Ευφημισμός για την putzfrau, που δραστηριοποιείται στο putzinstitut (πουτς ινστιτούτ).
Η Τζέσικα αποτελεί αξιολογοτάτη φερέλπιδα κορασίδα!
Ευφημισμός για την putzfrau, που δραστηριοποιείται στο putzinstitut (πουτς ινστιτούτ).
Η Τζέσικα αποτελεί αξιολογοτάτη φερέλπιδα κορασίδα!
Got a better definition? Add it!
Νεόδμητος όρος, περιγράφει το καινοφανές genre ταινιών, όπως το Brokeback Mountain, όπου ο καουμπόης αποδεικνύεται καουγκέης. Είναι, δηλαδή, το καουμπόικο με γκέι πρωταγωνιστές.
Ευρύτερα, δηλώνει κάθε ταινία, όπου: 1) Ένας γκέης επέχει τη θέση ενός ιδιαίτερα φορτισμένου συναισθηματικά ανδρικού συμβόλου ενός έθνους, κουλτούρας, πολιτισμού κτλ. Λ.χ. όταν έχουμε γκέι τσολιά, άλλως πουστανελά, γκέι που φυλάει Θερμοπύλες, γκέι Σκωτσέζο με γκάιντα, γκέι ταυρομάχο, γκέι σαμουράι κ.ο.κ.
2) Ένας υπερβολικά μάτσο άντρας που επέχει θέση με συμβολισμό για την εξουσία- φαλλοκρατία του, αποδεικνύεται ότι είναι γκέι, που είχε κάνει υπεραναναπλήρωση (overcompensation), για να μην διαφανούν οι ευαισθησίες του. Λ.χ. ταινίες με πράκτορες της γκεϊστάπο, με αδίστακτους μπάτσους, ή με φασίστες και νεοναζί που «την υψώνουνε την σβάστικα»...
3) Οποιαδήποτε ταινία είτε είναι όντως γκέι μανιφέστο, είτε θεωρείται ως παρόμοια πρόκληση από ομοφοβικούς ή Ελληνάρες, που ακόμη δεν λένε να καταλάβουν ότι οι αρχαίοι ημών πρόγονοι «την φοράγανε την περικεφαλαία»...
Αρετή των καουγκέϊκων: Συνδυάζουν το ρομάντσο με τις σκηνές δράσης κι έτσι απευθύνονται σε πολλά διαφορετικά γούστα!...
(Σημείωση: Στα καουγκέϊκα οφείλεται μια πληθώρα εκφράσεων γι' αυτούς που την τρίζουνε την όπισθεν: «τα βόσκουνε τα γελάδια», «το ορειβατούν το Brokeback», «την καπνίζουνε την πίπα (της ειρήνης)», «τον πυροβολούν τον Ινδιάνο», «το γυαλίζουν το σπηρούνι», «το πεταλώνουνε το άλογο», «το γεμίζουν το εξάσφαιρο» κ.ά. Και κατ' επέκταση: «τον ανακρίνουν τον αντιστασιακό», «τον χαιρετάνε τον Φύρερ», «τον προκαλούν τον ταύρο», «τις φυλάνε τις Θερμοπύλες», «τον λογχεύουνε τον Πέρση» και πολλές άλλες που έχουν αφήσει εποχή!)
- Τι ωραία που περάσαμε χτες! Μαζευτήκαμε όλη η παρέα, θα 'μασταν τέσσερα-πέντε ζευγαράκια, βάλαμε ένα καουγκέϊκο στο DVD. Ναι, πολύ ρομάντσο! Τα κορίτσια πλαντάξανε στο κλάμα! Ντάξει, κι εμείς δεν λέω, βολευτήκαμε με κάτι σκηνές δράσης που είχε με πιστολίδι, βέλη κι Ινδιάνους, ήπιαμε και τα μπυρόνια μας... Πότε θα το επαναλάβουμε;
- Την μια μας παρουσιάζουνε γκέι τον Λεωνίδα, την άλλη τον Μέγα Αλέξανδρο! Τι το περάσανε; Καουγκέϊκο τις Θερμοπύλες και τον Γρανικό; Σε λίγο θα μας πουν ότι ήταν γκέι κι ο Γανυμήδης!
