1. Ο κόλακας, αυτός που γλείφει, που κωλογλείφει δηλαδή.

  2. Το ψάρι πλεκόστομος, το οποίο περνά τη μέρα του γλείφοντας και καθαρίζοντας το ενυδρείο... Το κάνει αυτό βεντουζώνοντας το στόμα του στις επιφάνειες και πιπιλώντας τες. Η άχρηστη πληροφορία της ημέρας: στα ελληνικά λέγεται κατά λάθος και πλακόστομος, προφ συνδυασμός σύγχυσης με το κανονικό θέμα πλεκ-, επειδή το στόμα του όταν βεντουζώνει γίνεται πλακουτσωτό. Ταιριάζει πάντως. Στα αγγλικά λέγεται παρομοίως suckermouth.

  3. Ειρωνικά (μπαμπαδισμός), ο γλύπτης.

Περί δια την ορθογραφία: παρά το ορθόν γλείφτης, το συλλογικά ασυνείδητο επιτάσσει το γλύφτης, είναι πιο γλύφτικο έτσι, θα συμφωνήξω.

  1. - Βρεβρεβρε τον Αντωνάκηηηηη... Κοίτα να δεις, μας έγινε και δημοτικός σύμβουλος...
    - Εεεμ! Από μικρός φαινόταν ότι θα μεγαλώσει, μια ζωή γλείφτης...

  2. Προσφατα αγορασα γλυφτη Leopard..
    Ειναι καλος για 60 λιτρα ενυδρειο η τσαμπα τον πηρα;
    Ευχαριστω για το χρονο σας.
    δεν κανει για τα λιτρα σου....οχι οτι δεν κανει «δουλεια»....δε χωραει εννοω...γινεται πολυ μεγαλος... σε 60 λιτρα....καλυτερα να μη βαλεις κανενα ειδος «γλυφτη» (από εδώ)

  3. - Τι σπουδάζει τώρα ο γιος σου;
    - Γλύφτης.

το ψάρι (από ironick, 17/11/10) Και έγλυψε μια πούτσα ο πούστης ο Michelangelo! (από Khan, 17/11/10)

Δες και κωλογλείφτης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από μικρός φαινόταν τι μαλάκας θα γίνει.

- Μια ζωή μαλάκας ο Τάσος, πάλι μας πούλησε.
- Από μικρός φαινόταν ότι θα μεγαλώσει, τον είχα συμμαθητή στο δημοτικό τομπούστη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή η ατάκα διαφήμισης ίσως πρέπει να σταθεί μόνη της. Προέρχεται, αν θυμάμαι καλά, από διαφήμιση του Ούλτρεξ το οποίο έδινε και καλά τρομερή λάμψη και υγεία στα μαλλιά του πρώην πιτυριδούχου, οπότε αυτός μπορούσε πια να αφεθεί χωρίς να κομπλάρει στα χέρια μιας εϊτίλας μούνας που τον χαϊδολογούσε λέγοντάς του καβλιάρικα στ' αυτάκι: «Και σού' κανε ένα μαλλί...» (ενν: «...άλλο πράμα!»).

Τώρα πια λέγεται από κάποια λείψανα των ογδόνταζ (ή σημερινούς πιτσιρικάδες που το άκουγαν από τους μεγαλύτερους) και λέγεται μόνο όταν θέλουμε να κοροϊδέψουμε αυτό που συνέβη στο μαλλί μας -ή στου άλλου- εξαιτίας πχ του αέρα, της υγρασίας, του ύπνου, κόκ.

  1. - ...και σού ΄κανε ένα μαλλί...
    - Πάλι πρόβλημα;
    - Ε δε βλέπεις ρε μαλάκα πώς έγινα; Αυτό το γαμολοτζέλ τα λασπώνει και γίνονται σύσκατα.

