτηρισμούς εκτός των ευαγών ιδρυμάτων).
- Ήταν χθες στο [...] club η Ιζαμπέλλα η Σιλικονέλλα;
- Όχι, αλλά ήταν η Ανίτα η Σιλικονίτα !
(διάλογος απ' το πάλαι ποτέ διαλάμψαν bourdela.com)
Got a better definition? Add it!