Got a better definition? Add it!
Ο σαβουρογάμης. Προέρχεται από ανέκδοτο ξένων γλωσσών, ήτοι: -Πώς λέγεται ο Ιάπωνας σαβουρογάμης; -Ό,τι κάτσει. (Χα χα χα χα...). Αλλά κατέληξε να χρησιμοποιείται ευρύτερα.
Σχηματίζεται αναλογικά με το «κάτσει-δεν-κάτσει».
Συνώνυμα: σαβουρογαμόσαυρος, σαβούρης.
Ο ό,τι κάτσει είναι ένας τύπος, πώς είναι, ας πούμε ο Carembeu, πώς είναι ο Vincent Cassel... Ε, καμία σχέση!
Βλ. και σχετικά λήμματα Σάββας Ουρογάμης, σαβουρογάμης, ο
Got a better definition? Add it!
Ο Pedro Munitis είναι Ισπανός ποδοσφαιριστής, που έχει μείνει στην Ιστορία κυρίως για το όνομά του, παρά για τις αθλητικές του ικανότητες.
Η έκφραση αποτελεί συνώνυμο όλων των μειωτικών χαρακτηρισμών του μουνιού για άντρες ή καταστάσεις, όπως μουνί καπέλο, Μουνιόθ, Μουνιόθ Καπέλο κ.ο.κ.
Η ειδική σημασία του Munitis έγκειται στο ότι: α) χρησιμοποιείται με ειρωνεία για κάποιον λούζερ, που αποτελεί τραγικό πρόσωπο, καθώς κανείς δεν του δίνει σημασία. Αν θυμάμαι καλά, ο Munitis είχε φύγει απ' την Ρεάλ στα πλαίσια ανακατατάξεων, προκειμένου να έρθει ο Ρονάλντο. β) Έχει δώσει λαβές για τις πλέον αστείες ποδοσφαιρικές/αθλητικές ανταποκρίσεις και συζητήσεις φιλάθλων. Βλέπε στα παραδείγματα.
Αντώνυμο: Πουλίτου
(Από αναμετάδοση αγώνα της Ρεάλ): Ζιντάν, Ζιντάν, πάντα Ζιντάν, Ζιντάν, ο Ζιντάν ψάχνει το Munitis, ψάχνει το Munitis ο Ζιντάν, δεν μπορεί να βρει το Munitis, και ναι, τελικά βρίσκει το Munitis ο Ζιντάν, κυρίες και κύριοι...
(Από φίλαθλη κουβέντα λίγο μετά τις μεταγραφικές ανακατατάξεις): -Τά μαθες; Μέχρι και το Munitis έδωσε η Ρεάλ για να πάρει τον Ρονάλντο!
-Και πόσα λεφτά πήρε για το Munitis;
-Η Ρεάλ πήρε το Ρονάλντο κι η Ρασίγκ έμεινε να παίζει με το Munitis!
(Λίγες μέρες μετά:)
-Σήμερα η Ρασίγκ θα παρουσιάσει επίσημα το Munitis στους φιλάθλους!
-Είμαι σίγουρος ότι οι φίλαθλοι θα αγαπήσουν πολύ το Munitis!
-Και σε ποια θέση λες να βάλει το Munitis η Ρασίγκ;
-Μάλλον θα παίζει το Munitis μεταξύ μικρής και μεγάλης περιοχής!..
(Λίγες μέρες μετά, όταν τραυματίστηκε ο Ρονάλντο στην πρώτη προπόνηση):
-Βλέπει το Munitis η Ρασίγκ και δοξάζει την τύχη της! Ο Ρονάλντο τραυματίστηκε απ' την πρώτη προπόνηση ο γκαντέμης! Ενώ, η Ρασίγκ κατάφερε να κρατήσει το Munitis ανέπαφο! (Και σε εξαιρετική φυσική κατάσταση)!
Κ.ο.κ.
Got a better definition? Add it!