  2. Και σου ‘κανε ένα μαλλί…
    Οι στυλίστες υποστηρίζουν ότι ένα κολακευτικό χτένισμα ή κούρεμα μπορεί να καλύψει πολλά λάθη που κάνουμε στην εμφάνισή μας.
    (άρθρο από εδώ

  3. Και σου ‘κανε ένα μαλλί
    To πρώτο SAWARI HAIR BAR άνοιξε τις πόρτες του στην Αθήνα και σας περιμένει για μια απόλυτη περιποίηση μαλλιών. από κει

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλος ένας κατάλογος, ανοιχτός προς δημόσια συμπλήρωση. Πρόκειται για παραποιημένα ονόματα κλασικών έργων, ταινιών κλπ, τα οποία είτε στέκουν ως απλά λογοπαίγνια, ή έχουν επισήμως αποτελέσει τίτλο τσόντας.

Ταινίες – μυθιστορήματα:

  1. Αγάπη μου μεγέθυνα το πουλί μου (Αγάπη μου, συρρίκνωσα τα παιδιά, ταινία)
  2. Άγρια Αρχιδέα (Άγρια Ορχιδέα, ταινία)
  3. Γαμάτε Κιντ (Καράτε Κιντ, ταινία)
  4. Γαμημένος την 4η Ιουλίου (Γεννημένος την 4η Ιουλίου, ταινία)
  5. Η Ντ' Αρπαχτάν και οι 3 σωματοπήδακες (Ο Ντ’ Αρτανιάν και οι τρεις Σωματοφύλακες, κλασικό μυθιστόρημα και ταινία)
  6. Η σιωπή των αχαμνών (Η σιωπή των αμνών, ταινία)
  7. Η ψωλομαζώχτρα (Η Σταχομαζώχτρα, Αλ. Παπαδιαμάντης)
  8. Θωρηκτό Πρωκτέμκιν (Θωρηκτό Ποτέμκιν, ταινία)
  9. Ιφιγένεια εν Καυλίδι (Ιφιγένεια εν Αυλίδι, Ευριπίδης)
  10. Κόμης Μοντεχύστο (Ο Κόμης Μοντεκρίστο, κλασικό μυθιστόρημα και ταινία)
  11. Κωλική επαναφορά (Ολική επαναφορά, ταινία)
  12. Μη μου τους κώλους τάραττε (Μη μου τους κύκλους τάραττε)
  13. Μια φορά κι έναν καιρό στην άγρια στύση (Μια φορά κι έναν καιρό στην Άγρια Δύση, κλασικά Ντίσνεϋ)
  14. Μπούτια ερμητικά κλειστά (Μάτια ερμητικά κλειστά, ταινία)
  15. Ο έμπειρος της Βενετίας (Ο Έμπορος της Βενετίας, Σαίξπηρ)
  16. Ο μύθος του ακέφαλου καβλιάρη (Ο μύθος του ακέφαλου καβαλάρη, ταινία)
  17. Ο Παλούκι Λουκ και η αδερφή Βάλτον (Ο Λούκυ Λουκ και οι αδελφοί Ντάλτον, κόμικ)
  18. Ο Παλούκι Λουκ στην Άγρια Στύση (Ο Λούκυ Λουκ στην Άγρια Δύση, κόμικ)
  19. Ο Ρομπέν των πρωκτών (Ο Ρομπέν των Δασών, μυθιστόρημα)
  20. Ο Χάρι Σπρώχτερ και η κάμαρα με τους δονητές (Ο Χάρυ Πόττερ και η κάμαρα με τα μυστικά, ταινία)
  21. Πολύ σκληρός για να χωρέσει (Πολύ σκληρός για να πεθάνει, ταινία)
  22. Πουτανικός (Τιτανικός, ταινία)
  23. Στο τρένο θα στον σφυρίξω τρεις φορές (Το τρένο θα σφυρίξει τρεις φορές, ταινία)
  24. Τα κανόνια του βυζαρόνε (Τα κανόνια του Ναβαρόνε, ταινία)
  25. Το κλαρίνο του λοχαγού Κωλέρι (Το κλαρίνο του λοχαγού Κορέλι, μυθιστόρημα και ταινία)
  26. Το πυρωμένο καβλί (Το πουλί της φωτιάς, Στραβίνσκι)

ΠΗΓΗ ΓΙΑ ΤΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ: GATZMAN

Φάρμακα:

Μουνοσορντίλ (Monosordil)
Αγγουρόν (Angoron)
Γκαβλόν (Daflon)
Γκάβλους (Galvus)
Πουστοπάν (Buscopan)
Τουρκολάξ (Dulcolax)
Γλουτοφάι (Glucophage)
Καπότες (Capoten)

ΠΗΓΗ: allivegp

«Αθώα»:

  1. «Τομ Σόγια», του Μάρκ Ταϊβάν
  2. «Κλέφτης Ελεφάντων», του Βιτόριο Ντε Σίκχ
  3. «Γαλατικοί Χοροί», του Φρεντ Αστερίξ
  4. «12 μικροί απόστολοι» της Αγκάθα Χρίστο
  5. «Μόμπυ Ντακ», του Ουώλτ Μέλβιλ
  6. «Δημοπρασία στο Όριεντ Εξπρές» της Σόδεμπυ Κρίστι
  7. «Η Αλίκη στη Χώρα των Βλαμμένων» του Τζέρι Λούις Κάρολ
  8. «Το Κωφάλαλο» του Χάρπο Μαρξ
  9. «Ο Προνοητικός Εραστής» της Μαργερίτ Durex
  10. «Το Πρόβλημα του Κώλου» της Ιλόνα Στάλιν
  11. «Τι να κάνουμε με την Λολίτα» του Βλάντιμιρ Ίλιτς Ναμπόκοφ
  12. «Δεν πιστεύω τίποτα, δεν ελπίζω τίποτα, δεν θέλω την συμπόνια κανενός» του Στέλιου Καζαντζάκη
  13. «Επανάσταση των Άστρων» του Γκιόργκι Λούκας
  14. «Περί Θειούχων αναθυμιάσεων» του Διονυσίου Αεροφαγίτη

Πηγή: Βράσταμαν

(από Vrastaman, 17/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μίνι πορτάκι που ανοίγουμε σε μια κανονική πόρτα (ή στο τζάμι ενός παραθύρου, αρκεί να μην είναι διπλό) ώστε να μπορεί να μπαινοβγαίνει από κει η γάτα μας.

Λέγεται φλαπ από τα αγγλικά (flap door), ονομασία που προκύπτει από τον ήχο που κάνει όταν ανοιγοκλείνει.

Υπάρχουν τα απλά, καθώς και αυτά που λειτουργούν με βάση το μικρο-τσιπ που ενδεχομένως φοράει η γάτα / ο γάτος μας, ώστε μόνο αυτή /-ός να μπορεί να μπει και όχι κανας ανεπιθύμητος επισκέπτης του είδους κι έχουμε καυγάδες γιατί μας τρώει το φαΐ μας ή μας ψεκάζει τον χώρο...

Επισήμως λέγεται «πορτάκι για γάτες» ή «πορτάκι γάτας». Κάνει και για μικρόσωμους σκύλους.

- Ρε μαλάκα, έχεις κήπο και είναι όλη την ώρα μέσα κλεισμένη η γάτα σου;
- Όχι ρε, έχω βάλει ένα φλαπ στην πόρτα και πηγαινοέρχεται ελεύθερα.

(από ironick, 14/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σκάω, την κοπανάω, τηγκανά, γίνομαι φιδίσιος επειδή με κυνηγάνε.

Τη νύχτα διαδραματίζονται όσα δεν πρέπει να δει ο ήλιος υπό τον οποίον, ως γνωστόν, ουδέν κρυπτόν. Όταν λοιπόν έχεις τάσεις φυγής και θες να εξαφανιστείς από προσώπου γης επειδή έχεις γνώση της μαλακίας σου και του ότι κάποιος βρίσκεται στο κατόπι σου, περιμένεις, σύμφωνα με την παλιά καλή συνταγή, να πέσει η νύχτα -και το σκας «από την πίσω πόρτα» με ελαφρά.

Σήμερα πια δεν χρειάζεται ντε και καλά να περιμένει κάποιος να πέσει το φως, βλέπετε ο ηλεκτρισμός και οι κάμερες έχουν αλλάξει τα πράγματα. Πού το καλό γνωστό βρωμερό μεσαιωνικό σοκάκι που γυαλίζει από την υγρασία ή την βροχή μέσα στο σκοτάδι. Παρόλ' αυτά όμως προτιμάται η νύχτα για τέτοιες (απο)δράσεις, είτε γιατί παρά το φως παραμένει σκοτεινή, ή επειδή η αρχέτυπη αυτή συνήθεια δεν πρόκειται να φύγει από το dna του ανθρώπου.