H στρηπτιτζού που δεν προσφέρει φραπέ, αναδεικνυόμενη σε περσόνα νον γκράτα των στρηπτιτζόφιλων. Το γεγονός ότι η ντικάφ είναι η περσόνα νον γκράτα του ευαγούς ιδρύματος, οδηγεί και στον όρο «περσόνα νον κάφα».
Συχνότατα η ντικάφ είναι η ομορφότερη κορασίς του ευαγούς ιδρύματος, γι' αυτό εξάλλου και την παίρνει να είναι ντικάφ. Οπότε οι στριπτητζόφιλοι αναπτύσσουν με την ντικάφ μια σχέση αγάπης-μίσους... Παράβαλε τα «Καλλιστεία για την καλύτερη ντικάφ» στο πάλαι ποτέ www.bourdela.com
Συνώνυμα: ντεφραπεϊνέ, defrap, ντιφράπ
Αντώνυμα: φραπεδιάρα
- Η Τζέσικα προσφέρει τζεσικοτσίνο, ή είναι ντεκάφ κι αυτή;
- Τέτοια ομορφιά, τέτοια νιάτα, και να είναι ντικάφ! Αίσχος! Πρέπει να συνεννοηθούμε όλοι οι στριπτητζόφιλοι και να της κάνουμε μποϊκοτάζ! Μόνο έτσι έχει δύναμη ο καταναλωτής!
Got a better definition? Add it!
Η περιήγηση σε διαφορετικά μπλογκς της μπλογκόσφαιρας.
Σχηματίζεται αναλογικά προς το μπουρδελότσαρκα.
Βλ. και τα λήμματα μπλόγκερ/ blogger και μπλογκάρω.
-Πώς θα περάσεις το βράδυ;
-Ε, λέω να κάτσω σπίτι, να παραγγείλω καμιά πίτσα, και να βγω μπλογκότσαρκα...
-Καλές μπλογκοκαύλες!...
Got a better definition? Add it!
Είναι η κολλητή φίλη της (/του (ουδ.)) Λίλιαν.
Είναι πραγματικά αχώριστες, πάνε πάντα πακέτο!
Είναι και οι δύο θήλεα νέας κοπής, αλλά η διαφορά τους είναι η εξής: Ενώ η/το Λίλιαν είναι το υπερβατικό θεόμουνο, η τελευταία λέξη της τεχνολογίας στην κατηγορία τριφασικό μουνί, η Καυλάουρα δεν έχει αντίστοιχες φυσικές προϋποθέσεις για να οδηγηθεί στην επίτευξη ανάλογων προσόντων. Κι έτσι μένει στον β' γυναικείο ρόλο, για τον οποίο, όμως, της αξίζει Όσκαρ!
Είναι καυλιάρα, γιατί η κοπέλα δείχνει ότι το παλεύει πραγματικά πολύ. Έχει δοκιμάσει τα πάντα, σιλικόνες, τσιμπουκόχειλα, εξτένσιον, ψεύτικα νύχια κ.ο.κ. Κι έτσι τελικά δεν σε καυλώνει με την ίδια την ομορφιά της, όσο με την προσπάθεια που καταβάλλει για να σε καυλώσει.
Και το πιο συγκινητικό απ' όλα είναι ασφαλώς το ονοματάκι της! Ετυμολογείται από το Ευαγγελία, που έγινε Βαγγελίτσα, από εκεί Λίτσα, και το Λίτσα θεωρήθηκε εκ των υστέρων ότι προκύπτει απ' το Λάουρα. Καθώς όλη αυτή η αγωνία και επιμονή έχει κάτι το καυλωτικό, τελικά χαρατηρίζεται ως Καυλάουρα.
-Τι μου λες ρε φίλε; Θα ξεμοναχιάσεις εσύ την Λίλιαν, και θα μ' αφήσεις εμένα με την Λάουρα; Δεν παίζω!
-Γιατί σε χαλάει; Μια χαρά Καυλάουρα είναι! Άμα θες άσ' τις μου εμένα και τις δύο!...
Got a better definition? Add it!