Εννοείται ότι η έκφραση είναι και τρόπος του λέγειν εκτός από κυριολεκτική. Επίσης χρησιμοποιείται και ως απειλή: «θα φύγεις νύχτα».

- Τι παίζει με το νέο αφεντικό;
- Καλά... Με τις λαμογιές που έχει κάνει, νύχτα θα φύγει...

λέλε! (από anchelito, 14/11/10)(από dryhammer, 12/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Πολλά φιλιά». Κλείσιμο επιστολής ή μέιλ, νεότερη κοπή του ΧΧΧ. Δες και ΜΦΧ.

επιστολή α
μπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλα
μπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλα
μπλαμπλαμπλαμπλαμπλα
ΦΦΦ

απάντηση:
μπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλαμπλα
μπλαμπλαμπλα
μπλα
φιλικά Νίκος

Got a better definition? Add it!

Published

Η μονολεκτική έκφραση «Ξίδι!» σημαίνει «να πιεις ξίδι!» και αντιστοιχεί στο «παρεξηγήθηκες; τσίμπα ένα αρχίδι!» (άντε, σας έκανα και ρίμα).

Οι ρίζες της έκφρασης αυτής είναι πολύ παλιές, από τα χριστιανικά έπη, όπου περιγράφεται η σκηνή κατά την οποία προσφέρουν ξίδι στον Τζίζαντα:

«και ελθόντες εις τόπον λεγόμενον Κρανίου τόπος (στσ: Γολγοθάς) έδωκαν εις αυτόν να πίει όξος μεμιγμένον μετά χολής και γευθείς ουκ ηθέλησεν. Και εσταύρωσαν αυτόν…». (Ματθ.27.33), ή

«Μετά τούτο γινώσκων ο Ιησούς ότι πάντα ήδη ετελέσθησαν διά να πληρωθή η γραφή, λέγει· Διψώ. Έκειτο δε εκεί αγγείον πλήρες όξους· και εκείνοι γεμίσαντες σπόγγον από όξους και περιθέσαντες εις ύσσωπον προσέφεραν εις το στόμα αυτού. Ότε λοιπόν έλαβε το όξος ο Ιησούς, είπε, Τετέλεσται· και κλίνας την κεφαλήν παρέδωκε το πνεύμα» (Ιωάννης ΙΘ: 28-30).

Μην κολλήσουμε τώρα στο τι ακριβώς συνέβη τότε, κανείς μας δεν ήταν εκεί, οι θεολογικές συζητήσεις αιώνων δεν το έχουν λύσει και πάντως δεν είναι της παρούσης ή του σλανγκρ το θεματάκι αυτό.

Το ξίδι αυτό υποτίθεται ότι ήταν ένα μείγμα ναρκωτικών ουσιών με βάση το ξίδι, το οποίο μείγμα έδιναν οι Ρωμαίοι σε όσους σταυρώνανε, για να μαστουρώνουν κατά τη σταύρωσή τους και να μην πολυπαίρνουν χαμπάρι την πολυήμερη πορεία τους προς τον θάνατο από πόνο, πείνα και δίψα. Ωραίες εποχές.

Γενικά όμως, ακόμα και σήμερα, το ξίδι θεωρείται, παρά την άκομψη γεύση του, κατευναστικό: φάρμακο κατά των κρίσεων άσθματος, της ταχυπαλμίας κλπ (άσχετα αν σου γαμεί το στομάχι). Άρα, ενδέχεται πράγματι να δόθηκε στον τζίζαντα για να καταπραΰνει τον σωματικό τε και ψυχικό πόνο της σταύρωσης, αλλά ούτος το αρνήθηκε, όχι μόνο (λέω εγώ και πιθανόν και άλλοι) επειδή δεν του άρεσε, αλλά επειδή σκοπός του δεν ήταν η ανακούφιση.