Στην εποχή μας τις αναβιώνει ο Λιακό, που θεωρεί ότι οι πουτινιές του Πούτιν θα φέρουν τους Ελ στην θέση που τους αξίζει να είναι, εις πείσμα της διεθνούς συνωμοσίας σιωνιστών-παπικών-ιησουιτών-μασόνων και άλλων δυνάμεων από τον Γαλαξία της Ανδρομέδας. Ο Λιακό φαίνεται να έχει ρεύμα, γιατί ο όρος «ξανθόν γένος» έχει ξαναμπεί για τα καλά στην ζωή μας, τον βλέπεις πολύ συχνά.
Υπάρχει η εκδοχή ότι πρόκειται για τις ουτοπικές Σουηδανές που επιδράμουν τα καλοκαίρια στο Αιγαίο (το θέατρο των επιχειρήσεων). Υπάρχει και η σλαβόφιλη εκδοχή ότι η προφητεία αναφέρεται στις Οβίμ (όσων τα ονόματα τελειώνουν σε -οβα), η κάθοδος των οποίων ήρθε να δώσει μια νέα διάσταση στον όρο «ξανθόν γένος». Υπάρχουν κι άλλες ερμηνείες. Όπως και προβληματισμός για το πώς το «ξανθόν γένος» να μην αποτελέσει μία υποδούλωση στην κάθε ξεπλένω και bimbo, αλλά μια γνήσια εσχατολογική εμπειρία!
Με την βοήθεια του ξανθού γένους θα πάρουμε πίσω την Πόλη! Επειδή θα γίνεται πόλεμος ανάμεσα στο ξανθόν γένος και τους απογόνους των Νεφελίμ, εμάς που θα είμαστε ουδέτεροι, θα μας θεωρήσουν ως καλύτερους και θα μας δώσουν την Πόλη, τα Στενά και την Καππαδοκία, χωρίς να μας ανοίξει ρουθούνι! (Φαίνεται ότι θα έχουμε και τα πιο γατόνια πολιτικούς). Οι Τούρκοι θα εξανεμιστούν στα βάθη της Ασίας!
Δεν αντέχω άλλο τις Ελλεεινιδίμ! Όχι άλλο κάρβουνο! Μισώ την τριχοφυία, το μελαχροινό δέρμα, τις πεθερές! Πότε θα έρθει το ξανθόν γένος να με σώσει; Ζήτω το λείο δέρμα, το ανοιχτό χρώμα, το αθλητικό σώμα, και οι πεθερές σε άλλο πλανήτη!
Got a better definition? Add it!
Αντώνυμα: Δυτικόφιλος, σλαβοφοβικός.
Συνώνυμα: Ο Επιμένων ΣλαβοΝΙΚΑ.
Ο σλαβολάγνος αποτελεί την σεξουαλική διαστροφή άνδρα που ερεθίζεται απλώς και μόνο από την κατάληξη του ονόματος σε -όβα, ή από την βαριά προφορά των -ν και -λ σε -nj και -lj (λ.χ. «Μωρούλjι μου!»), ακόμη κι αν η εν λόγω Σλάβα είναι εμφανισιακώς χειρότερη κι από Ελλεεινίδα. Είναι ο τύπος που μια γυναίκα τον έχει στο τσεπάκι της, απλώς και μόνο αν του πει ότι ονομάζεται Σβετλάνα.
Αντώνυμα: Δυτικόφιλος, μεσογειακόφιλος, σκανδιναβόφιλος, λατινόφιλος, ο Επιμένων Ελληνικά, σλαβοφοβικός.
- Την ρώτησα και για το ονοματάκι της.
- Και, και; Τι έγινε;
- Τι να γίνει; Δεν τέλειωνε σε -οβα! Αυτό ήταν! Δεν μπορούσα να καυλώσω με τίποτα!
- Αθεράπευτος σλαβόφιλος είσαι ρε φίλε! Δηλαδή, αν δεν λέγεται «Σβετλάνα» η κοπέλα δεν σου κάνει;
Got a better definition? Add it!
Επιφώνημα Λαρισαίου που έχει νοσταλγήσει την ιδιαίτερη πατρίδα του, ύστερα από ένα οπωσδήποτε σύντομο ταξίδι στην Αθήνα ή την γειτονική Αυστρία. Στην (μεταξύ μας, καθόλου απίθανη) περίπτωση που θα είναι τυρόβλαχος θα το προφέρει: «Λάρσα Λάρσα, σε είδα και λαχτάρσα!». Φράση σύμβολο του τοπικισμού.
Συνώνυμα: Παπούτσι απ' τον τόπο σου κι ας ειν' και μπαλωμένο / Παρθένα απ' τον τόπο σου κι ας είναι και ραμέν η/ Καλλλά, μαλλλάκας Αθηναίος είσαι; (Σαλονικιώτικη προφορά) κ.ο.κ.
Επιφώνημα σλαβόφιλου που το αντικείμενο του πόθου του ονομάζεται Λαρίσσα: Ιδιαίτερα χαρακτηριστικό ρωσικό όνομα που βγαίνει από τον γλάρο (ως γνωστόν, every name has a Greek root!), δηλαδή η γλαροπούλα, - θυμίζει και Τσέχοφ!
Τα σλαβικά ονόματα του θηλυκού ξανθού γένους είναι τεσσάρων ειδών. Τα αναφέρω με αύξοντα αριθμό σλαβόφιλης καύλας ή σλαβολαγνίας:
α) Τα διεθνή ονόματα κορασίδων με ελάχιστο μόνο σλαβικό χρώμα. Βλ. Βερόνικα, Μαρίνα, Γιούλια, Λίζα, Ντανιέλα, Λίλιαν(α) (το τελευταίο, απλή συνωνυμία!) κ.ο.κ.
β) Οι τελείως χαρακτηριστικές σλαβικές εκδοχές διεθνών ονομάτων στο υποκοριστικό τους. Βλ. Νατάσα, Κάτυα-Κατυούσα, Μάσα, Όλια (Όλγα), Σάσα, Σόνια.
γ) Τα Σβετλάνα, Τατιάνα και Ταμίλα, που είναι πολύ ιδιάζοντα, αλλά και πολύ τουριστικά. Ό,τι είναι ας πούμε η Πλάκα για την Αθήνα, η Μονμάρτρη για το Παρίσι, ή το Σόχο για το Λονδίνο. Ανεπανάληπτα, δηλαδή, αλλά δεν θα πας να στοιβαχτείς παρέα με όλους τους τουρίστες.
δ) Μια ειδική κατηγορία ονομάτων, που περιλαμβάνουν πολύ ιδιαίτερα, αλλά και κάπως πιο ψαγμένα ονόματα, που ως τέτοια εγείρουν τον ενθουσιασμό των σλαβόφιλων. Αυτά είναι τα: Ντάρια, Βίκα, Νάστυα, Βλάντα, Μίλα, Λέρα, Ντάσα, και... στην κορύφωση της σλαβολαγνίας, η καλύτερη απ' όλες...
η Λαρίσσα!
Πρέπει να το παραδεχτούμε: Η Λαρίσα είναι για τον σλαβόφιλο ό,τι είναι για τον άνδρα η/το Λίλιαν!
-Μωρούλjι μου, θα πιούμε ένα πουτάκι;
-Είσαι η Λαρίσσα, ή είσαι απ' τη Λάρισα;
Λαρίσσα, Λαρίσσα, σε είδα και λαχτάρησα!
Όπως λέμε:
Μίλα μου για Μίλα!
Η Ταμίλα με τα σέξι μήλα! (βλ. σλαβόφιλος, ο).
Πήρα την κατιούσα με την Κατυούσα!
Κατυούσα, είσαι (πύραυλος) Katyusha!
Η Λέρα είναι σκέτη Λέρα!
Νάστυ με τη Νάστυα!
Στην Σιβηρία σε γύρευα και στη Μύκονο σε Βίκα.
Βικα-παίδεια, έκδωσέ την μόνος σου!
(Κλείνω εδώ γιατί μ' έχει πιάσει σεφερλίτιδα).
Got a better definition? Add it!