Ο λαός ημών όμως, μάλλον δεν φαντάστηκε ή δεν πίστεψε ποτέ του ότι το ξίδι είναι φάρμακο: σα να ένιωσε ότι ήταν προσβολή απέναντι στον ημίθεο η πρόποση με ξίδι. Έτσι λοιπόν, όταν ο λαός θέλει να πικάρει κάποιον που έχει παρεξηγηθεί από δική του κόμπλα, δηλαδή αδίκως, του λέει «να πιεις ξίδι!», με σκοπό να γίνει χειρότερη η ενόχλησή του, ως τιμωρία/εκδικησούλα για το πόσο μαλάκας παρεξηγιάρης είναι. Θα έπρεπε ωσεκτουτού να αποτελεί ύβρη (για όσους πιστεύουν) ο υπαινιγμός και η αντιστοιχία της έκφρασης αυτής με το χριστιανικό επεισόδιο, αλλά μπα.

Σλανγκασίστ: τζονμπλάκ

  1. πειράχτηκες φίλε μου;
    Δεν το περίμενα
    από ένα τόσο πνευματώδες άτομο
    σαν κι εσένα.
    Ξίδι!
    (από σχόλιο χρήστη μας προς χρήστη μας)

  2. Όλοι ξέρουμε τη φράση: «Ξύδι για τα νεύρα». Τι εννοούμε άραγε με τη φράση αυτή; Το ξύδι είναι τονωτικό και ευφραντικό όπως είπαμε παραπάνω το έπιναν οι Ρωμαίοι στρατιώτες... κάτι ήξεραν! Και έτσι όπως βλέπω τον κύριο δίπλα στη φώτο μου έρχεται να του πω:
    Να πιείς ξύδι κύριε- νεύρα!!! Άμα ζορίζεσαι, να πιείς ξύδι!
    (από το νέτι)

(από σφυρίζων, 03/04/15)

βλ. και χριστιανοσλάνγκ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανατριχιάζω από συγκίνηση, πυρετό, κρύο, φτάρνισμα κλπ και ωσεκτουτού το δέρμα μου γίνεται σαν της μαδημένης κότας...

Προφ από το γαλλικό chaire de poule. Αντίστοιχη αγγλική έκφραση goose bumps (εδώ παίζει η χήνα).

Έκφραση όχι πολύ συνηθισμένη ούτε ιδιαίτερα εύχρηστη (πχ στον αόριστο είνα αηδία, «κοτοπούλιασα» -άσε που παραπέμπει στην Κοτοπούλη και πάει αλλού το πράμα).

Επίσης μπορεί να σημαίνει μαραζουλιάζω, κατσιάζω κλπ.

... όταν πήγα να πάρω το αυτοκίνητο, μύριζε αυτή την υγρασία και με έκανε να κοτοπουλιάζω. (από μπλογκ)

(από ironick, 12/11/10)Μαρίκα Κοτοπούλη (από allivegp, 12/11/10)

βλ. και κατσομαλλιάζω (-ομαι)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καραμπινάτος, γαμιστερός, αδιαμφισβήτητος, απόλυτος, που βγάζει μάτι.

Επίρρημα: εμφανώς, αδιαμφισβήτητα, γαμώ.

Επίσης, παραλλαγή (προς το υπερθετικό) της έκφρασης κάνω μπαμ.

  1. kai oso gia thn hliadh.... thn efage polu to penthos.. pio karampampam portokali kai pio konto de mporouse na valei... (από το νέτι)

  2. (5Χ2) Καραμπαμπάμ!
    (από σχόλιο Χότζα στο λήμμα μαλούπα)

  3. Πάντα απορούσα , με τί λεφτά αυτός ο GLOU είχε μπει στα αθλητικά, σε μεταγραφές, σε sponsor κτλ. Ήταν τόσο μπόλικα μάλιστα , που έκανε καραμπαμπαμ ότι η PUMA ήταν σε αφασία για το ότι συνέβαινε ...
    (από το νέτι)

Καραεπιτατικά: καραγκαγκάν, καραμπαμπάμ, καραμπαντάν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified